Το Άγιον Όρος-Άθως, το ακαθαίρετον θρησκευτικόν οχυρόν, η μοναδική αύτη ιερά κιβωτός της κατά ανατολάς Εκκλησίας του Σωτήρος Χριστού, δεν είναι τόπος συνήθης.
Ούτε η γεωγραφική του θέσις, ούτε το σχήμά του και η αισθητική του μορφή είναι τυχαία. Εις το θαυμαστόν τούτο όρος «ο παντεχνήμων Λόγος» δαψιλώς αντικατώπτρισε τας ουρανίους καλλονάς, προς αιωνίαν δόξαν Αυτού και σωτηρίαν αναριθμήτων ψυχών.
Τα είκοσιν Αθωνικά Μοναστήρια, ομού με τα Εξαρτήματά αυτών: Σκήτας, Κελλία και Ησυχαστήρια, ιδρυμένα εν μέσω πλουσίας φύσεως, αποτελούν τεράστιον βυζαντινόν ταμιείον με αξιολόγους φορητάς Εικόνας, πολλάς εξ αυτών θαυματουργάς, άγια Λείψανα, βαρύτιμα κειμήλια, χειρογράφους κώδικας, βιβλιοθήκας κ.λπ. Πάντα δε ταύτα αποτελούν χαρακτηριστικόν σύνολον, εις το οποίον διακρίνονται κατάγραφοι βυζαντινοί Ναοί και κτίσματα με ευρυχώρους αυλάς και περί αυτάς μοναχικά Κελλία, ζωντανά δείγματα βυζαντινών οικιών με τους εξώστας των, τας επαλλήλους στοάς, τους απορθήτους Πυλώνας και τους Πύργους των διά την κατά των εχθρών άμυναν.
Το Άγιον Όρος είναι όντως το ταμιείον των θρησκευτικών και εθνικών παραδόσεων του Γένους μας και ασφαλώς ολοκλήρου της Ορθοδοξίας, καθότι ενταύθα βιούται απ’ αιώνων το μοναχικόν αυτής ιδεώδες. Βεβαίως, όλη η φιλομόναχος Ελλάς και η Ορθόδοξος Ανατολή είναι διάσπαρτοι εκ Μοναστηρίων. Αλλ’ ο Άθως, με το να είναι η ζώσα αναπαράστασις της όλης εξελίξεως του Μοναχικού βίου από της εμφανίσεως αυτού έως των ημερών μας, είναι κατά κυριολεξίαν «πόλις επάνω όρους κειμένη».
Είναι η εθνικοθρησκευτική Ακρόπολις της πονεμένης Ρωμηοσύνης, ήτις διαυγάζει ανά τα Ορθόδοξα έθνη το θεαυγές φως της αρχαίας και αδιακόπου μοναστικής παραδόσεως.
Ο Άθως, αφ’ ότου διά των Μοναχών του ενεδύδη το σχήμα της μετανοίας από της πρώτης ήδη μετά Χριστόν εκατονταετηρίδος, κυρίως όμως από της εποχής του Οσίου Αθανασίου του Αθωνίτου τον 10ον αι., μετεμορφώθη ο ίδιος και κατέστη ενοποιόν σημείον των φιλοχρίστων λαών της γης και φάρος τηλαυγής των εν τω βίω ναυτιλλομένων.
Συντεταγμένοι πλέον, αλλά και ανέκαθεν πνευματικώς ελεύθεροι οι Αγιορείται, της Ρωμηοσύνης απόγονοι, εμόρφωσαν διαχρονικώς εις τον Άθωνα μίαν αξιοθαύμαστον Μοναστικήν Πολιτείαν, ανταποκρινομένην εις τον ιδιότυπον Μεσογειακόν χαρακτήρα αυτών με ελληνορθόδοξον αυτοσυνειδησίαν, και ταυτοχρόνως υπερεθνικήν παγκοσμιότητα. Εμόρφωσαν εν τόπω και εν χρόνω μίαν πανορθόδοξον Μοναχικήν Πολιτείαν επί φιλοξένου Ελληνικού εδάφους. Μίαν Μοναχικήν Πολιτείαν οικουμενικού χαρακτήρος, αλλ’ ουχί οικουμενιστικού φρονήματος.
Η προσέλευσις εις τον Άθωνα Μοναχών διαφόρων εθνικοτήτων, αλλά και η ιεραποστολική δράσις των Αγιορειτών εις διαφόρους λαούς, είναι εκείνα τα οποία έδωσαν εις τον Ιερόν Τόπον τον γνήσιον οικουμενικόν χαρακτήρα της Ορθοδοξίας. Ίβηρες, Αρμένιοι, Ιταλοί, Ρώσοι, Σέρβοι, Βούλγαροι, Ρουμάνοι, Σύριοι κ.α., εμαγνητίσθησαν υπό του φιλοξένου Άθωνος και τον ετίμησαν διά της εναρέτου βιοτής των. Οι βόρειοι λαοί εδέχθησαν περισσότερον τας ευεργεσίας του Αγίου Όρους, διά τούτο και τον ανάγουν εις θρησκευτικήν αυθεντίαν, δεχόμενοι το μήνυμά του μετά πάθους ψυχής. Τούτο συνετέλεσεν εις την ενδυνάμωσιν της Ορθοδόξου ταυτότητός των, την αφύπνισιν του εθνικού των φρονήματος και την διατήρησιν της υποστάσεως αυτών.
Εν ολίγοις, αι Αθωνικαί Μοναί των αλλοεθνών ανεδείχθησαν διά τους λαούς των παιδαγωγικά κέντρα, αληθή πανεπιστήμια.
Ο Άθως, ο Όλυμπος ούτος της Ορθοδοξίας, απέκτησε διεθνή ακτινοβολίαν. Εκ του κέντρου αυτού εξεπήγασαν όλα σχεδόν τα κινήματα της οικουμενικής Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Εις όλην την υπερχιλιόχρονον ιστορικήν διαδρομήν της, η αυτοκρατορία αύτη εδημιούργησε διά του ασκητισμού μέγαν πολιτισμόν με ενθεοχάρακτον σφραγίδα, της οποίας ολοζώντανον αποτύπωμα έμεινεν ο Άθως. Το Άγιον Όρος απέμεινε Βυζάντιον μετά το Βυζάντιον, εξακολουθούν έως σήμερον να κατέχη το Βυζαντινόν τούτο σκήπτρον. Είναι επίσης γνωστόν, ότι μετά την πτώσιν της Βασιλευούσης, η Εκκλησία με πρωτοπόρον το Αγιώνυμον Όρος του Άθωνος ανέλαβον την κηδεμονίαν ενός λαού απροστατεύτου, όστις λαός συνεχίζει, δυστυχώς, να ταλαιπωρήται και μετά την απελευθέρωσιν αυτού εκ του τουρκικού ζυγού, λόγω αβελτηρίας των εκάστοτε πολιτικών παραγόντων της Χώρας μας.
Ο Μοναχικός θεσμός και κατ’ εξοχήν ο του Αγίου Όρους, δεν είναι μία στείρα και εκτός τόπου και χρόνου άρνησις των εγκοσμίων και μία εγωιστική προσπάθεια φυγής προ των ηθικών και υλικών κινδύνων. Η Αγιορειτική Μοναχική Πολιτεία, μοναδικόν παράδειγμα εις την ιστορίαν του Χριστιανισμού, ουδέποτε παρέμεινεν απαθής προ των περιπετειών της Εκκλησίας και του Γένους.
Είναι παγκοίνως γνωστόν, ότι το Άγιον Όρος είχεν ανέκαθεν μίαν εύνομον πολιτικήν και αφοσίωσιν εις τα ιδανικά της Ρωμηοσύνης· διεκρίθη δε εις όλους τους πνευματικούς αγώνας της Εκκλησίας έναντι των αιρέσεων και είχε πάντοτε έγκυρον γνώμην επί πάντων των εκκλησιαστικών ζητημάτων, μετέχον και εις τας Συνόδους. Κατά ταύτα, το Άγιον Όρος κατεστάθη επίσης σεβάσμιον προς έπαινον του Γένους ημών και παρά τοις Οθωμανοίς, διότι κατά το ρητόν «οίδε και πολέμιος την αρετήν θαυμάζειν». Το Άγιον Όρος είχεν ενεργόν δράσιν και εις όλους τους εθνικούς Αγώνας: κυρίως τον Ιερόν Αγώνα του 1821 και τον νέον επίσης Αγώνα, τον Μακεδονικόν, κατά την κυριωτέραν φάσιν αυτού 1903-1908.
Η οικουμενική φύσις της Αθωνικής χερσονήσου, η οποία λειτουργεί ως Ορθόδοξος κοινοπολιτεία, υπεκίνησε πολλάκις εις το πρόσφατον παρελθόν τας επεκτατικάς βλέψεις και την εθνικιστικήν πολιτικήν των κρατών. Μετά την απελευθέρωσιν του Αγίου Όρους εκ του τουρκικού ζυ-γού (2 Νοεμβρίου 1912), κατόπιν πεντακοσίων περίπου ετών οθωμανικής κυριαρχίας, οι Αγιορείται απέκρουσαν εντόνως ως ολεθρίαν διά την περαιτέρω εξέλιξιν του Μοναχικού βίου εν Αγίω Όρει την ιδέαν της διεθνοποιήσεως, ή ουδετεροποιήσεως, ή συγκυριαρχίας, ή συμπροστασίας, ή όπως άλλως ήθελέ τις ονομάσει την τάσιν της πολιτικής εκμεταλλεύσεως του Ιερού Τόπου, θεωρούντες το ιερόν έδαφος του Αγίου Όρους αναποσπάστως ηνωμένον μετά του όλου εδάφους της Ελλάδος, συμφώνως με το υπ’ αριθ. Ε΄ άρθρον του Ιερού Ψηφίσματος του Αγίου Όρους το 1913.
Εκ παραλλήλου, με γνώμονα ότι ο αγών του Βυζαντινού Ελληνισμού απέβλεπεν ανέκαθεν εις την συντήρησιν της θρησκευτικής ενότητος, κατώρθωσε το Άγιον Όρος και διετήρησε ταύτην την ενότητα ουχί μόνον μεταξύ των ομοδόξων αλλοεθνών, αλλά και μεταξύ των ημετέρων εκ του Γένους μας, ως εφάνη και κατά την εν Ελλάδι κατάστασιν μετά την αλλαγήν του Ημερολογίου το 1924.
Ο Άθως, λοιπόν, διά πρεσβειών της Υπεραγίας Θεοτόκου, εις την οποίαμας και τους Ορθοδόξους λαούς. Είναι δε μέγα το επίτευγμα τούτο του Αγίου Όρους, και μόνον ως θαύμα δύναται να εξηγηθή, δεδομένου ότι λόγω πολιτικών συγκυριών αι πλείσται ομόδοξοι Εκκλησίαι έχουν σχεδόν εθνοποιηθή από πολλών ετών. Παρά ταύτα ο Άθως παραμένει πνευματικώς αμετακίνητος, λίαν στοργικός και φιλόξενος τοις πάσι.
Εις ο,τι αφορά την σημερινήν εγκαταβίωσιν των ομοδόξων αλλοεθνών εν Αγίω Όρει, αύτη συνεχίζεται με την ιδίαν αγάπην και βεβαίως το ανάλογον μέτρον, ίνα μη αλλοιωθή ο πατροπαράδοτος χαρακτήρ του Άθωνος, όστις κρίνεται αναγκαίος διά την περαιτέρω πορείαν του και αυ-την την ύπαρξίν του. Αυτό το γνωρίζουν πολύ καλώς οι εντόπιοι Αγιορείται, διό και ενεργούν πάντοτε με σύνεσιν και συνεργασίαν μετά του Οικουμενικού Πατριαρχείου, εις το οποίον υπάγονται πνευματικώς.
Η Αθωνική Πολιτεία αποτελεί ζωντανόν μνημείον και δι’ ολόκληρον τον παγκόσμιον πολιτισμόν· αποτελεί συνεχή και αδιάκοπον πνευματικήν μαρτυρίαν της Χριστιανοσύνης, Εθνικήν παρακαταθήκην και πνευματικήν επένδυσιν διά τον οικουμενικόν Ελληνισμόν. Το πολυσήμαντον της παρουσίας του Αγίου Όρους εις τον κόσμον, ιδία εις τους εσχάτους χρόνους της αποστασίας, αναγνωρίζεται υπό πάντων. Ευχόμεθα από ψυχής να διαφυλαχθή η ταυτότης του Άθωνος έως εσχάτων, διά το καλόν του Γένους μας, των Ορθοδόξων λαών της γης και όλης της ανθρωπότητος. Είμεθα βέβαιοι ότι με την χάριν της Κυρίας Θεοτόκου ο σιδηρούς Άθως θα συνεχίση να μεγαλουργή. Η βοήθεια της Προστάτιδος του Αγίου Όρους είναι δεδομένη. Αρκεί να κρατήσουν οι Μοναχοί την καθαρότητα του σιδήρου, ώστε η δύναμις του μαγνήτου να είναι ενεργός εις το διηνεκές !
ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ “Ερώ”, Δ΄ ΤΕΥΧΟΣ, ΟΚΤ.-ΔΕΚ. 2010