1. Είχαμε διακόψει για λίγο τα δογματικά μας κηρύγματα, αδελφοί χριστιανοί, γιατί ήταν ανάγκη να μιλήσουμε για θλιβερά κακά συμβαίνοντα στον τόπο μας στα αποκαλυπτικά αυτά χρόνια που ζούμε.
Επανερχόμεθα τώρα στην σειρά των δογματικών μαθημάτων μας, που είναι απαραίτητα, γιατί αναφέρονται στην πίστη μας και την γνώση μας για τον Θεό. Και αυτά τα μαθήματα είναι τα πιο αναγκαία που πρέπει να μάθουμε, γιατί με βάση αυτά θα ρυθμίζουμε σωστά την ζωή μας.
Μιλάμε για τις ιδιότητες ή τα προσόντα του Θεού. Μη γνωρίζοντες πως να τα χωρίσουμε αυτά για να τα μελετήσουμε καλύτερα, προτιμούμε την διαίρεση σε φυσικά, σε λογικά και ηθικά προσόντα. Φυσικά προσόντα είναι αυτά για τα οποία μιλήσαμε ήδη, η πανταχού παρουσία, η αιωνιότητα και η παντοδυναμία του Θεού. Στο προηγούμενο δογματικό κήρυγμά μας μιλήσαμε για τα λογικά προσόντα και κάναμε λόγο για την παγγνωσία του Θεού. Παγγνωσία του Θεού σημαίνει ότι ο Θεός γνωρίζει τα πάντα. Τα πάντα! Και αυτά που έγιναν και αυτά που συμβαίνουν τώρα και αυτά που πρόκειται να συμβούν μέχρι το τέλος του κόσμου. Μαζί με την παγγνωσία του Θεού συνδέεται και η πανσοφία Του. Πανσοφία του Θεού σημαίνει ότι Αυτός γνωρίζει τα άριστα μέσα για τους άριστους σκοπούς. Με την πανσοφία Του ο Θεός έκανε τον κόσμο και κυβερνά τον κόσμο. Θαυμάζοντες τα ωραία της φύσεως λέγουμε μαζί με τον Ψαλμωδό: «Ως εμεγαλύνθη τα έργα Σου, Κύριε, πάντα εν σοφία εποίησας» (Ψαλμ. 103,24).
Λόγω της πανσοφίας του Θεού τα πάντα στον κόσμο αποτελούν ένα αρμονικό σύνολο, αποτελούν μία κλίμακα με πολυποίκιλα μέσα και σκοπούς και με όλα αυτά πετυχαίνεται ο γενικός σκοπός του κόσμου. Έτσι η πανσοφία του Θεού έκανε ώστε κάθε ύπαρξη, κάθε ον στον κόσμο, να έχει μέσα του τον δικό του, τον ιδιαίτερο σκοπό της υπάρξεώς του, αλλά και αυτό πάλι να είναι συνάμα και μέσον για κάποιο άλλο ανώτερο σκοπό και εκείνο πάλι για άλλο ανώτερο σκοπό. Έτσι όλα έχουν ταχθεί το καθένα κατά την πανσοφία του Θεού να εξυπηρετούν κάποιο γενικό σκοπό, τον οποίο εμείς οι ατελείς και πεπερασμένοι άνθρωποι δεν μπορούμε να νοήσουμε.
2. Αλλά στο σημερινό μου κήρυγμα, αδελφοί χριστιανοί, θέλω να σας μιλήσω με λίγα λόγια και για τα ηθικά προσόντα του Θεού, για την αγιότητά Του, την δικαιοσύνη Του και την αγάπη Του.
(α) Και κατά πρώτον, για την αγιότητα του Θεού. Ο Θεός μας, αγαπητοί μου, είναι άγιος. Είναι πανάγιος και υπεράγιος. Αυτό σημαίνει ότι ο Θεός είναι το απόλυτο καλό. Ο Θεός είναι «ο φύσει άγιος». Ο προφήτης Ησαίας, όταν εκαλείτο στο προφητικό του αξίωμα, άκουσε τους αγγέλους να υμνούν τον Θεό και να λέγουν: «Άγιος, άγιος, άγιος Κύριος Σαβαώθ» (Ησ. 6,3). Αυτή η τριπλή επανάληψη του «άγιος» σημαίνει τον απόλυτα άγιο. Θεός και καλό ταυτίζονται απόλυτα, ενώ Θεός και κακό είναι άκρως αντίθετα. Επομένως, αφού Θεός και κακό είναι τελείως αντίθετα, το κακό που παρατηρούμε στον κόσμο δεν προέρχεται από τον Θεό. Δεν είναι ο Θεός ο αίτιος του κακού. «Ουδέν φαύλον υπό του Θεού πεποίηται», λέγει ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς. Επομένως, όποιος ενοχλείται και πειράζεται, ας μην λέγει ότι «πειράζομαι από τον Θεόν· ο γαρ Θεός απείραστος εστι κακών, πειράζει δε αυτός ουδένα» (Ιακ. 1,13). Υπάρχουν όμως στην Αγία Γραφή κάποια χωρία, στα οποία σαν να φαίνεται ότι ο Θεός έχει κάποια σχέση με το κακό που παρατηρείται στον κόσμο. Λέγει για παράδειγμα ο προφήτης Αμώς: «Μήπως συμβαίνει κακό στην πόλη χωρίς ο Θεός να έχει προξενήσει αυτό;» (3,6. Βλ. και Εξ. 4,21. Β´ Θεσ. 2,11). Αλλά αυτά τα χωρία πρέπει να τα νοήσουμε ότι σημαίνουν ότι ο Θεός ανέχεται το κακό, μακροθυμεί σ᾽ αυτό, το παραχωρεί, αφού ο άνθρωπος, σαν ελεύθερος που είναι, το προτιμά. Ή μπορεί πάλι να πούμε ότι αυτά τα χωρία της Αγίας Γραφής, που σχετίζουν τον Θεό με το κακό, εκφράζουν την «περί προόδου της αμαρτίας αντίληψη», ένα μεγάλο και σπουδαίο θεολογικό θέμα αυτό, για το οποίο, αγαπητοί μου, θέλω να σας μιλήσω κάποτε με απλά λόγια για να το καταλάβετε. – Και αφού λοιπόν ο Θεός είναι άγιος μας καλεί όλους σε αγιότητα και μας λέγει: «Έσεσθε άγιοι, ότι άγιός ειμι εγώ Κύριος» (Λευιτ. 11,45).
[irp posts=”385740″ name=”«Μόνο ο Θεός το ξέρει!» (διδακτική ιστορία)”]
(β) Ερχόμαστε τώρα στην δικαιοσύνη του Θεού. Ο Θεός, αδελφοί, είναι δίκαιος. Αφού ο Θεός είναι άγιος, όπως είπαμε, και θέλει και εμείς να γίνουμε άγιοι, έδωσε τον άγιο νόμο Του, ώστε, τηρούντες και εφαρμόζοντες αυτόν, να γίνουμε άγιοι. Αλλά δεν τηρείται πάντοτε από τους ανθρώπους ο νόμος του Θεού. Γι᾽ αυτό και ο Θεός ενεργεί ως φρουρός του νόμου Του, σαν δικαστική αρχή, ας το πούμε έτσι, και αμείβει μεν την υπακοή στον θείο νόμο, τιμωρεί δε την παρακοή σ᾽ αυτόν. Αυτό είναι η δικαιοσύνη του Θεού. Δηλαδή, με λίγα λόγια: Ο Θεός με το να θέσει την ηθική τάξη στον κόσμο και να δώσει στους ανθρώπους τον τέλειο νόμο Του, που φτιάχνει τέλεια κοινωνία, είναι άγιος. Καθόσον όμως συγκρατεί την ηθική αυτή τάξη και οδηγεί τα πάντα στον ύψιστο σκοπό και τέλος, είναι δίκαιος.
Αλλά στα πράγματα της ζωής φαίνεται πολλές φορές μια αντιφωνία. Βλέπουμε, δηλαδή, τους καλούς να υποφέρουν και τους κακούς να ευτυχούν. Αυτό πάλι, χριστιανοί μου, είναι ένα άλλο μεγάλο και σπουδαίο θέμα, που λέγεται «πρόβλημα της θεοδικίας». Με αυτό το θέμα ασχολείται στην Παλαιά Διαθήκη ολόκληρο το βιβλίο του Ιώβ. Αυτό που σύντομα μπορώ να σας πω εδώ για το θέμα αυτό είναι, πρώτον μεν, ότι τα παθήματα του ανθρώπου δεν είναι πάντοτε τιμωρίες για τα αμαρτήματά του, αλλά είναι και μέσα δοκιμασίας και καθαρμού του και εξαγιασμού του. Και το άλλο που θέλω να σας πω είναι ότι δεν τελειώνει η ζωή του ανθρώπου με την ζωή αυτή στον παρόντα αυτόν κόσμο. Υπάρχει και άλλη ζωή και αυτή η ζωή είναι αιώνια. Σ᾽ αυτήν λοιπόν την άλλη ζωή θα τακτοποιήσει ο Θεός τα ατακτοποίητα που παρατηρούνται στον παρόντα κόσμο. Εμείς πάντως δεν πρέπει να κλονιζόμαστε καθόλου και καθόλου δεν πρέπει να αμφιβάλλουμε για την δικαιοσύνη του Θεού. «Ο δε δίκαιος εκ πίστεως ζήσεται»! Ο ευσεβής, δηλαδή, πρέπει να είναι στερεωμένος στην πίστη ότι ο Θεός είναι δίκαιος. Αυτή είναι η απάντηση που έδωσε στα χρόνια του ο προφήτης Αββακούμ στους κλονιζομένους για την δικαιοσύνη του Θεού: «Ο δε δίκαιος εκ πίστεως ζήσεται» (2,4)!
(γ) Για την αγάπη, τέλος, του Θεού έχουμε να πούμε ότι, «ο Θεός αγάπη εστι» (Α´ Ιωάν. 4,8)! Η αγάπη του Θεού σε ᾽μας φαίνεται πρώτον στο ότι μας δημιούργησε για να γίνουμε μέτοχοι της μακαριότητάς Του, της δόξας Του. Και όταν αμαρτήσαμε και χάσαμε την δόξα μας, ο Θεός έστειλε τον Μονογενή Του Υιό και σαρκώθηκε και σταυρώθηκε για ᾽μας, για την άφεση των αμαρτιών μας και την επαναφορά μας στην πρώτη μας ομορφιά, στο «αρχαίο κάλλος»! Μας έβαλε στην οικογένειά Του, που λέγει «Εκκλησία», μας έκανε παιδιά Του. «Ίδετε – λέγει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης – ποταπήν αγάπην δέδωκεν ημίν ο πατήρ ίνα τέκνα Θεού κληθώμεν»! Αλλά μας περιμένει μεγαλύτερη ακόμη δόξα. «Ούπω εφανερώθη τι εσόμεθα· οίδαμεν δε εάν φανερωθή, όμοιοι αυτώ εσόμεθα, ότι οψόμεθα αυτόν καθώς εστι» (Α´ Ιωάν. 1,1-2)!
Αλλά και ενώ ακόμη επιμένουμε να αμαρτάνουμε ο Θεός μας ανέχεται. Η σε ᾽μας τους αμαρτωλούς αυτή αγάπη του Θεού καλείται «ευσπλαγχνία», «μακροθυμία», «χάρις», «έλεος», κ.α.
Αγαπητοί μου! Στην προς εμάς αγάπη αυτή του Θεού, η οποία καλείται και «αγαθότητα», πρέπει να ανταποκριθούμε με την δική μας αγάπη σ᾽ Αυτόν. Αγάπη στον Θεό και στον πλησίον μας, που πρέπει να τον βλέπουμε ως εικόνα του Θεού. «Ο μη αγαπών ουκ έγνω τον Θεόν, ότι ο Θεός αγάπη εστίν» (Α´ Ιωάν. 4,8)!
Με πολλές ευχές,
† Ο Μητροπολίτης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως Ιερεμίας