Χαράλαμπος Β. Κατσιβαρδάς, Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω
Ενώ βαίνουμε αφεύκτως προς το πέρας του θέρους του πολύπαθου διαδραμόντος έτους, ένεκεν των αλλεπάλληλων εκλογικών αναμετρήσεων, (αυτοδιοικητικές-βουλευτικές εκλογές), υφίσταται ένα καίριο και ζέον ζήτημα το οποίο ουδόλως εθίγη, και σχετίζεται με τον πολιτισμό και την Ορθόδοξη παράδοσή μας, όπου οι μηχανισμοί της επελαυνούσης παγκοσμιοποιήσεως και της βαθμηδόν εγκαθιδρυθησομένης Νέας Τάξης Πραγμάτων, βουλεύονται απεριφράστως να την επιβάλλουν, δια πυρός και σιδήρου, επί της ήδη διανοητικά λοβοτομημένης κοινωνικής μάζης.
Είναι πρόδηλο λοιπόν, ότι η ιδεοληψία της, απελθούσης κυβερνήσεως, αποτυπώνεται εν πολλοίς και εις την ριζική αναμόρφωση του Ποινικού Κώδικος και Ποινικής δικονομίας, μόλις προ της υπογραφής του προεδρικού διατάγματος δια την, ήδη σήμερον τελεσθείσα, διεξαγωγή των εκλογών την 7η-7-2019.
Νοών, ότι η ως άνω μνησθείσα πολεμική, ιδίως κατά της Ορθοδοξίας η οποία εν τέλει κατατείνει προς την εκρίζωση εκ της συνειδήσεως των Ελλήνων, της ελπίδας, η οποία καθίσταται απτή και ζώσα, δια της Αναστάσεως του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού, επιχειρείται εμμέσως πλην σαφώς δια των νέων διατάξεων του Ποινικού Κώδικα και επάγομαι ακολούθως ίνα καταστώ έτι περαιτέρω ορισμένος και σαφής.
Οι τροποποιηθείσες αυτές διατάξεις (ήτοι του Ποινικού Κώδικος), λειτουργούν ως «Δούριοι Ίπποι» αποπνευματικοποιήσεως και θρησκευτικού αποχρωματισμού, της ανθρώπινης ζωής, ούτως εγκαθίσταται σήμερον, δια του Ποινικού Κώδικα, η σιδηρά «κερκόπορτα», δια της οποίας υποδορίως αλώνεται συνειδησιακά το ποίμνιο και βάλλεται η Ορθόδοξη παράδοση, καίτοι θα έπρεπε να απολάμβανε διαφορετική μεταχείριση σύμφωνα με το άρθρο 3 του Συντάγματος, δοθέντος ότι αποτελεί και την «Κρατούσα Θρησκεία».
Ο λόγος είναι ιδίως δια ένα ακανθώδες ζήτημα το οποίο διέλαθε της προσοχής πολλών εξ ημών, το οποίο αφορά την ολοσχερή κατάργηση κορυφαίων πλημμεληματικών εγκλημάτων τα οποία περιλαμβάνονταν εις το εβδόμο κεφαλαίου του Ποινικού Κώδικα και φέρουν τίτλο ποινικά αδικήματα περί της «επιβουλής της θρησκευτικής ειρήνης».
Ειδικότερον κατεργήθησαν άνευ ετέρου τινός, το άρθρο 198 Π.Κ, το οποίο κόλαζε ποινικά, δηλονότι την κακόβουλη βλασφημία προς τον θεό (την δημόσια και κακόβουλη ύβρη καθοιονδήποτε τρόπο, καθώς και την δια δημόσιας βλασφημίας εκδήλωση απαξίας προς τον Θεό) το άρθρο 199 περί καθύβρισης θρησκευμάτων, καθώς και το άρθρο 201 περί της περιύβρισης των νεκρών, μέρος όμως του τελευταίου άρθρου προσετέθη υποβαθμισμένο ασφαλώς, εις την παράγραφο 2 του άρθρου 191Α περί προσβολής συμβόλων ή τόπων ιδιαίτερης εθνικής ή θρησκευτικής σημασίας, καθώς και εις το άρθρο 365 του Π.Κ, περί της προσβολής της μνήμης του νεκρού, με την κόλουρη και αόριστη αιτιολογία περιέχουσα εις την έωλη Αιτιολογική έκθεση, « γίνεται γενικώς δεκτό, ότι δεν προσβάλλουν κανένα υπαρκτό κοινωνικό μέγεθος και επομένως δεν συνιστούν αξιόποινες πράξεις»
Ο ολετήρας της απελθούσης κυβερνήσεως και η εμπάθεια την οποία εκδηλώνει δια την πίστη αλλά και δια το θρησκευτικό συναίσθημα των πολιτών καθίσταται πλέον σαφές, δηλών τοιουτοτρόπως την ολοκληρωτική ιδεολογική καταγωγή του από τον ερυθρό ολοκληρωτισμό του Σιδηρού Παραπετάσματος, με εμπνευστές του τον Λένιν και Στάλιν, οι οποίες εξαπέλυαν απηνείς διωγμούς προς την Ορθόδοξη παράδοση, διότι την θεωρούσαν εν τοις πράγμασι, αφυπνιστικό παράγοντα δια τις αγελαίες μάζες, επί των οποίων βούλονταν να επιβληθούν βιαίως και να τις χειραγωγούν βοσκηματωδώς, εις το διηνεκές, μολονότι προέβαλλαν δημοσίως πλην όμως εν γνώσει τους ψευδώς, το αλυσιτελές και απατηλό επιχείρημα, ότι η θρησκεία είναι δήθεν το όπιο του λαού.
Η παρελθούσα κυβέρνηση μεν έχει αποδείξει το πρόσωπό της επί της θητείας της, την εμπάθεία της έναντι της Ορθοδοξίας και την υποστήριξή της υπέρ του Ισλάμ, το αξιοπερίεργο δε είναι, διατί τηρείται σιγή «ιχθύος» εκ της επισήμου Εκκλησίας, παρεκτός ορισμένων Μητροπολιτών οι οποίοι υψώνουν στεντόρεια φωνή ιστάμενοι εις το απαιτούμενο ύψος των περιστάσεων.
Διατί δεν αντέδρασε σύσσωμη και συντεταγμένα η επίσημη Ελλαδική εκκλησία η οποία θα έδει να πρωτοστατούσε, γρηγορούσα, προκειμένου να αφυπνίσει τους απλούς πολίτες και ουχί να ποιείται την νύσσαν !
Πιο συγκεκριμένα, πέραν της σκανδαλώδους καταργήσεως των ως άνω διατάξεων, οι οποίες δεν προστατεύουν το θρήσκευμα ποινικά, σε ένα παγκοσμιοποιημένο, εν Ελλάδι περιβάλλον, το οποίο βρίθει ετερόκλητων θρησκευμάτων, με προεξάρχον το Ισλάμ, όπου «ο Ιερός Νόμος» κατισχύει έναντι οιασδήποτε κρατικής νομοθεσίας, αλλά ούτε τιμωρεί ποινικά την ιταμή και προκλητική έλλειψη σεβασμού ή την κακόβουλη βλασφημία προς το θεό, ο καθείς θα δύναται δημοσίως και κακοβούλως να βλασφημεί και να καθυβρίζει το θρήσκευμα του άλλου, άνευ ουδεμίας αιδούς, ή απειλής επιβολής ποινικής κύρωσης.
Η κατάργηση των διατάξεων αυτών θα αποτελέσουν θρυαλλίδα αποσταθεροποίησεως της χώρας μας, μεταξύ των πιστών διαφόρων θρησκειών, αλλά ιδίως εις βάρος της Ορθοδοξίας μας η οποία πλήττεται όχι μόνον έξωθεν αλλά ιδίως ένδοθεν, από διάφορους εχθρούς και η πολιτεία την αφήνει εκτεθειμένη χαιρέκακα.
Η κακόβουλη βλασφημία προς το Θεό θα αποτελέσει μία μεθοδευμένη κίνηση, ύβρεως προς την Εκκλησίας μας και την Παράδοσή μας, η οποία θα δημιουργήσει πρότυπα και θα καλλιεργηθεί ως προοδευτικό, απτά παραδείγματα βιώσαμε σε πρόσφατες παρελάσεις ανθρώπων οι οποίοι διαδήλωναν, επευφημώντας πανηγυρικά και δημοσίως την αφοσίωση των, εις την ομοφυλοφιλία, φορώντας σκελέες με τα πρόσωπα των Αγίων μας.
Ο ανείπωτη αυτή και βάναυσα προσβολή, δεν εστηλιτεύθη και ουχί μόνον τούτο, έρχεται η τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα να επιβραβεύει και να ισχυροποιεί απαράδεκτες, ανεκδιήγητες και άφατες τέτοιες καταστάσεις οι οποίες μόνον, αποτροπιασμό ή βδελυγμία προξενούν. Απλώς επισημαίνω μετ’ επιτάσεως ότι ουδόλως τυχαία είναι όλα αυτά και ότι ελλοχεύει «δάκτυλος», υφίσταται κάποιος ιθύνων νους, ο οποίος ποδηγετεί, εκμαυλίζει και διαφθείρει την κοινωνία προς την κατεύθυνση αυτή, εμποτίζοντας με δηλητήριο κατ’ ουσίαν τις ψυχές των ανθρώπων.
Το χειρότερο δε εξ όλων όμως καθίσταται η κατάργηση του άρθρο 201 του Π.Κ, περί «περιύβρισης νεκρών», διότι πέραν από την αθεϊστική υποκουλτούρα της εν απαδρομή ιδεοληπτικής κυβερνήσεως ή την επιμελή μεθόδευση πλήρους αποπνευματικοποιήσεως της κοινωνίας ή του διαχωρισμού της Εκκλησίας από την Πολιτεία καθώς και την ευθεία υποτίμηση της ζώσης Ορθοδόξου Παραδόσεως έναντι του Ισλάμ, υποκρύπτει σαφώς και τον υπερεκχειλίζοντα υποπολιτισμό της, ήτοι την έλλειψη ουσιαστικού υποβάθρου αξιών, ιδεωδών, αρχών και εν γένει σεβασμού προς την ανθρώπινη ζωή.
Ή έλλειψη ψήγματος σεβασμού, υποτυπώδους ευαισθησίας δια τους νεκρούς, εκ του Σύριζα, αποδεικνύει την ρηχότητα της σκέψης τους, την έλλειψη ανθρώπινου πολιτισμού και συναισθηματισμού προς την ύπατη αξία της ζωής, η οποία άρχεται εκ του τοκετού και εξικνείται μέχρι την κοίμηση, αλλά ιδίως, δια ημάς τους Ορθοδόξους Χριστιανούς Έλληνες και την προσδοκία της Αναστάσεως των νεκρών κατά την Δευτέρα Παρουσία του Θεανθρώπου, Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού.
Τον ενταφιασμό των κεκοιμημένων νεκρών, ως εικός επιβάλλει, διαχρονικώς, απαράβατος εθιμικός και θρησκευτικός νόμος. Η ψυχή του Πατρόκλου στην Ιλιάδα δεν ησυχάζει, ώσπου να γίνει ενταφιασμός του ήρωος. Η Αντιγόνη αποθνήσκει, ίνα εκπληρώσει το χρέος της έναντι εις τον νεκρό αδελφό της Πολυνείκη. Οι Αθηναίοι καταδικάζουν εις θάνατον τους στρατηγούς των, επειδή δεν περισυνέλεξαν τους νεκρούς μετά την ναυμαχία εις τις Αργινούσες.
Όταν οι Αχαιοί θρηνούν τον νεκρό Πάτροκλο και οι Τρώες τον Έκτορα, πεσόντα κάτω από το ακόντιο του Αχιλλέως, εμφαίνονται εν σπέρματι, ουσιώδη στοιχεία επιταφίου λόγου. Οι ελεγείες των λυρικών ποιητών και τα εγκώμια προς τιμή των νεκρών πολεμιστών, περιέχουν ωσαύτως δομικά στοιχεία επιταφίου λόγου.
Ο σεβασμός προς τους νεκρούς των μαχών ήταν τόσο ισχυρός εις όλες τις Ελληνικές πόλεις, ώστε γινόταν ανακωχή ανάμεσα εις τους εμπολέμους δια την περισυλλογή και τον ενταφιασμό των νεκρών.
Επισφράγησις δε της απονομής των επικήδειων τιμών ήταν η εκφώνηση του επιταφίου λόγου από πρόσωπο πολιτικό εγνωσμένου κύρους, το οποίο όριζε η Πολιτεία, όπως εις την περίπτωσιν του Επιταφίου που εξεφώνησε ο Περικλής.
Εν κατακλείδι λοιπόν : «ανδρών γαρ επιφανών πάγη γη τάφος, και ού στηλών μόνος εν τη οικεία σημαίνει επιγραφή, αλλά και εν τη μη σπροσηκούση άγραφος μνήμη παρ’ εκάστω της γνώμης μάλλον ή του έργου ενδιαιτάται, ούς νυν υμείς ζηλώσαντες και το ευδαίμον το ελεύθερον, το δ’ ελεύθερον το εύψυχον κρίναντες μη περιοράσθε τους πολεμικούς κινδύνους», ήτοι, Γιατί των επιφανών πάσα γη τάφος και τούτο δεν το φανερώνει μόνον μίαν επιγραφή επιτυμβίων στηλών στην δική τους χώρα, αλλά και στις ξένες χώρες μένει αιώνια στην ψυχή του καθενός άγραφη η μνήμη του φρονήματος τους, περισσότερο εκ του έργου τους, Αυτούς λοιπόν τώρα κι εσείς αφού τους μιμηθείτε και θεωρήσετε την ελευθερία ως ευδαιμονία και την γενναιότητα ως ελευθερία μην ενδοιάστε έμπροσθεν των πολεμικών κινδύνων.
Το συμπέρασμα είναι ότι άλλο Έλληνας και άλλο Μπολσεβίκος, δέον όπως γρηγορούμε και μην καθεύουδεν τον νήδυμον ύπνο, διότι ο πόλεμος καθίσταται σφοδρός, πολύπτυχος, πολύπλευρος και επιβάλλεται να είμεθα εφοδιασμένοι με αποθέματα ψυχής με σθένος και πνευματική δύναμη, συν Θεώ δια να αντικρούουμε εν τοις πράγμασι τον εχθρό εκ βάθρων και εκ βαθέδων, δια εκ του συστάδην συστηματικών μαχών και ουχί μόνον εκ του μακρόθεν.