ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΩΝ ΑΠΑΝΤΑΧΟΥ ΓΡΕΒΕΝΙΩΤΩΝ, ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2018
Η μάννα μου, από την Κιβωτό Γρεβενών, θρηνούσε μοιρολογώντας την άλωση της Πόλης από την Τουρκιά, είπε ο Aycan Yilmaz, στο εν λόγω συνέδριο.
Στους αριθμούς των ανταλλαγών της Συνθήκης της Λωζάννης (1923), ενταφιάστηκαν πολλές ρημαγμένες ζωές. Εμείς ξέραμε δικές μας ιστορίες, από τους πρόσφυγες που υποδέχτηκε η μακεδονική γη. Στα Γρεβενά ,όμως, η ενσάρκωση ενός αριθμού από την άλλη όχθη, από τους πρόσφυγες στην Τουρκία, βούρκωσε τις ψυχές μας και κατέστη ο ομφαλός των εργασιών.
Δώδεκα – δεκατρείς χιλιάδες Βαλαάδες, εξισλαμισθέντες Ρωμιοί, ελληνικής λαλιάς, κατοικούσαν στον ρουν του άνω Αλιάκμονα, στα Γρεβενά και τη Νεάπολη, ειρηνικοί ξωμάχοι, συνταιριασμένοι με τους χριστιανούς.
Ανάμεσά τους ζούσαν κι οι παππούδες του εβδομηντάχρονου Aycan,( ο πατέρας του γεννήθηκε στην Κιβωτό, ενώ η μητέρα του στην Τουρκία). Ένα διώροφο σπίτι κι 120 στρέμματα σιτηρών, αμπελιών και μπαχτσέδων στέγαζαν τη ζωή και τα όνειρά τους μέχρι τη συνθήκη.
Αγωνιώντας από τις φήμες για την τύχη τους προσέφυγαν στο Νομάρχη Κοζάνης ,ο οποίος τους διαβεβαίωσε πως δεν κινδυνεύουν από τις ανταλλαγές, λόγος που δεν τηρήθηκε.
Σημειώνω, εδώ, την εξαιρετική νουβέλα του κοζανίτη δικηγόρου και λογοτέχνη Κ. Τσιτσελίκη « Το ξερίζωμα», αφιερωμένη στον Ίωνα Δραγούμη, στην οποία αναφέρεται σ΄έναν νεαρό Βαλαά, που ανερχόμενος κοινωνικά, συνειδητοποιεί σιγά- σιγά την ελληνικότητά του.
Με περιγελούσαν είπε ο Αycan, με τσακισμένη φωνή, οι συμμαθητές μου στο σχολείο, στα εφτά μου χρόνια, για την άγνοια της τουρκικής γλώσσας και τη χρήση του γρεβενιώτικου ιδιώματος, στην περιοχή της Νίγδης της Καππαδοκίας, όπου οι δικοί του ύστερα από περιπέτειες εγκαταστάθηκαν.
Οι συγγενείς του στην Ελλάδα, μετά από επτάμηνη συγκατοίκηση με τους νεοαφιχθέντες πρόσφυγες από την Τουρκία, εγκατέλειψαν τις εστίες τους κι οι συγχωριανοί τους με δάκρυα τους ξεπροβόδισαν ως τη Σιάτιστα.
Πάμπολλοι οι σταθμοί- διανυκτερεύσεις κι αρκετές οι απώλειες από τις κακουχίες μέχρι τη Θεσσαλονίκη.Ο πλους Θεσ/νίκης- Σμύρνης, κατέληξε γι αυτούς στην ορεινή Καππαδοκία.
Τη γη τους την άφησαν, το βιος τους το έχασαν. Δεν έχασαν όμως τη γλώσσα τους, τα τραγούδια και τους χορούς, τα έθιμα των λουλουδιών της Πρωτομαγιάς και των βαμμένων με κρεμμυδόφυλλα κόκκινων αυγών, δεν έχασαν την ελληνικότητά τους. Γαντζώθηκαν από την αλληλοϋποστήριξή τους, από τους μεταξύ τους γάμους μέχρι το΄60, από τα πενιχρά 10 στρέμματα γης που τους έδωσαν. Γρήγορα όμως η ανεπάρκεια της γης οδήγησε τους άντρες στη Άγκυρα, στη μαστορική τέχνη, ενώ τον Αycan, μοναδική εξαίρεση στο πανεπιστήμιο της Άγκυρας.
Πρωτοπόρος ο Αycan, σπούδασε οικονομικά, κατέκτησε διευθυντική θέση στη μεγαλύτερη κρατική βιομηχανία τσιμέντου, παντρεύτηκε κι απέκτησε παιδιά κι εγγόνια, στα οποία μαθαίνει ελληνικά. Το σαράκι όμως για την πατρίδα, από τα κληρονομημένα βιώματα, από τ΄ακούσματα των συγγενών, τον τρώει. ‘Ετσι, βελτιώνει τα ελληνικά του στο πανεπιστήμιο της Άγκυρας, συγγράφει για την προσφυγιά και καλλιεργεί σχέσεις με τον τόπο που θεωρεί γενέθλιο.
Το 2011 γίνεται το πρώτο προσκύνημα του πατέρα του ,μετά από 9 δεκαετίες, του ίδιου και της γυναίκας του στην Κιβωτό. Το σπίτι τους καμένο από τους Γερμανούς, σωσμένο όμως το πηγάδι στην αυλή. Το ελληνικό χώμα που πήρε ο πατέρας του προοριζόταν για να ελαφρύνει το βαρύ ξένο χώμα , ενώ τα ψωμιά από το φούρνο του χωριού, μαζί με τις ελιές μοιράστηκαν ως αντίδωρο σε συγγενείς και φίλους.
Από τις γαιοστρατηγικές διευθετήσεις, μια καρδιά σπασμένη στα δυο.
Μια καρδιά ματωμένη, που η δική μας συγκίνηση κι η δική μας αγάπη μπορεί ως βάλσαμο να τη ραίνει, ενώ η δική του έγνοια για τις ρίζες του, το δικό του θάρρος κι η δική του τόλμη για ό,τι λέμε πατρίδα, μπορεί να αποκαλύπτει τη σημασία της τοπικότητας όχι ως περιχαράκωση, αλλά ως γνώση για ν΄ανοιχτούμε σε άλλες αυλές με σιγουριά, με την ασφάλεια της αίσθησης «του ανήκειν».
ΚΑΛΗ ΑΝΤΑΜΩΣΗ Aycan. Αυτή είναι η δική μας καταστρατήγηση των χαρτών, αυτή είναι η άρνησή μας στις επιταγές των «δυνατών» της γης…
Τάσα Σιόμου