Ο συγγραφέας κ.Σταύρος Γουλούλης απαντά στα ερωτήματα για τη νέα Εκκλησία, την ιστορία της και το μέλλον, όπως αυτό διαγράφεται μετά την αναγνώριση από το Φανάρι και τη Σερβία .
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στην έντυπη εφημερίδα «Κιβωτός της Ορθοδοξίας», που κυκλοφορεί πανελλαδικά κάθε Πέμπτη.
ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΗ ΑΧΡΙΔΟΣ: Στις 9 Μαΐου 2022 υπήρξε μία ιστορική απόφαση από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, που αναγνώρισε τη σχισματική, από το 1967, Εκκλησία των Σκοπίων ως «Αρχιεπισκοπή Αχρίδος». Πολλοί ανησυχούν ότι πρόκειται για επανάληψη της Συμφωνίας των Πρεσπών στον εκκλησιαστικό χώρο.
Ο συγγραφέας κ.Σταύρος Γουλούλης απαντά στα ερωτήματα για τη νέα Εκκλησία, την ιστορία της και το μέλλον, όπως αυτό διαγράφεται μετά την αναγνώριση από το Φανάρι και τη Σερβία .
-Ποια ήταν η «Αρχιεπισκοπή Αχρίδος;»
Είναι μια μεγάλη υπόθεση. Η Αρχιεπισκοπή Αχρίδος, δηλαδή έχοντας έδρα την Αχρίδα, είχε επικεφαλής αρχιεπίσκοπο που έφερε και το τίτλο του «Πρώτης Ιουστινιανής» όπως και «Πάσης Βουλγαρίας». Εδώ είναι που θέλει ανάλυση.
Πάμε πίσω στον αυτοκράτορα Ιουστινιανό. Το 535 ιδρύει τη νέα αρχιεπισκοπή με έδρα την Πρώτη Ιουστινιανή (στα λατινικά Prima Justiniana), μια πόλη λίγο πέρα από τα Σκόπια, από όπου καταγόταν ο ίδιος. Ο λόγος ήταν ότι ήθελε να υπαγάγει σε αυτή τους νέους κατοίκους που είχαν κατακλύσει τις χώρες νοτίως του Δούναβη, οι οποίοι τότε ήταν στο επίπεδο νεολιθικής ζωής. Θα έπρεπε να εκχριστιανισθούν και να ενταχθούν στο υπάρχον Ρωμαϊκό κράτος. Ο αρχιεπίσκοπος διοριζόταν από τον αυτοκράτορα για καλύτερο έλεγχο μιας ευαίσθητης περιοχής, η οποία ένωνε το Ανατολικό με το Δυτικό ρωμαϊκό κράτος. Στην απόφαση αυτή συνέργησαν οι τότε Πάπας Ρώμης και Πατριάρχης Κων/πόλεως.
Αιώνες πέρασαν, η Αρχιεπισκοπή Πρώτης Ιουστινιανής στην πράξη δεν είχε εφαρμογή. Οι νέοι λαοί στα Β. Βαλκάνια δεν είχαν καλή συνεργασία με το Βυζάντιο. Και πρώτοι οι Βούλγαροι, που ήθελαν ανεξαρτησία, την πέτυχαν, αλλά και την έχασαν το 970 από τον Ιωάννη Τσιμισκή. Υπήρξαν μαξιμαλιστές. Οι Βυζαντινοί, όμως, έβλεπαν πάντα τα εδάφη τους ρωμαϊκά. Έτσι, την παλαιά Αρχιεπισκοπή Πρώτης Ιουστινιανής ανανέωσε ο Βασίλειος Β΄ Βουλγαροκτόνος αμέσως μετά το 1018, αφού υπέταξε οριστικά τους επαναστάτες, Σαμουήλ και διαδόχους (976-1018), και επικύρωσε τρία σιγίλλια (1019/20) υπέρ της Αρχιεπισκοπής Πρώτης Ιουστινιανής Αχρίδος (ή Αχριδών) με την προσθήκη και του όρου «Πάσα Βουλγαρία», ανανεώνοντας το παλαιό πρόγραμμα του Ιουστινιανού.
Η Αχρίδα (Ohrid) ήταν η πόλη που διέμεναν εκείνη την περίοδο οι διάδοχοι του Σαμουήλ, ενώ πιο πριν στην Πρέσπα. Ο Βασίλειος Β΄ με το που ενέκρινε τον ήδη υπάρχοντα Ιωάννη και ως διορισμένο από τον ίδιο αρχιεπίσκοπο Πρώτης Ιουστινιανής, έδωσε εκκλησιαστική ταυτότητα στην περιοχή, στη συνέχεια της πολιτικής του Ιουστινιανού, προσαρμοσμένη στην υπάρχουσα κατάσταση (1018 κ.ε.).
– Ο όρος «Πρώτη Ιουστινιανή» είναι κατανοητός. Αλλά ο όρος «Πάσα Βουλγαρία» τι σημαίνει; Βλέπουμε οι Βούλγαροι να διαμαρτύρονται ότι τους κλέβουν την εκκλησιαστική ιστορία τους, που στηρίζουν τη θέση τους αυτή;
Ο όρος «Πάσα Βουλγαρία» είναι νέος όρος. Αχρίδα ήταν η έδρα, «Βουλγαρία» η έκταση της παλαιάς αρχιεπισκοπής Πρώτης Ιουστινιανής με τους νέους πληθυσμούς. Αντικαθιστά την ούτως ειπείν «παλαιά Βουλγαρία», που ήταν ανατολικά, πολύ μακριά. Όμως, πλέον ο όρος υπέστη εξάχνωση, δεν ανταποκρίνεται στη γεωγραφία, ήταν διοικητικός. Όπως οι Βυζαντινοί έλεγαν (Πάσα) Θεσσαλία, μαζί και τη σημερινή Κεντρική Μακεδονία με τη Θεσσαλονίκη. Ή η τότε Μητρόπολη Λαρίσης (Δευτέρα Θεσσαλία) λέγεται και «Πάσης Ελλάδος»! Η λέξη Βούλγαρος, όπως δείχνουν οι πηγές, δεν σημαίνει πλέον τον παλαιό Βούλγαρο, αλλά κάθε σλαβόφωνο νοτίως του Δούναβη. Αυτά είναι γνωστά.
Το ότι οι ηγεμόνες, της Πρέσπας αρχικά και μετά της Αχρίδος, προσδιορίζονται ως «Βούλγαροι» είναι άλλο θέμα. Ήταν δύο ηγετικές ομάδες, μία ήθελε να έχει σχέση με το Βυζάντιο, η άλλη που καιροσκοπούσε, όπως ο ηγεμόνας Ιωάννης Βλαντισλάβος (π.1015-1018) τον οποίο χαρακτηρίζει Βούλγαρο επιγραφή από τα Βιτώλια, ήθελε να είναι συνέχεια των παλαιών Βουλγάρων βασιλέων. Επόμενο ήταν. Αφού οι (παλαιοί) Βούλγαροι έμαθαν σλαβικά, εκείνοι ήθελαν να υπαγάγουν όλους τους Σλάβους των Βαλκανίων. Αν τους άφηνε το Βυζάντιο (και η Δύση), σήμερα θα έλεγχαν όλα τα σλαβικά έθνη.
Ο Βασίλειος Β΄ αλλά και πριν από αυτόν ασκούσαν μία ειδική πολιτική. Έφτιαξαν εν γνώσει τους νέα «βουλγαρική» ταυτότητα, ενώ την ίδια ώρα εθνικοποιούσαν την παλαιά Βουλγαρία που έκειτο όπως θα λέγαμε «μιας ημέρας δρόμο» από την Κων/πόλη. Αυτή η βυζαντινή σκακιέρα της εποχής είναι που θολώνει τα πράγματα και νομίζω δεν έχει δοθεί εξήγηση. Έτσι, όμως, φτιάχτηκε τρόπον τινά, μια «Άλλη Βουλγαρία» από «Άλλους Βουλγάρους»….
Το θέμα των κατοίκων της σημερινής Β. Μακεδονίας είναι εθνολογικό. Οι ίδιοι θεωρούν ότι κατάγονται από την περιοχή της Κεντρικής Ευρώπης. Αντίθετα, οι Βούλγαροι, λέγεται, ήλθαν από τον Βόλγα. Έτσι αποφασίζουν οι σημερινοί κάτοικοι και αυτό εγκρίνει (και βούλεται) η διεθνής κοινότητα.
– Οι Ιστορικοί δέχονται ότι η πρώτη πρωτεύουσα του κράτους του Σαμουήλ μετά το 976 ήταν η πόλη Πρέσπα, όπως και ο ναός του Αγίου Αχιλλίου η πρώτη αρχιεπισκοπή του κράτους. Τι ακριβώς ισχύει;
Όταν άρχισα τη μελέτη του Αγίου Αχιλλίου στην πόλη Πρέσπα (Είναι αναρτημένα ήδη στο Academia.edu μερικά άρθρα επί του θέματος), αντιμετώπιζα ένα μνημείο που είναι η μεγαλύτερη βυζαντινή βασιλική των Βαλκανίων (μετά τον 6ο αι., την παλαιοχριστιανική περίοδο). Εδώ κατατέθηκαν τα λείψανα του αγίου πολιούχου της Λάρισας, που ο Σαμουήλ μετέφερε μαζί και τους κατοίκους, το 985. Η βασιλική αυτή λειτουργεί το 1016, όπως αναφέρεται στον Βίο του αγίου Ιωάννη-Βλαδιμήρου, πρώτου αγίου-μάρτυρα των Σέρβων. Κάτι που δεν είναι γνωστό είναι ότι ο Σαμουήλ είχε υποταχθεί στο Βυζάντιο (σχετικά καταθέτει ο σύγχρονος Ιμπν Γιαχία από την Αντιόχεια) μετά από μάχες μεταξύ 1001-1004. Την πληροφορία αυτή αξιοποιεί ο Βρεταννός ιστορικός Paul Stephenson που προτείνει τη θεωρία της δεκαετούς υποταγής (1004-1014), (Μετά ο Σαμουήλ επαναστάτησε πάλι και έγινε ό,τι έγινε).
Η θεωρία αυτή βρίσκει απόλυτη εφαρμογή στη βασιλική του Αγίου Αχιλλίου: Κτίσθηκε ακριβώς τότε, στα 1004-1014 με τη βοήθεια του Βασιλείου Β΄. Δεν μπορούσε να την κατασκευάσει ο Σαμουήλ. Προηγήθηκε ισοπέδωση του χώρου και έγιναν χαράξεις μείζονος, φρουριακών διαστάσεων, κτηρίου. Εξασφαλίσθηκε έτσι η στατική του, αφού διέθετε και υπερώα (για τις αρχόντισσες όπως στο Βυζάντιο). Είναι δουλειά μεγάλου αρχιτέκτονα, έργο ειδικής τεχνογνωσίας, απαιτεί έξοδα, δύσκολα όλα για πληθυσμούς που ζούσαν τότε σε φάση ανταλλακτικής οικονομίας, χωρίς νόμισμα.
Η κατατομή και τεχνοτροπία του συνόλου είναι βυζαντινή. Το σημαντικό είναι ότι στην κόγχη του Βήματος (α΄ στρώμα τοιχογραφιών επί Σαμουήλ), καταγράφηκαν οι 18 επισκοπικοί θρόνοι της νέας Αρχιεπισκοπής στα ελληνικά. Οι ίδιοι θρόνοι καταγράφονται και στα τρία σιγίλλια του Βασιλείου Β΄ υπέρ της Αρχιεπισκοπής Αχρίδος τώρα (1019/20). Προφανώς αναγνωρίσθηκε η προηγούμενη κατάσταση, αφού ο αρχιεπίσκοπος παρέμεινε ο ίδιος, ο Ιωάννης, και γενικά αποκαταστάθηκε όλη η άρχουσα τάξη του εφήμερου κράτους. Τον τεράστιο ναό, τον μεγαλύτερο βυζαντινό στα Βαλκάνια, πρέπει να έφτιαξε ο Βασίλειος Βουλγαροκτόνος, ακριβώς για να είναι αντάξια η αναβίωση μετά από 450 χρόνια της Αρχιεπισκοπής Πρώτης Ιουστινιανής.
-Τι σημαίνει για μας η αναγνώριση της «Αρχιεπισκοπής Αχρίδος»;
Η Εκκλησία της γείτονος χώρας είναι αδελφική, πρέπει να αποκτήσει εκκλησιαστική ταυτότητα, πράγμα που η Ιστορία, η πραγματική εικόνα που έχουμε για το παρελθόν και όχι μια φαντασίωση, πετυχαίνει. Ας ελπίσουμε ότι οι εκκλησιαστικοί θα δείξουν πνεύμα συναδέλφωσης και συνεργασίας, κάτι που δεν δείχνουν μερικοί από τον πολιτικό στίβο στη χώρα τους. Το Πατριαρχείο, πάντως, δίνει το καλό παράδειγμα. Μπορούσε να κάνει διαφορετικά; Είναι η ιστορική Μητέρα Εκκλησία των κατοίκων της περιοχής! Η απόφασή της έπεται των κοσμικών πραγμάτων.
dogma.gr