τού Νεκτάριου Δαπέργολα, Διδάκτορος Βυζαντινής Ιστορίας
ΒΛΑΣΦΗΜΙΑ: Πολύ συχνά αναφερόμαστε στό διαβόητο ενδοεκκλησιαστικό (;) ρεύμα τής λεγόμενης «μεταπατερικότητας».
Υπενθυμίζουμε ότι υπό τόν βλάσφημο αυτό όρο ουσιαστικά εννοείται μία ολοένα καί αυξανόμενη τάση πού πρεσβεύει τόν εκκλησιαστικό «εκσυγχρονισμό» σέ βάρος τών Ιερών Κανόνων καί τών Αγίων Πατέρων, οι οποίοι (παρότι φυσικά κάτι τέτοιο συνήθως δέν ομολογείται ρητά) αντιμετωπίζονται εν πολλοίς ως ξεπερασμένοι, μέ αποτέλεσμα τή διαμόρφωση μιάς νέας αναθεωρητικής «θεολογίας», δήθεν προσαρμοσμένης στίς σύγχρονες ανάγκες καί τά προβλήματα τής σημερινής εποχής.
Μέ κύριες πηγές εκπόρευσης τό ζοφερό Φανάρι, τήν αυτοφερόμενη ως «Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών» τού Βόλου, τόν θεολογικό σύνδεσμο τού «Καιρού», αρκετές ελλαδικές μητροπόλεις καί πλείστα άλλα όργανα (έντυπα, ιστολόγια κλπ), η ομάδα αυτή ταυτίζεται πλήρως μέ τούς Οικουμενιστές (καθώς βέβαια είτε γιά μεταπατερικότητα μιλήσει κανείς, είτε γιά θεολογία τών κλάδων, είτε γιά Οικουμενισμό, όλα αυτά αποτελούν όψεις ακριβώς τής ίδιας βαρύτατης πλάνης καί παναίρεσης).
Μιά πού πρίν από λίγες μόλις ημέρες εορτάσαμε τήν Πεντηκοστή καί τήν εορτή τού Αγίου Πνεύματος (ενώ καί τήν προηγούμενη Κυριακή είχαμε τιμήσει τή μνήμη τών Πατέρων τής Α΄ Οικουμενικής Συνόδου) καί επίσης μιά πού βρισκόμαστε στό κέντρο μιάς απίστευτης δογματικής καί εκκλησιολογικής εκτροπής καί στρέβλωσης (εξ αιτίας ή μάλλον εξ αφορμής τής δήθεν πανδημίας), δέν στερείται σημασίας μία ακόμη αναφορά στην κύρια πληγή (και πραγματική αιτία όλων αυτών).
Παράλληλα μέ τή δήθεν πανδημία άλλωστε, πολλαπλασιάζονται σταθερά οι φωνές και οι κινήσεις για ενώσεις «Εκκλησιών» καί ευρύτερες ενώσεις θρησκειών μέσα στό πλαίσιο τής «Μεγάλης Επανεκκίνησης» ή οποιασδήποτε άλλης δαιμονικής νεοεποχίτικης παγκόσμιας εξέλιξης πού βρίσκεται ante portas.
Μέσα στό ίδιο πλαίσιο πολλαπλασιάζονται καί οι φωνές κληρικών, πού υπεραμυνόμενοι τών «εκκλησιαστικών διαλόγων» μέ τόν Παπισμό, τίς άλλες αιρέσεις, αλλά καί τίς άλλες θρησκείες, βρίσκουν σφάλματα στή διδασκαλία μεγάλων εκκλησιαστικών μας Πατέρων, όπως ο Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς καί ο Άγιος Νικόδημος Αγιορείτης, ενώ σέ άλλους δέν βρίσκουν μέν σφάλματα, αλλά τούς ερμηνεύουν διαστρεβλωτικά.
Έχω αναφερθεί παλαιότερα μάλιστα καί σέ Ελλαδικό μητροπολίτη πού είχε φτάσει στό τραγικό σημείο νά μιλήσει μέχρι καί γιά διάλογο προσέγγισης καίαγάπης πού είχε δήθεν αναπτύξει στά τέλη τού 8ου αιώνα μέ εκπροσώπους τού Ισλάμ ο επίσης μέγας θεολόγος μας Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός.
Η απόρριψη μέρους τών Ιερών Κανόνων καί τής διδασκαλίας τών Πατέρων τής Εκκλησίας μας, αλλά καί η επιλεκτική αμφισβήτηση τών Αγίων μας γενικότερα, είναι πράγματι βασικότατο γνώρισμα όλων τών μεταπατερικών οικουμενιστών.
Αυτή η αμφισβήτηση/απόρριψη πραγματοποιείται βάσει τής θέσης ότι καί οι Άγιοι ήταν άνθρωποι πού έκαναν λάθη, άρα δέν μπορούμε νά τούς εμπιστευόμαστε σέ όλα όσα δίδασκαν ή έπρατταν (θέσης πού πατά μέν στήν ορθή άποψη ότι όντως κατά τήν Ορθοδοξία δέν υπάρχει ανθρωπίνως αλάθητο, περαιτέρω όμως τή χρησιμοποιεί διαστρεβλωτικά, μέ στόχο νά συμπληρώσει καί νά «δικαιώσει» τήν αναθεωρητική – καί βασικά αποδομητική – ψευδοθεολογία τής μεταπατερικότητας, εφ όσον από τή διδασκαλία τών Αγίων μας μπορούμε πλέον νάεπιλέγουμε όσα θέλουμε καί όσα συνάδουν μέ τόν χαλασμένο λογισμό μας).
Τό αποτέλεσμα είναι η διαστρέβλωση τών εκκλησιαστικών Πατέρων σέ όσα έγραψαν εναντίον τού Παπισμού καί τών άλλων αιρέσεων, αλλά καί άλλων θρησκειών, καθώς καί ως πρός τή μή κοινωνία μέ σχισματικούς, ετεροδόξους καί αλλοθρήσκους.
Χαρακτηριστική λοιπόν η προαναφερθείσα περίπτωση μέ τή διαστρέβλωση τού Αγίου Ιωάννου Δαμασκηνού, τού οποίου η γνώση γύρω από τό Ισλάμ καί η προσπάθειά του νά πείσει τούς μωαμεθανούς τής εποχής του γιά τήν πλάνη τους καί νά τούς μεταστρέψει στήν αλήθεια, χαρακτηρίζεται σήμερα από κάποιους μεταπατερικούς ωςάνοιγμα καί διαθρησκειακός διάλογος σύγχρονου τύπου (δηλαδή ως συγκρητιστική προσέγγιση επιπέδου Π.Σ.Ε.).
Χαρακτηριστικό επίσης τό συχνά προβαλλόμενο ψέμα ότι υπάρχουν Άγιοι πού δέχθηκαν τόν Παπισμό ως Εκκλησία (ενώ φυσικά άν ζητήσει κανείς από τούς ανερυθρίαστα ψευδόμενους νά κατονομάσουν έστω καί έναν, αδυνατούν νά δώσουν απάντηση). Η αδυναμία ακριβούς απάντησης σέ οτιδήποτε είναι άλλωστε κάτι πού γενικά χαρακτηρίζει τούς «μεταπατερικούς», ενώ η διαλεκτική τακτική τους βρίθει από ψεύδη, επιλεκτικά αλλοιωμένες αλήθειες καί σοφίσματα, μέ τά οποία προσπαθούν (καί βεβαίως συχνά πετυχαίνουν) νά παρασύρουν καί νά πείσουν άτομα μηδενικής ή ελλιπούς θεολογικής κατάρτισης.
Μέσα στό παραπάνω πλαίσιο, τή χειρότερη μεταχείριση αντιμετωπίζουν, όπως είναι φυσικό, Άγιοι τής Εκκλησίας μας πού πολέμησαν ιδιαίτερα τόν Παπισμό καί τίς λοιπές αιρέσεις (τεράστιος πράγματι ο κατάλογος από τόν Γρηγόριο Παλαμά καί τόν Μάρκο Ευγενικό ώς τόν Ιουστίνο Πόποβιτς, μέ πιό μισητούς πάντως όλων μάλλον τόν Νικόδημο Αγιορείτη καί τούς Κολλυβάδες).
Τή διαστρέβλωση όμως δέν τή «γλίτωσαν» φυσικά ούτε καί σύγχρονοι Άγιοι, πού δέν άφησαν μάλιστα συγγραφικό έργο πίσω τους καί συνεπώς κάποια από τά λεγόμενά τους στάθηκε πολύ πιό εύκολο νά παραχαραχθούν από τούς επιτήδειους.
Ο λόγος ασφαλώς γιά τόν Άγιο Παΐσιο, τόν Άγιο Ιάκωβο, κυρίως δέ τόν Άγιο Πορφύριο, τού οποίου ο περίφημος πόθος γιά τήν ένωση τού χριστιανικού κόσμου παρερμηνεύθηκε βάναυσα. Εκείνο όμως πού φυσικά αποσιωπάται είναι ότι ο πόθος αυτός (πού στήν πραγματικότητα βέβαια διακρίνει όλους τούς Αγίους μας) αφορούσε στήν επιστροφή τών αιρετικών στήν Ορθοδοξία καί όχι βεβαίως στήν ψευδοένωση μέ αναγνώριση καί δικαίωση τής πλάνης.
Παρά τίς εσκεμμένες όμως παρερμηνείες μέ τίς οποίες βεβηλώνεται η σεπτή μνήμη τών τριών νεοφανών Αγίων μας, υπάρχουν πολλές φράσεις καί διδασκαλίες τους (αλλά καί πολλά περιστατικά από τούς βίους τους) πού δείχνουν ξεκάθαρα πόσο καί οι τρείς θεωρούσαν αίρεση τόν Παπισμό καί τίς προτεσταντικές ψευδοεκκλησίες, ποιά στάση είχαν απέναντι στούς αιρετικούς ως πρόσωπα (στάση αγάπης, αλλά όχι δικαίωσης τής πλάνης τους – στάση δηλαδή πού είχε ως στόχο τήν επιστροφή καί όχι τήν εμμονή τους στήν αίρεση) καί ποιά στάση είχαν επίσης απέναντι στίς άλλες θρησκείες (τίς οποίες θεωρούσαν δαιμονικά αποκυήματα), καθώς καί στό επί θύραις παγκόσμιο πανθρησκειακό νεοεποχίτικο τερατούργημα.
Καί άν δέν μίλησαν ακόμη περισσότερο γιά τόν Οικουμενισμό, οφείλουμε νά λάβουμε υπ όψιν ότι τήν εποχή πού εκείνοι ζούσαν, όλα όσα συνέβαιναν στό οικουμενιστικό-νεοεποχίτικο πεδίο ήταν ελάχιστα σέ σχέση μέ τίς σημερινές εξελίξεις.
Π.χ. σέ μιά εποχή πού οι συμπροσευχές αποτελούσαν τήν εξαίρεση, γνωρίζουμε γι αυτές καί τή θέση τού Αγίου Παϊσίου (όπως φυσικά καί τήν ενεργή συμμετοχή του στήν διακοπή μνημόνευσης τού τότε πατριάρχη Αθηναγόρα), αλλά καί εκείνη τών Αγίων Ιακώβου καί Πορφυρίου (καί γιά τό πώς αρνήθηκαν νά συμπροσευχηθούν μέ προτεστάντες καί παπικούς, όχι μόνο μάλιστα εντός ναού – όπως συμβαίνει σήμερα κατά κόρον – αλλά ακόμη καί σέ επίπεδο κοινής ευχής πρό τού φαγητού).
Τί θά έλεγαν δηλαδή αυτοί οι Άγιοί μας σήμερα, πού οι συμπροσευχές τείνουν νά μεταβληθούν σέ κανόνα καί έχουν προχωρήσει σέ τόσο πλάτος καί βάθος τά πράγματα ως πρός τή δήθεν «πάντων ένωσιν»; Ακόμη καί στά χρόνια πού ζούσαν όμως, μάς άφησαν παρακαταθήκη αρκετά πράγματα, απολύτως καταδικαστικά γιά τήν Παναίρεση. Καί συνάμα αρκετές προειδοποιήσεις καί γιά τό μέλλον.
Τεράστιες είναι λοιπόν οι στρεβλώσεις τών «θεολόγων» πού τσαλαβουτούν μέσα στά θολά καί δυσώδη νερά τής «μεταπατερικότητας» καί εκκωφαντική η βέβηλη παραχάραξη τής ζωής καί τών κειμένων τών Αγίων τής Εκκλησίας μας, μέ στόχο τή στήριξη τής εμφανώς πλανεμένης «θεολογίας» τους.
Τεράστια βεβαίως καί η ζημιά πού κάνουν, καθώς οι περισσότεροι εξ αυτών είναι γνωστά εκκλησιαστικά πρόσωπα (μητροπολίτες, προβεβλημένοι από τό σύστημα «πνευματικοί», καθηγητές θεολογικών σχολών κλπ) καί αυτό επηρρεάζει προφανώς ένα μεγάλο μέρος τού χριστεπωνύμου πληρώματος πού χαρακτηρίζεται από ελλειμματική γνώση ή καί πλήρη άγνοια γύρω από τά θέματα τής πίστεως.
Ακόμη μεγαλύτερο συνεπώς καί τό καθήκον όσων γνωρίζουν, νά μήν αφήνουν αναπάντητες τίς αιρετικές απόψεις καί ξεκάθαρες βλασφημίες τους