“Ιδιαίτερα, όμως, στην πατρίδα μας, κάθε τέτοια μέρα, δεν θα σταματήσουμε ποτέ να αναζωογονούμε την ελπίδα μας και να γεμίζουμε από τον πόθο της ενοποιού αγάπης, της μόνης δύναμης ικανής να μας διατηρήσει συστρατευόμενους στο όραμα μίας νέας, ευτυχισμένης και δίκαιης κοινωνίας”, αναφέρει μεταξύ άλλων στο χριστουγεννιάτικο μήνυμά του ο Μητροπολίτης Δημητριάδος Ιγνάτιος.
Αναλυτικά:
«Η Παρθένος σήμερον τον Υπερούσιον τίκτει».
Μας αξιώνει ο Θεός και Κύριος του Σύμπαντος να σταθούμε και πάλι μπροστά στη φάτνη του πιο ακατανόητου και υπέρλογου γεγονότος της Ιστορίας. Ο Πλάστης ορατών και αοράτων, ο υπεράνω του χρόνου και της φθοράς, λαμβάνει δούλου μορφήν και εμφανίζεται ενώπιόν μας εύθραυστος, απροστάτευτος και καταφρονεμένος. Σε έναν κόσμο που ποτέ δεν ασχολήθηκε με τους ανίσχυρους, το ταπεινό και άσημο «παιδίον» γίνεται η πηγή της ενοποιού αγάπης και αποτελεί ελπίδα ζωντανή σε έναν κόσμο φόβου, απόγνωσης και απαξίωσης των πάντων.
Επί αιώνες, ο κόσμος μοιάζει να ακολουθεί πορεία φυγόκεντρη. Το όραμα της μίας ποίμνης όλο και απομακρύνεται, αφήνοντας τους ανθρώπους διχασμένους. Το σπήλαιο, όμως, της Βηθλεέμ, εμφανίζεται ως το σημείο συνάντησης των αντίθετων και ενοποίησης των διεστώτων. Οι επουράνιες δυνάμεις, οι αόρατες και ασώματες, συναντώνται με τους ταπεινούς ποιμένες. Ποιμένες και άγγελοι γίνονται κοινωνοί του ίδιου μυστηρίου. Μάγοι και Αστέρες, κλείνουν το γόνυ στο μόνο «καινόν υπό τον ήλιο». Τι σημαίνει, άραγε, αυτή η φράση;
Αναφέρει ο Εκκλησιαστής στην Παλαιά Διαθήκη πως τίποτε καινούργιο δεν μπορεί να συμβεί στην Ιστορία και πως ο,τι γίνεται, έχει ξαναγίνει και θα επαναληφθεί. Σήμερα, όμως, στεκόμαστε μπροστά σε κάτι όντως μοναδικό και ανεπανάληπτο, που ποτέ δεν πρόκειται να επαναληφθεί: Ο Θεός γίνεται άνθρωπος, ώστε ο άνθρωπος να ξαναβρεί τη χαμένη του οδό και να επιστρέψει στον τρόπο ύπαρξης για τον οποίον πλάστηκε, τον τρόπο της αγάπης, της ομοψυχίας και της ενότητας.
Δεν είναι τυχαίο, πως τα Χριστούγεννα ανακαλούν πάντοτε σε όλους τους ανθρώπους την πιο γλυκιά νοσταλγία για την παιδική τους ηλικία. Πρόκειται για την επιστροφή σε μία ψυχική και πνευματική κατάσταση, όπου ο καθένας επαναφέρει στη μνήμη του τη θαλπωρή της πατρικής παρουσίας και αισθάνεται να περιβάλλεται από την ασφάλεια που αποπνέει η οικογένεια των παιδικών χρόνων. Τα Χριστούγεννα, όμως, δεν μας καλούν να επιστρέψουμε μόνον σε μία συναισθηματική θαλπωρή, αλλά να ξανανιώσουμε τον κόσμο ενοποιημένο από την παρουσία του Θεού και αφημένο στην ασφάλεια της πρόνοιάς Του.
Ο λαός μας, αιώνες τώρα, έχει καταγράψει την σημερινή κεφαλαιώδη εορτή της θείας οικονομίας, ως ημέρα επανασυμφιλίωσης, ενότητας και ξανανταμώματος με τους ξενιτεμένους. Είναι αλήθεια, πως σε κάθε γιορτή και σε κάθε πανηγύρι, ξαναθυμόμαστε αυτά που μας ενώνουν. Ιδιαίτερα, όμως, σήμερα, τη λαμπρή αυτή ημέρα, όλοι, πλούσιοι και φτωχοί, σοφοί και αμόρφωτοι, συντονίζουμε το βήμα μας και το γιορταστικό τραπέζι γίνεται η απεικόνιση μίας πνευματικής πανηγύρεως συμφιλίωσης και ειρήνης. Ενωμένοι με τέτοιους δεσμούς, καλούμαστε ως Εκκλησία να καταθέσουμε μαρτυρία ενότητας προς τον σύγχρονο κόσμο και να ανοιχτούμε προς εκείνον, όπως ακριβώς έπραξε ο Θεός κατά την ευλογημένη εκείνη νύχτα.
Σήμερα δεν ενθυμούμεθα απλώς ένα γεγονός. Αναλογιζόμαστε και τις συνέπειές του για την ανθρώπινη ιστορία, αλλά και για την ιστορία της πατρίδας μας ειδικότερα. Όπως ο νεογέννητος Χριστός υπήρξε το σημείο ενοποίησης των διεστώτων, έτσι και η Εκκλησία αυτή την αποστολή έχει και αυτή την αποστολή εκπληρώνει διαχρονικά μέχρι και σήμερα. Οι λειτουργοί της, ο ιερός της Κλήρος, δεν υπήρξαν ποτέ μία κλειστή κάστα προνομιούχων. Ποτέ δεν μετατράπηκε σε ιερατείο κληρονομικής διαδοχής. Ο παπάς και ο επίσκοπος αποτελούσαν πάντα αναπόσπαστο μέρος της κοινωνίας μας και έπαιζαν πάντα το ρόλο του ενοποιού κέντρου, αντιπροσωπεύοντας την ενότητα της κοινότητας. Ο Έλληνας κληρικός χτυπούσε πάντα την καμπάνα της σύναξης όλων αδιακρίτως. Σε εποχές βαρβαρότητας, διχασμού και τυραννίας, ήταν εκείνος που θύμιζε πάντα την ανάγκη ξεπεράσματος διακρίσεων και εγωισμών και καλούσε σε ενότητα και συμφιλίωση. Κι όταν οι συμφορές χτύπησαν αυτό τον τόπο, η περιουσία της Εκκλησίας, καμωμένη όχι από αρπαγή ή υφαρπαγή, αλλά από εθελοντική προσφορά ανθρώπων κάθε οικονομικής επιφάνειας, δόθηκε απλόχερα σε αναγκεμένους αδελφούς και τους ξανάδωσε τη δυνατότητα να ξαναρχίσουν τη ζωή τους. Αλλά και κατά τους χαλεπούς καιρούς μας, οι ενορίες, με την έμπνευση και καθοδήγηση του εφημερίου και την εθελοντική προσφορά χιλιάδων ανθρώπων, μετατράπηκαν σε φάτνες υλικής, ψυχικής και πνευματικής προσφοράς, χωρίς ωράριο, χωρίς διακρίσεις, χωρίς ιδιοτέλεια, θυμίζοντας διαρκώς πως τα Χριστούγεννα δεν είναι εορτή μίας μόνο μέρας, αλλά εορτή διαρκής με το ίδιο πάντα νόημα: τη συμπόρευση και την ενότητα, με μοναδικό σκοπό την ανακούφιση των πάσης φύσεως αναγκών του συνανθρώπου. Και δεν ήταν λίγες οι φορές που η Εκκλησία έμεινε μόνη να συντηρεί και να τρέφει το ενοποιό αυτό όραμα. Στον τόπο αυτό η ενότητα Κλήρου και Λαού διέσωσε τα ουσιώδη και διεφύλαξε τους σπόρους μίας νέας πνευματικής και εθνικής ανθοφορίας.
Αδελφοί μου,
Κάθε τέτοια μέρα αναβαπτιζόμαστε στη θεμελίωση μίας νέας σχέσης ανάμεσα στα πλάσματα με τον Δημιουργό τους, ανάμεσα στους ανθρώπους μεταξύ μας, ανάμεσα σε μας και σ’ όλη τη Δημιουργία. Σαν σήμερα, μία γέφυρα ανάμεσα σε ουρανό και γη θεμελιώθηκε ξανά. Τα άνω και τα κάτω δεν είναι πλέον διεστώτα, αλλά θεμέλια μίας νέας σχέσης ενότητας και αγάπης. Σήμερα όλοι και όλα, έμψυχα και άψυχα, επίγεια και επουράνια, έλκονται στη Βηθλεέμ από τον πανίσχυρο πυρήνα της αγάπης και ζωοποιούνται στα μάτια του υμνωδού, προσερχόμενα και προσφέροντα.
«Έκαστον γαρ των υπό σου γενομένων κτισμάτων, την ευχαριστίαν σοι προσάγει· οι Άγγελοι τον ύμνον, οι ουρανοί τον Αστέρα, οι Μάγοι τα δώρα, οι Ποιμένες το θαύμα, η γη το σπήλαιον, η έρημος την φάτνην· ημέίς δε Μητέρα Παρθένον».
Άραγε, εμείς, σήμερα, τι έχουμε να προσφέρουμε; Έργα των χειρών μας; Όμως, τα περισσότερα μοιάζουν με εργαλεία φόνου και καταστροφής. Μήπως, καρπούς της γης από τον μόχθο μας; Όμως, οι περισσότεροι καρποί έγιναν αγνώριστοι, από τον βιασμό που επέβαλε στη φύση η απληστία και η ανυπομονησία μας. Μήπως, έργα κάλλους και καλλιτεχνίας, αντάξια του μεγαλείου Του; Όμως, η ψυχή μας μαράθηκε και εξαντλημένη περιφέρεται στις γειτονιές του κόσμου, ανήμπορη να γεννήσει ομορφιά. Και μοιάζει του υμνωδού η απορία με κραυγή απόγνωσης και αναγνώριση της πτωχείας μας:
«Τι σοι προσενέγκωμεν Χριστέ;»
Μοιάζει να έχει ανοίξει το μυθικό κουτί της Πανδώρας και όλες οι συμφορές να πλημμυρίζουν τον αιθέρα. Κι όμως, ο μύθος αυτός κρύβει παραμυθία πανανθρώπινη, πόθο όλων των γενεών: Τελευταίο, στο άδειο πιά κουτί της μυθικής ηρωίδας, κάτι φτερούγισε και ζήτησε να ελευθερωθεί: Η ελπίδα.
Όσο παραμένουμε ενωμένοι, όσο βαδίζουμε χέρι χέρι προς το Σπήλαιο της Βηθλεέμ, το κέντρο της ανθρώπινης ιστορίας και την πηγή της πανανθρώπινης αγάπης, η ελπίδα για τον τόπο μας και για όλο τον κόσμο δεν θα σβήσει. Όσο αντιμετωπίζουμε, με αγιότητα βίου, αλλά και με αποφασιστικότητα, τις δυνάμεις του διχασμού, θα συνεχίσουμε να κρατάμε ζωντανή την ελπίδα ενός κόσμου ειρήνης και προσφοράς. Αλλά και όσο οι κάθε είδους πειρασμοί γίνονται αφορμή αναθέρμανσης της πίστης και της αγάπης μας, ο κόσμος πάντοτε θα προστρέχει στην Εκκλησία και θα βρίσκει σ΄ αυτήν αυτό που πάντα του προσέφερε απλόχερα: Νόημα ζωής και δρόμο υπέρβασης ανθρωπίνων παθών και κάθε είδους δυσχερειών.
Ιδιαίτερα, όμως, στην πατρίδα μας, κάθε τέτοια μέρα, δεν θα σταματήσουμε ποτέ να αναζωογονούμε την ελπίδα μας και να γεμίζουμε από τον πόθο της ενοποιού αγάπης, της μόνης δύναμης ικανής να μας διατηρήσει συστρατευόμενους στο όραμα μίας νέας, ευτυχισμένης και δίκαιης κοινωνίας.
Ο εν σπηλαίω τεχθείς Χριστός, ο αληθινός Θεός ημών, να ευλογεί τις ζωές σας, το έθνος μας και ολόκληρο τον κόσμο.
Χρόνια Πολλά και ευλογημένα!
Μετά πατρικών εορτίων ευχών και της εν Κυρίω αγάπης,
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ
† Ο ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΣ ΙΓΝΑΤΙΟΣ