Του Σταμάτη Μιχαλακόπουλου / Ι. Ν. Ευαγγελιστρίας Πειραιώς
ΠΕΡΙ ΕΛΕΗΜΟΣΥΝΗΣ: Μεγάλο θαύμα το να αναστηθεί ένας νεκρός, αλλά ακόμα μεγαλύτερο θαύμα η αγάπη προς τους αδελφούς. Ο Κύριος δεν ζητάει από εμάς να κάνουμε θαύματα, αλλά να είμαστε ταπεινοί, καθαροί, να εκτελούμε τις εντολές του και να έχουμε αγάπη.
Στην ιερά αγρυπνία που τελέστηκε το Σάββατο 24 Οκτωβρίου, στον Ιερό Ναό Ευαγγελιστρίας Πειραιώς, προεξήρχε και κήρυξε τον θείο λόγο, ο Αρχιμανδρίτης π. Αθανάσιος Παπασταύρου, ιεροκήρυκας της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς.
Η αγρυπνία και η ομιλία εντάσσονται στο πλαίσιο του προγράμματος καθημερινών δράσεων και εκδηλώσεων του Ναού, με τον γενικό τίτλο «ΕΝΟΡΙΑ εν δράσει».
Ο π. Αθανάσιος αναφέρθηκε στην αγία Ταβιθά, που εορτάζει αυτήν την ημέρα η Εκκλησία και στο αποστολικό ανάγνωσμα της ημέρας, που παρουσιάζει συνοπτικά την ζωή της. Μια ζωή γεμάτη από αγαθοεργίες και ελεημοσύνες.
Είναι μεγάλη η αρετή της ελεημοσύνης, τόνισε, η οποία είναι εκδήλωση της πραγματικής αγάπης, όταν εκδηλώνεται σωστά.
«Γιατί δυστυχώς οι άνθρωποι, και αυτά τα νοήματα, τα έχουμε διαστρέψει και πολλές φορές κάνουμε το καλό, προς το θεαθήναι. Ενώ ο Θεός, θέλει το καλό να γίνεται μυστικά και με αγαθή καρδιά, επειδή το θέλει Εκείνος κι όχι για να προβληθούμε εμείς.
Αυτή ήταν η αγία Ταβιθά και γι’ αυτό της δόθηκε το σπάνιο χαρακτηριστικό επίθετο της ελεήμονος, που έχει δοθεί σε λίγους αγίους.»
Οι άγιοι αυτοί, συνέχισε, ήταν πάντοτε εκείνοι, οι οποίοι την ελεημοσύνη την έδιναν μέσα από την καρδιά τους, γιατί έβλεπαν τους ανθρώπους ως αδελφούς τους και δικαίως πήραν την επωνυμία του ελεήμονος.
Όλοι οι άγιοι βέβαια ήταν ελεήμονες κι αν δεν είχαν να δώσουν υλικά αγαθά, είχαν πάντοτε να δώσουν πνευματικά αγαθά. Τις προσευχές τους, την αγάπη τους, την παρηγορία τους. Εάν έχουμε καρδιά ελεήμονα, έχουμε όλοι να δώσουμε λόγο αγαθό, αγάπη και παρηγοριά.
Επανερχόμενος στο αποστολικό ανάγνωσμα από τις Πράξεις, που αναφέρεται στην αγία Ταβιθά, ο π. Αθανάσιος στάθηκε ιδιαίτερα στην χαρακτηριστική σκηνή που περιγράφει ο Ευαγγελιστής Λουκάς.
Η αγία έφυγε από αυτόν τον κόσμο, γιατί την κάλεσε ο Θεός. Τρέχουν οι χριστιανοί γιατί έχασαν την μητέρα τους, να συναντήσουν τον Απόστολο Πέτρο και να του ζητήσουν το θαύμα που πίστευαν μέσα από την καρδιά τους.
Κι όταν έφτασε στο σπίτι της, συγκλονίστηκε με όσα είδε. Είδε τις χήρες, τα ορφανά, τους πονεμένους, τους φτωχούς, να στέκονται έχοντας στα χέρια τους τα δώρα που τους έδινε η αγάπη της. Ήταν δώρα μεγάλα και βαρύτιμα, όχι γιατί ήταν ακριβά και πολυτελή, αλλά γιατί τα έδινε μέσα από την ελεήμονα καρδιά της και με πολλούς κόπους. Και στην συνέχεια, ο Απόστολος Πέτρος την ανέστησε.
«Εμείς, ως θαύμα βλέπουμε την ανάσταση, αλλά το επόμενο μεγαλύτερο θαύμα ήταν οι αγαθοεργίες της αγίας αυτής γυναίκας.
Θαύμα δεν είναι μόνο αυτό που βλέπουν τα μάτια του σώματος και εκπλήσσονται, αλλά και αυτό που δεν το βλέπουν, αλλά μπορούμε να το διακρίνουμε και να το συλλάβουμε με τις αισθήσεις της ψυχής.
Μεγάλο θαύμα το να αναστηθεί ένας νεκρός, αλλά ακόμα μεγαλύτερο θαύμα η αγάπη προς τους αδελφούς.»
Ο Κύριος δεν ζητάει από εμάς να κάνουμε θαύματα, αλλά να είμαστε ταπεινοί, καθαροί, να εκτελούμε τις εντολές του και να έχουμε αγάπη. Δεν αναγνωρίζει τα θαύματα που θα κάνει κάποιος άνθρωπος, αλλά αναγνωρίζει το πραγματικό θαύμα, που είναι ο ανακαινισμένος άνθρωπος.
Πάντοτε ζούμε το μέγιστο θαύμα, όλοι οι χριστιανοί, τόνισε στη συνέχεια, όταν τελείται η θεία Λειτουργία, όπου ο άρτος και ο οίνος γίνονται Σώμα και Αίμα Χριστού, το οποίο μεταλαμβάνουμε και γινόμαστε χριστοφόροι και θεοφόροι.
Και όπως σημείωσε, ολοκληρώνοντας:
«Το θέμα είναι πως ο άνθρωπος εισπράττει το θαύμα. Εάν μείνουμε στην εξωτερική μορφή του θαύματος, αυτό το θαύμα δεν μας επηρεάζει εσωτερικά. Ένα θαύμα ζητάει ο Θεός κι αυτό γίνεται μόνο αν συνεργαστεί ο άνθρωπος μαζί Του. Το θαύμα της εσωτερικής αλλαγής, της αλλοιώσεως, της μετανοίας, της αλλαγής πορείας.»
Την ομιλία μπορείτε να παρακολουθήσετε εδώ