Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας, Μέγας Υμνογράφος της των Αλεξανδρέων Εκκλησίας
Στις δυσκολίες μας, στους πόνους μας, στις συμφορές που μας επιφυλάσσει η ζωή, στις αρρώστιες μας, στις αδικίες που αισθανόμαστε ζητούμε συμπαράσταση, ζητούμε κάπου να ακουμπήσουμε.
Έχουμε ανάγκη από κάποιον να σταθεί κοντά μας, να μας γαληνέψει, να μας παρηγορήσει, να μας πεί δυό λόγια αγάπης, να μας δώσει ένα χέρι βοηθείας. Να δείξει λίγο ενδιαφέρον για εμάς, τους εμπεριστάτους, τους κατατρεγμένους. Ακόμη και τίποτε να μην μπορεί αυτός να μας προσφέρει, αρκεί να μας ρίξει ένα βλέμμα συμπάθειας, ένα βλέμμα γεμάτο αγάπη και στοργή.
Μήπως αυτό το στοργικό βλέμμα δεν αποζητούσε και ο βανανισμένος βασιλιάς και ψαλμωδός, ο προφήτης Δαβίδ; Το Ψαλτήρι του, αυτό που όλους μας αναπαύει, γιατί μιλάει στην καρδιά μας, μας κάνει να εκφράζουμε μαζί του την αγωνία μας στα καθημερινά μας προβλήματα, στις πτώσεις μας, αλλά και μας δείχνει το ουράνιο αποκούμπι, στο οποίο στηριζόμενοι ξεπερνούμε κάθε ανθρώπινη δυσκολία. Μέσα στις σκληρές δοκιμασίες της ζωής του ο Δαβίδ αναζητάει στήριγμα και παρηγοριά. Όχι από ανθρώπους, από τους οποίους αισθάνεται προδομένος. Από τον παντοδύναμο Θεό, που μας βλέπει όλους παιδιά Του και δεν μας αφήνει να χαθούμε στα τάρταρα της κολάσεως, αλλά αποζητάει τρόπους σωτηρίας μας. Γι’ αυτό και του φωνάζει: «Που πορευθώ από του πνεύματός Σου και από του προσώπου σου που φύγω; Εάν αναβώ εις τον ουρανόν, Συ εκεί ει, εάν καταβώ εις τον άδην, πάρει· εάν αναλάβοιμι τας πτέρυγάς μου κατ᾿ όρθρον και κατασκηνώσω εις τα έσχατα της θαλάσσης, και γαρ εκεί η χείρ Σου οδηγήσει με, και καθέξει με η δεξιά Σου» (Ψαλμ. 138, 7 – 10).
Αισθανόμενοι και εμείς την εγκατάλειψη από τους ανθρώπους, από την πολιτεία, από τους φίλους μας, μαζί με τον Δαβίδ στις δυσκολίες μας καταφεύγουμε στον Θεό μας. Σε Εκείνον ελπίζουμε, σε Εκείνον απευθύνουμε θερμή ικετηρία δέηση και του φωνάζουμε: «Επίβλεψον, Κύριε, εφ’ ημάς». Είμαστε τα παιδιά Σου! «Μη αποστρέψης το πρόσωπόν Σου από του παιδός Σου, ότι θλίβομαι, ταχύ επάκουσόν μου» (Ψαλ. 68’ 17-18)· Εσύ που έχεις πλήθος οικτιρμών και άπειρη ευσπλαχνία, ρίξε στοργικά το βλέμμα Σου επάνω μας· μην αποστρέψεις με αδιαφορία το πρόσωπό Σου από εμάς τους δούλους Σου, διότι θλιβόμαστε και υποφέρουμε. Άκουσέ μας γρήγορα, γιατί έχουμε ανάγκη βοηθείας και δεν έχουμε άλλη καταφυγή. Όλα τα παιδιά στις δυσκολίες στην μάνα και τον πατέρα καταφεύγουν. Εκεί βρίσκουν ανταπόκριση, εκεί στοργή, εκεί βοήθεια.
Ο Θεός μας και μόνο με το βλέμμα Του μας μεταγγίζει στην ψυχή ελπίδα, ειρήνη, παρηγοριά, ελπίδα, έλεος, δύναμη και αγάπη. Γι’ αυτό και τον παρακαλούμε: «Επίβλεψον, Κύριε, εφ’ ημάς». Για όλους μας είναι πολύ ενισχυτική και παρηγορητική η βεβαιότητα ότι ο Θεος του ουρανού και της γης, ο Παντεπόπτης Κύριος, βλέπει τους κόπους μας, τους πόνους μας, τις αγωνίες μας, τα προβλήματά μας, τις αποτυχίες μας, όπως βλέπει και τις προόδους μας, τις επιτυχίες μας, τα κατορθώματά μας. Η αίσθηση αυτή ότι ο Κύριος μας βλέπει και μας συμπαρίσταται μας χαρίζει ασφάλεια και σιγουριά, μας δίνει κουράγιο για την συνέχιση του αγώνα μας, αναγνωρίζει και βραβεύει τους μόχθους μας.
Το βλέμμα του Θεού μας δεν μπορούμε να το απομακρύνουμε από πάνω μας, έστω και αν πολλές φορές δεν αντέχουμε στην ιδέα ότι κάποιος μας παρακολουθεί, ότι βλέπει όλες τις ενέργειές μας. Δεν θέλουμε κάποτε να μας βλέπουν, μόνο και μόνο για να διαπράττουμε στο σκοτάδι τις άνομες αμαρτίες μας, τις βδελυρές και θεομίσητες επιθυμίες και ενέργειές μας. Τις ενοχές μας, για τις οποίες ντρεπόμαστε και δεν θέλουμε ούτε άνθρωπος να τις γνωρίζει, πως να τις βλέπει ο παντέφορος οφθαλμός του Κυρίου μας; Αυτός που είδε την πτώση του Αδάμ και έσπευσε από αγάπη και γνήσιο ενδιαφέρον να τον συναντήσει φωνάζοντάς τον με το όνομά του: «Αδάμ, που ει;» (Γεν. γ΄ 9). Αυτός που γνωρίζει «καρδίας και νεφρούς» (Ψαλμ. 7΄ 10), πως είναι δυνατόν να μην βλέπει τα παραπτώματα της άνομης βιοτής μας και τις αισχρές επιθυμίες μας; Και δεν θέλουμε να μας βλέπει κανείς, γιατί είμαστε ανθρωποφοβούμενοι και νομίζουμε ότι μπορούμε οι ταλαίπωροι να γλυτώσουμε και από τα μάτια του Θεού μας!
Εάν αναπαυόμαστε πάντοτε στο βλέμμα Του και πιστεύουμε ότι αυτό είναι βλέμμα στοργής και συμπαθείας, βλέμμα ελέους και οικτιρμών δεν θα επιδιώκαμε την αμαρτία και την απομάκρυνσή μας από αυτό. Το βλέμμα του Θεού μας δεν είναι βλέμμα αστυνομικό, που μας παρακολουθεί σαν υπόπτους και εγκληματίες. Είναι βλέμμα πατρικού ενδιαφέροντος και σωτηρίας. Γι’ αυτό και η αίσθηση ότι μας βλέπει ο Θεός, δεν δημιουργεί φόβο και ενοχή η ασφυκτικό κλοιό που πνίγει τις ψυχές μας, αλλά χαρά και ειρήνη που αναπαύει, στηρίζει και αναζωογονεί.
Υπάρχουν, βέβαια, στιγμές που αισθανόμαστε ότι ο Θεός μας εγκατέλειψε. Σαν να έστρεψε αλλού το πρόσωπό Του και σαν να μην γυρίζει να ρίξει ούτε ένα βλέμμα στο ταλαίπωρο πλάσμα Του. Τούτο συμβαίνει, γιατί η αμαρτωλή ζωή μας δεν είναι ευάρεστη στον Θεό μας και η επικοινωνία μας μαζί Του μέσω της προσευχής δεν έχει θέρμη. Εμείς απομακρυνόμαστε από τον Θεό μας και όχι Εκείνος από εμάς. Αίρεται η χάρη Του, γιατί εμείς το επιζητούμε με οποιαδήποτε συνέπεια. Και όταν έλθουν οι συμφορές διερωτώμεθα γιατί σε εμάς; Ο Θεός αποδοκιμάζει την αμαρτωλή ζωή μας, μισεί την αμαρτία, αλλά εμάς, τα παιδιά Του, μας αγαπάει. Αυτή η αποδοκιμασία του Θεού μας στις κακές έξεις και πράξεις μας είναι η αιτία θλίψεως, στενοχώριας, απομονώσεώς μας από την χάρη Του, απομακρυνσεώς μας από την ζωοποιό σκέπη και προστασία Του.
Η αίσθηση αυτή της εγκαταλείψεώς μας από τον Θεό μας τις ευαίσθητες καρδιές τις συγκλονίζει και τις οδηγεί σε αναζήτησή Του με εντονότερο πόθο. Γι’ αυτό μαζί με τον Δαβίδ θερμά τον παρακαλούμε να μην αποστρέφει το πρόσωπό Του από εμάς, από τα πλάσματά Του, γιατί μας πιάνει θλίψη βαθιά. Και αυτή η θλίψη γίνεται πολλές φορές πρόξενος μετανοίας και σωτηρίας. Η θλίψη αυτών των ημερών από τις καταστροφικές πυρκαγιές με την εκατόμβη των νεκρών αδελφών μας είναι απέραντη. Αν είχε προηγηθεί η θλίψη μας για την απομάκρυνσή μας από τον Θεό μας και είχε ακολουθήσει μετάνοια, ο Κύριος δεν θα επέτρεπε αυτή την παιδαγωγική συμφορά. Ο μαρτυρικός διά πυρός θάνατος των αδελφών μας θα είχε αποσοβηθεί. Η συμφορά, η ταραχή και ο τρόμος που επικράτησε είναι αιτία αποστροφής του προσώπου του Κυρίου μας από εμάς τους αμαρτωλούς και ασώτους. Και ο θάνατος των αδελφών μας μέσα από το σίγουρο «Κύριε, ελέησον» που, είμαστε βέβαιοι, ότι ξεστόμησαν πριν το τέλος, τους οδήγησε κοντά Του. Είναι, όμως, αυτός ο μαρτυρικός των αδελφών μας θάνατος απαρχή μετανοίας για εμάς που εξακολουθούμε να βρισκόμαστε σε κατάντημα ηθικό και πνευματικό; Δεν έχουμε καιρό. «Ιδού νυν καιρός ευπρόσδεκτος, ιδού νυν ημέρα σωτηρίας» (Β΄ Κορ. στ΄ 2). Ας απευθύνουμε του Κυρίου μας λόγια μετανοίας και ας του δείξουμε αυτήν με τις πράξεις μας. Ας Τον παρακαλέσουμε να μην αποστρέψει άλλο το πρόσωπό Του από των αμαρτιών μας λέγοντας.
Μην παραβλέψεις, Κύριε, την μετάνοιά μας, συγχώρησε τις αμαρτίες μας και δείξέ μας το άπειρο έλεός Σου. Αμήν!