Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καστορίας κ.κ. Σεραφείμ
Μιλώντας ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος για τη μητέρα όλων των αγαθών που είναι η αγάπη και απαριθμώντας τα γνωρίσματά της, την ονομάζει «κορωνίδα των αρετών»1.
1. Είναι, κατά τον θεοφόρο πατέρα της Εκκλησίας, «η μητέρα όλων των αγαθών και το γνώρισμα των μαθητών του Χριστού»2.
Είναι «το θεμέλιο κάθε αγαθού»3.
Είναι «η αρχή και το τέλος κάθε αρετής»4.
Είναι «η μεγαλύτερη από όλες τις αρετές»5.
Είναι «το μεγαλύτερο θαύμα»6.
Είναι «πηγή ευφροσύνης»7.
Μάλιστα την αποκαλεί «ανώτερη ακόμη και από την παρθενία»8, αφού «αγάπης ίσον ουδέν»9, δηλαδή τίποτε δεν μπορεί να εξισωθεί με την αγάπη.
Για να είναι γνήσια η αγάπη, θα πρέπει συγχρόνως και κυρίως να είναι καρπός της αγάπης του Θεού. Γι’ αυτό ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής θα τονίσει χαρακτηριστικά : «Ο τον Θεόν αγαπών και τον πλησίον πάντως αγαπά. Ο δε τοιούτος… οικονομεί θεοπρεπώς, εκάστω των δεομένων παρέχων»10. Η αγάπη προς τον Θεό και η αγάπη προς τον πλησίον συμπορεύονται και συνυπάρχουν. Αν δεν υπάρχει η κατακόρυφη διάσταση (δηλαδή προς το Θεό), η οριζόντια διάσταση (δηλαδή προς τον άνθρωπο) θα είναι ψευδής.
2. Με την αγάπη ο Ουρανός κατεβαίνει στη γη και ο Παράδεισος μεταφυτεύεται σε αυτήν. Έτσι, στη ζωή του ανθρώπου που διαθέτει αυτήν τη βασίλισσα των αρετών, όλα είναι φωτεινά, άγια, χαριτωμένα από τη χάρη του Θεού. Γι’ αυτό έχει λεχθεί ότι η αγάπη είναι το ομορφότερο και το πιο ευωδιαστό λουλούδι στην καρδιά του ανθρώπου που έχει γίνει κήπος του Χριστού.
Αυτός που διαθέτει την αγάπη θυσιάζεται, μιμείται τον ίδιο το Χριστό. Κι όσο πιο μεγάλη είναι η αγάπη, τόσο πιο τέλειος γίνεται ο άνθρωπος. Δεν πρόκειται περί ενός συναισθήματος στιγμιαίου και ψυχολογικού, αλλά : α) περί χαρίσματος, αφού η αγάπη είναι μια παγκόσμια γλώσσα που μπορεί να ενώσει τους ανθρώπους και να τους δώσει τη δυνατότητα να συνεννοηθούν μεταξύ τους και β) περί χαρίσματος που ενεργοποιεί όλα τα άλλα χαρίσματα που δώρισε ο Θεός στον άνθρωπο. Και είναι χαρακτηριστικός στο σημείο αυτό ο λόγος του Αποστόλου Παύλου : «Εάν ταις γλώσσαις των ανθρώπων λαλώ και των αγγέλων, αγάπην δε μη έχω, γέγονα χαλκός ηχών ή κύμβαλον αλαλάζον. Και εάν έχω προφητείαν και ειδώ τα μυστήρια πάντα και πάσαν την γνώσιν, και εάν έχω πάσαν την πίστιν, ώστε όρη μεθιστάνειν, αγάπην δε μη έχω, ουδέν ειμί. Και εάν ψωμίσω πάντα τα υπάρχοντα μου, και εάν παραδώ το σώμα μου ίνα καυθήσομαι, αγάπην δε μη έχω, ουδέν ωφελούμαι»11.
Αυτή η αγάπη, όπως την περιγράφει ο Απόστολος κι όπως την βίωσαν οι Άγιοι της Εκκλησίας μας και οι άνθρωποι του Θεού, «ουδέποτε εκπίπτει», που σημαίνει ότι όταν θα έλθει η ημέρα που ο υλικός κόσμος θα καταργηθεί, τα πάντα θα καταργηθούν, ένα όμως θα μείνει : η αγάπη· θα αγαπάμε και θα αγαπώμεθα.
3. Γράφοντας για την αγάπη, όπως μας την παρουσιάζει ο Απόστολος Παύλος, γράφω και γι’ αυτόν που την έζησε στο μεγαλείο της, τον αγαπητό μου αδελφό Δαυίδ, Γέροντα του Κελλίου τῶν Αρχαγγέλων στις Καρυές του Αγίου Όρους, που ηρπάγη, όχι τυχαία, την παραμονή της Συνάξεως των Αγιορειτών Πατέρων για το Ουράνιο Θυσιαστήριο.
Έζησε αυτήν την αγάπη, την έκανε κτήμα της ζωής του, την έδωσε πλουσιοπάροχα σ’ αυτούς που τον συνάντησαν. Αυτήν παρέλαβε σαν πολύτιμη παρακαταθήκη από τον Όσιο Παΐσιο, τον πρωταθλητή της αγάπης και της παρακλήσεως.
Ποιος δεν απευθύνθηκε σ’ αυτόν, γνωστός ή άγνωστος, και δεν γεύθηκε πλούσια την γλυκύτητα του προσώπου του και το περίσσευμα της αγάπης του; Ποιος δεν δοκίμασε, αρχικά στη Μονή Κουτλουμουσίου κάτω από τη φωτεινή παρουσία του Γέροντος Χριστοδούλου και εν συνεχεία στο ταπεινό κελλί του, την αβραμιαία φιλοξενία, τον καλό του λόγο και το ενδιαφέρον του; Η καρδιά του, όπως είπε κατά την Εξόδιο Ακολουθία του ο Γέροντας Βασίλειος ο Προηγούμενος της Μονής των Ιβήρων, ήταν ένας παράδεισος που χωρούσε τους πάντες και τα πάντα. Κι όπως ο Παράδεισος είναι τόπος χαράς και αναπαύσεως, έτσι κι αυτός σκόρπιζε την ανάπαυση, την παράκληση και τη χαρά· και ήταν παράδεισος, γιατί είχε το Χριστό. Όπου ο Χριστός, εκεί «αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις, πραότης, εγκράτεια»12.
Γνώριζε, ο αγαπητός μου Δαυίδ, ότι αυτό που μετράει περισσότερο στη ζωή μας είναι η προσφορά της αγάπης. Δεν γίνεται κανείς γέρος απλώς και μόνο γιατί γέρασε (έζησε πολλά χρόνια). Γηράσκει κάποιος από τη στιγμή που από τη ζωή του θα εκλείψουν τα ιδανικά, το ενδιαφέρον και η προσφορά για τον άλλο, που είναι ο ίδιος ο Χριστός. Γιατί μπορεί να υπάρχει το ρολόι του χρόνου, αλλά υπάρχει και το χρονόμετρο της ψυχής που συντονίζεται στους παλμούς της αγάπης. Μπορεί λοιπόν το σώμα μας να φθείρεται, ο έσω άνθρωπος όμως ανακαινίζεται και ξανανοιώνει ημέρα με την ημέρα13.
4. Ευεργετικά και θυσιαστικά στάθηκε ο μακαριστός Δαυίδ στα αγιασμένα Γεροντάκια Αβέρκιο και Γαβριήλ που υϊικά και στοργικά γηροκόμησε στο Κελλί του, καθώς και σε άλλους Γέροντες στη Μονή Κουτλουμουσίου, παίρνοντας ως πολύτιμο θησαυρό τις ευχές τους και τα δάκρυα της ευγνωμοσύνης τους. Και προτιμούσε ο ίδιος να κουρασθεί, προκειμένου να αναπαύσει τους Γεροντάδες που διαδέχθηκε στο Κελλί του. Έτσι, με το θυσιαστικό του φρόνημα, αγόρασε ένα εισητήριο πρώτης θέσεως για τον Ουρανό.
Και δεν είναι μόνον αυτοί, αλλά και ένα μεγάλο πλήθος μοναχών και λαϊκών που δέχθηκαν παρηγοριά και ενίσχυση και αναπαύθηκαν στο επιτραχήλιό του με την καλοσύνη που τον διέκρινε και με το επιεικές της αποστολικής προσταγής : «το επιεικές υμών γνωσθήτω πάσιν ανθρώποις»14. Γι’ αυτό και ελέχθη την ημέρα της Εξοδίου Ακολουθίας του, που ήταν σαν Πάσχα για τη σκήτη των Καρυών και τον ιστορικό Ναό του Πρωτάτου, ότι «όποιος πήγαινε στις Καρυές, πήγαινε στον Δαυίδ».
Με αυτήν την αρετή της αγάπης, που συνιστά όλες τις άλλες αρετές, και με σύντροφο τον τελευταίο καιρό το μαρτύριο της ασθενείας που τον καθήλωσε στο κρεβάτι του πόνου και του έδεσε τα φτερά της αγάπης, όχι όμως την ίδια αγαπώσα καρδία του, σε ηλικία μόλις 49 ετών, φτερούγισε για τον Ουρανό.
Για το πρόσωπό του θα μπορούσε να λεχθεί ο λόγος της Αγίας Γραφής : «Ευάρεστος Θεώ γενόμενος, ηγαπήθη· και ζων μεταξύ αμαρτωλών, μετετέθη. Ηρπάγη, μη κακία αλλάξη σύνεσιν αυτού, ή δόλος απατήση ψυχήν αυτού. … τελειωθείς εν ολίγω επλήρωσε χρόνους μακρούς, αρεστή γαρ ην Κυρίω η ψυχή αυτού · διά τούτο έσπευσεν εκ μέσου πονηρίας»15.
Κάποιος έγραψε πως ένας άνθρωπος παρουσιάσθηκε στο κριτήριο του Θεού. «Κοίταξε Θεέ μου, Του είπε, τήρησα το νόμο Σου, δεν έκαμα τίποτε το αισχρό, κακό ή αντίθρησκο. Κύριε, τα χέρια μου είναι καθαρά…».
«Ασφαλώς, ασφαλώς, του απάντησε ο καλός Θεός… Αλλ’ είναι άδεια!»16 …
Τα χέρια του Δαβίδ είναι γεμάτα!
——————–
Αδελφέ μου Δαυίδ, φίλε μου καρδιακέ, λουλούδι του Άθω, του Ιερού Περιβολίου της Υπεραγίας Θεοτόκου, της πολιτείας και της ασκήσεως των Οσίων Πατέρων,
«Μακαρία η οδός, η πορεύει σήμερον, ότι ητοιμάσθη σοι τόπος αναπαύσεως»17.
Αναπαύου στην αγάπη του Θεού. Αναπαύου «όπου των προφητών ο χορός, των αποστόλων και μαρτύρων τα τάγματα και πάντες οι απ’ αιώνος δικαιωθέντες»18. Δε θα κανοναρχείς πλέον στον ιστορικό Ναό του Πρωτάτου, ούτε θα διακονείς ως επιδέξιος τυπικάρης στις Ιερές Μονές και τα Κελλιά, αλλά θα συμμετάσχεις στην ουράνια Θεία Λειτουργία στον άκτιστο και αχειροποίητο Ιερό Ναό.
Και, ενώ μέχρι τώρα κοίταζες προς τα άνω, ζητώντας τη βοήθεια του Θεού και την πρεσβεία της Υπεραγίας Θεοτόκου και των Αγίων, τώρα αγαπητέ μου Δαυίδ κοίταξε προς τα κάτω, μαζί με τον Γέροντα Γεώργιο της Μονής Γρηγορίου, τον Γέροντα Μωυσή, τον Σπυρίδωνα της Μικράς Αγίας Άννης.
Το έχουμε ανάγκη.
Κοίταξε προς την αγαπημένη σου Σκήτη των Καρυών και τους εν αυτή ασκουμένους πατέρες.
Κοίταξε προς το ταπεινό Κελλί σου, το οποίο ανεκαίνισες εκ βάθρων και στα γεμάτα δάκρυα καλογέρια σου.
Κοίταξε προς τους αγαπημένους και σεβαστούς Καθηγουμένους της Αγιορειτικής Πολιτείας, ιδιαιτέρως δε στο Γέροντα Ναθαναήλ της Ιβήρων.
Στρέψε το βλέμμα σου στην Πάτρα, στη Σκύδρα, στην Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη, παντού, προς τους ανθρώπους που σε αγάπησαν και τους αγάπησες.
Μην ξεχάσεις, αδελφέ μου αγαπητέ, και την Καστοριά. Να θυμάσαι τη διακονία σου σε αυτήν όταν ήρθε ο Οικουμενικός μας Πατριάρχης, να θυμάσαι τον ταπεινό Επίσκοπο της και την μικρή συνοδεία του.
Θα σε θυμόμαστε, αγαπητέ μου Δαυίδ, στην Ιερά Προσκομιδή, στην Αγία Τράπεζα, στην Αναίμακτη Θυσία, και θα συναντώμεθα καθημερινά στο Ποτήριο της Ζωής.
Καλή Ανάσταση, αδελφέ μου αγαπητέ,
καλή αντάμωση, άνθρωπε της αγάπης,
καλή συνάντηση, αγαπητέ μου Δαυίδ, πλέον στον Ουρανό.
1 Αγ. Ιωάννου του Χρυσοστόμου, «Εις Γένεσιν», ομιλία ΝΕ’, 3, ΕΠΕ 4,394
2 Του ιδίου, «Εις Κολασσαείς», ομιλία ΙΑ’, 3, ΕΠΕ 22,312
3 Του ιδίου, «Περί τελείας αγάπης», 1, ΕΠΕ 31,336
4 Του ιδίου, «Περί Ομοουσίου», λόγος Ι’, 7, ΕΠΕ 35,354
5 Του ιδίου, «Εις προδοσίαν Ιούδα», ομιλία Β’, 5, ΕΠΕ 35,622
6 Του ιδίου, «Εις Ρωμαίους», ομιλία Θ’, 7, ΕΠΕ 16Β,602
7 Του ιδίου, «Επιστ. ΣΚΒ’ Κάστω, Ουαλερίω κλπ. πρεσβυτέροις Αντιοχείας», ΕΠΕ 38,394
8 Του ιδίου, «Εις Ματθαίον», ομιλία ΜΣΤ’, 4, ΕΠΕ 10,826
9 Του ιδίου, «Επιστ. ΣΚΘ’ Σκευήρα», ΕΠΕ 38,406
10 Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού, «Πρώτη εκατοντάς των περί αγάπης κεφαλαίων», κεφ. ΚΓ’, PG 90,965
11 Α’ Κορ. 13,1-3
12 Γαλ. 5,22
13 Β’ Κορ. 4,16
14 Φιλ. 4,5
15 Σοφ. Σολ. 4,10-14.
16 Μιχαήλ Ε. Μιχαηλίδη, «Θείος Έρωτας», Ε’ έκδ., Αθήνα 1996, σελ. 80
17 Προκείμενο Νεκρώσιμης Ακολουθίας
18 Στιχηρό ήχου πλ. α’, Ε’ Αντιφώνου, Εξόδιος Ακολουθία εις Μοναχόν