της Κωνσταντίνας Παλαμιώτου, Δρος Φιλοσοφίας Παν. Αθηνών
Όλοι οι αγώνες του Γέροντα για τα νειάτα της πατρίδας μας είχαν κοινό σημείο αναφοράς, την εναγώνια διάθεση της ψυχής του και κοινό στόχο, το να μεταδώσει στις ψυχές των ανθρώπων (που είτε είχαν είτε όχι βίωμα Θεού), μηνύματα που σταμάτησαν εδώ και πολύ καιρό να εκπέμπονται.
Μηνύματα που χάριτι Θεού, ο ίδιος προορά και λαμβάνει πρώτος πολύ καιρό πριν, για τα επερχόμενα δεινά και για τα σχέδια «θρίλερ» κατά της ελευθερίας του ανθρώπου ως προσώπου, και μαζί της Ελλάδος ολόκληρης ως έθνος.
Εκείνο μόνο που έκανε τη διαφορά είναι η συχνότητα στην οποία συντονίστηκε η προσπάθεια αυτή του Γέροντα, γιατί σ᾿ αυτήν την συχνότητα μπορούσαν να συντονιστούν με μεγάλη εμβέλεια κυρίως οι νέοι άνθρωποι. Κι εκεί να λάβουν ως δέκτες τα μηνύματα που εκπέμπονταν για κείνους, για τα νεανικά αισθητήρια της καρδιάς τους, τα τόσο ευαίσθητα και μαζί επαναστατικά, που αφήνουν να πέσουν στο κενό μηνύματα και διδασκαλίες θεωρητικές από ψεύτικες ή επιτηδευμένες συμπεριφορές. Οι νέοι αγαπούν την απλή, ανόθευτη και ειλικρινή διάθεση που κατανοεί και κάπου συναντά την δική τους ασυμβίβαστη πορεία. Παρακινούνται από το έμπρακτο βίωμα, από το ζωντανό παράδειγμα που έχουν μπροστά τους. Εμπνέονται από την πράξη για ν᾿ αναζητήσουν την θεωρία.
Ο Γέροντας Νεκτάριος που χρόνια πριν είχε βρεί αυτήν την συχνότητα κοντά στους νέους από τα κατηχητικά και τις κατασκηνώσεις στο Τρίκορφο, δεν δίστασε να αναθέσει σε δύο μοναχούς του να τραγουδήσουν μόνον χριστιανικά τραγούδια που εξέπεμπαν μηνύματα στους δέκτες των νέων, κατά της παγκοσμιοποίησης, κατά της νέας τάξης πραγμάτων, κατά της εμφυτεύσεως μικροτσίπ στους ανθρώπους, κατά της αποχριστιανοποιήσεως της Ελλάδος. (Σημειωτέον ότι ουδέποτε δημιουργήθηκε «μουσικό συγκρότημα μοναχών», όπως διέδωσαν ψευδώς κάποιοι κύκλοι, συκοφαντούντες το Γέροντα Νεκτάριο).
Ακόμη και με μια πρόχειρη ματιά στους στίχους των τραγουδιών αντιλαμβάνεται κανείς, πράγματι πόσο προφητικά είναι τα λόγια των στίχων αυτών που γράφτηκαν πριν από μια δεκαετία (το 2000) με την προτροπή του Γέροντα. Ας δούμε μερικούς στίχους από το τραγούδι «Έμαθα ελεύθερος να ζω», με επεξηγηματικά μικρότερα σχόλια, για να κατανοήσουμε του λόγου το αληθές, αλλά και την «προφητικότητά» τους.
«Εμπρός λαοί ας ενωθούμε (στην Ενωμένη Ευρώπη προς το παρόν)
η Νέα τάξη μας καλεί να γίνουμε κονσέρβες στην ίδια μηχανή (Παγμοσμιοποίηση και πολτοποίηση λαών, πολιτισμών, ιδεολογιών, κουλτούρας και θρησκειών)
Θα τρως θα πίνεις και θα κοιμάσαι (ψυχικά και πνευματικά ανούσια ζωή χωρίς ενδιαφέρον, δουλική ζωή)
θα σε ελέγχουν όπου πας (ηλεκτρονική παρακολούθηση, ο άνθρωπος σαν δέσμιος φυλακισμένος)
θα ζείς για να δουλεύεις και να τους τ᾿ ακουμπάς (νέο φορολογικό Νομοσχέδιο, θα δουλεύουμε μόνον για να ξεπληρώσουμε τα τεράστια χρέη μας στο Νομισματικό Ταμείο)
Δεν θέλω μεγάλο αφεντικό (ούτε την κα Μέρκελ ούτε το ΔΝΤ ή την Ε.Ε.)
γιατί έμαθα ελεύθερος να ζω και στους δρόμους θα το πω (με πανό, διαδηλώσεις, στάσεις εργασίας και πορείες στο κέντρο της Αθήνας, έξω από τη Βουλή)
Κράτησε την πίστη σφιχτά στα μεγάλα ιδανικά η πατρίδα δεν πουλιέται (Αιγαίο, Θράκη, Μακεδονία, Ήπειρος, στο ταμπλό των «διαπραγματεύσεων». Τα κυριαρχικά μας δικαιώματα απειλούνται από γείτονες και μη, αλλά και εκχωρούνται αμαχητί από τους πολιτικούς μας κι εμείς πρέπει να αντισταθούμε)
η Εκκλησία δεν πεθαίνει (όσο κι αν προσπαθούν όλοι αυτοί να την περιθωριοποιήσουν)
και η ιστορία δεν ξεχνιέται (όσο κι αν προσπαθούν να την περιχαράξουν και να την διαστρεβλώσουν).
Πράγματι, πόσο προφητικός ήταν ο Γέροντας το έτος 2000… Ας δούμε ακόμη δύο τραγούδια μέσα από τους ψηφιακούς δίσκους, με άκρως επίκαιρο περιεχόμενο για τις ημέρες μας, στα οποία τα επεξηγηματικά σχόλια είναι περιττά, καθώς οι στίχοι και μόνον, μιλούν τόσο ξεκάθαρα για το τι μέλει γενέσθαι…
ΤΣΙΠΑΚΙ (μικροτσίπ)
Tο ξυπνητήρι σου χτυπά, ξεκίνησε η μέρα
και κάτω από το δέρμα σου, σού λέω καλημέρα
μπορεί να φαίνομαι μικρό, μα είμαι όμως κάτι
που θα σφυρίζει στο μυαλό και δεν θα κλείνεις μάτι.
Σηκώνω τα τηλέφωνα, πηγαίνω και ψωνίζω
και όλες τις ανάγκες σου, εγώ τις κανονίζω
σκοτώνω τη συνείδηση, στη σκέψη βάζω φόρο
και τη ζωή σου κυβερνώ από ένα δορυφόρο.
Eίμαι ένα τσιπάκι τόσο δα που θα σ΄ οδηγήσει στη σκλαβιά
πάρε ο,τι ποθείς στον κόσμο αυτό, μου αρκεί να ζείς χωρίς Θεό.
Πολλά θα γίνουν γύρω σου χωρίς να έχεις γνώμη
κι από παντού θα κλείσουνε της ξεγνιασιάς οι δρόμοι
θα γίνω ο προστάτης σου, στα χέρια μου όλοι οι νόμοι
και άνεργοι θα μείνουνε παντού οι αστυνόμοι…
ΑΝΤΙ – ΝΤΙΡΕΚΤΙΒΑ (Ντιρεκτίβα = Κοινοτική οδηγία…)
Kαράβι στη σύγχρονη την τρικυμία τη νέα σου ρότα να βρείς
και πέταξε όλη σου την ιστορία σού λεν οι δυνάμεις της γης.
Oι ήρωες χάθηκαν απ΄ τα βιβλία σημείο κι αυτό των καιρών
Θρησκεία, Πατρίδα για σας δεν υπάρχει μια θέση
στο νού των παιδιών.
Αλλάξαν πολύ οι καιροί μας το λάθος το λέμε σωστό
μας πνίγουν αργά τη φωνή μας μα εγώ δυνατά τραγουδώ.
Mέσα μου θα έχω αίμα και δάκρυ ελληνικό,
Ελλάδα μου σε αγαπώ
ατσαλένια πίστη και στη σημαία μου Σταυρό,
Ελλάδα μου σε αγαπώ…
Από την άλλη όμως, στην προσπάθειά τους κάποιοι, ίσως κακοπροαίρετα, να συντονιστούν σε αυτήν την συχνότητα, από άλλα όμως μήκη κύματος, δημιούργησαν στ᾿ αυτιά κάποιων άλλων κακοπροαιρέτων, μερικούς παράταιρους ήχους, τα γνωστά «παράσιτα», τα οποία όμως ούτε καν απόηχο δεν άφησαν στις καρδιές των καλοπροαιρέτων, όσων άκουσαν τα τραγούδια και πρόσεξαν τους στίχους.
Καί για να γίνω σαφής, αναφέρομαι σε ορισμένους εκκλησιαστικούς κύκλους οι οποίοι κρίνουν κατ᾽ όψιν, ελάχιστους βέβαια, που παρερμήνευσαν και αντέδρασαν επειδή δυστυχώς η προκατάληψή τους συντονίστηκε μάλλον με την αρνητική προαίρεσή τους και θέλησαν να αποσυντονίσουν την προσπάθεια αυτή του Γέροντα, να βρεί δηλαδή δίοδο μέσα από τη μουσική που ακούν οι νέοι και να τους ενημερώσει για όσα διαβλέπει ότι μέλλουν να συμβούν ύστερα από καιρό. Εις μάτην όμως, γιατί ο Κύριος που την καλή προαίρεση επιβραβεύει και την αγαθή διάθεση επαινεί, Εκείνος και το έργο ευλόγησε και το Γέροντα στήριξε. Οι σκοποί επιτεύχθηκαν, οι νέοι άκουσαν, τα μηνύματα σκορπίστηκαν σε μήκη και πλάτη, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Οι «ελεύθεροι» μοναχοί, όπως τους αποκαλούσε ο Γέροντας -γιατί ελεύθερος στην ψυχή και στο φρόνημα πρέπει να είναι κάθε μοναχός- το 2000 έφεραν εις πέρας το έργο που τους ανατέθηκε και μία δεκαετία μετά, επιβεβαιώνονται όσα οι στίχοι των χριστιανικών τραγουδιών έλεγαν.
Οι νέοι πρώτοι εκτίμησαν αυτήν την προσπάθεια, δέχθηκαν τα μηνύματα, αγάπησαν τα τραγούδια και σε ένα νεανικό ξέσπασμα οικείας προσέγγισης και άδολης απλότητας, τους έδωσαν το προσωνύμιο «Παπαροκάδες». Αν και ήχησε για μερικούς και σχολιάσθηκε ως προσβλητικός τίτλος, εν τούτοις δεν θόλωσε τη μεγάλη διάκριση και ταπείνωση του Γέροντα, που δέχθηκε από τους νέους ακόμη και τίτλους και προσωνύμια, αν αυτό θα τους έκανε να έρθουν κοντά του και ακούσουν αυτά που έχει να τους πεί. «Άκουσε αυτά που έχω να σού πω για το Θεό και εμένα πες με όπως θες…» αποπνέει η ορθάνοιχτη καρδιά του Γέροντα κατά το «Αγάπα το Θεό και κάνε ο,τι θες» που είπε ο Άγιος Αυγουστίνος. Καί αν θέλουν να το πω αλλιώς, ο άνθρωπος του Θεού δεν σπιλώνεται από τίτλους και προσωνύμια, ούτε νοιάζεται για την έξωθεν εικόνα, πολλώ μάλλον δεν προσδιορίζεται ούτε χαρακτηρίζεται από αυτά, αλλά από την καθαρότητα που εκπέμπουν τα μάτια του ακτινοβολώντας την αγιότητα της ψυχής του. Καί ο Γέροντας Νεκτάριος, μέσα απ᾿ τη γαλαζοπράσινη ματιά του,φαίνεται πόσο συντονισμένος είναι πάνω απ᾿ όλα με την συχνότητα του Ουρανού… Από εκεί λαμβάνει ο,τι εκπέμπει. Από εκεί αντλεί τον αδαπάνητο πλούτο της ψυχής του, που δεν τελειώνει ακριβώς επειδή συνεχώς τροφοδοτείται από την αδιάλειπτη σχέση του με το Θεό που γεμίζει την ψυχή του και την κάνει να ξεχειλίζει σε όλους τους ανθρώπους γύρω του…
Το ξεχείλισμα αυτό της αγάπης του Γέροντα, τον ώθησε και σ᾽ αυτό το καινοτόμο πλησίασμα των νέων και αυτή η προσπάθεια στάθηκε και αφορμή για να πάρει απρόσμενες διαστάσεις δημοσιότητας και να βρεθεί ο Γέροντας πολλές φορές σε τηλεοπτικά κανάλια, σε μια σειρά από εμφανίσεις, συνεντεύξεις, εκπομπές.
Ο Γέροντας όμως, πάντα ένιωθε ότι είναι ένας ψαράς του Χριστού, που αγρεύει ψυχές, για την δική Του Αγάπη. Δεν τον σαγηνεύουν τα δίχτυα, ούτε τα δολώματα της ψαριάς, παρά μόνον η αποστολή του ενώπιον του Ιησού. Χρησιμοποίησε όλα αυτά τα μέσα, καθαρά και μόνο με ιεραποστολικό σκοπό, πέρα από κάθε προσωπική αξίωση, προβολή ή ιδιοτέλεια και πολύ περισσότερο δεν τα είδε ως αυτοσκοπό. Ήταν μόνο μία στάση στο μακρύ ιεραποστολικό ταξίδι του, που όμως κάποια στιγμή θα συνέχιζε την πορεία του, αφήνοντας πίσω όλα όσα κάποιος άλλος μπορεί να μην ήθελε ν᾽ αποχωριστεί. Μόλις έδειξε στην πράξη τους σύγχρονους τρόπους κατηχήσεως της νεανικής ψυχής από την Εκκλησία, μόλις είπε όσα είχε να πεί προς τους νέους, γύρισε πίσω στη βάση του εφαρμόζοντας, όπως ο ίδιος λέει συχνά, το γνωμικό «καιρός του λαλείν και καιρός του σιγάν»…