Τα εφετινά Χριστούγεννα βρίσκουν τον λαό μας σε κρίσιμη ακόμη κατάστασι. Οι επικυρίαρχοι δανεισταί μας επιβάλλουν όλο και πιο δυσβάστακτες φορολογίες.
Οι νέοι μας μαστίζονται από την ανεργία. Οι ηλικιωμένοι βιώνουν πρωτοφανή ανασφάλεια.
Γιά πολλούς χάθηκε η ελπίδα. Συνάνθρωποί μας δεν αντέχουν πλέον την οικονομική δυσπραγία. Οι περισσότεροι αγωνιούν για περαιτέρω συνέπειες. Κάποιοι απελπίζονται και, δυστυχώς, ωρισμένοι αυτοκτονούν.
Στην προσπάθεια να δοθή κάποια λύσις γίνονται πολιτικές, οικονομικές και άλλες αναλύσεις, για να βρεθή τι φταίει, τι μας ωδήγησε μέχρις εδώ.
Οι πιστοί άνθρωποι όμως θέτουν αλλοιώς το ερώτημα: Τι θέλει ο Θεός από εμάς; Γιατί επέτρεψε αυτή την δοκιμασία; Αναζητούν την αιτία με ελπίδα σε Εκείνον που προνοεί με αγάπη για τον κόσμο του.
Αισθανόμαστε αδύναμοι και πτωχοί, για να δώσουμε μία δική μας ανθρώπινη απάντησι. Γι’ αυτό προσφεύγουμε στον αιώνιο λόγο του Θεού, όπως καταγράφηκε στις Άγιες Γραφές, διότι αυτός φανερώνει τους απορρήτους λόγους της Ιστορίας, που είναι άγνωστοι και ακατανόητοι σε όσους δεν την βλέπουν ως φιλάνθρωπη παιδαγωγία του Θεού.
Η δοκιμασία που περνάμε σήμερα έχει πολλές ομοιότητες με την ταλαιπωρία του ιουδαικού λαού κατά την εβδομηκονταετή αιχμαλωσία του στην Βαβυλώνα. Το κράτος των Ιουδαίων είχε καταλυθή από τον βασιλέα Ναβουχοδονόσορα, ο Ναός του Σολομώντος είχε καταστραφή, τα ιερά σκεύη του είχαν διαρπαγή και ο λαός αλυσοδεμένος μεταφέρθηκε στην Βαβυλώνα. Η θλίψις του λαού για τον ξεριζωμό και η δυστυχία της σκλαβιάς ήσαν απερίγραπτες. Ο θρήνος και ο οδυρμός για την χαμένη επίγεια Ιερουσαλήμ ήταν καθημερινός τρόπος ζωής. Στις όχθες των ποταμών της Βαβυλώνας μοιρολογούσαν φέρνοντας στην μνήμη τους την Ιερουσαλήμ: «Επί των ποταμών Βαβυλώνος εκεί εκαθίσαμεν και εκλαύσαμεν εν τω μνησθήναι ημάς της Σιών». Στις παρόχθιες ιτιές κρεμούσαν οι ταλαίπωροι αιχμάλωτοι τα μουσικά τους όργανα. Δεν ήθελαν να τραγουδήσουν τα ιερά τους άσματα σε ξένη γη. «Πως άσομαι την ωδήν Κυρίου επί γης αλλοτρίας;».
Δεν ήθελαν να λησμονήσουν ότι η επίγεια πατρίδα τους, ερημωμένη και κατεσκαμμένη, τους περιμένει. Η λησμοσύνη θα ήταν η ολοκληρωτική τους καταστροφή. Να ξεραθή το χέρι μου, να χάσω την λαλιά μου, έλεγαν θρηνητικά, αν σε ξεχάσω, Ιερουσαλήμ, αν δεν σε έχω σαν την πρώτη μου λαχτάρα: «Εάν επιλάθωμαί σου, Ιερουσαλήμ, επιλησθείη η δεξιά μου· κολληθείη η γλώσσά μου τω λάρυγγί μου, εάν μη σου μνησθώ, εάν μη προανατάξωμαι την Ιερουσαλήμ ως εν αρχή της ευφροσύνης μου» (Ψαλμ. 136).
Ανάμεσα σε αυτόν τον λαό έζησαν συναιχμάλωτοι και τέσσερις ευγενείς νέοι, ο προφήτης Δανιήλ και οι Τρείς Παίδες, Ανανίας, Αζαρίας και Μισαήλ. Ανατράφηκαν στην βασιλική αυλή του Ναβουχοδονόσορα και έλαβαν υψηλά αξιώματα. Αλλά, για την ευσέβειά τους στον αληθινό Θεό και την προσήλωσι στις παραδόσεις των πατέρων τους, συκοφαντήθηκαν και δοκιμάσθηκαν σκληρά. Ο προφήτης Δανιήλ ρίχθηκε στον λάκκο των λεόντων και οι Τρείς Παίδες στην κάμινο του πυρός. Ευρισκόμενοι μέσα σε αυτές τις φρικτές συνθήκες, που ξεπερνούν κάθε περιγραφή, ένοιωσαν θαυμαστή θεία παρέμβασι και παρηγορία. Άγγελος Κυρίου εδρόσιζε τους τρεις νέους μέσα στο καμίνι της φωτιάς και άλλος άγγελος ημέρεψε τα θηρία, για να μη βλάψουν τον Δανιήλ. Στο αποκορύφωμα της δοκιμασίας τους αλλά και της θείας ευλογίας, από τις καρδιές των ευσεβών νέων επήγασε η γνωστή εξομολογητική και δοξολογική προσευχή, ο θαυμάσιος «Ύμνος των Τριών Παίδων» (Δαν. κεφ. 3).
Αυτή η προσευχή, την οποία ενέπνευσε το Άγιο Πνεύμα στις ψυχές των μαρτύρων του αληθινού Θεού, αποκαλύπτει την πραγματική αιτία της βαβυλώνειας αιχμαλωσίας του ιουδαικού λαού.
Αιτία των δεινών τους ήταν οι αμαρτίες του λαού τους. Μέσα από την φλόγα της καμίνου, εξ ονόματος όλου του λαού, αν και αυτοί οι ίδιοι δεν ήσαν ποτέ ανυπάκουοι στο θέλημα του Θεού, οι τρεις νέοι εξωμολογούντο με τα εξής λόγια: Ευλογητός είσαι, Κύριε, ο Θεός των πατέρων μας. Δοξασμένο το όνομά σου εις τους αιώνας. Ο,τι αποφάσισες για μας και την αγία πόλη των πατέρων μας, την Ιερουσαλήμ, όλα είναι δίκαια και σωστά. Όλα μας βρήκαν
Ο πόνος της σκληρής εξορίας είχε πιά μαλακώσει τους σκληροκάρδιους Ιουδαίους, τους είχε θυμήσει τα παρακλητικά και αφυπνιστικά κηρύγματα του προφήτου Ιερεμία, τότε που σε ημέρες ευμάρειας οι άρχοντες, οι ιερείς και ο λαός είχαν εγκαταλείψει την πίστι στον αληθινό Θεό, προσέθεταν παρανομίες πάνω στις παρανομίες και εμόλυναν με είδωλα τον Ναό του Σολομώντος: «και πάντες οι ένδοξοι Ιούδα και οι ιερείς και ο λαός της γης επλήθυναν του αθετήσαι αθετήματα βδελυγμάτων εθνών και εμίαναν τον οίκον Κυρίου τον εν Ιερουσαλήμ» (Β΄ Παραλ. 36, 14). Τότε που με αλαζονεία περιγελούσαν τους απεσταλμένους του Θεού, εξευτέλιζαν τα λόγια Του και με αφροσύνη και αγνωμοσύνη περιφρονούσαν την φιλανθρωπία Του, μέχρι που έφθασε η οργή Του, γιατί έμειναν αδιόρθωτοι: «και εξαπέστειλε Κύριος ο Θεός των πατέρων αυτών εν χειρί προφητών ορθρίζων και αποστέλλων τους αγγέλους αυτού, ότι ην φειδόμενος του λαού αυτού και του αγιάσματος αυτού· και ήσαν μυκτηρίζοντες τους αγγέλους αυτού και εξουδενούντες τους λόγους αυτού και εμπαίζοντες εν τοις προφήταις αυτού, έως ανέβη ο θυμός Κυρίου εν τω λαώ αυτού, έως ουκ ην ίαμα» (Β΄ Παραλ. 36, 15-16). Θυμήθηκαν οι ταλαίπωροι εξόριστοι της Βαβυλώνας ότι τότε ήλθε η οργή του εξανδραποδισμού, όταν πιά η ασέβειά τους και η αλαζονεία τους δεν έπαιρναν άλλη διόρθωσι.
Είναι φανερό από την εξομολόγησι των αγίων Τριών νέων και του Δανιήλ ότι η αιτία των δοκιμασιών του λαού τους ήταν η αποστασία από τον Θεό των πατέρων τους, η ανυπακοή στο θέλημά Του, και ότι οι δοκιμασίες ήταν φανέρωσις της παιδαγωγούσης αγάπης Του προς τον λαό Του, από τον οποίο περίμενε μετάνοια και διόρθωσι.
Η αποστασία των Ιουδαίων ήταν, όπως φαίνεται, καθολική. Καί οι άρχοντες και οι αρχόμενοι είχαν το δικό τους μερίδιο στην αποστασία. Οι άρχοντες μπορεί να είχαν μεγαλύτερη ευθύνη, αλλά και ο λαός είχε τις δικές του ευθύνες.
Ο Ναβουχοδονόσορ είχε γίνει το παιδαγωγικό όργανο του Θεού.
Εδυνάστευε τους Ιουδαίους κατά παραχώρησιν Θεού, για να αντιληφθούν τα λάθη και τις παρεκτροπές τους και να έλθουν σε μετάνοια.
Χρειάσθηκε όμως να ευρεθούν και πρόσωπα με προφητικό χάρισμα, τα οποία μέσα στην κόλασι της δυστυχίας θα διέσωζαν την ευσέβεια και θα αποτελούσαν το εκλεκτό λείμμα, χάριν του οποίου ο Θεός θα έσωζε όλον τον ταλαιπωρημένο λαό.
Εβδομήντα χρόνια κράτησε η αιχμαλωσία των Ιουδαίων στην Βαβυλώνα. Ανάλογες ή και πιο μακρόχρονες ήσαν και οι νεώτερες δοκιμασίες του χριστιανικού μας λαού.
Δεν ξέρουμε πόσο θα κρατήση η τωρινή δική μας δοκιμασία. Το μήνυμα των αγίων Τριών Παίδων, το οποίο διαχρονικά περνά μέχρις εμάς σήμερα, είναι η πρόσκλησις σε μετάνοια, στην μετάνοια που εκφράζει η προσευχή τους. Μας προσκαλούν να επιστρέψουμε στην πνευματική παρακαταθήκη, την οποία μας άφησαν οι πατέρες μας και εμείς την ξεχάσαμε, θαμπωμένοι από την αίγλη των φώτων της Εσπερίας και αποχαυνωμένοι από την ευμάρεια της οικονομικής της δήθεν ακμής.
Εποιήσαμε και εμείς, άρχοντες και αρχόμενοι, «το πονηρόν ενώπιον Κυρίου» και ίσως τώρα συνειδητοποιούμε καλλίτερα τις μεγάλες μας αμαρτίες: Διώχνουμε τον Χριστό από την παιδεία, για να την κάνουμε πανθρησκειακή. Τον απομακρύνουμε από την δημόσια ζωή, διότι μας ενοχλεί η παρουσία Του. Καταργούμε την αργία της Κυριακής, επειδή εξυπηρετούνται τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα. Βλασφημούμε το πανάγιο Πρόσωπό Του με χυδαίες θεατρικές και κινηματογραφικές ταινίες και βιβλία. Νομιμοποιήσαμε την διάλυσι της οικογένειας και την φρικτή αμαρτία των εκτρώσεων. Ανεχθήκαμε την πλεονεξία των πλουτοκρατών και την διαφθορά στην δημόσια διοίκησι. Παραδοθήκαμε στο χρήμα, στην σάρκα, στην δόξα. Χάσαμε την ανθρωπιά μας, κλειστήκαμε στην φιλαυτία μας.
Εγκαταλείψαμε την πατροπαράδοτη ευσέβεια ως αναχρονιστική και εκκοσμικευθήκαμε, για να είμαστε σύγχρονοι και κοινωνικά παραδεκτοί. Νοθεύσαμε τα Ορθόδοξα θεολογικά μας κριτήρια, δημιουργήσαμε διάφορες «θεολογίες» που δεν συμφωνούν με την θεολογία των Αγίων Πατέρων μας, αυτοσχεδιάζουμε με αυθάδεια, για να εγκλιματισθούμε δήθεν στο παγκοσμιοποιμένο περιβάλλον.
Χάσαμε τον προσανατολισμό μας, και γι’ αυτό γίναμε υποχείριοι των δυναστών. Το έχει δείξει επανειλημμένως η Ιστορία, ότι ούτε οι ισχυροί του κόσμου ούτε οι κραταιοί οικονομικοί μηχανισμοί θα μπορούσαν να μας υποδουλώσουν, εάν εμείς δεν είχαμε παρακούσει τον Άγιο Θεό.
Πλησιάζουμε στην παγχαρμόσυνη εορτή των Χριστουγέννων. Η ελπίδα πάλι προβάλλει. Κατά την προεόρτιο αυτή περίοδο η Εκκλησία τιμά ιδιαιτέρως τον προφήτη Δανιήλ και τους αγίους Τρείς Παίδας. Με την ζωή τους προετύπωσαν και προεφήτευσαν τα γεγονότα της ενσάρκου θείας Οικονομίας. Ο προφήτης Δανιήλ μάλιστα είχε πολλές και μεγάλες θεικές αποκαλύψεις. Είδε μεταξύ άλλων τον Παλαιό των Ημερών, που δεν είναι άλλος από τον σαρκωθέντα Λόγο του Θεού, τον ενανθρωπήσαντα Κύριο Ιησού Χριστό και Σωτήρα μας.
Την γέννησί Του από την Παρθένο Μαρία θα εορτάσουμε και πάλι. Αυτός είναι ο μόνος που μπορεί να μας παρηγορήση, να μας δώση ελπίδα και να μας διαβεβαιώση ότι κανείς Ναβουχοδονόσορ, όποια σημερινή ονομασία και αν έχη, δεν μπορεί να μας υποδουλώση, εάν εμείς μένουμε στερεοί στην Πίστι και την ζωή των Πατέρων μας.
Ικετεύομε τον εκ φιλανθρωπίας σαρκωθέντα και νηπιάσαντα Θεό, τον Παλαιόν των Ημερών και δι’ ημάς γενόμενον Παιδίον Νέον, να μας συγχωρήση και να μας οδηγήση στην χριστιανική ζωή, για να αμβλυνθή και τελικά να ξεπερασθή η παρούσα δεινή οικονομική, κοινωνική, ηθική και κυρίως πνευματική κρίσις.
Ευλογημένα Χριστούγεννα.
Ο Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου
Αγίου Όρους