του Μητροπολίτη Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως κ. Βαρνάβα
από το ένθετο της Δημοκρατίας για την Ορθοδοξία
Tα προηγούμενα χρόνια ειπώθηκαν πολλά για την ταυτότητα του πιστού χριστιανού, τη δήλωση αυτής της ιδιότητας στην αστυνομική ταυτότητα των Ελλήνων, τη σχέση της με την παράδοση και άλλα πολλά. Ας δούμε όμως τι διδάσκει το Ευαγγέλιο για όλα αυτά.
Στην αυριανή ευαγγελική περικοπή (Λουκ. 6, 31-36) θα ακούσουμε τον ίδιο το Χριστό να προβάλλει τις θεμελιώδεις αρχές αυτής της ιδιότητας. Θα τον ακούσουμε καταρχάς να θέτει τον «χρυσό κανόνα» της ομαλής συμβίωσης: κάνε στους άλλους όσα θα ήθελες να κάνουν κι αυτοί σ’ εσένα. Αυτό ήταν γνωστό στον αρχαίο κόσμο με την αρνητική του διατύπωση: μην κάνεις στους άλλους όσα δεν θα ήθελες να κάνουν και αυτοί σ’ εσένα. Και η αρνητική διατύπωση είναι οπωσδήποτε χρήσιμη – η θετική όμως έχει στοιχεία πρωτοβουλίας, τα οποία μπορούν να προάγουν τη ζωή των ανθρώπων προς το καλύτερο.
Ο Κύριος όμως προχωρά τον λόγο Του και σε κάτι βαθύτερο. Θέτει ενώπιον των πιστών τα σημεία που θα τους διαφοροποιήσουν από τους υπόλοιπους ανθρώπους. Ξεκαθαρίζει, δηλαδή, ότι δεν μπορούν οι χριστιανοί να συμπεριφέρονται όπως οι άπιστοι. Γιατί, όπως λέει και ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, άπιστος είναι αυτός που δεν δέχεται την παρουσία του Θεού στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων.
Το πρώτο από αυτά τα σημεία είναι η αγάπη προς τους εχθρούς. Γιατί, αν αγαπάμε αυτούς που μας αγαπούν, τι αξία θα έχει; Σχεδόν όλοι αυτό κάνουν… Οι πιστοί μαθητές του Χριστού οφείλουν να αγαπούν αυτούς από τους οποίους δεν αναμένουν ανταπόδοση. Τότε μόνο βιώνεται εμπειρικά η χριστιανική αγάπη. Οταν δεν περιμένει ανταπόδοση ούτε επιβράβευση. Οταν εκδηλώνεται απροϋπόθετα, χωρίς να αποσκοπεί κάπου. Ο χριστιανός αγαπά επειδή θέλει να ζει μες στην αγάπη, όχι επειδή θέλει κάτι να κερδίσει.
Το ίδιο ισχύει και για την προσφορά των αγαθών. Ο άνθρωπος του Θεού προσφέρει, δανείζει και δίνει, δίχως να υπολογίζει ότι θα πάρει πίσω αυτά που έδωσε. Εδώ έγκειται η διαφορά του από κάποιον αλλόθρησκο ή άθρησκο. Δεν προσδοκά ανταμοιβή, αλλά το μυαλό και η καρδιά του είναι εξ ολοκλήρου προσανατολισμένα στην ουράνια κατοικία. Μπροστά στην προοπτική της όλοι οι μικροϋπολογισμοί και τα μικροσυμφέροντα έχουν σχετική και δευτερεύουσα αξία.
Πολλοί ίσως θεωρήσουν εντελώς ανεδαφικές αυτές τις προτροπές, απολύτως αδύνατες για να εφαρμοστούν στην ανθρώπινη κοινωνία. Κι όμως, συνεχίζει ο Ιησούς, μόνο έτσι θα γίνουμε αληθινά παιδιά του Θεού. Μόνο αν μιμηθούμε τη δική Του καλοσύνη, θα τύχουμε της εισόδου στους κόλπους της αγάπης Του. Αυτός, που αγαπά εξίσου και τους άδικους και τους κακούς, θέλει να Τον ακολουθήσουμε κι εμείς στην ευσπλαχνία Του.
Αυτοί είναι λοιπόν οι άξονες που διαφοροποιούν τη χριστιανική συμπεριφορά από εκείνη των άλλων ανθρώπων. Οι χριστιανοί πρέπει να ξεχωρίζουν όχι με την υπεροψία τους, αντίθετα, με τη φιλάνθρωπη αγάπη τους για όλα τα πλάσματα του Θεού. Στη ζωή τους η αγάπη θα πρέπει να σκορπίζεται απλόχερα και αρχοντικά, χωρίς να λερώνεται από τις μικρότητες της ανθρώπινης αδυναμίας. Τότε μονάχα θα μπορέσει να μοιάσει με την αγάπη του Θεού.