ΛΕΜΕΣΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ: Η Αγία Θεοδώρα Αλεξανδρείας αποτελεί ένα παράδειγμα ανθρώπου που υπέστη δοκιμασίες και τελείωσε τη ζωή της μέσα στην αδικία, τη συκοφαντία και τον πόνο και ο Θεός την δικαίωσε μετά την κοίμησή της.
Η Αγία αυτή, ενώ είχε στηθεί εναντίον της μια τεράστια συκοφαντία, υπέμεινε σιωπηλά όλη αυτή την αδικία χωρίς να προσπαθήσει να αποδείξει την αθωότητά της. Δεν θέλησε να συμπεριφερθεί ανθρώπινα.
Το τέλειο ήταν αυτή η σιωπή που τήρησε. Αγωνίστηκε όχι μόνο να μην μιλήσει, γιατί σίγουρα είναι ένας μεγάλος αγώνας να σε αδικούν και να μην μιλάς. Ένα άλλο πιο δύσκολο άθλημα ήταν ο αγώνας της να μην μισήσει και να μην εκδικηθεί αυτούς που τη συκοφάντησαν και αυτούς που πίστεψαν τις συκοφαντίες.
Το δε μείζον ήταν ο αγώνας της να αγαπά αυτούς που την κατηγόρησαν. Ο ίδιος ο Χριστός μας είπε μη μισείτε τους εχθρούς σας, αλλά αγαπάτε τους εχθρούς σας. Μέσα, λοιπόν, από έναν τέτοιο αγώνα, ο άνθρωπος μαθαίνει να ταπεινώνεται και να βλέπει τον άλλον άνθρωπο με αγάπη έστω κι αν τον έχει κακολογήσει.
Ακόμα ένα παράδειγμα αντιμετώπισης των συκοφαντιών με ταπείνωση και υπομονή αποτελεί ο Άγιος Νεκτάριος. Μην κοιτάτε τώρα που τον προσκυνούμε. Στην εποχή του είχε το όνομα του διεφθαρμένου, του ανήθικου. Τον έδιωξαν από το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας με τη ρετσινιά της ανηθικότητας. Ερχόμενος στην Ελλάδα, έβγαινε να κάνει κήρυγμα και τον γιουχάιζε ο κόσμος. Γεροντάκι πλέον, πήγε στην Αίγινα, έχτισε το μοναστήρι και πήγε εκεί ο τότε Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και του είπε τα χίλια λόγια, ότι τάχα έκανε ανηθικότητες, ενώ μεγάλο εξευτελισμό υπέστη και από τον Εισαγγελέα.
Έφτασαν στο σημείο να βγάζουν το νερό από το πηγάδι για να βρουν δήθεν παιδιά που γεννούσαν οι μοναχές και τα έριχναν εκεί μέσα. Ο γέροντας τα υπέστη όλα αυτά χωρίς να μιλά μέχρι και την κοίμησή του.
Βέβαια, μόλις κοιμήθηκε, άρχισαν τα θαύματα και έγινε αυτός ο μεγάλος Άγιος της Εκκλησίας μας. Μια μοναχή αναρωτιόταν και έλεγε, μα τι έκανε αυτός και έγινε τόσο μεγάλος Άγιος, αφού ούτε μεγάλος ασκητής ή νηστευτής ήταν ούτε μάρτυρας.
Τότε εμφανίστηκε σε αυτήν ο Άγιος και της είπε «πράγματι έχεις δίκαιο, εγώ δεν έκανα μεγάλες ασκήσεις ούτε μάρτυρας υπήρξα, αλλά έκανα υπομονή στις συκοφαντίες, γι’ αυτό ο Θεός μου έδωσε αυτή τη χάρη».
Πράγματι, όταν ο άνθρωπος δείξει εμπιστοσύνη στον Θεό, έρχεται τότε μια ισορροπία στην ψυχή του και διέρχεται διαμέσου αυτών των καταστάσεων. Βέβαια, η ψυχή μας είναι φυσικό να θλίβεται όταν μας κατηγορούν άδικα, όμως το αντίβαρο είναι ο Χριστός.
Εάν ο άνθρωπος θυμάται στη ζωή του τα λόγια του Χριστού: «Μακάριοι οἱ δεδιωγμένοι….» τότε απαλύνεται η δυσκολία, γλυκαίνει η πικρία και ο άνθρωπος βρίσκει τη δύναμη να ανταπεξέλθει.
Αντίθετα, εάν ο άνθρωπος που υφίσταται διωγμούς, ψευδολογίες και συκοφαντίες εναντίον του δεν στρέφει τις ελπίδες του στον Θεό, τότε μπορεί να φθάσει σε ακραία σημεία.
Πολλοί άνθρωποι όταν αδικούνται, αισθάνονται οργή και η ψυχή τους μπορεί να οδηγηθεί είτε στην απελπισία είτε σε ξέσπασμα προς τον άλλο. Το αντίδοτο και στα δύο αυτά, όσο δικαιολογημένα και ανθρώπινα και αν είναι, είναι ο Χριστός.
Όλα θα ξεκαθαρίσουν και θα τακτοποιηθούν στη Βασιλεία του Θεού, διότι ο Χριστός γνωρίζει την αλήθεια καθώς και τι υπάρχει στην ψυχή του κάθε ανθρώπου.
Μπροστά λοιπόν σε όλες αυτές τις δοκιμασίες, εκείνο που παρηγορεί τον άνθρωπο είναι η παρουσία και η αγάπη του Θεού είτε ψευδώς κατηγορείται κανείς είτε δικαίως πάσχει.
Αν το αντιμετωπίσει πνευματικά και με υπομονή, τότε θα δεχθεί μεγάλη ωφέλεια, η οποία θα έχει αιώνιες διαστάσεις.