Toυ Βασίλειου Ευσταθίου, Δρ. Φυσικού, πτ. Θεολογίας (Τμ.Κοιν.Θ.ΕΚΠΑ)
Ένας μήνας πέρασε μετά το τραγούδι της χαράς του σημερινού Πρωθυπουργού της Ελλάδας που άρχισε να γράφει στις Πρέσπες, όπως δήλωσε ο ίδιος, την ίδια στιγμή που λίγα χιλιόμετρα πιο πέρα υπό την πίεση των ΜΑΤ, που ήταν ολοφάνερες οι σαφείς εντολές που εκτελούσαν, μεταξύ των άλλων περιπτώσεων ξυλοδαρμών των ομολογουμένως ειρηνικών διαδηλωτών, μια γυναίκα αφού έπεσε από μεγάλο ύψος και βρέθηκε στο έδαφος χτυπημένη, σκάζοντας δίπλα της ένα δακρυγόνο από τα αμέτρητα που έριξαν, βρέθηκε σε κίνδυνο για την ζωή της.
Στο τόπο της τελετής πάλι, οι ντόπιοι, αν και βοήθησαν βέβαια ως δήμος όπως τους ζητήθηκε χωρίς να μπορούν να κάνουν αλλιώς και με βαριά καρδιά στις ετοιμασίες, μετά από λίγες ώρες στέκονταν να παρακολουθούν σκυθρωποί την τελετή των υπογραφών, που δεν έχει εγκρίνει η συνείδηση του ελληνικού λαού, και ούτε ποτέ θα εγκρίνει, πραγματοποιούμενη αυτή ως βιασμός της θέλησής του. Παντού στην περιοχή μαζί με τις γαλανόλευκες κυμάτιζαν μαύρες σημαίες, ενώ χτύπαγαν καμπάνες πένθιμα. Τέτοιο ‘τραγούδι χαράς’ ήταν αυτό που έγραψε ο Πρωθυπουργός!
Δήλωσε κατά την τελετή ότι «δεν ανταμώνουμε για να θρηνήσουμε τις ήττες του παρελθόντος» και στην πράξη πρόσθεσε μια άνευ προηγουμένου ήττα στην Ελλάδα – μια γιγαντιαία ήττα ανυπολόγιστων συνεπειών χωρίς τον παραμικρό πόλεμο, όπου αντί για να ανταλλαχθούν πυρά, ανταλλάχθηκαν γραβάτες. Ήξερε να μιλήσει για «το δηλητήριο του σοβινισμού, τη διχόνοια του εθνικιστικού μίσους και της πατριδοκαπηλίας», ξέχασε όμως κάτι ακόμα – το δηλητήριο εκ αριστερών που ονομάζεται «μαρξισμός», που τα θύματά του στον κόσμο υπήρξαν εκατοντάδες εκατομμύρια. Πως όμως να μιλήσει γι’ αυτό, αφού όπως θα αναφέρουμε λίγο παρακάτω μια τέτοια εξέλιξη στις Πρέσπες την ποθούσαν εκ αριστερών διακαώς από το 1943. Μιλάει για πατριδοκαπηλεία, όπως άλλες φορές για έμπορους πατριωτισμού, την στιγμή που ο ίδιος δεν πουλάει πατριωτισμό, αλλα ξεπουλάει την ίδια την πατρίδα, και μάλιστα απίστευτα φτηνά. Διαβάζει κανείς στην πλούσια αρθογραφία για το θέμα άλλοι να θεωρούν ότι οι πρώτοι που επεδίωκαν αυτήν την κατάληξη του θέματος στις Πρέσπες ήταν ο Πρωθυπουργός μαζί με τον Υπουργό Εξωτερικών, άλλοι θεωρούν ότι πιο πολύ επιζητούσαν αυτήν οι γείτονές μας που τους αφορά και την υπέγραψαν, άλλοι υποστηρίζουν ότι πίσω από όλα πρώτοι κρύβονται οι Δυτικές Δυνάμεις. Όμως την απάντηση από ποιους κατεξοχήν υποκινείται το θέμα εύκολα μπορούμε να την λάβουμε από το ιστορικό προηγούμενο του περασμένου αιώνα, στο οποίο θα επανέλθουμε λίγο αργότερα.
Η δική μας ευθύνη
Αντί γι’ αυτό όμως ας δούμε τώρα την δικιά μας ευθύνη ως λαός, την στιγμή που στις εκλογές που ανάδειξαν την νυν κυβέρνηση (9/15), σχεδόν οι μισοί ψηφοφόροι δεν θέλησαν να πάνε να ψηφίσουν, αφήνοντας την μοίρα της χώρας στην κρίση των υπόλοιπων, από τους οποίους ένας στους τρεις περίπου ψήφισαν να τους κυβερνήσει εκείνος που λίγο πριν τους είχε καλέσει σε δημοψήφισμα και τους ψήφους τους που ήταν ‘όχι’ στην καθαρή πλειοψηφία τους μετάλλαξε σε ‘ναι’. Από αυτή την σπορά του λαού μας λοιπόν, θερίζουμε τώρα τους καρπούς. Έτσι και τα μεγαλειώδη συλλαλητήρια για το μείζων εθνικό θέμα της Μακεδονίας, και μάλιστα με 1,5 εκατομμύριο κόσμο της Αθήνας και 0, 5 εκατομμύριο κόσμο της Θεσσαλονίκης, είχαν την ίδια μοίρα στα μάτια του Πρωθυπουργού όπως το δημοψήφισμα που περιφρόνησε, αποκαλώντας απλά τον λαό που διαμαρτυρόταν ως ετερόκλητο όχλο και δηλώνοντας λίγο πριν τις Πρέσπες το εμπαικτικό «Σέβομαι τις αντιδράσεις του κόσμου, αλλά δεν τις φοβάμαι.» – αφού σέβεσαι τον λαό που διαμαρτύρεται γιατί δεν τον λαμβάνεις υπόψιν, αλλά αντίθετα λες ότι δεν φοβάσαι, πράγμα που είναι δηλωτικό της αναισθησίας που κουβαλάει η αθεία. Και εδώ είναι ακριβώς το πρόβλημα μας των Ελλήνων: Όταν ψηφίζουμε κάποιον δηλωμένο άθεο, που ηγείται σε μια άθεη πολιτική παράταξη, τι περιμένουμε ως λαός από αυτόν και την παράταξή του να πράξει για την πίστη μας, την ιστορία μας, τις παραδόσεις μας, τις αξίες μας; Αφού δεν του λένε τίποτε αυτά γι’ αυτόν και την παράταξή του. Μπροστά στο ιδεολογικό περιεχόμενο του εγκεφάλου τους, όλα αυτά είναι για το κάλαθο των αχρήστων. Και ιδού πως βρεθήκαμε με νόμους υπέρ της ομοφυλοφιλίας, με διαλυμένα βιβλία στα σχολεία, με χιλιάδες αλλόθρησκους πρόσφυγες και τζαμιά για αυτούς, με ένα γειτονικό ‘κράτος’ με το όνομά μας, ετοιμάζοντας να πάρει και δικαιώματα στα προιόντα μας και στη θάλασσά μας. Αν όλοι οι Έλληνες έτρεχαν να ψηφίσουν στις εκλογές κατά συνείδηση, όσο απελπιστικά και να πρόβαλλαν όλα, το ελάχιστο καλό που θα μπορούσαμε να πετύχουμε θα ήταν μια κάπως διαφορετική κοινοβουλευτική σύνθεση, που έστω θα μπορούσε τουλάχιστον να μπλοκάρει κάποια από τα άθεα φρικαλέα νομοσχέδια που ξεφύτρωσαν με το να μην υποχωρήσουν αρκετοί για να τα υπερψηφίσουν, όπως δυστυχώς τώρα πιά δεν έγινε και όλη η σάρα και η μάρα που έφεραν στην Βουλή έγιναν νόμοι.
Θα πρέπει να ελέγξουμε καλά και να προσέξουμε μήπως και η δική μας πίστη τελικά είναι μια μορφή αθείας. Γιατί εκεί οδηγεί η εκκοσμίκευση και το χάσμα μεταξύ λόγων και πράξεων, μεταξύ του ονόματος του Χριστιανού Ορθόδοξου και της ζωής με Ορθόδοξο φρόνημα. Μήπως καταντήσαμε τέτοιου είδους άθεοι και λάβαμε γι’ αυτό, τον πολιτικό κυβερνήτη, και όχι μόνο, που μας άξιζε; Μήπως από εκεί αρχίζουν όλα τα βαθύτατα προβλήματά μας; Άλλωστε όπως στους Ψαράδες στις Πρέσπες προδόθηκε το όνομα της Μακεδονίας μας τον Ιούνιο του 18, σε ένα άλλο χωριό, στο Κολυμπάρι στην Κρήτη, τον Ιούνιο του 16, προδόθηκε το όνομα της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας. Το δεύτερο πραγματοποιήθηκε με το διαχωρισμό οντολογίας και φαινομενολογίας, το πρώτο έγινε πράξη με τον διαχωρισμό ιστορίας και γεωγραφίας (βλέπε γι’ αυτο παρακάτω). Στο βόρειο όριο της πατρίδας μας, η γραμμένη με αίμα ηρώων τρισχιλιετής ιστορία της περιχαρακώθηκε, στο νότιο όριο της η επικυρωμένη με αίμα μαρτύρων αγιοπατερική διδασκαλία της Εκκλησίας μας αμαυρώθηκε. Αν θέλουμε την Εκκλησία μας, αν θέλουμε την Μακεδονία μας, μία είναι οδός να τα έχουμε, να θέλουμε τον Θεό, αποδεικνύωντάς το με την εν λόγω και έργω ομολογία μας. Αν οι ψηφοφόροι που δηλώνουν πιστοί ομολογούσαν και στις κάλπες, αν οι βουλευτές που δηλώνουν πιστοί ομολογούσαν και στο βήμα της βουλής, τότε εύκολα καταλαβαίνουμε πως τα πράγματα δεν θα είχαν φτάσει στο σημείο που βρίσκονται τώρα. Διαφορετικά δεν είμαστε πιστοί, και αν δεν θέλουμε να είμαστε και υποκριτές, τουλάχιστον ας αφήσουμε τις διπλωματίες και ας το παραδεχθούμε. Γιατί μόνο με την ειλικρίνεια μπορεί ο άρρωστος να γιατρευτεί, και η αθεία να νικηθεί.
Γιατί αν δεν κρυφτεί η αθεία πίσω από το ψέμα πως θα σταθεί; Το ερώτημα λοιπόν είναι θέλουμε να είμαστε άθεοι ή θέλουμε να είμαστε πιστοί; Γιατί δεν έχει νόημα να μιλούμε για την πίστη των προγόνων μας και να μην θέλουμε το δεύτερο. Ούτε έχει νόημα να μιλούμε για την αγάπη στην πατρίδα μας, αν δεν θέλουμε το δεύτερο, γιατί η ιστορία της πατρίδας μας και οι παραδόσεις της είναι άρρηκτα συνυφασμένες με την πίστη μας, πέρα του ότι οι άθεοι που κυβερνούν σήμερα δεν είναι μόνο άπιστοι, αλλά και εθνομηδενιστές. Αν θέλουμε την πίστη μας και την πατρίδα μας πρέπει να πάψουμε να καλύπτουμε την αθεία, που παρασύρει και εμάς με την μία ή την άλλη μορφή της, ώστε έτσι να την ξεριζώσουμε από μέσα μας και τότε θα μπορούμε να έχουμε την πίστη μας, ζώντας με ομολογία. Και τότε και η Εκκλησία θα είναι δικιά μας, όπως και η Ελλάδα, με την Μακεδονία, αλλά και την Θράκη, την Ήπειρο, το Αιγαίο.
Κατά της επιστημονικής αλήθειας
Το να ομολογείς την αλήθεια στην εποχή μας βέβαια χρειάζεται αγώνα και θυσία ως κάτι πολύ δύσκολο, όπως βλέπουμε και με την χρήση του όρου Μακεδονία από τους γείτονές μας, την οποία εγκρίνουν και τα άλλα κράτη, ενώ αυτοί δεν έχουν ιστορική σχέση με αυτόν τον όρο, σχέση που έχει αποκλειστικά ο λαός μας, γεγονός αποδεδειγμένο τρανά μέσα στην παγκόσμια επιστημονική κοινότητα (αρχαιολογικά ευρήματα στην περιοχή, τουλάχιστον από τον 8ο αι. π.Χ, μαρτυρούν ότι γλώσσα της Μακεδονίας ήταν πάντα η ελληνική, ιστορικές μαρτυρίες, όπως του Ιουδαίου Ιώσηπου (1ος αι. μ.Χ.) και του Ιππόλυτου Ρώμης (2ος – 3ος αι. μ.Χ.), μη Ελλήνων ιστορικών της ελληνιστικής – ρωμαικής περιόδου, αποδεικνύουν ότι ο Μ. Αλέξανδρος και οι Μακεδόνες είχαν ελληνική συνείδηση και ανήκουν στο έθνος των Ελλήνων, ενώ η πλέον γνωστή μαρτυρία του Στράβων «Έστι μεν ούν Ελλάς και η Μακεδονία» είναι σαφής και ηχηρή). Και παρόλα αυτά, και οι γείτονές μας και τα άλλα κράτη παραβλέπουν αυτή την επιστημονική ιστορική αλήθεια και προχωρούν στην παραχάραξή της, δείχνοντας ότι αυτό δεν τους κοστίζει τίποτα. Μόνο και μόνο το γεγονός που συμβαίνει τώρα, ότι δηλαδή δεν υπολογίζουν ένα ουσιαστικό και μεγαλειώδες για την παγκόσμια ιστορία κεφάλαιο, είναι κάτι που αποδεικνύει την τραγική βαθιά ηθική πτώση του σημερινού ανθρώπινου πολιτισμού και την παραίτησή του από ιδανικά και αξίες, που θα μπορούσαν να τον οδηγήσουν στην ανάδειξη και καταξίωση του μέσα στο αιώνιο γίγνεσθαι. Έτσι ακόμα και η επιστήμη, ενώ θα μπορούσε να υπηρετεί τον άνθρωπο, να του απαντά μεγάλα ερωτήματα, όσον αφορά την φυσική του υπόσταση, να του χαρίζει ευημερία, ωστόσο εργαλειοποιείται στην υπηρεσία πολιτικοστρατιωτικών και οικονομικών συμφερόντων και αντί να εκφράζεται στο όνομά της η αλήθεια, διαδίδεται μέσω αυτής κάθε λογής προπαγάνδα και του κάθε ταγμένου εργάτη της τα προσωπικά του φιλοσοφικοθρησκευτικά πιστεύω και κοσμοείδωλα. Ωστόσο όποιος εμμένει να υποστηρίζει και να διαφυλάττει την αλήθεια, πάντα δικαιώνεται και δεν έχει να φοβάται τίποτα, γιατί έχει με το μέρος του την αλήθεια που εκ φύσεως είναι απαρασάλευτη, ακατάβλητη, αιώνια. Το φως του Ηλίου όταν διασχίζει τόπους δυσώδεις και ρυπαρούς, ούτε αλλιώνεται, ούτε χάνει την λάμψη του, ως κατά πολύ ανώτερο και λεπτότερο στη φύση του, αλλά συνεχίζει αμείωτο, να αστράφτει και να θερμαίνει, μεταμορφώνοντας τα πάντα (τα φωτόνια παραμένουν αμετάβλητα, ενώ τα υλικά σωματίδια διασπώνται ή συντίθενται με την εκπομπή ή απορρόφησή φωτονίων). Έτσι είναι η αλήθεια.
Τα τρία βήματα της πτώσης στις Πρέσπες
Για να έρθουμε στο θέμα μας, κατ’ αρχήν είναι σωστό να ονομάζουμε αυτό Σκοπιανό ή Μακεδονικό; Το πρόβλημα είναι των γειτόνων μας και όχι της Χώρας μας, αφού εκείνοι είναι, και όχι εμείς, που δεν έχουν όνομα, και χωρίς να είναι μέλη του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, θέλουν να γίνουν. Εμείς ούτε όνομα ψάχνουμε, ούτε ιστορία, αλλά και στο ΝΑΤΟ είμαστε, και στην ΕΕ. Είμαστε σε μια κυρίαρχη θέση, και έχοντας το πλεονέκτημα του ΒΕΤΟ στο ΝΑΤΟ θα μπορούσαμε να απαιτήσουμε μόνο και να μην δώσουμε τίποτα στους γείτονές μας: Δηλαδή κανένα όνομα που να περιέχει τον όρο Μακεδονία. Αυτοί μπορεί να τον χρησιμοποιούν, και να τον αναγνωρίζουν τα άλλα κράτοι στην κρατική ονομασία τους, αλλά και ως ταυτότητά τους, ωστόσο χωρίς την αναγνώρισή μας δεν θα μπορούσαν να ενταχθούν στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ. Χρησιμοποιούν κάτι αδιαμφισβήτητα κοσμοιστορικά δικό μας, το οποίο αν εμείς ως δικαιωματικοί κατοχοί του δεν συμφωνήσουμε να το έχουν, απλά τότε ποτέ δεν θα μπορέσουν να νομιμοποιηθούν να το έχουν. Και όμως με την Συμφωνία των Πρεσπών δίνουμε το όνομα, κατ’ αρχήν το κρατικό, τάχα έχοντας κέρδος, γιατί δεν ονομάστηκε απλά Μακεδονία, αλλά Βόρεια Μακεδονία, και γι’ αυτό αποδεχόμαστε την ένταξη στο ΝΑΤΟ. Μα δεν είχαμε καμιά ανάγκη, όπως εξηγήσαμε παραπάνω, και δεν υπήρχε κανένας λόγος να κάνουμε αυτό το πρώτο βήμα στην συμφωνία. Και αφού παραχωρούμε το όνομα Βόρεια Μακεδονία, προχωρούμε και στο δεύτερο βήμα να δώσουμε και την ιθαγένεια/υπηκοότητα Μακεδόνας-πολίτης Βόρειας Μακεδονίας, όπου τελικά οπωσδήποτε, όπως αντιλαμβανόμαστε σύμφωνα με ότι έχει συμβεί και σε όλες τις άλλες παρόμοιες περιπτώσεις διεθνώς, μένει μόνο το Μακεδόνας, ενώ θα μπορούσαμε από το σημείο αυτό τουλάχιστον να τους αποκαλούσαμε όπως είναι λογικό και όπως κανονικά συμβαίνει διεθνώς, ως Βορειομακεδόνες. Ταυτόχρονα δεχθήκαμε και την γλώσσα, ως σκέτο Μακεδονική γλώσσα. Αυτό το βήμα σημαίνει βέβαια στην πραγματικότητα ότι τους αναγνωρίζουμε Μακεδονική εθνότητα, αφού τίποτα δεν τους εμποδίζει έχοντας γλώσσα και υπηκοότητα Μακεδονική, να αυτοπροσδιορίζονται αβίαστα και ως Μακεδονικό Έθνος. Και αυτό άλλωστε σαφέστατα επιδιώκουν, όπως αναδεικνύει η μελέτη της ιστορίας της περιοχής κατά τον 20ο αιώνα (βλέπε παρακάτω). Πράγμα βέβαια πολύ σοβαρό για μας, με συνέπειες ανυπολόγιστης έκτασης για την πατρίδα μας, πολιτικά, στρατιωτικά, οικονομικά, πολιτιστικά. Και κέρδος να είχαμε υποθετικά με την ονομασία του γειτονικού ‘κράτους’ ως Βόρεια Μακεδονία, αποφεύγοντας το Μακεδονία, το χάσαμε τελείως, χάνοντας το νόημά του με την παράδοση της ουσιαστικής σημασίας ονομασίας Μακεδόνες και Μακεδονική γλώσσα, που αναδεικνύει την ύπαρξη Μακεδονικού έθνους.
Πριν προχωρήσουμε περισσότερο στην ανάλυση αυτού του καθοριστικού σημείου της συμφωνίας, που επισφραγίστηκε με την πολλαπλή αναφορά του γείτονα Πρωθυπουργού ήδη κατά την διάρκεια της τελετής υπογραφής της σε «Έλληνες και Μακεδόνες» και με την σιωπηλή αποδοχή της από τον δικό μας Πρωθυπουργό, η συμφωνία προχωράει και σε ένα ακόμα βήμα, τρίτο και εξίσου φοβερό, το οποίο κανείς δεν θα μπορούσε να το περιμένει και να το προβλέψει λίγο πριν αυτή δημοσιευτεί, όπου κάνουμε εμπορικές παραχωρήσεις, αφήνουμε περιθώρια για την εκμετάλλευση των προιόντων μας, δωρίζουμε τις ονομασίες τους, επιτρέπουμε την πρόσβαση στη θάλασσά μας και την εκμετάλλευση αυτής και του ζωντανού και ορυκτού πλούτου της από το γειτονικό ‘κράτος’. Τι άλλο υπάρχει να τους δώσουμε και δεν το κάναμε; Μόνο τους εαυτούς μας για δούλους τους, τίποτα άλλο. Δεν συνιστούν αυτά τα τρία βήματα της συμφωνίας των Πρεσπών μία υπερμεγεθή πτώση της χώρας μας μετά τις χωρίς συστολή, λογική, δημοκρατικότητα και αξιοπρέπεια, υποχωρήσεις της Κυβέρνησης;
Μακεδονική εθνότητα
για να παραθέσουμε το εξής σχετικό κρίσιμο ερώτημα και αμφιλεγόμενο σημείο: Στις περιοχές της θεωρούμενης μη ελληνικής Μακεδονίας, εννοώντας το γεωγραφικά (η ιστορία του διαχωρισμού ιστορικής και γεωγραφικής Μακεδονίας παρατίθεται παρακάτω), οι κάτοικοί τους που έχουν άλλη από την ελληνική συνείδηση είναι Μακεδόνες ή όχι; Αυτό είναι το όλο θέμα, όπου οι κάτοικοι του γειτονικού ‘κράτους’ των Σκοπίων, μαζί με 140 χώρες απαντούν ναί, οπωσδήποτε κατ’ όνομα, ως ιθαγένεια/υπηκοότητα, είναι Μακεδόνες, και τουλάχιστον οι πρώτοι θέλουν να πιστεύουν ότι είναι και κατά την εθνότητα (όπως προκύπτει από το ιδεολόγημα του Μακεδονισμού που ασπάζονται περί Ενιαίας Ανεξάρτητης Μακεδονίας του δήθεν μακεδονικού έθνους, του οποίου βάση αποτελεί ο διαχωρισμός ιστορικής και γεωγραφικής Μακεδονίας – βλέπε παρακάτω), ενώ εμείς ως ελληνικός λαός δεν θέλουμε ούτε καν να ονομάζονται έτσι, πράγμα που δεν σεβάστηκε η νυν κυβέρνηση στην συμφωνία της, που αποδέχεται να ονομάζονται Μακεδόνες, διευκρινίζοντας ότι δεν αναγνωρίζει Μακεδονικό έθνος. Μπορεί να υποτίθεται ότι δεν αναγνωρίζει το Μακεδονικό έθνος όπως ισχυρίζεται, αφού δεν γράφει ευθέως ότι το αναγνωρίζει, στην πραγματικότητα όμως βέβαια, εφόσον αναγνωρίζει την ονομασία των πολιτών του γειτονικού ‘κράτους’ ως Μακεδόνες και ταυτόχρονα και την γλώσσα τους ως Μακεδονική, δεν αρκούν αυτά για να δεχόμαστε και μακεδονική εθνότητα; Αν όμως οι γείτονές μας αποτελούν μακεδονικό έθνος, τι είδους είναι αυτό όμως χωρίς ελληνική συνείδηση και χωρίς σχέση με την ελληνική ιστορία; Ένα μακεδονικό έθνος Σλάβων; Από ποια κρυψώνα ξετρύπωσαν αυτοί που μόλις το προηγούμενο αιώνα άρχισαν να έχουν διεκδικήσεις στην Μακεδονία, την στιγμή που οι Μακεδόνες με ελληνική συνείδηση, από τους οποίους όλη η οικουμένη γνωρίζει το όνομα της Μακεδονίας, έχουν τα ίχνη τους στην ιστορία τουλάχιστον 3000 χρόνια πίσω, μιλώντας όχι κάποια ξεχωριστή Μακεδονική γλώσσα, αλλά την ελληνική, ενώ ποτέ δεν διεκδίκησαν διαφορετική εθνότητα από την ελληνική. Η διεκδίκηση μιάς Μακεδονικής εθνικής ταυτότητας από τους Σλάβους δεν μπορεί παρά να αποτελεί μέγα τραγέλαφο.
Αν όμως δεχθούμε για τους κάτοικους του γειτονικού ‘κράτους’ μόνο την ονομασία Μακεδόνες (και όχι την Μακεδονική εθνική ταυτότητα), με βάση την υπόθεση ότι γεωγραφικά ανήκουν σε μέρος της Μακεδονίας, θεωρώντας αυτήν ως ευρύτερη της ελληνικής περιοχής της, πράγμα που μπορεί να γίνει μόνο όταν περιέχεται στο όνομα του ‘κράτους’ τους το Μακεδονία, πως τότε το γειτονικό ‘κράτος’, χωρίς οι πολίτες του ως σλάβοι να έχουν την ιστορική αναφορά που έχουν οι Έλληνες κάτοικοι της ελληνικής Μακεδονίας στην αρχαία Μακεδονία του ελληνικής συνειδήσεως Μεγάλου Αλεξάνδρου, λαμβάνει το όνομα Μακεδονία την στιγμή που ούτε οι Έλληνες κάτοικοι της ελληνικής Μακεδονίας, που δικαιωματικά λόγω της ιστορίας τους θα μπορούσαν να ζούν σε ένα κράτος με το όνομα Μακεδονία, δεν το κάνουν. Θα ονομάζεται η περιοχή που ζούν οι δεύτεροι μόνο σε επίπεδο περιφέρειας Μακεδονία, ενώ η περιοχή που ζούν οι πρώτοι θα περιέχει στην ονομασία της το Μακεδονία σε κρατικό επίπεδο, χωρίς να έχουν σχέση με την ιστορία της, όπως έχουν οι Έλληνες; Γιατί πρέπει να βάλουν το ιστορικό και ιερό αυτό όνομα ως δικό τους πάνω από το όνομα αυτών των κατά πολύ αρχαιότερών τους στην ιστορία της περιοχής; Αν τους καπελώνουν με αυτό τον τρόπο, ποιος στον υπόλοιπο κόσμο θα καταλαβαίνει σήμερα ακούγοντας Μακεδονία ότι πρόκειται για την περιοχή της Μακεδονίας, που κατοικείται από ελληνικής συνείδησης πολίτες, όπως θα έπρεπε δικαιωματικά να συμβαίνει; Δεν θα πηγαίνει το μυαλό του μόνο και μόνο στο γειτονικό μας ‘κράτος’ που οι κάτοικοί του έχουν σλαβική ή αλβανική συνείδηση; Επομένως και μόνο το όνομα να είναι το θέμα, και να μην υπάρχει ούτε να κρύβεται τίποτε άλλο από πίσω, ο ελληνικός λαός της Μακεδονίας και όλος απανταχού ελληνισμός δεν μπορεί να δεχθεί ποτέ μια τέτοια αδικία.
Οι Σλαβόφωνοι κάτοικοι της Ελλάδας
Όμως δεν είναι μόνο αυτό, αλλά υπάρχει και άλλη μια πολύ σοβαρότερη διάσταση του ζητήματος. Αυτή είναι οι σλαβόφωνοι κάτοικοι της Ελλάδας σε χωριά της Μακεδονίας που θέλησαν και κατάφεραν να παραμείνουν σε αυτά μετά τους Βαλκανικούς πολέμους, και έχουν ελληνική ιθαγένεια, αλλά δεν έχουν πάντα ελληνική συνείδηση (ή μπορεί να μην έχουν ξεκάθαρη). Αυτό σημαίνει ότι όσοι δεν έχουν ελληνική συνείδηση (αντίθετα με όσους έχουν και πολλές φορές σε δύσκολες περιόδους στην ιστορία αποδείχθηκαν πολύ θερμοί Έλληνες), μπορεί αν υπάρξουν οι κατάλληλες συνθήκες να εκφράσουν και να υποστηρίξουν ένα αλυτρωτισμό, ενώ κάποιοι τον καλλιεργούν ήδη και αγωνίζονται γι’ αυτόν (το «Ουράνιο Τόξο, Πολιτικό Κόμμα της Μακεδονικής Μειονότητας στην Ελλάδα»). Η προκλητική απαίτηση για αναγνώριση Μακεδονικής Μειονότητας στην Ελλάδα μας φέρνει το ζήτημα της απαίτησης αναγνώρισης μακεδονικής εθνικής ταυτότητας από την γειτονική χώρα εντός των τειχών. Αν αυτά μας απαιτούν εντός στην ίδια την Μακεδονία μας, πόσο μάλλον οι σλαβόφωνοι γείτονές μας που θέλουν να ονομάζονται Μακεδόνες και να ονομάζουν το ‘κράτος’ τους Μακεδονία, δεν εννοούν μόνο απλά να έχουν αυτό το όνομα. Όμως μια τέτοια αναγνώριση θα απειλούσε άμεσα την ίδια την εθνική ασφάλεια μας, καθώς πλήττει άμεσα την εθνική ενότητα μας διαχωρίζοντας με την ανιστόρητη κατασκευή μιάς μακεδονικής εθνικής ταυτότητας τους πολίτες σε Έλληνες και Μακεδόνες. Γι’ αυτό σωματεία που προσπάθησαν να νομιμοποιηθούν έχοντας τέτοιους στόχους έλαβαν απόρριψη της αίτησης εγγραφής τους τόσο από Πρωτοδικεία, όσο και (μετά από εφέσεις) από τον Άρειο Πάγο.
Η Ιστορία του Μακεδονισμού
Πριν προχωρήσουμε παρακάτω, να αναφέρουμε αυτό το οποίο μας είχε συμβεί πριν αρκετά χρόνια, που εδώ είναι αξιοπρόσεκτο. Μετά από συζήτηση που είχαμε με έναν άνθρωπο βουλγαρικής καταγωγής περί διαφόρων ενδιαφέροντων αλλά άσχετων επί του παρόντος θεμάτων, χωρίς να γνωριζόμαστε προηγουμένως, στο τέλος θέλησε να φέρει την συζήτηση στο θέμα της καταγωγής μας, όπου μόλις μας άκουσε να λέμε ότι έχουμε συγγενείς και στην Μακεδονία, αναφέροντας και την συγκεκριμένη περιοχή της, γύρισε και είπε με πολύ αυτοπεποίθηση: «Α, Βούλγαροι είστε και εσείς»! Αυτό είχε διδαχθεί, αυτό είχε πιστέψει και αυτό μας είπε, χωρίς καν να μας ρωτήσει αν έχουμε έστω και ένα σλαβόφωνο συγγενή, που δεν έχουμε. Αυτός είναι ο ρόλος της προπαγάνδας, διαστρέφει εντελώς την ιστορία.
Στη συνέχεια παραθέτουμε επιγραμματικά τα δύο σημαντικά σχετικά κεφάλαια της ιστορίας του προηγούμενου αιώνα, τα οποία μπορούν να μας βοηθήσουν να αντιληφθούμε το μέγεθος του κινδύνου που κρύβεται πίσω από την αναγνώριση μιας μακεδονικής εθνικής ταυτότητας.
Πρώτον, αναφέρουμε την επανάσταση του Ίλιντεν το 1903, όπου σλαβόφωνοι (βουλγαρίζοντες) πληθυσμοί οργάνωσαν επανάσταση με σκοπό να απελευθερωθούν από τον Οθωμανικό ζυγό, και να δημιουργηθεί με την επέμβαση των Ευρωπαίων μια αυτόνομη περιοχή σε Μακεδονία-Θράκη, αν και τελικά βέβαια σκοπός τους ήταν να την ενσωμάτωναν πραξικοπηματικά στην Βουλγαρία. Αυτό το είχαν αντιληφθεί οι Έλληνες και γι’ αυτό δεν στήριξαν αυτή την επανάσταση, αλλά αντίθετα σε πολλές περιπτώσεις βοήθησαν να καταπνιγεί (για παράδειγμα ο Μητροπολίτης Καστορίας Καραβαγγέλης).
Πίσω από την ιδέα της απελευθέρωσης της Μακεδονίας με σκοπό την αυτονόμησή της βρισκόταν ο διαχωρισμός της ονόμασίας της περιοχής της Μακεδονίας βάση της ιστορίας και βάση της γεωγραφίας, και το ιδεολόγημα του Μακεδονισμού των σλαβόφωνων στην περιοχή μεταξύ Ελλάδας, Γιουγκοσλαβίας και Βουλγαρίας, που στηρίχθηκε πάνω σε αυτό τον διαχωρισμό. Σε όλους σχεδόν τους ευρωπαικούς χάρτες μέχρι και τον ύστερο 19ο αιώνα, τα βόρεια γεωγραφικά όρια της Μακεδονίας προσδιορίζονται συνεχώς νοτίως της πόλεως των Σκοπίων, ταυτιζόμενα με αυτά της ιστορικής Μακεδονίας της αρχαιότητας, η οποία και αντιστοιχεί σχεδόν πλήρως στο τμήμα της ελληνικής επικράτειας στην βόρειο Ελλάδα. Τα γεωγραφικά όρια της Μακεδονίας ωστόσο διευρύνθηκαν αυθαίρετα στους χάρτες του ύστερου 19ου αιώνα από Γερμανούς, Ρώσους και Βούλγαρους, στο πλαίσιο της γεωστρατηγικής αντιπαραθέσεως τους για τον έλεγχο εδαφών της καταρρέουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στον χώρο της νοτίου Βαλκανικής Χερσονήσου. Συντελέστηκε δηλαδή ο διαχωρισμός της ιστορίας της αρχαίας ελληνικής Μακεδονίας, η οποία ανήκει στους Έλληνες, απογόνους των Ελλήνων που κατοικούσαν την αρχαία Μακεδονία, και αποτελούν κληρονόμους της, από τη γεωγραφία της περιοχής της Μακεδονίας, καθώς αυτή πλέον θεωρήθηκε ευρύτερη της ελληνικής Μακεδονίας, που ορίστηκε το 1913 με τη συνθήκη του Βουκουρεστίου.
Σε αυτούς τους διευρυμένους χάρτες στηρίχθηκε το ιδεολόγημα του Μακεδονισμού των σλαβόφωνων που βρίσκονταν στην περιοχή μεταξύ Ελλάδας, Γιουγκοσλαβίας και Βουλγαρίας, η οποία παρουσιάζεται σε αυτούς τους χάρτες ως Μακεδονία, και όταν δημιουργήθηκαν τα κράτη επέλεξαν για εθνικότητα, όσοι κατέληξαν στην Ελλάδα να ονομάζονται Έλληνες, όσοι κατέληξαν στην Βουλγαρία να ονομάζονται Βούλγαροι, ενώ αυτοί που κατέληξαν στην Γιουγκοσλαβία, θέλησαν να ονομαστούν Μακεδόνες (1913). Αντίστοιχα τους τόπους που βρέθηκαν τους ονόμασαν, οι πρώτοι Μακεδονία του Πιρίν, οι δεύτεροι Μακεδονία του Αιγαίου, και οι τρίτοι Μακεδονία του Βαρδάρη, όπου αυτή θεωρείται και η μόνη απελευθερωμένη, ενώ σκοπός είναι να απελευθερωθούν και οι άλλες δύο που βρίσκονται υπό κατοχή, δηλαδή αυτή στην Βουλγαρία και αυτή στην Ελλάδα, ώστε να σχηματίσουν την «Ενιαία Ανεξάρτητη Μακεδονία». Είναι λοιπόν το ιδεολόγημα του Μακεδονισμού των σλαβόφωνων ο μύθος μιάς «διαμελισμένης μακεδονικής πατρίδας» και ενός «διαμελισμένου μακεδονικού έθνους» μεταξύ των τριών κρατών των Βαλκανίων, όπου βρίσκονται τα «τμήματα της Μακεδονίας».
Δεύτερον, τη τοποθέτηση του ΚΚΕ σχετικά με το θέμα, που το 1924, ως ΣΕΚΕ τότε, υιοθέτησε την θέση για «Ενιαία και Ανεξάρτητη Μακεδονία και Θράκη», καθ’ υπόδειξη της Κομμουνιστικής Διεθνούς (ΚΔ). Το σύνθημα για «Ενιαία και Ανεξάρτητη Μακεδονία και Θράκη» ήταν ενταγμένο στους γενικότερους σχεδιασμούς της ΚΔ για τα Βαλκάνια, που προέβλεπαν ένοπλη εξέγερση στη Βουλγαρία, όπου εκτιμούταν ότι υπήρχαν επαναστατικές προϋποθέσεις, και γρήγορη γενίκευση της επανάστασης σε ολόκληρη την περιοχή (σε Κεντρική και Δυτική Ευρώπη, όπου δεν υπήρχε επαναστατική κίνηση).
Η Βαλκανική Κομμουνιστική Ομοσπονδία (ΒΚΟ) από την ίδρυσή της μέχρι και την 3η Συνδιάσκεψη (1921) εκτιμούσε ότι η λύση όλων των εθνικών ζητημάτων στα Βαλκάνια, περιλαμβανομένων των περιοχών της Μακεδονίας και της Θράκης, θα πραγματοποιούνταν με την σοσιαλιστική επανάσταση και τη συνένωση σε μια Ομοσπονδιακή Βαλκανική Δημοκρατία (Βαλκανική Ομόσπονδη Σοσιαλιστική Σοβιετική Δημοκρατία), δηλαδή με τον κοινό αγώνα των εργατών και των αγροτών όλων των βαλκανικών χωρών με σκοπό την εγκαθίδρυση εργατοαγροτικών κυβερνήσεων στις χώρες τους. Στις αποφάσεις του 4ου Συνεδρίου της ΚΔ αναφερόταν ότι και η Μακεδονία και η Θράκη θα έπρεπε να αυτονομηθούν και να ενταχθούν στην Βαλκανική Ομόσπονδη Σοσιαλιστική Σοβιετική Δημοκρατία, και αναγνωριζόταν η ύπαρξη μακεδονικού απελευθερωτικού κινήματος, που η ΒΚΟ όφειλε να αποσπάσει από την καθοδήγηση της αστικής τάξης και να το κερδίσει προς όφελος της σοσιαλιστικής επανάστασης. Στην 5η Συνδιάσκεψη της ΒΚΟ τον Δεκέμβριο του 1922) έγινε η αναφορά σε “Μακεδονικό ζήτημα”.
Αρχικά η ηγεσία του ΚΚΕ (ΣΕΚΕ τότε) μπροστά σε αυτούς τους σκοπούς που έθεσε η ΚΔ μοιράστηκε στα δύο (διαπάλη μεταξύ των Κορδάτου – Αποστολίδη και του Πουλιόπουλου), αλλά τελικά, μπροστά στον κίνδυνο της απομόνωσής του από το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, το ΚΚΕ επέλεξε να αποδεχτεί τη θέση αυτή για το Μακεδονικό υπέρ της αυτονόμησης της Μακεδονίας και της Θράκης. Έτσι αποφασίστηκε να υποστηριχθούν τα εθνικά επαναστατικά κινήματα που είχαν εκδηλωθεί από τον λαό της Μακεδονίας και της Θράκης, όπου στις δυνάμεις του Δημοκρατικού Στρατού της Ελλάδος, αρχικά το 1943 στο τμήμα του ΣΝΟΦ και στη συνέχεια σε αυτό του ΝΟΦ, μετείχαν και σλαβόφωνοι Έλληνες, με ιδιαίτερη μεγάλη μετοχή Η οποία το 1949 έφτασε μέχρι και 50%.
Με σκοπό να προωθήσουν τα σχέδιά τους οι ξένες δυνάμεις (ΚΔ, ΒΚΟ) στα Βαλκάνια τον προηγούμενο αιώνα, προώθησαν και το ιδεολόγημα του Μακεδονισμού, όσον αφορά την Μακεδονία και την Θράκη, για μια «Ενιαία Ανεξάρτητη Μακεδονία», και ενώ το ΣΕΚΕ αρχικά προσπάθησε να αποσυρθεί από την στήριξη τους σε αυτή την υπομόνευση της ελληνικής εθνικής ενότητας, τελικά υποχώρησε και δέχτηκε να συμπράξει σε αυτό. Τότε βέβαια τα σχέδια των ξένων που βρήκαν σύμμαχους σε αυτά την κομμουνιστική αριστερά κατέρρευσαν, όμως σήμερα επιχειρείται πάλι εκ νέου η προώθηση του ιδεολογήματος του Μακεδονισμού από τα ξένα κέντρα με σύμμαχο πλέον την σημερινή αριστερή κυβέρνηση. Έτσι απαντάται μέσα από την επανάληψη της ιστορίας ποιοί πρώτοι υποκινούν το θέμα, δηλαδή ξένα κέντρα της δύσεως, που όμως βρίσκουν σύμμαχους στην πατρίδα μας, και μάλιστα σύμμαχους που αντίθετα με την προηγούμενη φορά σήμερα είναι εξ΄αρχής πρόθυμοι, αυτοί που αποτελούν την σημερινή κυβέρνηση, και γίνονται ο δούρειος ίππος τους εις βάρος του ώφελους και της ασφάλειας του τόπου μας, φτάνοντας στο απόγειο με την υπογραφή από τον Υπουργό Εξωτερικών, παρουσία του Πρωθυπουργού, της θλιβερής Συμφωνίας των Πρεσπών. Στη συμφωνία αυτή ανοίγει ο δρόμος για την πολυπόθητη από τους οπαδούς του Μακεδονισμού αναγνώριση μακεδονικής εθνότητας, η οποία θα αποτελέσει την βασική προϋπόθεση για την διάσπαση της εθνικής ενότητας και θα καταστήσει δυνατή την δημιουργία της «Ενιαίας Ανεξάρτητης Μακεδονίας», και κατά συνέπεια την απώλεια της Μακεδονίας, που θα έχει φυσικό επακόλουθο και την απώλεια της Θράκης. Τα παραπάνω πιστεύουμε υπεραρκούν για να πείσουν και τον πλέον δύσπιστο, ότι πίσω από αυτή την συμφωνία κρύβεται η σκοπιμότητα εξωελλαδικών δυτικών ισχυρών παραγόντων, που υποκινήσαν την συμφωνία προετοιμάζοντάς την επί πολλά έτη, έχοντας εκ των έσω την άριστη συνεργασία της ελληνικής κυβέρνησης, ως πρόθυμο οικειοθελές υποχείριό τους, που ως εκ τούτου δεν λαμβάνει υπόψιν της στο ελάχιστο το θέλημα και το όφελος του λαού. Μια σκοπιμότητα που δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τελικά πόσο βαθιά μπορεί να φθάνει εις βάρος του ελληνικού λαού. Γι’ αυτό πάση θυσία δεν πρέπει να περάσει η συμφωνία, ούτε αυτή, ούτε παρόμοια των οποιονδήποτε.
Ιωάννης Κωτούλας, «Γιατί η Ελλάδα δεν πρέπει να υποχωρήσει στο Μακεδονικό».
Σταύρος Λυγερός, «Μακεδονικό: Αποδόμηση της κυβερνητικής προπαγάνδας σημείο προς σημείο».
Σάββας Καλεντερίδης, «Η συμφωνία με δυο λέξεις: Εσχάτη προδοσία – Τι θα συμβεί το επόμενο διάστημα στη μαρτυρική Μακεδονία».
Σάββας Καλεντερίδης, «Τα σκοτεινά εργαστήρια πίσω από το Μακεδονικό».
Σάββας Καλεντερίδης, «Ελλάδα, κάτι σαν μπανανία…»
Γεώργιος Β. Τσούπρας, « Η ιστορία του Ίλιντεν και το όνομα των Σκοπίων».
Νίκος Λυγερός , «Η Συμφωνία Τσίπρα – Ζάεφ. Τα απαράδεκτα σημεία που δεν αφορούν μόνο το θέμα της ονομασίας».
Ιωάννης Κουριαννίδης, «Η αντίσταση και οι θυσίες για τη Μακεδονία εν μέσω Κατοχής, και το σημερινό ξεπούλημα της Ιστορίας».