“Η Γέννηση του Χριστού έγινε περίπου το 4-6 π.Χ., αλλά δεχόμαστε συμβατικά το έτος 1μ.Χ. ως χρονολογία της Γεννήσεώς Του διότι κάθε φορά, που ομιλούμε για γεγονότα προ Χριστού και μετά Χριστόν, ομολογούμε την Θεία Ενανθρώπηση και την ορίζουμε ως το σημαντικότερο γεγονός της ιστορίας, διότι κάθε φορά, που ομιλούμε για γεγονότα προ Χριστού και μετά Χριστόν, ομολογούμε την Θεία Ενανθρώπηση και την ορίζουμε ως το σημαντικότερο γεγονός της ιστορίας”, αυτό αναφέρεται μεταξύ άλλων σε ανακοίνωση της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς με τίτλο “Η άρνηση των Μαρτύρων του Ιεχωβά να αρνηθούν την Χριστιανική Χρονολόγηση”.
Ακολουθεί το απόσπασμα από ανακοίνωση της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς:
“Στον αρχαίο κόσμο, όπως είναι γνωστό, υπήρχαν διάφορα γεγονότα, τα οποία εχρησιμοποιούντο ως βάση χρονολόγησης. Στην αρχαία Ελλάδα εχρησιμοποιούσαν ως επί το πλείστον ως βάση χρονολόγησης το έτος της έναρξης των ολυμπιακών αγώνων, οι οποίοι υποτίθεται,ότι είχαν αρχίσει το 776 π.Χ. Οι Ρωμαίοι είχαν ως βάση το έτος κτίσεως της Ρώμης, η οποία, υποτίθεται ότι συνέβη το750 π.Χ. Στα χρόνια του Χριστού και ως τον 6ο μ.Χ. αιώνα ίσχυε το ρωμαικό σύστημα χρονολόγησης. Η Εκκλησία, ούσα στον κόσμο, ακολουθούσε τυπικά το ισχύον ρωμαικό σύστημα, μη έχοντας τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσει δικό της σύστημα με βάση την χρονολόγηση του έτους Γεννήσεως του Χριστού. Το έτος 532 μ.Χ. ένας λόγιος μοναχός στο Βυζάντιο, ο Διονύσιος ο Μικρός, κατά διαταγή του αυτοκράτορα Ιουστινιανού και τη σύμφωνη γνώμη του Πατριάρχη Ιωάννη Α΄ ανέλαβε το εγχείρημα να συντάξει νέο σύστημα με βάση το έτος της Γεννήσεως του Χριστού. Δεν ήταν εύκολη υπόθεση με τα μέσα της εποχής εκείνης.
Έπρεπε να μετατρέψει όλα τα έως τότε γεγονότα της ιστορίας από τα πολλά ισχύοντα συστήματα χρονολόγησης με βάση το έτος Γεννήσεως του Χριστού. Ευνόητο ήταν να κάνει σοβαρά λάθη. Το σημαντικότερο λάθος του ήταν να ορίσει ως χρονολογία της κτίσως της Ρώμης το έτος 754 π.Χ. και όχι το 750. Επίσης το έτος της Γεννήσεως του Χριστού το εξέλαβε ως έτος 1 μ.Χ. και όχι ως έτος 0, όπως έπρεπε να θεωρηθεί. Το νέο σύστημα χρονολόγησης καθιερώθηκε στο εξής ως το ισχύον σύστημα, τόσο στο Βυζάντιο, όσο και στους άλλους λαούς. Οι μετέπειτα ειδικοί διαπίστωσαν το σημαντικό λάθος του Διονυσίου, αλλά το δέχτηκαν ως είχε, διότι εάν επιχειρούσαν νέα διόρθωση, θα δημιουργούνταν μεγάλη αναστάτωση στην χρονολόγηση της παγκόσμιας ιστορίας. Έτσι ενώ γνωρίζουμε, ότι η Γέννηση του Χριστού έγινε περίπου το 4-6 π.Χ. δεχόμαστε συμβατικά το έτος 1μ.Χ. ως χρονολογία της Γεννήσεώς Του.
Οι Χριστιανοί έχουμε κάθε λόγο να δεχόμαστε ως βάση της χρονολόγησης το (συμβατικό) έστω έτος της Γεννήσεως του Χριστού, διότι κάθε φορά, που ομιλούμε για γεγονότα προ Χριστού και μετά Χριστόν, ομολογούμε την Θεία Ενανθρώπηση και την ορίζουμε ως το σημαντικότερο γεγονός της ιστορίας. Γιά μας τους χριστιανούς το ισχύον σύστημα ενέχει το στοιχείο της ομολογίας στον μοναδικό Σωτήρα και Λυτρωτή του κόσμου!”