1. Την σημερινή ημέρα, αδελφοί μου χριστιανοί, την 28η Οκτωβρίου, εμείς που κατοικούμε την ευλογημένη αυτή γωνιά που λέγεται Ελλάδα, εορτάζουμε ιδιαίτερα την Υπεραγία Θεοτόκο. Και πάλιν είδαμε την Παναγία μας ως υπέρμαχο στρατηγό του έθνους μας!
Δύο ισχυρά κράτη, η Ιταλία και η Γερμανία, επετέθηκαν κατά της πατρίδος μας, η οποία δεν είχε άρματα πολλά και τάκνς μεγάλα, αλλά δεν νίκησαν αυτά. Νίκησε η μικρή Ελλάδα. Γιατί έτσι; Γιατί οι στρατιώτες μας και όλος ο λαός μας προσευχόταν στην Παναγία. Αυτή ήταν η μαυροφόρα Εκείνη που προπορευόταν στα ελληνικά στρατεύματα και νίκησαν οι Έλληνες στρατιώτες μας.
2. Αλλά η σημερινή Κυριακή λέγεται στην εκκλησιαστική γλώσσα Ζ´ Κυριακή του Λουκά. Η ευαγγελική περικοπή που ακούσαμε έλεγε για δύο θαύματα, μεγάλα θαύματα του Χριστού. Το ένα θαύμα μιλούσε για την ανάσταση της θυγατέρας του Ιαείρου και το άλλο θαύμα μιλούσε για την θεραπεία της αιμορροούσης γυναίκας. Ο Ιάειρος, που ήταν άρχοντας της συναγωγής των Ιουδαίων, είχε άρρωστη μία μονάκριβη θυγατέρα δώδεκα ετών περίπου. Και παρεκάλεσε γονατιστός τον Ιησού να πάει σπίτι του για να την θεραπεύσει. Φανταστείτε αυτήν την σκηνή, αγαπητοί μου. Οι Ιουδαίοι μάχονταν τον Ιησού Χριστό, δεν ήθελαν να τον παραδεχθούν για Μεσσία. Αλλά ο άρχοντας της συναγωγής των Ιουδαίων, αυτός γονάτισε μπροστά στον Χριστό και τον παρεκάλεσε να θαυματουργήσει για την κόρη του. Και για την θερμή του προσευχή ο Χριστός πήγαινε στο σπίτι του, για να κάνει καλά την βαρειά άρρωστη κόρη του.
3. Αλλά την ώρα που πήγαινε ο Ιησούς στο σπίτι του Ιαείρου, τον ακολουθούσε πολύς λαός και τον συνέθλιβε. Τότε, λοιπόν, κάποια γυναίκα που υπέφερε από αιμορραγία, εδώ και δώδεκα χρόνια, και είχε ξοδεύσει όλη της την περιουσία στους γιατρούς, για να θεραπευθεί, πλησίασε τον Ιησού Χριστό και άγγιξε το ένδυμά του από πίσω, για να μη γίνει αντιληπτή, και αμέσως σταμάτησε η αιμορραγία της. – Και τα δύο αυτά πρόσωπα, αδελφοί μου χριστιανοί, πλησίασαν τον Χριστό για το καλό τους, αλλά τον πλησίασαν με ταπεινό και μυστικό και όχι με πομπώδη τρόπο. Έτσι πρέπει να προσευχόμαστε, για να γίνει η προσευχή μας ακουστή από τον Θεό. Η προσευχή στα γόνατα, όπως ήταν η προσευχή του Ιαείρου, είναι πράγματι προσευχή με ταπείνωση. Και η προσευχή, με το να αγγίξει μυστικά τον Χριστό η αιμορροούσα γυναίκα, δεικνύει το μυστικοπαθές που πρέπει να έχει η σχέση μας με τον Χριστό. Πραγματικά, οι άγιοι Πατέρες μας συνιστούν να προσευχόμαστε νοερά και χωρίς πομπώδη άσματα και εκστατικό ύφος, όπως κάνουν τα ανατολίτικα θρησκεύματα. Η σημερινή μας ευαγγελική περικοπή, αγαπητοί, μας λέγει ότι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός αρέσκεται σ᾽ αυτού του είδους την προσευχή, την μυστικοπαθή και νοερή προσευχή, που δεν την ακούουν μεν οι άλλοι, αλλά φθάνει ηχηρά στα ώτα Κυρίου Σαβαώθ. Έτσι μυστικά προσευχόταν και ο Μωυσής, κινώντας τα χείλη του μόνο, αλλά ο Θεός του είπε: «Τι βοάς προς με;» (Εξ. 14,15). Και ενώ πολλοί πίεζαν τον Χριστό και τον συνέθλιβαν, ο Χριστός δεν έδωσε σημασία στα αγγίγματά τους αυτά. Στο απαλό όμως και ευλαβές άγγιγμα της αιμορροούσης, ο Χριστός ερώτησε επιτακτικά: «Ποιος με άγγιξε;» (στιχ. 45).
4. Έφθασε, τέλος πάντων, ο Ιησούς στην οικία του άρχοντος Ιαείρου. Έφθασε και βρήκε μία κατάσταση ταραγμένη και αναστατωμένη, γιατί στο μεταξύ είχε πεθάνει η δωδεκαετής μονάκριβος κορούλα. Αλλά ο Χριστός τους είπε: «Μη κλαίετε· ουκ απέθανε, αλλά καθεύδει». Αλλά οι παριστάμενοι όλοι τον περιγελούσαν, γιατί ήταν βέβαιοι ότι το κορίτσι πέθανε. Και ο Χριστός, αφού πήρε τους τρεις μαθητές Του, τον Πέτρο, τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη, και τον πατέρα και την μητέρα της κόρης, πήγε στο δωμάτιο της νεκρής. Τους έβγαλε όλους έξω, εκτός από την συνοδία που πήρε Αυτός, έπιασε από το χέρι την νεκρή και της φώναξε δυνατά: «Η παίς, εγείρου»! Δηλαδή, «Κόρη, σήκω επάνω». Και αμέσως, χριστιανοί μου, το πνεύμα, δηλαδή η ψυχή, της θυγατέρας του Ιαείρου επέστρεψε στο σώμα της και αναστήθηκε αμέσως.
5. Για ανάσταση νεκρού είδαμε και στην σημερινή ευαγγελική περικοπή, αδελφοί μου, όπως το ίδιο είδαμε και πριν από λίγο καιρό, με την ανάσταση του υιού της χήρας της Ναίν. Ο Χριστός κυριεύει ζώντων και νεκρών και με τον ιδικό Του θάνατο και με την ιδική Του ανάσταση πάτησε και νίκησε τον θάνατο, τον μεγάλο αυτό εχθρό, που μας έφερε η αμαρτία. Ο Κύριός μας, αδελφοί, είναι Θεός παντοδύναμος. Τίποτα δεν υπάρχει αδύνατο σ᾽ Αυτόν. Κυβερνά και τα ουράνια και τα επίγεια και τα καταχθόνια, και όλη η κτίση υπακούει δουλικά σ᾽ Αυτόν, γιατί προήλθε απ᾽ Αυτόν και δουλεύει πιστά σ᾽ Αυτόν.
Με πολλές ευχές,
† Ο Μητροπολίτης Γόρτυνος και Μεγαλοπόλεως Ιερεμίας