ΓΟΥΜΕΝΙΣΣΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ: Ο Αναστημένος Χριστός είναι η πίστη μας και η ζωή μας.
Του Μητροπολίτη Γουμενίσσης, Αξιουπόλεως & Πολυκάστρου Δημήτριου
Το φωνάξαμε τόσες φορές (αντιφωνικά και πολυφωνικά) την πρώτη ημέρα του Πάσχα.
«Ανέστη Χριστός ―ανέστη!― και ζωή πολιτεύεται».
Και πάλιν και πολλάκις «Χριστός ανέστη! Αληθώς ανέστη!»
Γιατί το βροντοφωνάζουμε τόσες πολλές φορές;
Γιά να πεισθούμε εμείς; Ασφαλώς και όχι.
Επί 2.000 χρόνια, μέσα από εξωτερικούς διωγμούς και εσωτερικά πλήγματα, η Εκκλησία ζει ενωμένη με τον Χριστό, χάρη στο Άγιο Πνεύμα. Επιβεβαιώνει την αναστάσιμη δόξα της μοναχικής Σταυρώσεως του Θεού, διά μέσου των αμέτρητων δικών Της ιστορικών σταυρώσεων.
Με αυτές τις αναστάσιμες σταυρώσεις η Εκκλησία απέδειξε ότι πράγματι “θέλει να είναι…” και “είναι σώμα Χριστού”. Και την εμπνέει θεϊκά το Άγιο Πνεύμα, την “ναοδομεί” το Άγιο Πνεύμα.
Το “Χριστός ανέστη” κηρύσσεται μέσα κι από τις επιβεβαιώσεις της εθελοσταυρώσεως της Εκκλησίας.
Τα άγια λείψανα, οι άγιες εικόνες, η αγιασμένη ζωή,η σταυρωμένη υπομονή των ασθενειών και των θλίψεων, οι ταλαιπωρίες των αγίων (η σταυρωμένη θλίψη του βίου των Αγίων)καί τα θαύματα των αγίων (η αναστάσιμη απάντησή τους εν ζωή και μετά θάνατον),η θεολογία των Πατέρων του σώματος των πιστών (δηλαδή της Εκκλησίας),η ζώσα ελπίδα των αγίων,ο δοξασμός (η χαρίτωση και θέωση) των αγίων, όλα είναι κηρύγματα της Αναστάσεως του Χριστού, με το στόμα και την ζωή της σταυρωμένης Εκκλησίας.
Ο Χριστός μας δεν σταυρώθηκε για τον εαυτόν Του ούτε φανέρωσε τον εαυτόν Του αναστημένο προς χάριν Του. Αλλά φανερώθηκε με την έσχατη ταπείνωση και φανέρωσε την θεϊκή μεγαλωσύνη Του για την δική μας ενσωμάτωση στην Ανάστασή Του, για την δική μας αγιο-Πνευματική ανάσταση και την δική μας μελλοντική κοινή ανάσταση.
***
Μάλιστα, από την μεγάλη Του θεϊκή (θεανθρώπινη) αγάπη για μας, έδωσε (καί δίνει) συνεχώς ευκαιρίες Αναστάσιμης κοινωνίας μαζί Του.
Το πρωτοκήρυγμα της Εκκλησίας ήταν ότι:
στόν Χριστό εκπληρώθηκαν όλες οι προφητείες της Π.Δ.
αυτός είναι ο Υιός του Θεού που ενανθρώπησε
σταυρώθηκε για μας και αναστήθηκε αυτεξούσια
αυτός είναι η μοναδική μας παγκόσμια σωτηρία.
Στο όνομα του Αναστάντος Χριστού και με την χάρη που τους έδινε ο Αναστημένος Χριστός (καί την λάμβαναν χάρη στην ενεργό παρουσία του Πνεύματοςμετά την Ανάληψη και την Πεντηκοστή), οι Απόστολοι έδειχναν παντού “τά σημάδια της Αναστάσεως”, “τήν δύναμη και ενεργό παρουσία του Αναστάντος Χριστού”· και το διαλαλούσαν ατρόμητοι (λέγοντας: “Αυτόν που εσείς σταυρώσατε και όμως αναστήθηκε,αυτός γιατρεύει και θεραπεύει δι᾽ ημών”).
***
Γιά να φθάσουν εκεί οι Μαθητές, ώστε να γίνουν Απόστολοι της Αναστάσεως του Σταυρωθέντος Χριστού ―σέ έναν κόσμο που είτε Τον απαρνήθηκε (καί Τον σταύρωσε) είτε Τον αγνοούσε― πέρασαν από μια διαδικασία προετοιμασίας, ανάκρασης με την προσφερόμενη σωτηρία, κοινωνίας με τον σαρκωμένο Σωτήρα, καθάρσεως των καρδιών μέσα από μια διαρκή σταδιακή Κυριακή κατήχηση. Αυτή η προετοιμασία ήταν προετοιμασία κάθαρσης από κοσμικούς εθισμούς (παλαιο-Αδαμικής αυτάρκειας, αυτονόμησης και κενοδοξίας), κάθαρσης από κοσμικές επιθυμίες (ιδιοτέλειας και εγωισμών), κάθαρσης από κοσμικά πάθη (εμπαθούς αυτοαναφορικότητας).
Επί τρία χρόνια ο Κύριος τους χάριζε την εισαγωγική χάρη της καθάρσεως και του φωτισμού, της ταπεινοφροσύνης και μετάνοιας, της προσευχής και της μετοχής σε δωρεές Αγιο-Πνευματικές, ώστε να ξεπεράσουν τον μεγάλο πειρασμό της οριακής κοσμικής κακίας έναντι του Διδασκάλου τους και Κυρίου. Πρίν την Σταύρωση έχουμε την μεγάλη προετοιμασία τους, πρώτα με την φανέρωση της θεϊκής δόξας (τήν έκτακτη φανέρωση της Μεταμορφώσεως), έπειτα με την μυσταγωγική αναγωγή στην τελειότητα της χριστολογικής μεθέξεως (όπως την καταγράφει ο Ιωάννης από το ιγ/13ο μέχρι το ις/16ο κεφάλαιο) και τέλος με την ανάβασή τους στο “υπερώο του μυστηρίου” με την προσευχή υπέρ αυτών (ιζ/17ο κεφάλαιο), με την αγία αυτοαναφορά του Κυρίου στον Πατέρα πρίν την σύλληψη.
Οι Μαθητές ζυμώθηκαν με τον Κύριο διά της θείας Χάριτος, ώστε από “κοσμικοί” να γίνουν και να αθλούνται να παραμένουν “πνευματικοί” και “θεόφρονες” “εν τώ ονόματι του Πατρός” (εν τη χάριτι της υιοθεσίας από τον Πατέρα). Όσο βρισκόταν μαζί τους, τους εκάθηρε διαρκώς, τους εφύλασσε από τα ενεργήματα της πτώσεως και τους πειρασμούς του διαβόλου (πρβλ. την προσευχή Του “εγώ ετήρουν αυτούς εν τώ ονόματί σου… «πάτερ άγιε, τήρησον αυτούς εν τώ ονόματί σου ώ δέδωκάς μοι, ίνα ώσιν εν καθώς ημείς» Ιω. κεφ. 17).
Θα περνούσαν την αφόρητη δοκιμασία της ανθρώπινης αδυναμίας τους εμπρός στο μυστήριο της εθελοσταυρώσεως του Διδασκάλου και Κυρίου τους, της δικής τους φυσικής και γνωμικής ανθρώπινης δειλίας (εκτός από τον Ιωάννη τον παρά τώ σταυρώ, λόγω της παρθενικής καρδιακής του καθαρότητος).
Αλλά θα έφθανε η ώρα να εκπληρωθούν όλα όσα παρεκάλεσε ο Κύριος τον Πατέρα Του πρίν την σταύρωσή Του. Θα έφθανε η ώρα να δούν τον δοξασμό του Κυρίου τους αναστημένου και αναλαμβανομένου και εστώτος εκ δεξιών του Πατρός.Θα έφθαναν(θά καταξιώνονταν) μέσα στην άληκτη θέωση της Πεντηκοστής.
Ο Θωμάς αποζητούσε να ζήσει την θεωρία του Αναστημένου Κυρίου, όπως και οι άλλοι. Αυτή η επιπόθηση σήμαινε καθαρμένη καρδιά που μπορούσε να φθάσει να ζήσει, να καταξιωθεί, να ελεηθεί με την θέαση του Κυρίου ως θεουργού ζωής και θεουργού φωτός. Γι᾽ αυτό και ο Θωμάς, δεν χρειάζεται να αγγίξει αισθητά τον εμφανιζόμενο Κύριο. Μόλις θεάται τον Κύριο, μόλις ακούειτόν Κύριο, Τον θεολατρεύει και Τον θεολογεί. Τον αγγίζει αγιοπνευματικά, διότι είχε καρδιά καθαρή, ζώσα με την επιπόθηση της θέας και της κοινωνίας του Αναστάντος Κυρίου. Και Τον ομολογεί Θεό και Κύριό Του. Ομολογεί αυτό που ζει σε κοινωνία με τον Αναστάντα.
***
Το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα (εκ του κατά Ιωάννην, 20: 19-31)μάς θυμίζει το μεγάλο θαύμα της θεϊκής Αναστάσεως του Κυρίου και την μέθεξη των Μαθητών στο θαύμα αυτό μέσα από την “ανάκρασή” τους με την δόξα-χάρη-φωτισμό που μετέδιδε σ᾽ αυτούς ο Κύριος, προαγιάζοντάς τους τα πνευματικά και τα σωματικά αισθητήρια, ώστε να γίνουν δέκτες μόνιμοι της χάριτος του Αγίου Πνεύματος, Απόστολοι της εν Χριστώ θεώσεως και σωτηρίας.
Μάς θυμίζει τον Χριστό που φανερώνεται (μέ κλεισμένες πόρτες) στο χώρο συνάξεως των Δέκα Μαθητών χωρίς τον Θωμά.Μάς θυμίζει τον Χριστό που πάλι φανερώνεται μετά οκτώ ημέρες (μέ κλεισμένες πόρτες) στο χώρο συνάξεως των Ένδεκα Μαθητών μαζί με τον Θωμά. Καί, μιλώντας στον Θωμά ενώπιον των υπολοίπων, δείχνει ότι ακούει και βλέπει και γνωρίζει τα πάντα.
Δεν κατασκοπεύει, αλλά είναι “πανταχού παρών”, “φιλανθρώπως πάντα οικονομών”, “Λόγος ζών, Θεός αληθινός, η πρό αιώνων Σοφία, ζωή, αγιασμός, δύναμις” (ευχή αγίας Αναφοράς Μεγ. Βασιλείου).
Άρα, αυτός που θαυματουργούσε διά των Αποστόλων ήταν ο Αναστάς Κύριος. Αυτός που κυβερνά τα σύμπαντα είναι ο Θεάνθρωπος Κύριος και Θεός μας.
Μπορεί να “μεταβολίσει” την κακοπραγία όλης της ενιστορικής αλαζονείας. Και θα την παύσει οριστικά με την Β΄παρουσία Του.
Αλλά ―όπως δέχθηκε να σταυρωθεί και να θανατωθεί― έτσι αφήνει την ενιστορία στα χέρια μας, στα χέρια της φαινομενικής παντοκρατορίας κάθε εποχής, στην “ελευθερία” που μας χάρισε (γιά να την κάνουμε “ελευθερία ενθεώσεως”), κι εμείς την χαραμίζουμε φτιάχνοντας “πολιτισμούς φθοράς και θανάτου”.
Κάθε τι που δεν μπολιάζεται με τον Χριστό, για τον Χριστό και στον Χριστό, εμπεριέχει “τό γονιδίωμα της φθοράς” και παρατείνει “τόν πολιτισμό της φθοράς”.
***
Αναφερόμενοι στην “θέαση του Αναστάντος”, θα προχωρήσουμε και σε κάτι άλλο σημαντικό περί το αναστάσιμο ήθος, που δυστυχώς δεν αγγίζει την εποχή μας.
Η εποχή μας φαντάζεται πως (μέ την βιο-τεχνολογία) θα μεταγγίσει πλασματική ζωτικότητα, μεθοδική διάρκεια, τεχνητή παράταση, τροπική αθανασία. Η εποχή μας αλαζονεύεται. Και αλαζονεύεται, γιατί απιστεί, ιδεολογικά “αθεολογεί” έναντι της αληθείας του ζώντος Θεού της ιστορικής αποκαλύψεως.
Ο Θωμάς δεν απιστούσε για τον Χριστό.Γι᾽ αυτό καί, μόλις Τον αντίκρισε, Τον προσκύνησε ομολογιακά: “ο Κύριός μου ο Θεός μου!” Αποζητούσε μερίδιο στην κοινωνία της Αναστάσεως. Η Ανάσταση ήταν θαύμα “πάσαν έννοιαν εκπλήττον”.
Ο Θωμάς διψούσε να αγγίξει κι εκείνος τον Χριστό Αναστημένο, να αξιωθεί της “θέας του Αναστάντος” (αυτό που λέγεται “θεωρία-θεοπτία-θείος φωτισμός”). Ο Θωμάς ήταν “ήδη κεκαθαρμένος” και επιποθούσε να φθάσει στην “θεωρία-θέαση του Θεού”, όπως είχαν αξιωθεί, ελεηθεί και φθάσει οι υπόλοιποι Μαθητές.
Ο Θωμάς ήθελε να ζήσει τον Κύριο, ωσάν τους λοιπούς. Ολοτελώς!Κατά κάποιον τρόπο, ο Θωμάς “ευεργέτησε” τους λοιπούς (καί εμάς)ζητώντας και “προκαλώντας” άλλη μια εμφάνιση του Αναστάντος Κυρίου,πού μας αφορά κι εμάς όλους. «Ώ της καλής απιστίας του Θωμά»!
Ανάλογη είναι η αδιάκοπη προσευχή της Εκκλησίας, των Αγίων, των Δικαίων:«Ως εν μέσω των Μαθητών σου παρεγένου, Σωτήρ, την ειρήνην διδούς αυτοίς, ελθέ και μεθ᾽ ημών και σώσον ημάς».
Ήταν τόσο φοβερή εκείνη η εμπειρία του Θωμά, η ενότητά του με τον Αναστάντα, ώστε να καταστεί άξιος της Πεντηκοστής, κοινωνός του Αγίου Πνεύματος και δυνατός να υπομείνει υπέρ Χριστού σταυρικό θάνατο στην Ινδία!
Πιστοποίησε την ενότητά Του με τον Αναστάντα, την βεβαιότητά Του για τον Αναστάντα, την προσδοκία Του για την αιώνια κοινωνία με τον Αναστάντα, ευαγγελιζόμενος τον Αναστάντα, ακόμη και μέχρι την έσχατη αναδοχή του Σταυρού.
Ο μακαρισμός των ανά τους αιώνες πιστών που δεν θα είχαν αξιωθεί της αισθητής Αγιοπνευματικής θέας του Χριστού, αλλά θα γίνονταν “πιστοί άχρι θανάτου”, αυτός ο μακαρισμός δεν συνιστά σύγκριση προς την θεωρία-θέα-θέαση του Θωμά. Είναι μια εξαγγελία της φιλανθρωπίας του Χριστού για κάθε καλοπροαίρετο που θα πίστευε. Η θέαση είναι μυστήριο του “καινού αιώνος” που παρέχεται είτε εκτάκτως είτε χαριτοβρύτως στους ανθρώπους της αγαθής προαιρέσεως και της καθαιρόμενης καρδιάς.
***
Εδώ είναι ένα “λεπτό σημείο” που μας αφορά όλους. Ζυγιζόμαστε και κρινόμαστε όλοι μας επ᾽ αυτού. Αγνοούμε είτε εθελαγνοούμε τους αναβαθμούς της κοινωνίας με τον Αναστάντα.
Όχι μόνον ο πολύς κόσμος. Όχι μόνον τα παιδάκια και οι μεγαλύτεροι (πού εθίζονται σήμερα αποκλειστικά σε μια νέα τεχνητή εποποιΐα αθεολόγητης ανθρωπινότητος και ειδωλοποιημένης ισοπέδωσης). Ο αληθινός άνθρωπος της θεοπλασίας και της θεουργίας είναι “άγνωστος” ακόμη και σαν άκουσμα. Ζούμε στην εποχή που επιπολάζει η πιστευματική δυσπιστία και η πρακτική αθεΐα. Ακόμη και ο ανθρωπισμός ζει στις “συνταγές”, αλλά συρρικνώνεται στις καρδιές τις ξελιγωμένες μόνο για την ιδιοαναφορικότητα και την πιό τέλεια “τεχνητή” της υποστήριξη.
Γι᾽ αυτό και χρειαζόμαστε ―πολύ περισσότερο σήμερα― ανθρώπους σαν τον Πέτρο και τον Ιωάννη της αναστάσιμης πίστης. Χρειαζόμαστε ―πολύ περισσότερο σήμερα― ανθρώπους σαν τον Θωμά της απόλυτης πιστευματικής σχέσης με τον Αναστάντα Χριστό.
Και εδώ προκύπτει η ευθύνη της θεσμικής Εκκλησίας, όπου γής.
Δεν επιτρέπεται να γινόμαστε “φερέφωνα” πολέμων, να ευλογούμε επιθετικούς πολέμους, να προωθούμε έμμεσα αυτό που καταγγέλλουμε άμεσα, να ευλογούμε τον πολυδιχασμό των ανθρώπων σε υποψήφιους ανθρώπινους στόχους, να “θρησκευτικοποιούμε” ανθρώπινες αυτοκρατορίες η (εκ του αντιθέτου) να καταφάσκουμε δυναστικές επικυριαρχίες.
Τουλάχιστον, διότι ο κόσμος ―άθελά του― ανά τους αιώνες ψηλαφά την Εκκλησία.
Και δεν αναφέρομαι μόνο στον “εκτός Εκκλησίας” κόσμο, αλλά και στον “εντός της Εκκλησίας” άνηπτο και άγευστο κόσμο. Και η ψηλάφηση αυτή συνεχίζεται ανά τους αιώνες.
Ο κόσμος ψάχνει να βρεί αν η θεσμική Εκκλησία είναι πάντοτε αληθινή η όχι. Αν έχει τους ήλους στο σώμά της. Αν δηλαδή έχει πόνο για τα παιδιά της, όσα πάσχουν και υποφέρουν, χωρίς καμία συμπαράσταση. Αν αγαπά και πάσχει ειλικρινά, απροϋπόθετα γι’ αυτά. Αν θυσιάζεται για τα μέλη της. Αν είναι λιτή, ασκητική, αληθινή, ταυτισμένη με τον Σταυρό και την Ανάσταση του Χριστού.
Στην Αμερική π.χ. πολλοί νέοι γίνονται Ορθόδοξοι, μαγνητισμένοι από την διαπιστωμένη (σέ ενοριακούς η μοναστικούς θύλακες) αυστηρότητα του Ορθόδοξου πιστευματικού ήθους (τό οποίο απουσιάζει από τις ποικίλες άλλες χριστιανικές εκδοχές).
Και όταν την βρίσκει έτσι, ενθουσιάζεται και υμνεί από την καρδιά του τον Αναστάντα Χριστό και αναφωνεί την σωτήρια ομολογία του αποστόλου Θωμά: “Εδώ είναι το φως μου, ο Κύριός μου και ο Θεός μου”!
***
Όταν, όμως, δεν την βρίσκει έτσι, και βρίσκει αντί για λιτότητα χλιδή, αντί για αλήθεια διπλωματία, αντί για ενότητα διχόνοια, τότε σκανδαλίζεται και απελπίζεται. Τότε πέφτει επάνω μας βαρύς ο λόγος του Χριστού: «Εξαιτίας σας βλασφημείται το όνομά μου στα έθνη».
Βλασφημείται το όνομα του Χριστού για τον πόλεμο της Ρωσίας με την Ουκρανία, με τόσες εικόνες “νέων σταυροφοριών” με την θρησκεία δουλίδα στην πολεμική φρίκη.
Βλασφημείται το όνομα του Χριστού για τις ομαδοποιήσεις των Ορθοδόξων εν είδη φατριών.
Βλασφημείται στην Ασία και στην ᾿Αφρική, γιατί οι λαοί αυτοί προσδοκούσαν από την χριστιανική Ευρώπη (τήν κάποτε δήθεν χριστιανική), να μην τους αδικεί, να μην τους αιματοκυλάει και να μην εμπορεύεται τον Χριστό.
Βλασφημείται το όνομα του Χριστού, όταν τα άλλα έθνη βάζουν το δάκτυλό τους στην Ελλάδα, την Ορθόδοξη, τη Χριστιανική, και βλέπουν ότι η Ελλάδα παραπαίει στην εκκοσμίκευση. Άφησε το λεβέντικο ήθος της ρωμιοσύνης και ακολουθεί το ισοπεδωτικό χειμαρρώδες ρεύμα του μετανεωτερισμού (τής μετανεωτερικής ομογενοποίησης και του μηδενισμού προς κάθε παραδοσιακή ρίζα).
Βλασφημείται το όνομα του Χριστού, όταν ο κόσμος ερευνά την ζωή του χριστιανού και διαπιστώνει ανακολουθία και υποκρισία. Δυστυχώς, άλλα λέμε και άλλα κάνουμε. Δεν αντέχουμε στην ψηλάφηση.
***
Πόσο όμως θ’ άλλαζε η ιστορία της γής, αν ο κόσμος που μας ψηλαφεί διαπίστωνε ότι είμαστε αληθινοί χριστιανοί βιώνοντας “τίς μορφές της εικόνας του Χριστού” (ζώντας κοινωνικά, ασκητικά, εκκλησιαστικά και χαρισματικά όσα μας χάρισε και μας χαρίζει ο Κύριος διά μέσου όλης της θείας ενανθρώπησής Του). Και τότε να ομολογούμε με το χριστοειδές ήθός μας ότι βρήκαμε, ζούμε, ευαγγελιζόμαστε τον Κύριό μας και Θεό μας.
Αυτός είναι το φως του κόσμου, και όποιος Τον ακολουθεί δεν βαδίζει στα σκοτεινά, αλλά έχει πάντοτε το φως το ανέσπερο του Χριστού, το φως της ζωής.