Αρχιμ. Θεοφίλου Λεμοντζή Δρ. Θ.
Περιοδικό «Σκοπιά» τής 15ης Μαρτίου 2001, της Οργάνωσης των Μαρτύρων του Ιεχωβά
«Ει δε Χριστός ούκ εγήγερται, ματαία η πίστις υμών» (Α΄ Κορ. 15, 17)
Ο Απόστολος Παύλος περιγράφοντας στην προς Εβραίους επιστολή το πρόσωπο και την αποστολή του υιού του Θεού, Ιησού Χριστού αναφέρει ότι κεντρικό σημείο της επίγειας δράσης του Ιησού είναι τα παθήματά του, η σταύρωσή του και η ανάστασή του…
Ο Ιησούς παρουσιάζεται ως ο μέγας Αρχιερεύς (Εβρ. 3:1), ο οποίος προσφέρει τον εαυτό του ως θυσία για τη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους (Εβρ. 5:1 – 10), η οποία συνίσταται στην κατάργηση της δύναμης του διαβόλου και της πραγματικότητας του θανάτου (Εβρ. 2:14 – 18, «Επεί ούν τα παιδία κεκοινώνηκεν αίματος και σαρκός, και αυτός παραπλησίως μετέσχεν των αυτών, ίνα δια του θανάτου καταργήση τον το κράτος έχοντα του θανάτου, τούτ’ έστιν τον διάβολον και απαλλάξη τούτους, όσοι φόβω θανάτου δια παντός του ζήν ένοχοι ήσαν δουλείας. Ού γάρ δήπου αγγέλων επιλαμβάνεται αλλά σπέρματος Αβραάμ επιλαμβάνεται. Οθεν ώφειλεν κατά πάντα τοις αδελφοίς ομοιωθήναι, ίνα ελεήμων γένηται και πιστός αρχιερεύς τα προς τον Θεόν εις το ιλάσκεσθαι τας αμαρτίας του λαού»). Ο Ιησούς Χριστός δια του θανάτου του, κατήργησε τον θάνατο και δια της αναστάσεώς του έδωσε τη δυνατότητα της αναστάσεως στους ανθρώπους.
Η ανάστασις του Ιησού Χριστού εκ νεκρών ( Μάρκ. 16:4, Ματθ. 28:6, Λουκ. 24:6, Ιωάν. 20:1), αποτελεί το θεμέλιο της Χριστιανικής πίστεως (1 Κορ. 15:14), το κέντρο της σωτηριώδους θείας οικονομίας (Εβρ. 5:6 – 10). Η διδασκαλία του Ιησού κορυφώνεται σ’ αυτό το γεγονός και είναι η φανέρωση της νέας εποχής που έφερε ο Χριστός στον κόσμο (2 Κορ. 5:17), η δημιουργία της καινής κτίσεως (Γαλ. 6;15), η δημιουργία του νέου ανθρώπου (Εφ. 2:15) ο οποίος δεν δεσμεύεται πιά, αλλά απελευθερώνεται από τις σκοτεινές δυνάμεις της φθοράς
και του θανάτου (Γαλ. 4:3).
Όλη η επίγεια δράση του Ιησού ήταν μία πορεία προς τον Γολγοθά και τον Τάφο. Μία πορεία μοναδική, παράδοξη για τον τέλειο Θεό που έγινε τέλειος άνθρωπος. Ο Υιός του Θεού γενόμενος άνθρωπος εκ γυναικός (Γαλ. 4:4), έζησε ανάμεσα στους ανθρώπους ( Ιωάν. 1:11), παραδόθηκε στο θάνατο και ως πρωτότοκος των νεκρών ( Κολ. 1:18) νίκησε τις δαιμονικές δυνάμεις, απελευθέρωσε την ανθρώπινη ύπαρξη από το θάνατο, παρουσιάζοντας στον κόσμο την ένδοξη
ανάστασή του.
Το κεντρικό πρόβλημα της ανθρώπινης ύπαρξης είναι το πρόβλημα του θανάτου. Ο θάνατος εισήλθε στον κόσμο δια της αμαρτίας (Γεν. 3:16), δια της απομακρύνσεως του ανθρώπου από το Θεό που είναι η ζωή. Η φθορά και ο θάνατος αποτελούν τις συνέπειες της αμαρτίας (Ρωμ. 6:23). Ο Ιησούς Χριστός δεν εργάστηκε απλώς για την ηθική καλυτέρευση του ανθρώπου, αλλά για την απαλλαγή του ανθρώπου από τη φθορά και το θάνατο καθώς ο θάνατος είναι ο κυριότερος εχθρός του ανθρώπου (1 Κορ. 15:26). Δια της αναστάσεως του Ιησού «μεταβεβήκαμεν εκ του θανάτου εις την ζωήν» (1 Ιωάν. 3:14). Ενώ ο παλαιός Αδάμ ήταν ο αίτιος για την είσοδο του θανάτου στον κόσμο, ο νέος Αδάμ, ο Ιησούς Χριστός, είναι ο αίτιος για την ζωοποίηση του κόσμου. Γι’ αυτό το λόγο ο Απόστολος και Ευαγγελιστής Ιωάννης στην Αποκάλυψη αναφέρει νικηφόρα ότι στη νέα εποχή που εγκαινιάζει ο Χριστός «ο θάνατος ούκ έσται έτι». (Αποκ. 21:4).
Η αμφισβήτηση της πραγματικότητας της αναστάσεως του Ιησού Χριστού αποτελεί αμφισβήτηση της πραγματικότητας του Χριστιανισμού, της ίδιας της Εκκλησίας (1 Κορ. 15:14). Αποτελεί αμφισβήτηση της πραγματικότητας της σωτηρίας μας (1 Κορ. 15:17), αμφισβήτηση της θείας φιλανθρωπίας για τον άνθρωπο (Ιωάν. 3:16), αμφισβήτηση της θείας παντοδυναμίας να πράξει τα έργα της σωτηρίας μας.
Σύμφωνα με τους μάρτυρες του Ιεχωβά ο Ιησούς Χριστός, δεν αναστήθηκε διότι ήταν αναγκαίο όπως «ο άνθρωπος Χριστός Ιησούς ουδέποτε αναζήσει εκ νέου, όπως παραμείνει νεκρός. Ο Χριστός παρέδωκε το δικαίωμά του της ζωής και πρέπει ως άνθρωπος να διαμείνει νεκρός», υποστηρίζουν οι σύγχρονοι αρνητές της αλήθειας. Ουσιαστικά πιστεύουν σε μία πνευματική ανάσταση του Χριστού.
Η άρνηση της αναστάσεως του Ιησού Χριστού από την πλευρά των μαρτύρων του Ιεχωβά αποτελεί φυσική συνέπεια της διδασκαλίας τους γύρω από το πρόσωπο του Ιησού, ή ακόμη και αναγκαία θεολογική προϋπόθεση της αιρετικής διδασκαλίας τους. Εφόσον αρνούνται ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο αιώνιος Θεός που έγινε τέλειος άνθρωπος κατά συνέπεια αρνούνται και την ανάστασή του καθώς ένας κοινός άνθρωπος δεν έχει τη φυσική δύναμη να το πετύχει αυτό. Επίσης χρησιμοποιούν αυτές τις αιρετικές κακοδοξίες τους περί της ανάστασης του Χριστού για να υποστηρίξουν, όπως νομίζουν, ότι ο Ιησούς ήταν ένας απλός άνθρωπος. Κανένας κοινός άνθρωπος δεν έχει τη δύναμη ν’ αναστηθεί παρά αναμένει την τελική και γενική εσχατολογική ανάσταση. Ο Ιησούς Χριστός ακριβώς περιμένει και αυτός την γενική ανάσταση, σύμφωνα με τους αιρετικούς για να ανακτήσει ξανά το σώμα του. Είναι φανερό ότι η σωτηρία αναμένεται να έλθει από την Σκοπιά και δεν εντοπίζεται στο πρόσωπο του Ιησού. Το πρόσωπο του Ιησού δεν έχει κανένα σωτηριολογικό ενδιαφέρον για τους εν λόγω αιρετικούς.
Βέβαια η Σκοπιά έχει επιδοθεί σ’ έναν άνευ προηγουμένου αγώνα για να πείσει ότι πράγματι πιστεύει στην ανάσταση του Χριστού. Στο τεύχος της 15ης Μαρτίου 2001, κορυφώνει αυτόν τον αγώνα παρουσιάζοντας στο εξώφυλλό της τον άδειο τάφο του Ιησού και επικρίνοντας απόψεις συγχρόνων που αμφιβάλλουν ότι πράγματι αναστήθηκε ο Ιησούς. Ποιος είναι ο βαθύτερος όμως λόγος που οι μάρτυρες του Ιεχωβά αγωνίζονται να πείσουν τους ανθρώπους ότι πιστεύουν στην ανάσταση του Χριστού; Η απάντηση είναι απλή και μπορούμε να την κατανοήσουμε εάν λάβουμε υπόψη μερικές βασικές θρησκευτικές αρχές τους.
Για να κατανοήσουμε τις θέσεις της Σκοπιάς θα πρέπει να σκιαγραφήσουμε κάποιες βασικές πτυχές της αίρεσης αυτής. Πιστεύουμε ότι η εταιρεία του Μπρούκλιν προσπάθησε από την αρχή της δημιουργίας της να πετύχει μία σύνθεση Ιουδαϊσμού και Χριστιανισμού. Ισως ο Ρώσσελ ο οποίος ναι μεν προερχόταν από αντεβεντιστικούς κύκλους, όμως με εβραϊκή καταγωγή οραματιζόταν την δημιουργία μίας νέας Ιουδαιοχριστιανικής θρησκείας, μία σύνθεση Ιουδαϊκού και Χριστιανικού μονοθεϊσμού, Ιουδαϊκής και Χριστιανικής εσχατολογίας. Άλλωστε δεν ήταν τυχαίο το γεγονός ότι έφερε για το Θεό ένα εβραϊκό όνομα, το «Ιεχωβά». Ο διάδοχος τού Ρώσσελ, Ρόδερφορντ ξεπέρασε το δάσκαλό του και έδωσε μία ολοκληρωμένη μορφή σ’ αυτή την ιδιότυπη θρησκευτική σύνθεση. Το αποτέλεσμα βέβαια ήταν και είναι απογοητευτικό. Δημιούργησαν μια καρικατούρα, μια κακέκτυπη εκδοχή Ιουδαιοχριστιανικής θρησκευτικής κοινότητας και ιδεολογίας.
Οι ιδρυτές της αίρεσης και κυρίως ο τελικός διαμορφωτής του θρησκευτικού αυτού επιχειρήματος ο Ρόδερφορντ, έπρεπε να συμβιβάσει την Χριστιανική μονοθεΐα με την Ιουδαϊκή, την Χριστιανική αποδοχή του προσώπου του Ιησού με την Ιουδαϊκή απόρριψη. Οι λύσεις που έδωσε ήταν απλές. Απέρριψε το μυστήριο της Αγίας Τριάδος και έφερε το εβραϊκό όνομα του Θεού, απορρίπτοντας και την θεότητα του Ιησού. Τον αποδέχτηκε ως έναν απλό προφήτη ο οποίος καταδικάστηκε σε θάνατο από τους συγχρόνους του. ´Iσως πίστευε ο Ρόδερφορντ, ότι οι Εβραίοι δεν θα είχαν κανένα πρόβλημα να αποδεχτούν τον Ιησού ως διδάσκαλο και προφήτη. Η καταδίκη του από τους προγόνους τους δεν θα ήταν εμπόδιο καθώς πολλές φορές στο παρελθόν μεγάλοι άνδρες του Ισραήλ έτυχαν παρόμοιας αποδοχής. Ένα πρόσκομμα όμως παρέμεινε και αυτό ήταν η ανάσταση του Χριστού.
Οι Μάρτυρες του Ιεχωβά βρίσκονται ενώπιον ενός διλήμματος. Εάν αρνηθούν την ανάσταση του Χριστού τότε θα πρέπει ανοιχτά ν’ αμφισβητήσουν την ιστορία των ευαγγελίων, να συνταχθούν με τους αρνητές της ανάστασης που υπήρχαν την εποχή του Χριστού και δικαιολογημένα να επισύρουν την οργή του Χριστιανικού κόσμου. Εάν πάλι αποδεχτούν την ανάσταση του Χριστού, όπως την δέχονται οι Χριστιανοί, τότε θα πρέπει να δεχτούν έναν πιο αναβαθμισμένο ρόλο απ’ αυτό που αποδίδουν στο Χριστό για τον οποίο πιστεύουν ότι ήταν ένας απλός άνθρωπος. Όμως αυτό το πράγμα θα καθιστούσε τον Χριστό ως ένα κεντρικό πρόσωπο της σωτηρίας κάτι το οποίο αρνείται η Σκοπιά. Κεντρικό πρόσωπο της σωτηρίας δεν αποτελεί ο Ιησούς, αλλά η Εταιρεία Σκοπιά που ερμηνεύει το θέλημα του Θεού, σύμφωνα με τους μάρτυρες του Ιεχωβά.
Η απάντηση που έδωσε η Σκοπιά στο παραπάνω πρόβλημα ήταν απλή, αγιογραφικώς αστήρικτη και όπως πάντα συνηθίζει, παράλογη και προοριζόμενη αποκλειστικά για τους αφελείς. Ναι μέν αναστήθηκε ισχυρίζονται, αλλά αναστήθηκε πνευματικά.
Η εταιρεία Σκοπιά ισχυρίζεται ότι το σώμα του Ιησού Χριστού το «απομάκρυνε» ο Θεός, «κατηναλώθη» επάνω στη γη από τον Παντοδύναμο Θεό. Στη θέση του Χριστού εμφανίστηκε και πάλι ο αρχάγγελος Μιχαήλ, που ανέλαβε πλέον να παραδώσει στον Θεό το αντίτιμο της ζωής κάποιου άλλου, εκείνου που έζησε σαν άνθρωπος στη γη και έπαυσε να υπάρχει. Σύμφωνα με το εγχειρίδιό τους «Μπορείτε να ζείτε για πάντα στον Παράδεισο στη γή», αναφέρουν ότι ο Χριστός έδωσε το σώμα του για θυσία. Ποτέ δεν θα μπορούσε να το ξαναπάρει πίσω. Ο Θεός εξαφάνισε το σώμα του Ιησού.
Πώς όμως συμβιβάζονται οι παραπάνω αντιλήψεις περί πνευματικής αναστάσεως του Ιησού με την εικόνα του άδειου τάφου που υπάρχει στο εξώφυλλο της Σκοπιάς του Απριλίου 2001; Εφόσον δέχονται ότι υπήρξε άδειος τάφος πού πήγε το σώμα του Ιησού αφού αναστήθηκε πνευματικά; Είναι φανερό ότι υπονοείται από τους αιρετικούς ότι υπήρξε μία θαυματουργική μετακίνηση του σώματος από τον Θεό σε κάποιο άλλο τόπο. Οι αιρετικοί λοιπόν, δεν πιστεύουν στην ανάσταση του Ιησού, αλλά σε μία μετακίνηση του σώματος από τον Πατέρα έξω από τον άδειο τάφο! Ωστόσο αν και ισχυρίζονται ότι δεν υπήρξε σωματική ανάσταση αυτή η «μεταφορά» του σώματος δεν απέβλεπε σε κάποιο σκοπό, ούτε έχει ένα θαυμαστό χαρακτήρα, καθώς και ένας κοινός άνθρωπος όταν πεθαίνει οι οικείοι του τον μεταφέρουν στον τάφο, αλλά η οικοδόμηση όλων αυτών των παράλογων αντιλήψεων από τους αιρετικούς έχουν ως σκοπό να παραπλανήσουν τους αφελείς, να δείξουν ότι ακολουθεί η αίρεση την Αγία Γραφή, κάτι το οποίο βέβαια δεν είναι αλήθεια.
Όταν η Σκοπιά αναφέρει ότι «αν ο Ιησούς δεν αναστήθηκε, η Χριστιανοσύνη βασίζεται σε αναληθή θεμέλια» δεν εννοεί αυτά τα οποία ισχυρίζεται. Και τούτο διότι, δεν ενδιαφέρει την Σκοπιά από σωτηριολογικής απόψεως εάν ο Ιησούς αναστήθηκε ή όχι. Η Σκοπιά δεν διαβλέπει κάποια απολυτρωτική σημασία στη θυσία και στην ανάσταση του Χριστού. Αλλά αυτή η ανάσταση του Χριστού για την εταιρεία του Μπρούκλιν κατέχει μόνο τη θέση της αποδείξεως, ότι η διδασκαλία του Ιησού ήταν ορθή. Σύμφωνα με τους μάρτυρες του Ιεχωβά ο Ιησούς με την ανάστασή του, ούτε ζωοποιεί, ούτε ανακαινίζει, ούτε αναδημιουργεί τον άνθρωπο, αλλά μόνο «έχει επηρεάσει τους ανθρώπους παντού με θετικό τρόπο». Όμως πρέπει να πούμε ότι και οι διάφορες φιλοσοφίες επηρεάζουν τους ανθρώπους με θετικό τρόπο. Ουσιαστικά οι αιρετικοί εξομοιώνουν τον Ιησού με τους διάφορους διδασκάλους που εμφανίστηκαν ανά τους αιώνες στη γη και δεν αναγνωρίζουν ότι ο ίδιος και τα έργα του λυτρώνουν τον άνθρωπο αλλά μόνο «τον επηρεάζουν με θετικό τρόπο»!!!. Πώς είναι δυνατόν να ευσταθεί η παραπάνω θέση της Σκοπιάς όταν ο Απόστολος Παύλος βροντοφωνάζει «ει δε Χριστός ούκ εγήγερται, κενόν άρα και το κήρυγμα ημών, κενή και η πίστις ημών» ( 1 Κορ. 15: 14). Ο Απόστολος των Εθνών Παύλος δεν είπε ότι η ανάσταση του Ιησού επηρεάζει απλώς με θετικό τρόπο, αλλά ότι είναι η αρχή και το τέλος της σωτηρίας μας. «Νυνί δε Χριστός εγήγερται εκ νεκρών απαρχή των κεκοιμημένων. Επειδή γαρ δι’ ανθρώπου θάνατος, και δι’ ανθρώπου ανάστασις νεκρών. Ωσπερ γαρ εν τω Αδάμ πάντες αποθνήσκουσιν, ούτως και εν τω Χριστώ πάντες ζωοποιηθήσονται». (1 Κορ. 13:20 – 22). Η ανάσταση του Χριστού δεν εξυπηρετεί απλά την ηθική καλυτέρευση του ανθρώπου, μια «θετική επιρροή», όπως θέλει η Σκοπιά, αλλά ζωοποίηση και αφθαρτοποίηση από τον θεάνθρωπο Ιησού Χριστό και έχει ένα βαθύ υπαρξιακό και όχι ηθικό νόημα.
Ενώ οι Μάρτυρες του Ιεχωβά ισχυρίζονται ότι ο Ιησούς άφησε το σώμα του επάνω στη γη δεν μας δίδουν μία λογική εξήγηση για το πώς συμβιβάζονται η θεωρία τους με τις διηγήσεις των ευαγγελίων που λένε ότι ο Ιησούς μετά την ανάστασή του, εμφανίστηκε στους μαθητές του ( Ιωάν. 21:1), οι μυροφόρες γυναίκες έπιασαν τα πόδια του (Ματθ. 28:9), ο Θωμάς άγγιξε τις πληγές του (Ιωάν. 20:26), έφαγε ψάρι (Ιωάν. 21:13) και άρτο (Λουκ. 24:30) μαζί με τους μαθητές του. Εάν ο Ιησούς είχε αφήσει το σώμα του επάνω στη γη, τότε αυτός που παρουσιάστηκε στις μυροφόρες και στους μαθητές του ήταν ένα φάντασμα ή μία οπτασία. Όμως ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός όταν παρουσιάστηκε στους μαθητές του, τους είπε ότι ήταν ο δάσκαλός τους και όχι κάποια οπτασία «Ταύτα δε αυτών λαλούντων αυτός έστη εν μέσω αυτών και λέγει αυτοίς, ειρήνη υμίν. Πτοηθέντες δε και έμφοβοι γενόμενοι εδόκουν πνεύμα θεωρείν και είπεν αυτοίς. Τι τεταραγμένοι εστέ και δια τι διαλογισμοί αναβαίνουσιν εν τη καρδία υμών;» (Λουκ 24:36 – 38). Ο Ιησούς τους προέτρεψε να τον ψηλαφήσουν και εφόσον τα φαντάσματα είναι ασώματα να πειστούν ότι ο ίδιος δεν ήταν ένα ασώματο όν αλλά ο Κύριός τους ο οποίος σταυρώθηκε, πέθανε και αναστήθηκε από τους νεκρούς «ίδετε τας χείρας μου και τους πόδας μου ότι εγώ ειμί αυτός. Ψηλαφήσατέ με και ίδετε, ότι πνεύμα σάρκα και οστέα ούκ έχει καθώς εμέ θεωρείτε έχοντα. Και τούτο ειπών έδειξεν αυτοίς τας χείρας και τους πόδας». (Λουκ. 24:38 – 40). Οι μαθητές του όμως συνέχισαν ν’ απιστούν και για να τους πείσει ολοκληρωτικά τους ζήτησε να φάει κάτι για να πιστέψουν τελικά ότι είναι ο Κύριός τους με το αναστημένο σώμα του. «Ετι δε απιστούντων αυτών από της χαράς και θαυμαζόντων είπεν αυτοίς. Εχετέ τι βρώσιμον ενθάδε; οι δε επέδωκαν αυτώ ιχθύος οπτού μέρος, και λαβών ενώπιον αυτών έφαγεν» (Λουκ. 24:41 – 43). Το σώμα του Ιησού μετά την ανάστασή του ήταν ένα πραγματικό και αληθινό σώμα με σάρκα και οστά. Όμως ήταν απαλλαγμένο πια από τη φθορά και το θάνατο, από τις εγκόσμιες διαστάσεις του χώρου και του χρόνου, έχοντας νικήσει τη δουλεία αυτού του κόσμου, όντας μία απτή εικόνα των ανθρωπίνων σωμάτων που θ’αναστηθούν στο μέλλον, καθώς θα γίνουμε όμοιοι με τον Κύριο.(1 Ιωάν. 3:2).
Όταν μιλάμε για την ανάσταση του Χριστού, εννοούμε τη σωματική του ανάσταση (Ιωάν. 2:11 – 21), και τίποτε άλλο. Αυτή η σωματική ανάσταση προφητεύθηκε στην Παλαιά Διαθήκη (Ψαλμ. 16;10. Ο ίδιος ο Χριστός είπε πως έχει εξουσία, όχι μόνο να προσφέρει την ζωή του, δηλαδή να πεθάνει σωματικά, αλλά έχει και την εξουσία να την λάβει και πάλι, δηλαδή ν’ αναστήσει τον εαυτό του (Ιωάν. 10:17 – 18). Πράγματι η Αγία Γραφή βεβαιώνει πως η σάρκα του Ιησού νεκρώθηκε, όμως ζωοποιήθηκε δια του Αγίου Πνεύματος (1 Πετρ. 3:18). Έτσι πραγματοποιήθηκε η προφητεία του Κυρίου σχετικά με την σωματική του ανάσταση (Ιωάν. 2:19) και έγινε ο νικητής του θανάτου (Αποκ. 1:18).
Οι συγγραφείς των ευαγγελίων παραθέτουν τα γεγονότα της ανάστασης πολλών νεκρών ανθρώπων από τον Ιησού Χριστό. Η ανάσταση της κόρης του Ιαείρου (Λουκ. 8:41), η ανάσταση του υιού της χήρας της Ναϊν (Λουκ. 7:14), η ανάσταση του τετραημέρου Λαζάρου (Ιωάν. 11:43), αποτελούν φανερώσεις της ζωοποιού δυνάμεως του Ιησού, αλλά και του τρόπου της αναστάσεως των νεκρών. Αυτοί οι άνθρωποι οι οποίοι δέχτηκαν το ζωοφόρο άγγιγμα του Ιησού, δεν αναστήθηκαν πνευματικά, ενώ το σώμα τους έμεινε στον τάφο, αλλά η έγερσή τους ήταν ολόσωμη. Όταν λοιπόν, η Αγία Γραφή κάνει λόγο για ανάσταση εκ νεκρών, δεν υπονοεί κάποιου είδους πνευματικής ανάστασης, αλλά απαλλαγή του συνόλου ανθρώπου από τις δυνάμεις της φθοράς και του θανάτου, ενσώματη ανάσταση του ανθρώπου. Όταν η Σκοπιά εμμένει στην άποψη ότι ο Ιησούς αναστήθηκε πνευματικά και άφησε το σώμα του στη γη, ουσιαστικά παραποιεί όχι μόνο το «πνεύμα», αλλά και το «γράμμα» της Αγίας Γραφής διαστρεβλώνοντας την ορθή σημασία της λέξεως «ανάστασις» και «έγερσις».
Κατά την διάρκεια της επίγειας ζωής του ο Ιησούς ελευθέρωσε πολλούς ανθρώπους από τα δεσμά της φθοράς και του θανάτου. Η ανάσταση του υιού της χήρας της Ναΐν της κόρης του Ιαείρου του τετραημέρου Λαζάρου αποτελούν φανερώσεις της νέας πραγματικότητας που έφερε ο Θεός στη γη. Εφόσον αποδεχόμεθα την πραγματικότητα της ανάστασης αυτών των ανθρώπων και αρνούμεθα την πραγματικότητα της σωματικής ανάστασης του Ιησού, συγκαταλεγόμεθα στους εχθρούς του Ιησού οι οποίοι βρισκόταν κάτω από το σταυρό και «εβλασφήμουν» τον Ιησού «κινούντες τας κεφαλάς αυτών και λέγοντες… άλλους έσωσεν, εαυτόν ού δύναται σώσαι» (Ματθ. 27:39 – 43). Εάν αρνούμαστε την θεότητα του Ιησού αποδεχόμαστε την ετυμηγορία θανάτου του που έβγαλε το συνέδριο των Ιουδαίων, αυτή ήταν και η αιτία της σταύρωσής του, και εάν αρνούμαστε την ανάστασή του αποδεχόμαστε τις βλάσφημες κραυγές «άλλους έσωσεν, εαυτών ού δύναται σώσαι» ( Ματθ. 27:39 –42). Μη γένοιτο!
Η σωτηρία του ανθρώπου είναι η ζωοποίηση και αφθαρτοποίηση ολόκληρου του ανθρωπίνου γένους. Αυτό πραγματοποιείται με την κατάργηση του Άδη που είναι η χώρα της σκιάς και του θανάτου. Είναι η περιοχή της υπέρτατης απελπισίας και της σκοτεινής διαμονής των νεκρών. Η κατάλυση του Άδη πραγματοποιείται με τον εκούσιο θάνατο του Ιησού ο οποίος εισερχόμενος στον Άδη γεμίζει τα πάντα με τη δόξα του, που είναι η φανέρωση της ζωής και της αγάπης του Η ανακαίνιση του φθαρέντος από την αμαρτία ανθρώπου γίνεται με την κάθοδο του Χριστού στον Άδη. Ο Άδης δέχθηκε και συνάντησε τον ενανθρωπήσαντα Λόγο, τον θεάνθρωπο. Ο θάνατος συντρίβεται, ο Άδης καταργείται και τα πάντα φωτίζονται με το αναστάσιμο φώς.
Η χριστιανική αποκάλυψη είναι δεδομένη μέσα σ’ ένα πρόσωπο, το θεανθρώπινο πρόσωπο του Χριστού, και σε ό,τι είναι η συνέπεια των ενεργειών του Υιού του Θεού με την ενανθρώπιση, την σταύρωση, την ανάσταση και την ανύψωση ως ανθρώπου, και με την αποστολή του Αγίου Πνεύματός του στον κόσμο, δεν μπορεί να υπάρξει χριστιανισμός χωρίς αποκάλυψη που να νοείται κατ’ αυτόν τον τρόπο. Μία προσαρμογή του χριστιανισμού στον κόσμο, που θα απέρριπτε αυτές τις ενέργειες του Χριστού, πράξεις που είναι ουσιαστικά στοιχεία της χριστιανικής αποκαλύψεως, θα ισοδυναμούσε με εγκατάλειψη του Χριστιανισμού.
Σε άλλες θρησκείες αλλά και στις αιρέσεις που αρνούνται το σωτηριολογικό χαρακτήρα των ενεργειών του Χριστού, οι πράξεις των ιδρυτών τους δεν είναι συστατικές αυτών των θρησκειών, διότι δεν έχουν δημιουργήσει μέσα στους ανθρώπους μία κατάσταση αναστάσεως που γίνεται η πηγή της σωτηρίας. Αυτές οι θρησκείες συνίστανται μόνον στις διδασκαλίες των ιδρυτών τους και στις μεθόδους που έχουν συστήσει στους οπαδούς τους ως μέσα που θα φέρουν τη σωτηρία τους.
Πέρα από την κατάσταση του αναστάντος Χριστού καμία ανώτερη κατάσταση δεν είναι νοητή ούτε μπορούμε να φαντασθούμε καμία άλλη σωτηρία εκτός από το να φθάσουν οι πιστοί στην κατάσταση της αναστάσεως του Χριστού. Ο,τιδήποτε άλλο δεν είναι πλέον καθόλου σωτηρία με την χριστιανική έννοια. Η σωτηριώδης κατάσταση έχει πραγματοποιηθεί στην ανθρώπινη φύση του Χριστού και αντιλαμβανόμαστε την δική μας σωτηρία ως ξεχείλισμα από τη δική του αναστημένη κατάσταση.