του Αβραάμ Νικολαΐδη, Δράμα
Ο Άγιος Αυγουστίνος, ο Ιερός αυτός Πατέρας της Εκκλησίας μας, γεννήθηκε στην Ταγάστη της Νουμηδίας στην Αφρική (σημερινή Αλγερία), το έτος 354 μ.Χ. Η μητέρα του ήταν φλογερή χριστιανή, που ονομαζόταν Μόνικα και η μνήμη της τιμάται στις 4 Μαΐου. Ο πατέρας του ήταν ειδωλολάτρης, λεγόταν Πατρίκιος, επίσημος στο γένος, που στο τέλος του βίου του δέχτηκε το άγιο βάπτισμα.
Η μητέρα του «εξ απαλών ονύχων», δηλαδή από την μικρή ηλικία, προσπάθησε να εμπνεύσει τα θέματα της Ορθοδόξου πίστεως στον υιό της και χαιρόταν που αυτός ανταποκρινόταν καθώς μεγάλωνε «εν φόβω και νουθεσία Κυρίου». Ο Άγιος τις εγκύκλιες σπουδές του τις πραγματοποίησε στην πατρίδα του. Η πρώτη μόρφωσή του ήταν αποκλειστικά Λατινική. Στη συνέχεια ο πατέρας του τον έστειλε στα Μάδαυρα και για ανώτερες σπουδές και ρητορική στην Καρχηδόνα. Ως νεαρός φοιτητής παρασύρθηκε από κακές συναναστροφές, τα κακά θεάματα και ακούσματα και έζησε ζωή έκλυτη, φτάνοντας σε ηθική παραλυσία. Από την άσωτη ζωή που ζούσε απόκτησε και ένα εξώγαμο τέκνο. Δεν έφθανε μόνο αυτό, αλλά παρασύρθηκε και έγινε οπαδός του Μανιχαϊσμού, που ήταν σε ιδιαίτερη έξαρση τον 4ο μ.Χ. αι. Ελκύστηκε από τους πομπώδεις λόγους και τα ονειροπολήματα της τερατώδους αυτής αιρέσεως. Έμεινε σ΄ αυτήν την αίρεση για επτά χρόνια. Επειδή όμως δεν αναπαύτηκε το ανήσυχό του πνεύμα εγκολπώθηκε στην συνέχεια την πλάνη των ακαδημαϊκών.
Το διπλό αυτό ναυάγιο των ηθών και της πίστεως κατέθλιψε καίρια την μητέρα του Μόνικα όταν το έμαθε. Η μητέρα του έχυσε χειμάρρους από δάκρυα και παρακαλούσε μέρα και νύχτα τον Κύριο Ιησού Χριστό, την Υπεραγία Θεοτόκο να φωτιστεί ο γιος της και να έλθει σε μετάνοια. Αλλά και όταν αργότερα έφθασε ο Ιερός Αυγουστίνος στο Μιλάνο οι θερμές ολονύκτιες προσευχές της μητέρας του, τα φλογερά κηρύγματα του Επισκόπου Μεδιολάνων Αμβροσίου και η επισταμένη μελέτη των Αγίων Γραφών από τον ίδιο, έφεραν τον Αυγουστίνο στον χριστιανισμό.
Ο ίδιος περιγράφει το θαυμαστό γεγονός της μεταστροφής του στον Χριστό:
Ζούσε, μας λέει, μια εσωτερική πάλη ανάμεσα στην αλήθεια και στην πλάνη, ανάμεσα στην πίστη και την τυφλή ισχυρογνωμοσύνη, η οποία συνέβαινε μέσα στην ψυχή του και τον κρατούσε σε ακατάπαυστη ταραχή. Κάποια ημέρα ενώ συνομιλούσε με κάποιους φίλους του στον κήπο, τους αφήνει και φεύγει μόνος του σε μια άκρη, για να βρει την γαλήνη που του έλειπε. Εκεί έπεσε στο έδαφος, συστρεφόμενος και φωνάζοντας από τον ψυχικό πόνο και ποτίζοντας το χώμα με άφθονα δάκρυα, παρακαλώντας τον Θεό να τον λυπηθεί και να τον ελεήσει ερχόμενος σε βοήθειά του. Ενώ βρισκόταν σε αυτή την οδυνηρή θέση ακούει μια γλυκιά φωνή από ένα διπλανό σπίτι που του έλεγε: «Λάβε και ανάγνωσε». Ουδέποτε ένιωσε τέτοια συγκίνηση στην ψυχή του. Σηκώθηκε τότε σαν από μια αόρατη δύναμη ωθούμενος και τρέχει να βρει τον φίλο του Αλύπιο που είχε εγκαταλείψει. Βλέπει πάνω στο τραπέζι ένα βιβλίο και από θεία νεύση κινούμενος το αρπάζει με ταραγμένη ψυχή και το ανοίγει διαβάζοντας τις εξής λέξεις: « ……. ώρα ημάς ήδη εξ ύπνου εγερθήναι. νυν γαρ εγγύτερον ημών η σωτηρία ή ότε επιστεύσαμεν. η νυξ προέκοψεν, η δε ημέρα ήγγικεν. Αποθώμεθα ουν τα έργα του σκότους και ενδυσώμεθα τα όπλα του φωτός. Ως εν ημέρα ευσχημόνως περιπατήσωμεν, μη κώμοις και μέθαις, μη κοίταις και ασελγείαις, μη έριδι και ζήλω, αλλ΄ ενδύσασθε τον Κύριον Ιησούν Χριστόν, και της σαρκός πρόνοιαν μη ποιείσθε εις επιθυμίας». Ήταν από την Επιστολή του Αποστόλου Παύλου «Προς Ρωμαίους» (κεφ. ιγ, 11-14).
Μόλις ο Αυγουστίνος ανάγνωσε την περικοπή αυτή, μια ακτίνα φωτός εισέδυσε στην ψυχή του και διέλυσε αμέσως και ακαριαία το πυκνό σκοτάδι, το οποίο τον περιέβαλε. Δεν χρειάστηκε να διαβάσει περισσότερο. Όλο το πνεύμα του Αποστόλου, που είναι το αυτό Άγιον Πνεύμα, εισήλθε με τις λίγες αυτές λέξεις στην ψυχή του νέου προσήλυτου και διέχυσε σ΄ αυτήν την πίστη και την συνοδεύουσα με αυτήν ουράνια γαλήνη. Δεν θέλησε άλλο τι αλλά ζήτησε να κατηχηθεί και βαπτίστηκε χριστιανός την παραμονή του Πάσχα του 387 μ.Χ. από τον Άγιο Αμβρόσιο μαζί με τον 15χρονο γιο του. Η χαρά της μητέρας του ήταν απερίγραπτη. Δεν έζησε όμως η ενάρετη αυτή ηρωίδα μητέρα πολύ μετά την σωτήρια μεταβολή του γιού της, που ονομάστηκε και «ο υιός των δακρύων». Ο Άγιος θρήνησε για τον χαμό της, την στέρηση της φιλόστοργης και αγαθής μητέρας του.
Αργότερα το 388 μ.Χ. ο Άγιος επέστρεψε στην Αφρική όπου δίδαξε και με θέρμη διέδωσε τον χριστιανισμό. Όταν το 391 μ.Χ. επισκέφθηκε κάποιους φίλους του στην Ιππώνα, ο επίσκοπος της πόλης εκτιμώντας τα πλούσια χαρίσματά του, το πάθος της διδασκαλίας αλλά και τη βαθύτατη θεολογική του γνώση, τον χειροτόνησε πρεσβύτερο και αργότερα βοηθό επίσκοπο. Ως πρεσβύτερος ίδρυσε στην Ιππώνα κοινόβιο μοναστήρι. Το ασκητικό πρότυπο του Ιερού Αυγουστίνου ταυτιζόταν με την κοινόβια άσκηση, κατά το πρότυπο της πρώτης Ιεροσολυμικής Κοινότητας. Κοινός βίος ήταν ωρίμανση πνευματικής ζωής, ώστε αν κάποιος ήθελε να οδηγηθεί στην έρημο, να πάει με ασφάλεια και πνευματική αυτάρκεια. Η αυστηρότητα του βίου του, η ευσέβειά του, η άσκηση της αρετής έκαναν ξακουστό τον Άγιο σε όλη την περιοχή. Το 395 μ.Χ. υποτάχθηκε στο θέλημα της θείας Πρόνοιας και αναγκασθείς χειροτονήθηκε Επίσκοπος Ιππώνος. Ο Άγιος ήταν τότε 41 ετών.
Ποίμανε με σύνεση και διάκριση το ποίμνιό του για 34 ολόκληρα χρόνια. Εκεί θα ξεχωρίσει για την ποιμαντική του δραστηριότητα, αλλά και την έντονη αντιαιρετική του δράση, αντιμετωπίζοντας το σχίσμα του Δονατισμού, την αίρεση του Πελαγιανισμού και πολεμώντας τα τελευταία του χρόνια τον Αρειανισμό. Ο Άγιος εκοιμήθη ειρηνικά σε ηλικία 76 ετών, το 430 μ.Χ. κατά την διάρκεια της πολιορκίας της πόλης Ιππώνος από τους Βανδάλους.
Του Αγίου Αυγουστίνος Ιππώνος τα γραπτά είχαν πολύ μεγάλη επιρροή στην ανάπτυξη του Δυτικού Χριστιανισμού και της Δυτικής φιλοσοφίας. Θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους Αγίους και πολυγραφότερους συγγραφείς της Λατινικής Πατρολογίας. Τα χαρακτηριστικά του είναι η δημιουργικότητα, η ορμητικότητα, ο έντονα συναισθηματικός και πολεμικός χαρακτήρας του. Ο λόγος του είναι προσωπικός, εξομολογητικός, προσευχητικός. Κατά τον Δοσίθεο τα συγγράμματα του Αγίου Αυγουστίνου νοθεύτηκαν από τους αιρετικούς, γι΄ αυτό οι Ορθόδοξοι Ανατολικοί δεν δέχονται αυτά απλώς και ως έτυχε, αλλά όσα συμφωνούν με την κοινή δόξα της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Ταις του Αγίου Αυγουστίνου πρεσβείαις, Χριστέ ο Θεός, ελέησον και σώσον ημάς, Αμήν.