Του Μάνου Οικονομίδη
Προφανώς και η Ιστορία δεν μπορεί να γραφτεί με “αν”, η δύναμη του υποθετικού συνδέσμου ωστόσο έχει πολλαπλασιαστικό περιεχόμενο. Επειδή επιτρέπει στη σκέψη να αναρωτηθεί, να φανταστεί, να δημιουργήσει ένα εναλλακτικό σενάριο, σε σχέση με το… τρέχον. Αυτό που ζήσαμε, ή αυτό που έρχεται.
Ένα τέτοιο, μεγάλο και εκκωφαντικό “αν”, αφορά φυσικά την παρουσία του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου στην ηγεσία της Ελλαδικής Εκκλησίας, εκείνου που “έφυγε” σαν σήμερα στις 28 Ιανουαρίου του 2008. Δημιουργώντας ένα κενό ογκώδες και δυσαναπλήρωτο, που διαδραμάτισε τον δικό του ρόλο στην περαιτέρω διολίσθηση της Ελλάδας στο χείλος του γκρεμού.
Ο Χριστόδουλος ήταν ένα διαφορετικό πρότυπο Ιεράρχη. Πίστευε και πορεύτηκε για μια Εκκλησία ομιλούσα και όχι βουβή ή σιωπηλή. Μια Εκκλησία που αντιλαμβανόταν πλήρως τον ρόλο της για την ελληνική κοινωνία, έναν ρόλο που έχει διαχρονικές διαστάσεις και κοινωνικές παραμέτρους. Μια Εκκλησία με λόγο και ρόλο.
Μια τέτοια Εκκλησία, σε συνδυασμό με την επιβλητική προσωπικότητα του προκαθημένου της, ήταν μια Εκκλησία που μπορούσε να καθοδηγήσει την κοινωνία. Κάτι φυσικά, που εκ των πραγμάτων ενόχλησε τις άλλες, παραδοσιακές “εξουσίες” του τόπου. Από την πολιτική, μέχρι την επιχειρηματική, χωρίς να εξαιρείται το “παράλληλο κράτος” του λεγόμενων ανθρώπων των γραμμάτων και των τεχνών.
Από τη μάχη για τις ταυτότητες μέχρι τις λαοσυνάξεις που μόνο ο… Τάσος Μπιρσίμ μπορούσε να “ματσάρει”, και από τη “Δεξιά του Κυρίου” μέχρι το “οι καταστάσεις αλλάζουν, δόξα σοι ο Θεός”, και φυσικά το “είμαι ο Χριστόδουλός σας”, την ώρα της μεγάλης και άνισης δοκιμασίας για τη ζωή του, ο Χριστόδουλος υπήρξε ο τελευταίος ηγέτης της Ελλαδικής Εκκλησίας που έδωσε περιεχόμενο και υπόσταση στην προσφώνηση “πάσης Ελλάδας”. Προφανώς και η κόντρα του με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, εξηγεί επίσης πολλά.
Ο Χριστόδουλος βρέθηκε στο στόχαστρο της κριτικής από το ΠΑΣΟΚ και την Αριστερά, κυρίως από το κομμάτι της Κεντροαριστεράς που μέχρι και σήμερα… ομνύει αφοσίωση στον Κώστα Σημίτη, ενώ εκείνη, την επίμαχη περίοδο, συμμετείχε στη νομή της εξουσίας υπό τον διάδοχο του Ανδρέα Παπανδρέου.
Η βασική κατηγορία σε βάρος του μακαριστού Αρχιεπισκόπου ήταν ότι “πολιτικολογούσε”. Ότι έπαιρνε θέση για τις εξελίξεις. Ότι τις επηρέαζε, και πολλές φορές τις κατηύθυνε. Είναι η θεωρία της… φιμωμένης Εκκλησίας, εκείνης που δεν είναι ζωντανή, ζωηρή και δρώσα μέσα στην κοινωνία, αλλά παρακολουθεί τα τεκταινόμενα σιωπηλή και… προσευχόμενη.
Όλοι αυτοί, ξεχνούν φυσικά ότι οι θρησκείες, και οι ανά εποχή επίγειοι ηγέτες των Εκκλησιών, βρίσκονται εκ των πραγμάτων πιο κοντά στον πολίτη από οποιονδήποτε άλλο. Είτε αυτός ο “άλλος” είναι πολιτικός, είτε οποιδήποτε άλλο δημόσιο πρόσωπο και παράγοντας.
Αυτή η δύναμη του Χριστόδουλου “φόβιζε”. Γι’ αυτό και απέναντί του βρέθηκαν πολλά και φαινομενικά αλληλομαχόμενα “συμφέροντα”. Η απουσία του άλλωστε, είναι εκκωφαντική. Και ο απόηχός της, ακόμη πιο ηχηρός.
Εκτός κι αν πιστεύει κανείς σοβαρά ότι, με τον Χριστόδουλο ηγέτη της Εκκλησίας, το εθνικό αδιέξοδο στο οποίο έχει εισέλθει η Ελλάδα μετά την εκλογική νίκη του ΠΑΣΟΚ το 2009, θα είχε τη δραματική εξέλιξη που βιώνουμε όλοι.Ακόμη και για όσους… το πιστεύουν, να ανακαλέσουμε στη μνήμη μια αποστροφή από το τελευταίο πρωτοχρονιάτικο μήνυμα του Χριστόδουλου: “Σταθείτε όλοι όρθιοι στις επάλξεις. Μην ξεπουλήσετε τα πρωτοτόκια μας. Ο λαός μας ξέρει να υπερασπίζεται τα ιερά και τα όσιά του. Το έχει κατ’ επανάληψη αποδείξει. Θα το αποδείξει και πάλι. Αντίσταση και ανάκαμψη. Για να ξαναβρούμε ό, τι έχουμε χάσει, για να υπερασπιστούμε ό, τι κινδυνεύει”.
Βαθιά μελαγχολία, αν σκεφτεί κανείς τη σημερινή διατύπωση λόγου από την Εκκλησία. Που επιδεινώνει την εθνική κατάθλιψη, τη συναισθηματική αδυναμία του μέσου Έλληνα να βρει τη δύναμη για να παλέψει.Ευτυχώς βέβαια, για να επικαλεστούμε μια άλλη ρήση του Χριστόδουλου… οι καταστάσεις αλλάζουν. Φτάνει να αντέξει η κοινωνία. Φτάνει να μην μετράμε απώλειες.