(Από το ένθετο της εφημερίδας «δημοκρατία» για την Ορθοδοξία)
Του μητροπολίτη Σύρου κ. Δωρόθεου
Βαριά τα τύμπανα του πολέμου και πάλι στην καθ’ ημάς Ανατολή ηχούν και μαύρα σύννεφα θανάτου σκεπάζουν την περιοχή όπου γεννήθηκε ο Ηλιος της Δικαιοσύνης, την πόλη όπου ο διώκτης των χριστιανών μεταβλήθηκε σε απόστολο των εθνών, και την άλλη, στην οποία οι πιστοί του Χριστού ονομάστηκαν χριστιανοί…
Μια αδιάκοπη και επικίνδυνη σχοινοβασία ανάμεσα στον πόλεμο και στην ειρήνη η ζωή του ανθρώπου, από τα χρόνια τα παλιά…
Ενα εκκρεμές ανάμεσα στον θάνατο και στη ζωή φαίνεται το πεπρωμένο της…
Τι κι αν σχεδόν 3.000 χρόνια πριν ο Ηρόδοτος διαπίστωνε ότι «κανείς δεν είναι τόσο ανόητος, ώστε να προτιμά τον πόλεμο αντί της ειρήνης»;
Ο πόλεμος, η έσχατη αυτή μορφή βίας και απανθρωπιάς, εξακολουθεί να αποδεικνύει την ανοησία των ανθρώπων, οι οποίοι, αμετανόητα ασύνετοι, εξακολουθούν να επιλέγουν τον πόλεμο, καλύπτοντάς τον με επιθετικούς προσδιορισμούς, με την ψευδαίσθηση ότι τον αμνηστεύουν και τον απενοχοποιούν, αλλά στην ουσία αποκαλύπτοντας το μέγεθος της πανουργίας τους και το απύθμενο βάθος της υποκρισίας τους.
Οσο και να προόδευσε ο πολιτισμός, να αναπτύχθηκε η τεχνολογία και να θεοποιήθηκε η πρόοδος, ο σημερινός άνθρωπος σε τίποτα δεν διαφέρει από τον πρωτόγονο, παρά μόνο στην καταστροφική δύναμη των όπλων του.
Δεν είναι τυχαίο ούτε συμπτωματικό ότι κάθε επιστημονική και τεχνολογική ανακάλυψη χρησιμοποιήθηκε πρώτα για πολεμικούς σκοπούς, για την εξόντωση του άλλου, και ύστερα για τη βελτίωση των όρων ζωής του ανθρώπου.
Δεν έλειψαν, άλλωστε, και οι θιασώτες του πολέμου, εκείνοι που τον θεώρησαν «πατέρα των πάντων», όπως ο Ηράκλειτος, «βιολογική αναγκαιότητα», όπως ο Νίτσε, ή «όρο προόδου και ώθηση που εμποδίζει ένα έθνος να αποκοιμηθεί», όπως ο Ρενάν….
Και είναι να απορήσει κανείς πώς τόσο μεγάλοι διανοητές δεν αντιλήφθηκαν το τίμημα που πρέπει να καταβληθεί και τον ποταμό αιμάτων που πρέπει να χυθεί, την αγριότητα που πρέπει να γιγαντωθεί, για να επιτευχθεί τι;
Και είναι να αναρωτιέται κανείς πώς σήμερα, με τόσες και τέτοιες φρικτές εμπειρίες, η ανθρωπότητα και οι ισχυροί της Γης εξακολουθούν να αυταπατώνται ότι μόνο με πόλεμο τα προβλήματα μπορούν να λυθούν, οι διαφορές να διευθετηθούν και τα ανθρώπινα δικαιώματα να επιβληθούν!
Αγνοούν, άραγε, ότι ποτέ και κανένας πόλεμος δεν έλυσε προβλήματα περισσότερα απ’ όσα δημιούργησε;
Τους διαφεύγει ότι ποτέ και σε κανέναν πόλεμο δεν υπήρξε νικητής, αλλά μόνο νικημένος, και αυτός δεν είναι άλλος από τον άνθρωπο και την ανθρωπιά του;
Αμήχανη και αδύναμη η ανθρωπότητα, παρακολουθεί με αγωνία τις εξελίξεις στη Συρία, όπου ο χριστιανισμός προετοιμάζεται, όπως δείχνει παρόμοιων σύγχρονων περιπτώσεων η πείρα, για ακόμη μία “βαβυλώνιο αιχμαλωσία”, έχοντας ήδη προσφέρει στον βωμό του φανατισμού, της μισαλλοδοξίας και των άνομων συμφερόντων δύο επισκόπους και ανεξακρίβωτο αριθμό πιστών.
Δεν γνωρίζουμε την έκβαση των γεγονότων ούτε μπορούμε να σταθμίσουμε όλες τις παραμέτρους της κρίσεως και ακόμα περισσότερο να αναζητήσουμε ή να επιρρίψουμε ευθύνες.
Το μόνο που μας απομένει και οφείλουμε να κάνουμε είναι καθημερινά να αγωνιζόμαστε και νυχθημερόν να προσευχόμαστε ώστε να ξημερώσει εκείνη η μέρα όπου οι άνθρωποι «κατακόψουσι τας ρομφαίας αυτών εις άροτρα και τα δόρατα αυτών εις δρέπανα και ουκέτι μη μάθωσι πολεμείν» (Μιχαίας, 4,3).