Του π.Βασίλειου Βολουδάκη
Από το βιβλίο: “ΝΗΣΤΕΙΟΔΡΟΜΙΟΝ”
Τα τελευταία τριάντα χρόνια έγινε μια ευλογημένη στροφή των ανθρώπων προς τις πηγές τής ‘Ορθοδόξου ευλάβειας και πίστεως.
Μια στροφή στους αγίους Πατέρας της Εκκλησίας μας και στήν Θεοφώτιστη Θεολογία τους.
Η στροφή αυτή έδειξε τά ευεργετικά της αποτελέσματα, διότι βοηθάει τους ανθρώπους νά απαλλαγούν άπό πλάνες και παραχαράξεις τής πίστεως, νά κατηχη- θούν ουσιαστικά και βαθειά και νά γνωρίσουν τήν πνευματική ζωή ως τον μοναδικό τρόπο για τήν άπόκτησι τής ψυχικής άρτιότητος, ή οποία εϊναι και ή απαραίτητη προϋπόθεσι γιά τήν ένωσι του άνθρωπου μέ τον Θεάνθρωπο Χριστό, ό Όποιος εϊναι ή Αρχή άλλα και ή Ύπόστασι του ανθρωπίνου γένους και γι αυτό Πηγή τής Ζωής, τής Χαράς και τής Ευφροσύνης του.
Ένα άπό τά πολλά ευεργετικά αποτελέσματα τής στροφής τού λαού μας πρός τήν άγιοπατερική Παράδοσι εϊναι και ή ένημέρωσι των πιστών χριστιανών ώς πρός τό σκοπό τής Θ. Μεταλήψεως και ή χειραγώγησί τους στή συχνή Θ. Κοινωνία, έν αντιθέσει μέ τό πρόσφατο παρελθόν, κατά τό όποιο οί πιστοί έδιδάσκοντο εσφαλμένα και άντορθόδοξα ότι πρέπει νά κοινωνούν δύο ή τρεις φορές τό χρόνο.
Ή σωτηριώδης όμως πρακτική τής συχνής Θ. Κοινωνίας έφερε στο προσκήνιο και ένα ερώτημα που παλαιότερα δέν υπήρχε λόγος νά τεθή. Πρόκειται γιά τό ερώτημα: Υπάρχει ιδιαίτερη νηστεία προ τής Θ. Κοινωνίας;
Ή αιτιολογία του ερωτήματος αυ- τού εϊναι άπλή, άλλά κάποιες απαντήσεις που δίδονται σ’ αυτό επειδή στερούνται διακρίσεως καί ποιμαντικής θεολογικής γνώσεως, διχάζουν τους πιστούς και δημιουργούν προσκόμματα στην κατά Θεόν ανατροφή τών ανθρώπων. Γι αυτό πρέπει νά εξετάσουμε μέ νηφαλιότητα τά πράγματα. Καί πρώτα τήν αιτιολογία τού ερωτήματος. Έγραψα ότι είναι άπλή, διότι προκύπτει άπό δύο δεδομένα φαινομενικώς ασυμβίβαστα. Τό πρώτο εϊναι ή ευλαβής ανάγκη τών ανθρώπων νά νηστέψουν προ τής Θ. Κοινωνίας. Ό αυθόρμητος καί θεοκίνητος πόθος τους νά προετοιμασθούν μέ ιδιαίτερη νηστεία πριν κοινωνήσουν. Και τό δεύτερο δεδομένο, πού φαίνεται νά άντιτίθεται στο πρώτο, εϊναι μία απορία:
“Αν κάποιος νηστεύη δλες τις νηστείες, δπως ορίζει ή Εκκλησία και για νά κοινωνή κάθε Κυριακή πρέπει νά νηστέψη καί ιδιαιτέρως, τότε πότε θά τρώη; Αυτή εϊναι ή αίτιολόγησι του ερωτήματος περί του άν υπάρχη ιδιαίτερη νηστεία πρό τής Θ. Κοινωνίας. “Ας επιχειρήσουμε τώρα καί τήν άπάντησι του ερωτήματος αυτού. Γιά τους ανθρώπους, που νηστεύουν όλες ανεξαιρέτως τις νηστείες τής Εκκλησίας μας καί κοινωνούν κάθε Κυριακή, δέν απαιτείται ιδιαίτερη νηστεία πρό τής Θ. Κοινωνίας πλην χοΰ Σαββάτου, οπότε πρέπει νά καταλύουν λαδερό μεσημεριανό φαγητό καί τό βράδυ τροφή άνευ ελαίου. Εννοείται ότι κατά τήν προηγηθείσα Τετάρτη καί τήν Παρασκευή ένήστευσαν, άνευ ελαίου, έκτος έάν κατ’ αυτές συνέπεσε κατάλυσι οϊνου καί ελαίου λόγω κάποιας εορτής.
Ιδιαίτερη νηστεία καί κατά τις λοιπές ημέρες τής εβδομάδος απαιτείται μόνον γιά τους πιστούς εκείνους οί όποιοι γιά κάποιους λόγους δέν νηστεύουν όλες τις καθιερωμένες νηστείες τής “Εκκλησίας. Καί τούτο, διότι άν δέν προεχοιμασθουν μέ νηστεία τουλάχιστον πρό τής περιστασιακής Θ. Κοινωνίας τους, τότε πότε θά νηστέψουν; “Ομως, τόν τελευταίο καιρό διαδίδεται καί μιά ακραία άποψι. “Οτι όποιος κοινωνεί κάθε Κυριακή καί τηρεί όλες τις νηστείες τής Εκκλησίας, μπορεί νά καταλύη ελεύθερα τά Σάββατα, ακόμη καί κρέας, καί τό μεσημέρι καί τό βράδυ! Ή άποψι αυτή δέν εϊναι σωστή, ούτε βρίσκει ερείσματα στήν Ιερά μας Παράδοσι. Καί πρώτα άπ’ όλα, πριν κάνου με αναδρομή στο παρελθόν γιά τό θέμα αυτό, πρέπει νά σταθούμε μέ σεβασμό στήν Ιερά Παράδοσι, πού παραλάβαμε ζώσα άπό τούς συγχρόνους όντως αγίους Γέροντας καί Πατέρας τής Εκκλησίας μας. Τήν παράδοσι του π. Γερβασίου Παρασκευοπούλου, του μαθητού του αγίου Νεκταρίου π. Φιλόθεου Ζερβάκου (ό όποιος κατά τον παναληθέστατο χαρακτηρισμό του αειμνήστου π. Έπκρανίου Θεοδωροπούλου είναι ό «εν έαυτώ δεικννς το τιαλαιον της 5Εκκλησίας όχημα»), του π. Δημητρίου Γκαγκαστάθη, του π. Σίμωνος ” Αρβανίτη, του π. Έπ κρανίου Θεοδωροπούλου, του π. Πορφυρίου Μπαϊρακτάρη, του π. “Ιακώβου Τσαλίκη καίτόσων άλλων… “Ολοι αυτοί οί άγιοι Πατέρες μας, άλλοι επιστήμονες και άλλοι ολιγογράμματοι άλλά όλοι θεοφόροι συνεχισταί τής ανόθευτου Πατρώας πίστεως καί ευσέβειας, παρέδωσαν στά πνευματικά τους τέκνα τήν τάξι τής μικράς νηστείας πρό τής Θ. Κοινωνίας. Είτε τής νηστείας του Σαββάτου μέ κατάλυσι μόνο οίνου καί ελαίου, γιά όσους κοινωνούν τήν Κυριακή, είτε τής νηστείας τής Πέμπτης μέ κατάλυσι μόνο οίνου καί ελαίου, γιά όσους κοινωνούν τό Σάββατο.
Ή χάξι αυτή χής μερικής έγκρατείας πρό χής Θ. Κοινωνίας εϊναι καρπός σοφίας και διακρίσεως χής Εκκλησίας μας, ή Οποία, γνωρίζοντας πόσο μας είναι δύσκολο νά έχουμε πνευμαχική έγρήγορσι καί συναίσθησι χοΰ μεγάλου καί φρικχοΰ μυστηρίου μέσα σχίς χόσες περισπάσεις καί μέριμνες χής καθημερινότητος, μας διευκολύνει μέ χήν περικοπή ώρισμένων λιπαρών χροφών, ώσχε έχονχας μπροσχά μας ένα νηστήσιμο φαγητό, μια χειροπιαστή δηλαδή πραγματικότητα —πού μας θυμίζει προετοιμασία πνευματική, νά συγκεντρώνουμε πιο εύκολα τό μυαλό μας καί νά τό προσανατολίζουμε στή Κοινωνία.
“Οσοι διδάσκουν τούς πιστούς ότι δέν εϊναι απαραίτητη μιά μικρή εγκράτεια πρό τής Θ. Κοινωνίας δείχνουν εμμέσως άλλά σαφώς ότι περιφρονούν τήν Ποιμαντική τών αγίων Πατέρων μας θεωρώντας τούς εαυτούς τους ανωτέρους πνευματικά απο τους αγίους 1 εροντας μας, οί όποιοι ανάλωσαν τή ζωή τους στο διαποίμανσι του λαού του Θεού και μέ τις άγιες και θεοφώτιστες οδηγίες τους έγιναν «στόματα Θεού» και έσωσαν πλήθη πιστών, μεταβαλόντες τους αναξίους σε άξιους.
Μιά τέτοια όμως συμπεριφορά δείχνει έμπρακτα και κάτι άλλο. “Οτι στερούνται ποιμαντικής διακρίσεως, όσοι δέν εϊναι εις θέσιν νά αντιληφθούν πόσο εύκολα παρασύρεται ό σημερινός άνθρωπος καί εξοικειώνεται άπρεπώς μέτά Θεια. Ή ευλάβεια δέν εϊναι κάτι α-πλό, ούτε εύκολο. Αποκτάται μέ τον κόπο τού άνθρωπου και μέ τή Χάρι τού Θεού καί διατηρείται μέ πολύ κόπο καί ιδιαίτερη προσοχή. Ευλάβεια δέν εϊναι ούτε ή φοβία ούτε ή άθεοφοβία. Εϊναι ή βαθειά συναίσθησι ότι ό Θεός εϊναι καί Πατέρας μέ αγάπη μοναδική γιά τον κάθε άνθρωπο άλλά και Θεός Παντοδύνα-μος και Κριτής Δίκαιος. Αυτή ή ευλά-βεια είναι απαραίτητη γιά τήν επωφελή προσέλευσι τού πιστού στή Θ. Κοινωνία καί γι αυτό πρέπει νά τήν καλλιεργήσουμε καί στους εαυτούς μας «και είς αλλήλους και είς πάντας». Κάποιοι γιά νά ενισχύσουν τή νεω- τεριστική άποψι τους επικαλούνται τό δτι «οι ΊεροΙ Κανόνες δεν ορίζουν ιδιαίτερη νηστεία προ της Θ. Κοινωνίας». “Ομως ή έπίκλησι αυτή δέν εϊναι θεολογικό επιχείρημα, άλλά απόπειρα διακοπής τής Ιεράς Παραδόσεως τής Εκκλησίας μας. Πρόκειται γιά έντεχνο επιχείρημα, τό όποιο ούτε σοβαρό εϊναι, ούτε εμφανίσθηκε γιά πρώτη φορά. ‘Αντιθέτως εϊναι πολύ παληό καί έχει ήδη άντιμετωπισθή άπό τούς αγίους Πατέρας
μας.
Γιά νά μή μακρηγορήσουμε, θά αρκεσθούμε σέ λίγες άλλά καταλυτικές μαρτυρίες αγίων Πατέρων μας, οί όποιοι βρίσκονται καί χρονικώς πολύ κοντά στήν Αποστολική Παράδοσι. Και πρώτα θά αναφερθούμε στή μαρ- τυρία τοΰ αγίου “Ιωάννου τοΰ Χρυσοστόμου.
Γράφει, λοιπόν, ό θειος αυτός Πατήρ, «ό ιά θεια σαφών» (όπως τον χα- ρακτηρίζει ή Εκκλησία μας) ότι όχι μόνο επιβάλλεται νηστεία πρό τής Θ. Κοινωνίας άλλά καί μετά άπό αυτήν! Λέγει: «Σύ δέ πριν ή μεταλαβεΐν, νηστεύεις, ίνα οπωσδήποτε άξιος φανης τής κοινωνίας δταν δέ μεταλάβρς, δέον σε έπιτεϊναι τήν σωφροσΰνην, πάντα άπολλύεις. Καίτοι γε ουκ εστίν ίσον πρό τούτου νήφειν και μετά ιαΰ-τα»(!). Και διευκρινίζει περισσότερο: «Δειμέν γαρ έν έκατέρω σωφρονεϊν, μάλιστα δέ μετά τό δέξασθαι τό νυμφίον προ τούτου μέν, Υνα άξιος γένμ τού λαβείν, μετά δέ ταύτα, Ίνα μή ανάξιος φανης ών έλα6ες».
Στό ερώτημα «Τι ούν; νήστευειν δει μετά τό μεταλαΒεΐν;», τό όποιο προκύπτει αβίαστα καί γΓ αυτό τό θέτει ό θειος Χρυσόστομος, άπαντα ό ίδιος: «Ού λέγω τούτο, ουδέ καταναγκάζω. Καλόν μέν γαρ καιτούτο· πλην ού Βιάζομαι τούτο, άλλά παραινώ μή τρυφάν είς άπληστίαν». Ποιος άραγε μετά άπ’ αυτά τά λόγια τοΰ «στόματος τοΰ αγίου Πνεύματος» μπορεί νά άμφιβάλλη ότι ή τρυφή (δηλαδή τά λιπαρά φαγητά καί ιδίως τό κρέας) είναι ασυμβίβαστη μέ τήν προετοιμασία τής Θ. Κοινωνίας; “Οποιος αμφισβητεί αυτό, άγνοεϊ βασικούς πνευματικούς νόμους καί τις επιπτώσεις τών παραβάσεων τών νόμων αυτών.
Σέ τέτοιους αμφισβητίες απευθυνόμενος ό άγιος Χρυσόστομος, τούς έρωτα: «Ουκ οίσθα όσα από τρυφής έπεισέρχεται κακά; Γέλως άκαιρος, ρήματα άτακτα, ευτραπελία ολέθρου γέμουσα, φλυαρία ανόητος, τά άλλα ά μηδέ ειπείν καλόν». Καί προσθέτει καί κάτι ιδιαιτέρως σημαντικό, πού πρέπει νά τό προσέξουμε έμεϊς οί άνδρες καί ιδίως οί Πνευματικοί. “Οτι ή τρυφή έχει χειρότερες επιπτώσεις στους άνδρες άπό ότι στίς γυναίκες: «Εί γάρ γυναικί η τρυφή θάνατος, πολλω μάλλον τω άνδρί και εί έν άλλω καιρώ τούτο γενόμενον άπόλλυσι, πολ- λω μάλλον μετά τήν τών μυστηρίων κοινωνίαν».
Βλέπουμε, λοιπόν, ότι ό θειος Χρυσόστομος προσπαθεί μέ κάθε τρόπο νά μας πείση ότι απαιτείται εγκράτεια καί μετά τήν Θ. Κοινωνία, προκειμένου νά διατηρήσουμε τήν πνευματική “γεΰσι” τής Θ. Μεταλήψεως. Γιά τήν πρό τής Θ. Κοινωνίας εγκράτεια δέν προσπαθεί πολύ, απλώς τήν αναφέρει, καί μάλιστα τήν αναφέρει σαν κάτι δεδομένο, τό όποιο χρησιμοποιεί ώς βάσι, γιά νά οικοδόμηση τίς οδηγίες πού πρέπει νά ακολουθούν οί πιστοί μετά τή Θ. Κοινωνία.
Ό ούρανοφάντωρ Μέγας Βασίλειος, επίσης, εϊναι ιδιαιτέρως κατηγορηματικός, απευθυνόμενος πρός χους Ίερεϊς: «Ού γαρ δυνατόν Ανευ νηστείας Ιερουρ- γίας κατατολμήσαι” ού μόνον έν ιρ μυστικό νυν και άληθινο λατρείς, αλλά και έν το τυπικό το κατά τον νόμον προαγομένρ». Τά λόγια αυτά απευθύνονται εμμέσως καί πρός τούς πιστούς.
Διότι, άν δέν εϊναι δυνατόν νά ίερουργήση ό ιερεύς «άνευ νηστείας», πώς θά εϊναι δυνατόν νά μεταλάβω ό λαϊκός τών ‘ Αχράντων Μυστηρίων, χωρίς νά έχη προηγηθεί ιδιαίτερη νηστεία, δεδομένου ότι ό Ιερεύς μέ τήν καθημερινή του ένασχόλησι μέ τά θεια έχει λιγώτερη διάσπασι τοΰ νοός του έν σχέσει μέ τούς λαϊκούς, οί όποιοι καθημερινά εϊναι εντελώς «έμπεπεγμένοι ταϊς τού 6ίου πραγματίαις»;
Ό Μ. Βασίλειος, όμως, δέν αρκείται νά άπευθυνθή μόνο εμμέσως άλλά απευθύνεται καί αμέσως πρός τούς λαϊκούς, λέγοντας: «Τίνων έπεσαν τά κώλα έν τρ έρήμω; Ού τών κρεωφαγίαν επιζητούν!ων;» Και συμπληρώνει: «Ού φοβρ τό υπόδει- γμα; Ού φρίσσεις τήν άδηφαγίαν, μή που σε τών έλπιζομένων αγαθών άποκλείσρ;».
Γόνος χής μιας και μοναδικής Ορθοδόξου Παραδόσεως και ό νεώχερος οικουμενικός Διδάσκαλος χής Εκκλησίαςμας άγιος Νικόδημος ό Άγιορείχης, άπανχά καί αυτός εμμέσως άλλά σαφώς στους συγχρόνους νεωτεριστάς καταθέτοντας τή μαρτυρία του: «Και με όλον οπού από τούς Θείους Κανόνας νηστεία πρό τής μεταλήψεως ού διορίζεται οι δυνάμενοι δέ νηστεύειν πρό αυτής και όλόκληρον εβδομάδα, καλώς ποιοΰσιν» . Αυτό βεβαίως σημαίνει ότι ό άγιος Νικόδημος θεωρεί αυτονόητη τή μικρή νηστεία πρό τής Θ. Κοινωνίας, έφ’ όσον συνιστά στους πιστούς ότι έάν μπορούν είναι «καλόν τό νηστεύειν και όλόκληρον εβδομάδα» πρό τής Μεταλήψεως. Γιατί, δμως, «από τούς Θείους Κανόνας νηστεία πρό τής μεταλήψεως ού διορίζεται»; Ή άπάντησι είναι απλούστατη:
Διότι μέχρι τών ημερών μας εθεωρείτο αυτονόητο ότι προκειμένου κάποιος νά κοινωνήση, πρέπει νά προετοιμασθή ιδιαιτέρως μέ έξομολόγησι, μέ προσευχή, μέ προσοχή καί μέ μικρή νηστεία, έπί πλέον τής διατεταγμένης, σύμφωνα μέ τά λόγια τοΰ Χρίστου «εάν μή περισσεύσε ή δικαιοσύνη υμών πλεϊον τών γραμματέων και Φαρισαίων, ού μή είσέλθητε είς τήν βασιλείαν τών ουρανών» .
Οί Γραμματείς καί οί Φαρισαϊοι δέν είχαν έρωτα γιά τόν Θεό καί γι αυτό περιώριζαν τήν πνευματική τους άσκησι στά κατώτατα όρια που προέβλεπαν οί γραπτές διατάξεις τοΰ Νόμου. Δέν ένιωθαν ανάγκη τους τόν πνευματικό αγώνα άλλά καταναγκαστικό έργο. Αυτή όμως ή νοοτροπία δέν έχει προϋποθέσεις αιωνίου ζωής. Δείχνει άνθρωπο ποΰ προσπαθεί μέ τεχνάσματα, τηρώντας δήθεν τή γραπτή εκκλησιαστική τάξι, νά επιτυχή μείζονα πνευματικά αποτελέσματα μέ δσο τό δυνατόν λιγώτερο πνευματικό καί σωματικό κόπο!
Ένας τέτοιος άνθρωπος, όχι μόνο δέν εϊναι έτοιμος, γιά νά κοινωνή τακτικά, άλλά εϊναι παντελώς ανυποψίαστος γιά τό τι σημαίνει πνευματική ζωή. “Αλλά νά ειπούμε καί κάτι πρακτικό, πού επιβεβαιώνεται ιστορικά. Άραγε υπήρχε κατά τό παρελθόν ή μανία τής ακατάσχετης κρεοφαγίας, όπως παρατηρείται στίς μέρες μας; Είχαν οί προγονοί μας σέ ημερήσια βάσι τήν κρεωφαγία, ώστε νά χρειασθή νά γραφούν ειδικοί Ιεροί Κανόνες, οί όποιοι νά συνιστούν ότι απαγορεύεται ή κρεωφαγία πρό τής Θ. Κοινωνίας; Ασφαλώς όχι.
“Οποιος αμφιβάλλει, άς ερώτηση τή γιαγιά του ή τόν παππού του για νά πληροφορηθή άπ’ αυτούς δτι κατά τήν παιδική και νεανική τους ηλικία έτρωγαν στό σπίτι τους κρέας μόνο 5-6 φορές τό χρόνο! Δηλαδή έτρωγαν μόνο στίς μεγάλες γιορτές. Σ’ αυτές άς προσθέσουμε καί μερικές ακόμη έκτακτες κρεωφαγίες. Πού υπάρχει σύγκρισι μέ τή γνωστή δική μας κρεωμανία; Καί συνεπώς, πού θά εύρισκε λογικό έρεισμα ή Εκκλησία μας, γιά νά θεσπίση Ί. Κανόνες, πού απαγορεύουν τήν κρεωφαγία πρό τής Θ. Κοινωνίας; Σέ μιά κοινωνία, πού καταλύει κρέας ελάχιστες φορές τό χρόνο, εϊναι εντελώς παράλογο νά θέσπισης διάταξι πού… απαγορεύει τήν κρεωφαγία πρό τής Θ. Μεταλήψεως καί γι’ αυτό θά ήταν αδιανόητο νά απαιτούσαμε κάτι τέτοιο άπό τούς Κανόνες.