Καισαριανής Δανιήλ: Μακαριώτατε Πρόεδρε, Σεβασμιώτατοι Σύνεδροι Ἀδελφοί.
Στήν παροῦσα συνεδρίαση τῆς Σεπτῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἔχουν τεθεῖ καίρια ζητήματα καί θέματα ἀφορῶντα στόν Ἐκκλησιαστικό Ὀργανισμό πού εἶναι τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ ὑπέρ Οὗ Ἑκεῖνος σαρκώθηκε καί ἀπέθανε «ἵνα καταστήσῃ τήν Ἐκκλησία ἔνδοξον μή ἔχουσα σπῖλον ἤ ρυτίδα ἤ τι τῶν τοιούτων» (Πρός Ἐφεσίους ε΄, 27).
Ἐπιτρέψατέ μοι νά καταθέσω τήν ἄποψή μου στό Ἱερό Σῶμα γιά τήν ἀναγγελθεῖσα πρόθεση συμφωνίας Ἐκκλησίας – Πολιτείας συμβάλλοντας στό συμπροβληματισμό τῶν Ἀδελφῶν Συνιεραρχῶν σχολιάζοντας τά ἑξῆς:
Γιά τήν σκοπούμενη ἀναθεώρηση τοῦ ἄρθρου 3 τοῦ Συντάγματος τῆς Ἑλληνικῆς Δημοκρατίας καί συγκεκριμένως ὡς πρός τήν προσθήκη τῆς διακηρύξεως ὅτι τό Κράτος εἶναι «οὐδετερόθρησκο».
α- Θεωρῶ ὅτι ἡ διακήρυξη αὐτή ἔρχεται σέ ἀντίφαση μέ τό προοίμιο τοῦ Συντάγματος. Εἶναι δυσερμήνευτο νά ἐπικαλεῖται ὁ Νομοθέτης τό ὄνομα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ καί στά ἑπόμενα νά τό ἀκυρώνει καί νά ὁμολογεῖ ὅτι δέν τό δέχεται.
β- Ὡστόσο τό «οὐδετερόθρησκο» θά ἑρμηνευθεῖ ἀπό τά ὄργανα τῆς Δημοσίας Διοικήσεως καί τελικῶς θά κριθεῖ ἀπό τά ἁρμόδια Δικαστήρια τοῦ Κράτους. Δέν γνωρίζουμε τί κρύπτεται κάτω ἀπό αὐτή τήν διάταξη, τι ὑπονοεῖται, τί ἐπιδιώκουν οἱ εἰσηγήτές της καί τί θά ἀποκαλυφθεῖ σύν τῷ χρόνῳ κατά τήν ἐφορμογή της.
Συνεπῶς εἰσάγουμε στή ζωή μας ἕνα νέο καθεστώς ἀδιευκρίνιστο πού θά ἐπηρεάσει τήν διακονία μας μέ ἀπροσδιόριστες παραμέτρους τό ὁποῖο ὀφείλουμε νά μελετήσουμε διεξοδικῶς πρίν συγκαταθέσουμε στήν ψήφισή του.
γ-Πῶς ἐνῶ τό Κράτος διακηρύσσει τήν οὐδετερότητά του ἔναντι τῆς θρησκείας συγχρόνως θά συμβληθεῖ μέ τήν Ἐκκλησία σέ ἐπιχειρηματικές ἑταιρεῖες ἀξιοποιήσεως τῆς περιουσίας Της.
Αὐτό ἀποτελεῖ Φαρισαϊσμό πού ὁ Κύριος στηλίτευσε καί ταλάνισε.
Δικαίως θά μᾶς κατηγορήσουν, ὅτι ἀφήκαμεν τά «βαρύτερα τοῦ νόμου» (Ματθαίου κγ΄, 23) χάριν τῆς οἰκονομικῆς ἀναπτύξεως, τῶν ἐπενδύσεων καί τοῦ κέρδους.
Γιά τήν ἀξιοποίηση τῆς λεγομένης «Ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας, ἤτοι τῆς Μοναστηριακῆς».
Ἡ περιουσία τῶν Ἱερῶν Μονῶν διέπεται ὑπό διάφορα καθεστῶτα. Δέν εἶναι τοῦ παρόντος νά τά ἀναφέρω.
Πάντως δέν ἀνήκει οὔτε στήν Ἱερά Σύνοδο οὔτε στίς Ἱερές Μητροπόλεις. Ἀνήκει στίς Ἱερές Μονές.
Εἶναι ἀνεπίτρεπτο ἡ Ἱερά Σύνοδος ὡς φεουδάρχης νά διαπραγματεύεται εἴτε τήν ἐναπομείνασα εἴτε τήν διακατεχόμενη εἴτε τήν ὑπό πλήρη κυριότητα τῶν ἐπί μέρου Νομικῶν Προσώπων (ν.π.) διατελοῦσα περιουσία τους πού δέν τῆς ἀνήκει.
Ὑπάρχουν τά θεσμοθετημένα ὄργανα νά σκεφθοῦν καί νά ἀποφασίσουν. Ἡ Ἱερά Σύνοδος εἶναι ἀναρμόδια. Ἡ πείρα πείθει, ὅτι δέν ἔτυχε καί τῆς καλλιτέρας ἀξιοποιήσεώς της ἀπό τά Ὄργανα πού ἀνέλαβαν κατά τό παρελθόν νά τήν προστατεύσουν καί νά τήν ἀξιοποιήσουν.
Ἐκτός δέ τούτου τά περιουσιακά αὐτά στοιχεῖα εἶναι ἱερά διά τόν λόγον, ὅτι ἀποκτήθηκαν καί προσφέρθηκαν γιά συγκεκριμένους σκοπούς καί προκειμένου νά ἀξιοποιηθοῦν γιά ἄλλο σκοπό ἀπό αὐτό τῆς παραχωρήσεως πρέπει νά ἐκδοθεῖ Δικαστική Ἀπόφαση. Ἡ Πολιτεία δηλαδή σέβεται τήν βούληση τοῦ διαθέτου. Ἐμεῖς δικαιούμεθα νά τήν παραβιάζουμε;
Ἡ μισθοδοσία τοῦ Ἐφημεριακοῦ Κλήρου.
Μέ ἐπίμονους καί συνεχεῖς πολυχρόνιους ἀγῶνες ἡ Ἱερά Σύνοδος κατόρθωσε νά ἐξασφαλίσει τήν μισθοδοσία τοῦ Ἐφημερικοῦ Κλήρου ἀπό τό Δημόσιο καί νά ἐνταχθεῖ ό 2013 τελικῶς στήν «Ἑνιαία Ἀρχή Πληρωμῶν» μέ τόν δικό της ἀγῶνα,
Μακαριώτατε,
Τώρα εἰσηγεῖσθε Σεῖς πού ἐπιδιώξατε σθεναρῶς νά συμπεριληφθοῦν οἱ Ἐφημέριοι στήν «Ἑνιαία Ἀρχή Πληρωμῶν» ἡ Ἱεραρχία νά ἐγκρίνει τήν διαγραφή τῶν Κληρικῶν ἀπό τήν «Ἑνιαία Ἀρχή Πληρωμῶν» καί τήν ἔνταξή τους στό «Ταμεῖο Ἀνεργίας» γιά τήν λήψη ἐπιδόματος. Ποῖος λόγος συνέτρεξε καί μεταβάλατε τίς ἀρχές σας.
α΄.Δέν ἐπιτρέπεται νά ἀμελοῦμε τοῦ Ἐφημεριακοῦ Κλήρου
Δέν μπορῶ νά πιστέψω, ὅτι ὑπάρχουν Ἐπίσκοποι πού συνειδητῶς θέλουν νά στερηθεῖ ἡ Ἐκκλησία τῆς περιουσίας Της καί οἱ κληρικοί Της, μέ τίς πολυμελεῖς οἰκογένειές τους, νά βρεθοῦν στόν δρόμο. Δέν θέλω ἐπίσης νά πιστέψω φῆμες, ὅτι πίσω ἀπό τούς λόγους τους κρύβεται δόλος ἤ ἐκβιασμός ἤ ἰδιοτέλεια. Δέν θέλω νά πιστέψω ὅτι Ἐπίσκοποι, πού φύσει καί θέσει ἔχουν τήν εὐθύνη τῆς προστασίας τῶν Ἱερέων τους, δέχονται καί συμμαχοῦν ἐναντίον τους. Ἔχω τήν πεποίθηση ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος δέν δύναται νά ἀμελεῖ καί νά παραιτεῖται τῆς προστασίας τοῦ ποιμνίου του καί μάλιστα τῶν Ποιμένων του ἤ, ἀκόμα χειρότερα νά συνεργάζεται ἐναντίον του. Γι’ αὐτό ὑπέχει πνευματικές εὐθύνες κατά τούς πνευματικούς νόμους πού ἰσχύουν καί ἐνεργοῦν ἀνεξαρτήτως τῆς ἀνθρωπίνης θελήσεως.
β΄.Οἱ Ἱερεῖς εἶναι θρησκευτικοί λειτουργοί στούς ὁποίους τό Κράτος ἀναγνωρίζει τό καθεστώς καί τά δικαιώματα τοῦ δημοσίου ὑπαλλήλου.
Ὅλοι συμφωνοῦμε ὅτι ὁ Ἱερέας δέν εἶναι δημόσιος ὑπάλληλος, μέ τήν ἔννοια τοῦ ὑπαλλήλου, πού ἔχει τό ὡράριό του πού ὅταν παρέλθει πηγαίνει σπίτι του. Δέν ἐργάζεται ὀκτάωρο. Στίς ἀργίες ἐργάζεται ὅταν οἱ λοιποί ἀπέχουν τῶν καθηκόντων τους. Δέν εἶναι δυνατόν νά ὑπενθυμίσω τά καθήκοντα τοῦ Ἐφημεριακοῦ Κλήρου σ’αὐτή τήν παρέμβαση. Ἐνδεικτικῶς, ἐπισημαίνω ὅτι:
Ὁ Ἱερέας τελεῖ τίς ὁλονυχτίες του, πηγαίνει ξημερώματα νά κοινωνήσει τόν ἑτοιμοθάνατο, σηκώνεται ἀπό τά χαράματα νά πάει νά λειτουργήσει, καί ἐργάζεται ἀόκνως γιά νά στεγνώνει δάκρια, νά δυναμώνει ψυχές, νά σώζει ζωές, νά στηρίζει τίς μικρές κοινωνίες. Ζεῖ σέ ἀπόμερα χωριά, μέ τούς λίγους γέροντες, μόνος αὐτός, στηριγμά τους, παρηγοριά τους, ἐλπίδα τους καί ζωή τους, ἀφοῦ ὁ Δάσκαλος δέν ὑπάρχει πιά, οὔτε ὁ Πρόεδρος τῆς κοινότητας.
γ΄. Τό καταβαλλόμενο κόστος ἀπό τούς Ἕλληνες Πολῖτες γιά τήν μισθοδοσία τοῦ Ἐφημερικοῦ Κλήρου.
Ὁ λαός ἀναγνωρίζει τήν προσφορά τοῦ Ἐφημεριακοῦ Κλήρου καί θέλει οἱ Κληρικοί του νά πληρώνονται ἀπό τόν δικό του φόρο, γιά νά ζοῦν οἱ οἰκογένειές τους ἀξιοπρεπῶς, ὅσο αὐτό εἶναι ἐφικτό. Τό κόστος γιά κάθε φορολογούμενο Ἕλληνα πολίτη ἀνέρχεται στό «δυσθεώρητο» (!!!) ποσό τῶν 30,00€ ἐτησίως ἀπό τό ὁποῖο θέλει νά τόν ἀπαλλάξει ἡ Συμφωνία Ἐκκλησίας καί Πολιτείας, στερώντας ἀπό τίς ἱερατικές οἰκογένειες τήν δυνατότητα ἐπιβιώσεως της σέ καιρούς ἀνέχειας. Τό ποσό προκύπτει ἀπό τήν διαίρεση τοῦ ποσοῦ τῆς κρατικῆς δαπάνης γιά τήν μισθοδοσία μέ τόν ἀριθμό τῶν φορολογουμένων πολιτῶν: 220.000.000€ ἡ μισθοδοσία διά 6.500.000 περίπου Ἑλλήνων φορολογουμένων. Ἡ Ἐκκλησία οὐδέποτε θέλησε νά ἐπιβαρύνει τό Κράτος. Ἀντίθετα τό Κράτος συνεχῶς προέβαινε καί προβαίνει σέ ἀφαιμάξεις τῆς περιουσίας Της.
δ΄. Ἡ στάση τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος κ. Ἱερωνύμου.
Δέν μπορῶ νά πιστέψω ἐπίσης, ὅτι ὁ Μακαριώτατος Ἀρχιεπίσκοπος κ. Ἱερώνυμος ἄλλαξε ἄρδην γνώμη καί ἀπό ὑπερασπιστής τῆς διατηρήσεως τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας καί τῶν δικαίων τῶν Κληρικῶν συναίνεσε στό νά δοθεῖ ἡ περιουσία στό Κράτος καί δι’ αὐτοῦ στούς ἐξωχωρίους Δανειστές καί νά παύσουν νά μισθοδοτοῦνται ἀπό τό Δημόσιο οἱ Κληρικοί τῆς Ἐκκλησίας.
Ὑπενθυμίζεται ὅτι τό 1987 ὑπεραμύνθηκε τῆς Ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας καί τῆς μισθοδοσίας τῶν Κληρικῶν, μαζί μέ τόν μακαριστό Ἀρχιεπίσκοπο Σεραφείμ, τόν Μητροπολίτη Ἀλεξανδρουπόλεως Ἄνθιμο (τώρα Θεσσαλονίκης) καί τόν ἀείμνηστο Μητροπολίτη Δημητριάδος Χριστόδουλο, (μετά Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν). Ἐπίσης ὁ Μακαριώτατος Ἀρχιεπίσκοπος κ. Ἱερώνυμος πρός ὑποστήριξη τῆς διατήρησης τῆς Ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας καί τῆς πληρωμῆς ἀπό τό Δημόσιο τῶν Ἐφημερίων ἐξέδωσε 240 σελίδων μελέτη, τό 2012 πού μᾶς διένειμε.
ε΄. Ἐπισφαλής ἡ ἐπιχορήγηση
Θεωρῶ ἐπισφαλῆ τήν ὑπόσχεση τῆς Πολιτείας γιά τήν παροχή ἐπιδότησης ἀπό τό Κράτος πρός τήν Ἐκκλησία γιά τήν μισθοδοσία τοῦ Ἐφημεριακοῦ Κλήρου ἀφοῦ ἡ ἐπιδότηση ἤ τό ἐπίδομα, εἶναι προφανές ὅτι πρέπει νά τό ἐπιτρέψουν οἱ «θεσμοί» γιά νά δοθεῖ.
Δέν εἶναι ἡ πρώτη φορά καί ἀσύνηθες τό Κράτος νά ἀθετεῖ τίς ὑποσχέσεις του ἤ νά μή τοῦ ἐπιτρέπεται νά τίς πραγματοποιήσει.
στ΄. Τά «ἐπ’ ἐλπίδι» κέρδη ἀπό τήν ἀξιοποίηση τῆς Ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας.
Θά ἤμουν ἀφελής ἐάν πίστευα, ὅτι ἡ Ἐκκλησιαστική περιουσία θά ἀξιοποιηθεῖ σύντομα, ὥστε νά ἔχει εἰσόδημα ἡ Ἐκκλησία τόσο, πού νά καλύπτει τίς γενικές ἀνάγκες Της, τό ἔργο Της καί τήν πληρωμή τῶν Ἐφημερίων Της.
Πέραν δέ τούτου εἰκάζεται, ὅτι μετά δεκαετίες θά ἀποδώσει ἡ Ἐκκλησιαστική περιουσία τά ἀναμενόμενα ποσά γιά τήν μισθοδοσία τοῦ Ἐφημεριακοῦ Κλήρου, δηλαδή ἰσχύει ἡ λαϊκή ρήση τοῦ ἀγωγιάτη πρός τό ὑποζύγιό του νά ἀντέξει τήν πείνα μέχρι τό Μάη πού θά φυτρώσει τό τριφύλι.
ζ΄. Ἡ ἀναγνώριση τῆς ὑποχρεώσεως γιά τήν παροχή μισθοῦ στόν Ἐφημεριακό Κλῆρο ἀπό τήν Ἑλληνική Πολιτεία.
Ἡ Ἑλληνική Πολιτεία στά 180 χρόνια ἀπό τῆς συστάσεως τοῦ Ἑλληνικοῦ Κράτους μέχρι σήμερα ἀναγνωρίζοντας τήν συμβολή τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου στούς ἀγῶνες ὑπέρ τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ καί κυρίως ὅτι ἀπέκτησε περιουσία πού ἀνῆκε στήν Ἐκκλησία καί κυρίως στίς Ἱερές Μονές κατέβαλε τόν γλίσχρο μισθό στούς Κληρικούς. Δέν εἶναι ἑπομένως ἡ πρώτη φορά πού Πρωθυπουργός ἀναγνωρίζει αὐτή τήν ὑποχρέωση τῆς Πολιτείας.
Εἶναι ἀνέντιμο νά διακηρύσσεται ὅτι τό Κράτος καί μάλιστα ἐκ τῶν τῆς ἡμετέρας αὐλῆς δέν εἶχε ἀναγνωρίσει στό παρελθόν μέ νόμο αὐτή του τήν ὑποχρέωση κατά τήν λογική «Δέν σοῦ χρωστῶ ἀφοῦ δέν ἔχω ὑπογράψει χρεώγραφο». Τήν περιουσία τήν πῆρε ὅμως. Στά πράγματα ἀναγνώριζε αὐτή τήν ὑποχρέωση του. Σήμερα πολλοί εἴτε τήν ἀγνοοῦν εἴτε τήν ἀποσιωποῦν εἴτε τήν παραβλέπουν.
Π ρ ό τ α σ η.
Συνεπῶς, ἡ Συμφωνία αὐτή κρίνω ὅτι εἶναι ἀτελέσφορη, ἐπιβλαβής, ἄδικη, ἀφιλάδελφη γιά τούς Ἐφημερίους καί πρέπει νά ἀπορριφθεῖ εἰς ὅλα τά σημεῖα της γιά ὅλους τούς παραπάνω λόγους καί διότι διαμορφώθηκε ἐρήμην τῆς Ἱεραρχίας καί ἀπό ὄργανα ἄνευ τῆς ἐξουσιοδοτήσεώς της.