ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ ΚΥΡΙΛΛΟΣ ΠΑΒΛΟΒ: Για αρκετές δεκαετίες ο Αρχιμανδρίτης Κύριλλος (Πάβλοβ) (1919-2017) είχε το διακόνημα του πνευματικού της Λαύρας της Αγίας Τριάδας και του Αγίου Σεργίου.
Η συνάντηση με τον γέροντα άλλαξε τη ζωή σε πλήθος ανθρώπων, καθώς έγινε ένα από τα σημαντικότερα γεγονότα στο δρόμο τους προς τον Θεό και την Εκκλησία Του. Ανάμεσα σε αυτούς είναι και ο Ηγούμενος Νεκτάριος (Μορόζοβ).
Για πρώτη φορά είδα τον παππούλη το 1995. Ήταν δύσκολη περίοδος για μένα, μια περίοδος καμπής, αλλά και πολύ καλή ταυτόχρονα. Ήμουν 24 χρονών και είχα 5 χρόνια εργασίας στις εφημερίδες «Argumenty i Fakty» και «Obshchaya Gazeta», με επαγγελματικά ταξίδια σε διάφορες γωνιές της χώρας, με μια σειρά από ταξίδια στην Τσετσενία, από τις πρώτες μέρες του πολέμου. Φαινόταν ότι μπροστά μου ξεδιπλώνεται ένα φωτεινό μέλλον: εκείνο τον καιρό είχα τη θέση του σχολιαστή του Τμήματος Εθνικών Ζητημάτων της εφημερίδας «Obshchaya Gazeta».
Στα επαγγελματικά μου είχα μια εκπληκτική επιτυχία, η δουλειά μου ήταν πραγματικά ενδιαφέρουσα και την αγαπούσα. Ταυτόχρονα, όμως… Ταυτόχρονα, αυτήν την αγάπη την υπερνικούσε μια ανυπέρβλητη επιθυμία: να ανήκω ολοκληρωτικά στον Θεό, να υπηρετώ την Εκκλησία και τους ανθρώπους. Τον μοναχισμό τον έβλεπα ως την πιο ευθεία οδό προς αυτό. Τότε ήμουν έτοιμος να παραιτηθώ από την εφημερίδα και να αναλάβω εργασία στο Μετόχι της Λαύρας της Αγίας Τριάδας και του Αγίου Σεργίου στη Μόσχα, ώστε με αυτόν τον τρόπο να αρχίσω τη διακονία μου στην Εκκλησία. Για να είμαι ειλικρινής, ήταν λίγοι εκείνοι που με στήριξαν τότε σε αυτή την επιλογή μου. Ίσως, κανένας δεν πίστευε ότι η απόφαση αυτή είχε βάση και ότι θα ήταν εύκολο να αρνηθώ τη ζωή, στην οποία ήμουν, όπως φαινόταν, πολύ σφιχτά δεμένος.
Γι΄αυτό, ο τότε εφημέριος του Μετοχίου Ηγούμενος Λογγίνος (Κορτσάγκιν, νυν Μητροπολίτης Σιμπίρσκ και Νοβοσπάσκ) με έστειλε στον πατέρα Κύριλλο για να πάρω την ευλογία του για αυτή την αλλαγή.
Εκείνη την ημέρα, ακριβέστερα, απόγευμα, ο παππούλης δεχόταν στο βαπτιστήριο του Ιερού Ναού του Αγίου Φιλίππου Μητροπολίτη Μόσχας, στο χωριό Περεντέλκινο, όπου βρισκόταν κατοικία του Αγιώτατου Πατριάρχη Μόσχας και πασών των Ρωσιών Αλέξιου. Ήδη εκείνο το διάστημα, ο πατήρ Κύριλλος τον περισσότερο καιρό τον περνούσε στο Περεντέλκινο. Μόνο περιοδικά επέστρεφε στη Λαύρα.
Στο βαπτιστήριο είχε πολύ κόσμο. Ήταν μισοσκόταδο (τουλάχιστον, έτσι μου αποτυπώθηκε στη μνήμη) και επικρατούσε σιωπή. Εμείς όλοι είτε σκεφτόμασταν τι θέλουμε να ρωτήσουμε τον παππούλη είτε προσευχόμασταν. Όταν αποχωρούσε ο ένας από τον πατέρα Κύριλλο, έβγαινε από το βαπτιστήριο και στη θέση του έμπαινε ο επόμενος. Κάποιοι εξομολογούνταν, κάποιοι ζητούσαν συμβουλή, κάποιοι, ίσως, απλώς του μιλούσαν για τα βάσανά τους.
Μετά από κάποιο διάστημα, έφτασε η σειρά μου. Θα ήθελα να μιλήσω πιο αναλυτικά, αλλά ο κόσμος που περίμενε ήταν πάρα πολύς. Μια ερώτηση, όμως, ήταν πιο σημαντική από τις άλλες: αν θα ευλογούσε ο πατήρ Κύριλλος την απόφασή μου και τα σχέδιά μου. Είχα άγχος, και επειδή δεν ήξερα τι θα μου απαντήσει ο παππούλης αλλά και επειδή θα τον συναντούσα για πρώτη φορά. Η επικοινωνία με διάφορους ανθρώπους ήταν η συνήθης εμπειρία στην επαγγελματική μου καθημερινότητα. Ωστόσο, όλες οι επαγγελματικές μου συνήθειες ξεχάστηκαν στη στιγμή και ένιωθα σαν χαμένο και φυρόμυαλο παιδί. Τόση ακαταστασία επικρατούσε και στη σκέψη και στην ψυχή μου!
Και ο πατήρ Κύριλλος μου μιλούσε ακριβώς όπως μιλάνε με ένα παιδί, που πρέπει να το ηρεμήσουν και να το στηρίξουν. Όταν άκουσε την ερώτησή μου, με ευλόγησε για την αποχώρηση από τη δουλειά μου και με στήριξε στην επιθυμία που είχα να αφιερώσω τη ζωή μου στη διακονία της Εκκλησίας. Εκείνη τη στιγμή ήταν το μόνο που χρειαζόμουν.
Μετά από μένα, στον παππούλη πήγε η μάνα μου. Δεν ήξερα για ποιο πράγμα μιλούσαν, αλλά κάποια στιγμή είδα ότι ο πατήρ Κύριλλος που καθόταν λίγο σκυμμένος, ξαφνικά ίσιωσε και χαρούμενα, σαν παιδί, γέλασε.
Δεν μπορούσα να μην ρωτήσω τη μάνα τι προκάλεσε στον παππούλη μια τέτοια αντίδραση. Αποδείχτηκε ότι του έλεγε ότι ανησυχεί για την επιλογή μου. Ακριβέστερα ανησυχούσε για την ολόκαρδη επιθυμία μου να γίνω μοναχός. Ήταν η στιγμή που ο πατήρ Κύριλλος γέλασε τόσο απρόσμενα και πολύ χαρούμενα της είπε:
– Πήγαινε και εσύ μαζί του!
Από αριστερά προς τα δεξιά: ο Ηγούμενος Νεκτάριος (Μορόζοβ), η μοναχή Ευφημία (Ακσαμέντοβα), ο Αρχιμανδρίτης Κύριλλος (Πάβλοβ), ο νυν Επίσκοπος Ποκρόβ και Νικολάεβσκ Παχώμιος (Μπρουσκόβ), η μοναχή Ευφροσύνη, μάνα του Ηγούμενου Νεκταρίου (Μορόζοβ)
Πέρασαν χρόνια μετά από αυτήν τη συνάντηση, και με την ευλογία του Πατριάρχη Μόσχας και πασών των Ρωσιών Αλέξιου, ο ηγούμενος Λογγίνος τέλεσε στο Μετόχι της Λαύρας στη Μόσχα τη μοναχική κουρά της μάνας μου με το όνομα Ευφροσύνη προς τιμήν της Οσίας Ευφροσύνης του Πόλοτσκ. Αυτό έγινε μετά τη δική μου μοναχική κουρά με το όνομα Νεκτάριος, προς τιμήν του Αγίου Ιεράρχη Νεκταρίου, θαυματουργού της Αίγινας.
***
Μια από τις πιο συχνές συμβουλές του πατέρα Κύριλλου, και σε ζωντανή επικοινωνία, και σε επιστολές του που αξιώθηκα να διαβάσω, ήταν τούτη:
– Αγαπήστε να διαβάζετε το Ιερό Ευαγγέλιο.
Σήμερα πολλοί ξέρουν την εκπληκτική ιστορία για το πώς ένα Ευαγγέλιο που είχε βρεθεί στα ερείπια του Στάλινγκραντ κυριολεκτικά είχε αναποδογυρίσει όλη τη ζωή του Ιβάν Πάβλοβ, μελλοντικού πνευματικού της Λαύρας της Αγίας Τριάδας και του Αγίου Σεργίου, Αρχιμανδρίτη Κύριλλου. Τότε, όμως, το να ακούει κανείς πώς ο πατήρ Κύριλλος μιλάει για το Ευαγγέλιο ήταν αρκετό για να νιώσει ότι όσα χρειάζεται ο άνθρωπος σε αυτή τη ζωή τα βρίσκει, γνωρίζοντας και ακολουθώντας το Ευαγγέλιο.
***
Θυμάμαι πολύ καλά το πώς προσευχόταν ο παππούλης, όταν τον ρωτούσα για κάτι που μπορούσε να είναι αποφασιστικής σημασίας στη ζωή κάποιου. Δεν μπορούσες να μην το βλέπεις, πώς ζητάει την απάντηση και αν αυτή την απάντηση την παίρνει ή όχι.
Θα αναφέρω μόνο ένα παράδειγμα. Είχα πάει στον παππούλη για εξομολόγηση και ταυτόχρονα να ζητήσω τη συμβουλή του για μια γυναίκα, ενορίτισσά μας, που βρέθηκε σε δύσκολη κατάσταση: ο άντρας της ήθελε να μεταναστεύσει από τη Ρωσία στην Ευρώπη. Αυτή δεν ήθελε καθόλου να τον ακολουθήσει, αλλά ταυτόχρονα δεν μπορούσε και να τον εγκαταλείψει. Του περιέγραψα εν συντομία την κατάστασή της και ρώτησα τον πατέρα Κύριλλο, τι να κάνει. Ο παππούλης βυθίστηκε στην προσευχή. Και – ήταν πολύ προφανές! – δεν πήρε απάντηση. Ούτε εμένα μου είπε κάτι.
Βγήκα από το κελλί. Μπήκε κάποιος από την αδελφότητα, μετά κάποιος άλλος… Και ξαφνικά η πόρτα άνοιξε και ο Παππούλης εμφανίστηκε στο κατώφλι:
– Έλα δω!
Ήταν ιδιαίτερα χαρούμενος και σαν να βιαζόταν να το μοιραστεί μαζί μου:
– Όσο για αυτή τη γυναίκα… Λοιπόν… Αν αγαπάει τον άντρα της, να πάει μαζί του, και μετά… ας επιστρέψει.
…Έλα να καταλάβεις μια τέτοια απάντηση! Αλλά κατάλαβα κι εγώ και εκείνη. Αυτή ήρεμα, ειρηνικά πήγε με τον άντρα της στην Ευρώπη. Πέρασε πολύ σύντομο διάστημα και αυτός ξαφνικά κατάλαβε ότι ήταν λάθος, επέστρεψαν στη Ρωσία, και από τότε δεν είχε πλέον την επιθυμία να εγκαταλείψει τη χώρα…
***
Όσοι έχουν επισκεφτεί έστω μια φορά τον πατέρα Κύριλλο ξέρουν ότι κανένας δεν έφευγε από αυτόν χωρίς δώρα. Το κελλί του θύμιζε πάντα μικρή αποθήκη βιβλίων, εικόνων, γλυκών, τα οποία με χαρά έδινε στους ερχόμενους.
Και πίσω από το παράθυρο είχε ένα τάγιστρο, όπου έρχονταν πουλιά. Ακόμα και αυτά δεν έμεναν δίχως δώρα.
***
Μερικές φορές, όταν ρωτούσα κάτι τον πατέρα Κύριλλο, άκουγα ως απάντηση:
– Εσύ ο ίδιος τι λες;
Και ξαφνικά καταλάβαινα ότι ίσως άσκοπα είχα ρωτήσει: ήταν προφανές.
Αλλά καταλάβαινα και κάτι άλλο: πόσο λεπτός είναι ο πατήρ Κύριλλος και πόσο αποφεύγει να καταπνίγει το θέλημα του ανθρώπου για οτιδήποτε.
Ωστόσο, υπήρχαν και άλλες, τελείως διαφορετικές περιπτώσεις, τότε που ούτε η διάκριση ούτε η εμπειρία υπαγόρευαν την απάντηση, καθώς ο Κύριος τον ενημέρωνε τι και σε ποιον πρέπει να πει.
Ένας δόκιμος είχε εγκαταλείψει το μοναστήρι μας, αφού πρώτα είχε περάσει κάμποσα χρόνια σε αυτό. Συνέχεια ήθελε να επιστρέψει, μόνο που δεν ήταν αρκετά αποφασιστικός. Πήγε στον πατέρα Κύριλλο. Και άκουσε:
– Να επιστρέψεις. Αλλιώς, θα καταστραφείς.
Τρόμαξε, και όμως όλο και ανέβαλλε την επιστροφή του. Αν και για τον ίδιο ήταν προφανές ότι πρέπει να επιστρέψει…
…Αργότερα, όταν τον έφεραν στο Μετόχι σκοτωμένο, σακατεμένο, παραμορφωμένο, όσο διαρκούσε η εξόδιος ακολουθία, δεν μπορούσα να σκέφτομαι τίποτα άλλο εκτός από αυτά τα λόγια του παππούλη.
***
Όλοι όσοι αγαπούσαν τον παππούλη ένιωσαν ότι ήταν δεινό, αλλά πιο πολύ μάθημα, όταν είχε αρρωστήσει και η αρρώστια τον είχε καθηλώσει για πολλά χρόνια στο κρεβάτι και σχεδόν του στέρησε τη δυνατότητα να κινείται. Δεν μπορούσαμε πλέον ούτε να εξομολογηθούμε ούτε να τον συμβουλευτούμε. Μπορούσαμε μόνο να πηγαίνουμε και να χαιρόμαστε που ο παππούλης είναι ακόμα μαζί μας. Και να μένουμε έκπληκτοι με τη μεγαλειώδη ανδρεία και την ταπείνωσή του μπροστά σε αυτή την τελευταία και τόσο μακροχρόνια, τόσο εξαντλητική δοκιμασία. Θυμάμαι ότι μια φορά στεκόμουν δίπλα στο κρεβάτι του και τον κοιτούσα, τόσο οικείο, τόσο κοντινό και σκεφτόμουν πόσο δύσκολο είναι για μας να μείνουμε χωρίς τις νουθεσίες του. Και πόσο δυσκολεύεται ο ίδιος. Και ξαφνικά μου λέει, λες και απαντούσε στις σκέψεις που έκανα:
– Πατέρα Νεκτάριε, μην θλίβεσαι! Σε κάθε περίπτωση μην απογοητεύεσαι!
Στεκόμουν μπροστά του. Αυτός ήταν ξαπλωμένος και το μόνο που ήταν ικανός να κάνει είναι να κουνάει λίγο το χέρι, στο οποίο η μητερούλα Ευφημία έβαζε δώρο για τον επόμενο επισκέπτη, έτσι ώστε τουλάχιστον με αυτόν τον τρόπο να μπορεί να μεταδώσει στους άλλους ένα μέρος της αγάπης του. Όντας ξαπλωμένος με έπειθε να μην απογοητεύομαι…
Τότε και αργότερα πολλές φορές θυμόμουν ότι μετά την εξομολόγηση στον παππούλη, μετά την συγχωρητική ευχή, σκεφτόμουν: «Κύριε, τι ωραία θα ήταν να πέθαινα τώρα! Πότε άλλοτε θα είμαι τόσο έτοιμος για αυτό!»
Ο παππούλης δεν είναι μαζί μας τώρα και δεν έχω πλέον αυτό το συναίσθημα. Και δε νιώθεις από κανέναν άλλον εκείνη την καταπληκτική ζέστη, λες και είναι από το τζάκι. Αλλά πιστεύω στις πρεσβείες του για μας. Με όλη μου την καρδιά ελπίζω με τις προσευχές του να μας δώσει ο Κύριος να ετοιμαστούμε, όπως πρέπει για εκείνη, την άλλη ζωή, όπου ο αγαπημένος και οικείος πατήρ Κύριλλος περιμένει τα τέκνα του.
Ηγούμενος Νεκτάριος (Μορόζοφ)
Μετάφραση και διασκευή για την πύλη gr.pravoslavie.ru: Αναστασία Νταβίντοβα foma.ru