ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ: Κανείς φυσιολογικός άνθρωπος δεν ισχυρίζεται ότι είναι τέλειος, χωρίς ελαττώματα, λάθη, παραλείψεις και αμαρτήματα.
Το πρόβλημα έγκειται κυρίως στο ότι σχεδόν όλοι αποφεύγουν να δουν τα δικά τους ελαττώματα και ασχολούνται αποκλειστικά με τα ελαττώματα των άλλων. Οι λόγοι ποικίλλουν. Ο Αίσωπος επινοήθηκε ένα δικό του τρόπο για να δικαιολογήσει την εν λόγω συνήθεια: Όταν ο Προμηθέας έπλασε τους ανθρώπους κρέμασε στον καθένα δύο άδεια σακούλια. Το ένα για να γεμίζει με τα ατομικά ελαττώματα και το άλλο με τα ελαττώματα των άλλων. Το πρώτο το έβαλε στην πλάτη τους ενώ το δεύτερο στο λαιμό και μπροστά τους. Έτσι εξηγείται γιατί όλοι βλέπουν τα ελαττώματα των άλλων και ποτέ τα δικά τους.
Ο αληθινός δημιουργός των ανθρώπων Θεός δεν τους έπλασε βέβαια με τα παραπάνω χαρακτηριστικά αλλά αυτεξούσιους και υπεύθυνους με μηχανισμούς όχι μόνο διασφάλισης και ταυτόχρονα δοκιμασίας της ελευθερίας τους αλλά και ανθρωπολογικούς μηχανισμούς αυτοκριτικής και αποκατάστασης των συνεπειών στην περίπτωση των ατυχών επιλογών τους. Το ότι αυτό δεν λειτούργησε στην περίπτωση της μεγάλης πτώσης, όταν Αδάμ και Εύα έστρεψαν αλλού ή στον άλλο την ευθύνη των επιλογών τους και όχι στους ίδιους τους εαυτούς τους, αυτό δεν οφείλεται στον Δημιουργό και τον τρόπο που δημιουργήθηκαν αλλά στην εκούσια αποφυγή της σωτήριας αυτοκριτικής. Εδώ ακριβώς εντοπίζεται και η τραγωδία: Μπορούσαν να αναλάβουν ο καθένας για τον εαυτό του την ευθύνη και να επιστρέψουν στην κανονικότητα της παραδείσιας ζωής, αλλά εκείνοι επέλεξαν αυτό που έκτοτε ακολουθούν όλοι σχεδόν οι άνθρωποι εξαιτίας της αμαρτητικής ροπής: Μόνιμη και σταθερή ενασχόληση με τα αμαρτήματα των άλλων και μανιώδη αποφυγή της αυτοθέασης. Επομένως ο άνθρωπος δεν πλάστηκε έτσι αλλά κατάντησε έτσι κακοποιώντας το αυτεξούσιο με το οποίο τον προίκισε ο Δημιουργός του. Γιατί αυτό δεν εξαντλείται αποκλειστικά στη δυνατότητα επιλογών αλλά και στην δυνατότητα υπεύθυνης αντιμετώπισης των συνεπειών τους, κυρίως μέσω της μετάνοιας όταν οι επιλογές είναι λαθεμένες.
Ποια όμως είναι τα βαθύτερα αίτια αυτής της κακοδαιμονίας που μαστίζει διαχρονικά και ανεξάρτητα από γεωγραφικές, φυλετικές και άλλες ιδιαιτερότητες τους ανθρώπους;
Hπρώτη και βασική αιτία εντοπίζεται στην παντελή έλλειψη αγάπης προς τους άλλους και την επίμονη εμμονή σε μια αρρωστημένη σχέση προς τον εαυτό μας. Όποιος αγαπά όχι μόνο δεν ασχολείται με τα ελαττώματα των άλλων αλλά τα σκεπάζει κιόλας. Αυτό μας δίδαξε ο Χριστός και το ίδιο ακολούθησε και σύμπασα η ορθόδοξη Παράδοσή μας. Αγάπη, κατά τον Μάξιμο τον Ομολογητή σημαίνει να σηκώνει κάποιος τα βάρη του άλλου και να σκεπάζει τα ελαττώματά του. Έτσι ανοίγει τόσο της υπομονής όσο και της συγχώρεσης. Το ίδιο συνήθιζε να κάνει και ένας θαυμάσιος και σεβάσμιος θείος μου. Όταν τη δεκαετία του ‘70τον επισκέφτηκα στο νοσοκομείο και διεπίστωσα να μάχονται μεταξύ τους οι πέντε νύφες του για το ποια θα είναι περισσότερο χρόνο κοντά του,υπηρετώντας τον στο κρεβάτι του πόνου, προσπαθώντας ταυτόχρονα να ξεκουράσει τις άλλες, και τότε τον ρώτησα, πού οφείλεται αυτή η αγάπη και η υπέρμετρη φροντίδα στο πρόσωπό του, μου απάντησε: Ποτέ δεν ασχολήθηκα με τα ελαττώματά τους αλλά πάντοτε με τις έστω και ελάχιστες καλοσύνες τους. Εκμηδένιζα τα πρώτα και μεγιστοποιούσα τα δεύτερα. Είμαι δε σίγουρος ότι δεν το έκανε ωφελιμιστικά, για να υπάρχει οικιακή ειρήνη και να κερδίσει την αγάπη τους, όπως περίπου αστειευόμενος μου το δικαιολόγησε, αλλά γιατί έτσι συνήθιζε, και μάλιστα σε πολύ δύσκολους καιρούς, να βλέπει όχι μόνο τους μαθητές του, γιατί ήταν δάσκαλος, αλλά και όλους τους ανθρώπους.
Η δεύτερη εξίσου σημαντική αιτία βρίσκεται στην σθεναρή άμυνα κατά της αυτοκριτικής και του αυτοελέγχου που θα μας οδηγούσε πρώτα στη συναίσθηση της ελλειπτικότητας και στη συνέχεια στην αυτογνωσία και την αυτοδιόρθωση. Ο αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος Δημόκριτος ήδη από τον 4ο π.Χ. αιώνα είχε δηλώσει ότι είναι προτιμότερο να εξετάζεις τα δικά του λάθη και όχι τα λάθη των άλλων. Το ίδιο περίπου είχε πει και ο αρχαίος τραγικός ποιητής Ευριπίδης: Είμαστε όλοι σοφοί να συμβουλεύουμε τους άλλους αλλά όταν σφάλουμε οι ίδιοι είμαστε ανίκανοι να το καταλάβουμε.
Με την εισβολή της αμαρτίας όλη η προσπάθεια του ανθρώπου εξαντλείται στην ανάδειξη αφενός δικής του αναμαρτησίας και του αλάθητου και αφετέρου της αμαρτωλότητας και της αθλιότητας όλων των άλλων. Αυτό δεν θα συνέβαινε ποτέ αν ο άνθρωπος είχε επίγνωση της φύσης και της αποστολής του. Γιατί ούτε θεός μπορεί να είναι για να διεκδικεί την τελειότητα ούτε και τέλειο πλάσμα του για να φέρεται ως τέλειος. Έστω και αν δεν δίνει σημασία στο λόγο του Ψαλμωδού που βεβαιώνει ότι έστω και μια μέρα να ζήσει κάποιος και πάλι αμαρτάνει, θα μπορούσε να διδάσκεται από την δική του προβληματική καθημερινότητα, από την συνεχή ροή των λαθών, δηλαδή ως συνακόλουθο της ανθρώπινης πτώσης.
Το χειρότερο όλων είναι να γνωρίζει ποιος πραγματικά είναι και παρά ταύτα να υποκρίνεται τον εντελώς διαφορετικό. Η αυτογνωσία δεν επιτρέπει σε κανέναν να παραβλέπει το δικό του ελάττωμακαι να ασχολείται με το αντίστοιχο ελάττωμα των άλλων. Εδώ ακριβώς διαπιστώνεται και η Τρίτη αιτία. Το ερώτημα του Χριστού είναι διαχρονικό: Πώς τολμάς να ασχολείσαι με το σκουπιδάκι στο μάτι του άλλου και όχι με το δοκάρι στο δικό σου; (Ματθ. 7, 1 εξ.). Ο παροιμιώδης λόγος το λέει κάπως διαφορετικά: Είπε ο γάιδαρος τον πετεινό κεφάλα.
Αυτός είναι και ένας από τους λόγους που δεν μας επιτρέπεται να κρίνουμε τους άλλους, με τον κυριότερο ότι ο μόνος που δικαιούται να κρίνει είναι ο Θεός και κανένας άλλος. Κανείς δεν μας ανήκει, όλοι ανήκουμε στο Δημιουργό και από εκείνον κρινόμαστε. Όποιος δεν το εφαρμόζει προβαίνει σε αντιποίηση αρχής και σφετερισμό δικαιωμάτων. Στο τέλος, βέβαια, ούτε και Εκείνος κρίνει τους ανθρώπους, αφού η κρίση ανήκει στους ίδιους, με την έννοια ότι ο καθένας κρίνεται και αυτοκατατάσσεται ανάλογα με τα έργα του. Έτσι κανείς δεν μπορεί να κατηγορεί το Θεό για αυθαίρετες και άδικες κρίσεις.
Θα πρέπει βέβαια να υπογραμμίσουμε με τη βοήθεια του ιερού Χρυσοστόμου τη διαφορά μεταξύ του ελέγχου και της εποικοδομητικής κριτικής από τη μια , και της κρίσης από την άλλη. Οι πρώτες είναι σωτήριες γιατί είναι καρπός της αγάπης, της στοργής, του ειλικρινούς ενδιαφέροντος και της φιλανθρωπίας, ενώ η δεύτερη του μίσους, της απόρριψης, της μείωσης και της εξουθένωση των άλλων. Το παράδειγμα του φαρισαίου της σχετικής Παραβολής είναι χαρακτηριστικό. Η απουσία του αυτοελέγχου, η έπαρση και η προσήλωση στα κατορθώματά του συνδυάστηκε με την εξουθένωση του τελώνη.
Μπορεί μετά την αμαρτία η κατάσταση να είναι αυτή που περιγράφει ο Αίσωπος, ωστόσο η Χάρη του Αγίου Πνεύματος με τη συνέργεια του ανθρώπου αλλάζει τη θέση των δύο σακουλιών: Ο άνθρωπος του Θεού έχει σταθερά το βλέμμα του στα δικά του λάθη και τα κατορθώματα των άλλων και έτσι δεν έχει καθόλου χρόνο να ασχοληθεί με τα δικά του κατορθώματα και τα λάθη των άλλων.
Απόστολος Νικολαΐδης, Ομ. Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών, Πρόεδρος Ινστιτούτου «Άγιος Μάξιμος ο Γραικός»/ pemptousia.gr