Του μητροπολίτου Δημητριάδος κ. Ιγνατίου
(από το Σαββατιάτικο ένθετο της εφημερίδας «Δημοκρατία» για την Ορθοδοξία)
Σε μια εποχή όπου η Ευρώπη αναζητεί ταυτότητα και αξίες που θα αποκαταστήσουν την τραυματισμένη κοινωνική συνοχή της, έρχεται μια επέτειος να προβληματίσει, αλλά και να υπενθυμίσει ότι η Ιστορία όχι μόνον επαναλαμβάνεται, αλλά και διδάσκει.
Μας χωρίζουν 1.700 χρόνια από την έκδοση του Διατάγματος των Μεδιολάνων, του ρωμαϊκού δηλαδή νόμου με τον οποίο ο Μ. Κωνσταντίνος όχι μόνον έδωσε τέλος στους διωγμούς των χριστιανών, αλλά και επεδίωξε την κοινωνική συνοχή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας μέσω της ανεξιθρησκίας.
Για πρώτη φορά μια θρησκεία (ο χριστιανισμός) ήλθε όχι μόνον να απελευθερώσει τον άνθρωπο από τη θεοποίηση των ειδώλων και της κοσμικής εξουσίας, αλλά και να αναδείξει ως υπέρτατα αγαθά την αξία και την ελευθερία του ανθρώπινου προσώπου.
Αναμφίβολα το Διάταγμα των Μεδιολάνων αποτελεί τομή όχι μόνο για τον νομικό πολιτισμό, αλλά για το συνολικό οικοδόμημα του ανθρώπινου πολιτισμού. Πίσω όμως από τις νομικές διατάξεις κρύβεται ένα πλαίσιο αρχών και αξιών που έρχεται να απαντήσει σε σημερινά φλέγοντα ερωτήματα. Ας αναρωτηθούμε:
Σε μια εποχή νέας παγκοσμιοποίησης, τι είναι αυτό που θα οδηγήσει τους λαούς και τους πολίτες να συνυπάρξουν ειρηνικά με τον ξένο και τον διαφορετικό, που πλέον χτυπά την πόρτα μας, χωρίς ωστόσο να χαθεί η αίσθηση της ιδιαίτερης πολιτιστικής ταυτότητας, που κληροδοτεί η παράδοση του κάθε λαού;
Εως τώρα οι μεν κυβερνήσεις αντιδρούν αμήχανα, παρακολουθώντας απλώς τις εξελίξεις και τις πληθυσμιακές ανακατατάξεις, οι δε κοινωνίες, ακόμη και οι παραδοσιακά ανεκτικές, όπως οι ευρωπαϊκές, όλο και διολισθαίνουν σε ξενοφοβικές και ρατσιστικές συμπεριφορές.
Αυτό ακριβώς το τελευταίο θέτει σε νέο προβληματισμό το ζήτημα της ταυτότητας της Ενωμένης Ευρώπης. Πρόσφατη είναι η απόφασή της να μην αναγράψει στο Σύνταγμά της τις χριστιανικές καταβολές της. Αυτό υποτίθεται ότι επικύρωσε έμπρακτα την πλήρως ανεξίθρησκη στάση της. Στην πραγματικότητα όμως τι συνέβη; Αποκομμένες οι κοινωνίες της από τις θεμελιώδεις χριστιανικές αξίες, οι οποίες διαπότισαν όλο το πολιτιστικό τους οικοδόμημα, αρχής γενομένης με το Διάταγμα των Μεδιολάνων, έφτασαν, όλο και περισσότερο, να αναζητούν την ενότητα μέσω της πληθυσμιακής και φυλετικής ομοιογένειας. Δυστυχώς, ο δρόμος αυτός είναι δοκιμασμένος και σπαρμένος με ξενοφοβία, βία και αιματηρές συγκρούσεις, τα οποία δεν μπορεί να αποτρέψει η επίκληση αφηρημένων και ουσιαστικά κενών ανθρωπιστικών αρχών. Οι συμπεριφορές αυτές έχουν τη ρίζα τους στο ψυχολογικό και πνευματικό υπόβαθρο του ανθρώπου, το οποίο δεν μπορούν να προσεγγίσουν μόνον τεχνοκρατικές και νομικές διαδικασίες.
Η επέτειος του Διατάγματος των Μεδιολάνων θυμίζει ότι η ενότητα της κοινωνίας περνάει μόνο από έναν δρόμο: την ελεύθερη έκφραση ιδεών, θρησκευτικών δοξασιών, απόψεων και προτάσεων, προκειμένου να δοκιμαστούν, να διαλεχτούν μεταξύ τους και να κριθούν στο πεδίο της κοινωνικής πρακτικής. Θυμίζει όμως συγχρόνως ότι νόμοι και διατάγματα δεν αρκούν για να επιβάλουν την κοινωνική γαλήνη.
Η ενότητα μιας διασπασμένης ανθρωπότητας περνάει σήμερα μέσα από την ισότιμη και ειρηνική συνύπαρξη προσώπων και κοινωνικών ομάδων. Αυτό είναι το μήνυμα της φετινής επετείου των 1.700 χρόνων από την έκδοση του Διατάγματος των Μεδιολάνων. Και η αξιοποίηση του μηνύματος εξαρτάται απόλυτα από τη συνεπή και βιωμένη χριστιανική πίστη, η οποία είναι σε θέση να εμπλουτίσει και σήμερα τον παγκόσμιο νομικό και πολιτικό πολιτισμό.