Ομιλία Εσπερινού Χριστουγέννων 2016, Ι. Ν. Αγ. Αντωνίου Βεροίας – Του Πρωτοπρεσβυτέρου του Οικουμενικού Θρόνου Στυλιανού Μακρή, Δρος Θ., Αρχιερατικού Επιτρόπου Βεροίας
Η σάρκωση του Θεού Λόγου, παρεμβατική πράξη αγάπης απερίγραπτης, ενωτική των διεστώτων τομή στον πεπτωκότα χωροχρόνο, είναι το καταλυτικό γεγονός της εν σαρκί αποκαλύψεως της Αιτίας και Αρχής των κτιστών όντων, της επιφανείας αυτοπροσώπως του Δημιουργού εν μέσω δημιουργημάτων.
Ταυτοχρόνως φανερώνει πως δεν ήταν αρκετό για αυτήν την Αρχή να μείνη στατική στο ενέργημα, στο αποτέλεσμα της ενεργείας, και στη διατήρηση απλώς και μόνον της συνεκτικής της εν κτίση ιδιότητος. Ο Θεός δεν άφησε τον κόσμο να μείνη ως είχε. Έπρεπε ο Ων να γίνη παρών.
Σύμφωνα με την πατερική θεολογία τα κτιστά όντα μετέχουν αναλογικώς στις τέσσερις εκφάνσεις της ενέργειας, την ουσιοποιό, την ζωοποιό, την σοφοποιό και την θεοποιό, με τις τρεις πρώτες να αφορούν στη φύση, όπως δόθηκε, την δε τέταρτη στην επιλογή του προσώπου. Η πέτρα έχει απλώς ύπαρξη, το πρόβατο ύπαρξη και ζωή, ο άνθρωπος και οι νοερές δυνάμεις ύπαρξη, ζωή και λόγο, οι άγιοι και οι άγγελοι ύπαρξη, ζωή, λόγο και αγιότητα. Επειδή υπάρχει η προοπτική της θέωσης ως ένας και μοναδικός σκοπός της δημιουργίας για τα όντα που μετέχουν της σοφοποιού ενεργείας, η σχέση τους με την έννοια της σοφίας είναι βάση και προστάδιο και προϋπόθεση για την θέωση.Όταν λέγεται ότι ο Θεός Πατήρ «πάντα εν Σοφία εποίησεν», δεν εννοείται απλώς ότι όλα τα δημιούργησε με σοφό τρόπο, αλλά κυρίως ότι τα δημιούργησε μαζί με το πρόσωπο που αποκαλείται Σοφία, Λόγος, Υιός. Ομιλεί η άσαρκος Σοφία, στις Παροιμίες Σολομώντος και λέγει τα εξής:
«Κύριος έκτισέ Με αρχήν οδών Αυτού εις έργα Αυτού, προ του αιώνος εθεμελίωσέ Με εν αρχή, προ του την γην ποιήσαι…ηνίκα ητοίμαζε τον ουρανόν, συμπαρήμην Αυτώ…ήμην παρ’ Αυτώ αρμόζουσα». «Ο Πατήρ Με γέννησε να είμαι αρχή των δημιουργημάτων Του, Με έθεσε αρχή, πριν να φτιάξη τον κόσμο…όταν ετοίμαζε τις ουράνιες δυνάμεις, ήμουν παρούσα». Έπρεπε όμως αυτή η ίδια η Σοφία, «η δημιουργική και συνεκτική των απάντων», η διαχειριζομένη την λογοποιό και σοφοποιό ενέργεια, να γίνη από αδιόρατη ορατή, να γίνη κτίσμα, για να γίνη και κτήμα των κτισμάτων της. Η πράξη της δημιουργίας της συμπαντικής πραγματικότητας, απόδειξη της ύπαρξης ενεργήσαντος προσώπου, δεν ολοκλήρωσε αμέσως τον άνθρωπο.Ο Χριστός είναι ο ένσαρκος Λόγος και Υιός του Θεού Πατρός. Τι εννοούμε με αυτό; Όταν ο Υιός θεολογήται ως Λόγος, θεολογείται ως η Λογική του Νοός, που είναι ο Πατήρ. Λόγος στα αρχαία ελληνικά δεν είναι μόνον ο όρος που φανερώνει την ικανότητα η το περιεχόμενο της ομιλίας· είναι πρωτίστως όρος που φανερώνει την δύναμη του νοός να συλλογίζεται και να γνωρίζη τον εαυτό του. Λόγος είναι η λογική σκέψη και λογικότητα, που συναντάται σε όντα με αυτοσυνειδησία, αυτοαντίληψη και αυτοεπίγνωση. Εκεί που απουσιάζει αυτή η διάσταση του λόγου, λείπει και η διάσταση της ομιλίας. Ο άνθρωπος ομιλεί, επειδή τα ρήματα του στόματός του αποδίδουν φωνητικά τον συνειρμό της λογικής του διανόησης. Τα ζώα δεν μπορούν να ομιλούν, διότι δεν μπορούν να συλλογίζονται, δεν έχουν λογική σκέψη· και δεν μπορούν να συλλογίζονται, διότι δεν έχουν συνείδηση του εαυτού τους. Έχουν εγκέφαλο, κατάλληλο για τη ρύθμιση των βιολογικών λειτουργιών και την εξυπηρέτηση της ζωής, αλλά στερούνται νοός και λόγου. Ζούν και κινούνται, χωρίς να γνωρίζουν ότι υπάρχουν, από που υπάρχουν και γιατί υπάρχουν. Στην Αγία Τριάδα ο Νούς είναι ο Επουράνιος Πατήρ, κι επειδή δεν γίνεται να υπάρχη κατά φύσιν νούς χωρίς λογική, ο Πατήρ ως Νούς έχει ως Λόγο τον Υιό.
Όταν ο Μωϋσής ρώτησε τον Θεό πως Τον λένε, Εκείνος απάντησε «Εγώ ειμί ο Ων». Αυτό το «εγώ ειμί» μπορεί να το συνειδητοποιή και συνάμα να το εκφράζη λεκτικά κάθε έλλογο κτιστό ον, εν προκειμένω ο άνθρωπος, επειδή είναι εικόνα του Θεού Λόγου, όχι όμως και το άλογο ζώο, που ναί μεν βιώνει αυτό που υποδηλώνειτό «ειμί», την φυσική ύπαρξη, αδυνατεί όμως εκ φύσεως να προσλάβη το οντολογικό και υποστατικό υπόβαθρο του «εγώ», την υποστατική ύπαρξη, ως ανεικόνιστον του Θεού Λόγου. Ιδού όμως το θαυμαστότερο όλων! Ο Άσπιλος «εν τω σπηλαίω τίκτεται», ο Λόγος τίκτεται «εν φάτνη των αλόγων», των στερουμένων λόγου, λογικής σκέψης και ομιλίας, νηπιάζει ανάμεσα στην αλογία, ανάμεσα στα κατά φύσιν ανόητα και άσοφα, που Τον περιθάλπουν και Τον ζεσταίνουν κρυπτόμενο από τα κατά γνώμην ανόητα και άσοφα, επειδή Αυτός είναι η αληθινή Σοφία, η υποστατική, και επειδή αυτή η Σοφία ως «αγνή, έπειτα ειρηνική, μεστή ελέους και καρπών αγαθών, αδιάκριτος και ανυπόκριτος» είναι ταπεινή, αφού ασάρκως γεννάται από ταπεινό και παρθένο Νού και σωματικώς τίκτεται από ταπεινό και παρθένο σώμα.
Η σάρκωση της Πατρώας Σοφίας έχει άμεση σχέση με την δυνατότητα της αυτογνωσίας. Κανείς δεν λέει ότι πριν από αυτήν οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να γνωρίζουν το είναι τους. Αυτό ξεκαθαρίστηκε από την αρχή, τήν στιγμή του θείου εμφυσήματος. Από τον Αδάμ και έπειτα κάθε άνθρωπος μπορεί να λέη «εγώ ειμί», όμως από την εν σαρκί φανέρωση του Λόγου και μετά η στατικότητα του «εγώ είμαι» δίνει την θέση της στο δυναμικό «ποιος πρέπει να είμαι, πως και ποιος μπορώ να γίνω».
Για να αποκτήση ο άνθρωπος την πληρότητα της επιγνώσεως του εαυτού του, θα πρέπη να αποκτήση την πληρότητα του Λόγου μέσα του, την πληρότητα της Λογικής. Τούτο μεν επήλθε χαριστικώς στην Θεοτόκο, γιατί και ο νούς της ήταν διαρκώς στραμμένος στον Θεό. Για τους λοιπούς το χαριζόμενον κατακτάται σε βαθμό με κόπο και αυτοπαραίτηση. Και σαφώς δεν κατακτάται με την κοσμική λογική, γιατί αυτή δεν είναι «άνωθεν κατερχομένη», ως «επίγειος, ψυχική, δαιμωνιώδης», αλλά με την σαρκωμένη θεία Λογική, την σαρκωμένη θεία Σοφία. Η κατά φύσιν Θεοτόκος ως συλλαβούσα εν γαστρί την θεία Λογική, τον Χριστό, έγινε πλήρης· εμείς αποκτούμε πληρότητα, όταν γίνώμεθα κατά χάριν θεοτόκοι, συλλαμβάνοντας και κυοφορώντας την Σοφία, έχοντας δηλαδή σωματική ένωση μαζί Της, όχι διανοητική. Κι εκείνη έγινε πλήρης Σοφίας, επειδή «εκένωσεν εαυτήν» από κάθε ιδιόβουλο λογισμό, άδειασε τον παρθενικό της νού από κάθε κοσμικό λόγο και ρήμα, κι έτσι άρρεύστως ο Υπερκόσμιος Λόγος βρήκε μέσα της καταλλήλως άδειο χώρο να γεμίση με την παρουσία Του. Η αειπάρθενος μήτρα, το κέντρο του σύμπαντος για εννέα μήνες, γίνεται το Ιερόν Πανεπιστήμιον που διά συλλήψεως εισάγει στον κόσμο και εισηγείται την θεωρία του Αθεωρήτου, δηλαδή την θεοπτία, και διά τόκου εξάγει την Υπέρτατη Σοφία και «εξηγείται τοις βροτοίς», δηλαδή υποδεικνύει, την πράξη για την οικείωσή Της, αφετηρία της οποίας είναι η επιστροφή στη μήτρα για την δι’ ύδατος και Πνεύματος αναγέννηση, καθώς υποννοούσε ο Κύριος, συμβουλεύοντας τον Νικόδημο.
Τα Χριστούγεννα είναι η εορτή που τιμά το αντάμωμα της θείας σαρκώσεως και της ανθρώπινης εμπνεύσεως. Η ανθρωπότητα δίνει αίμα, για να λάβη Πνεύμα. «Δος αίμα, λαβέ Πνεύμα». Η θεότητα αντιστρέφει τα πράγματα πρωτοβούλως· δίνει Πνεύμα, γιάνά λάβη αίμα, διότι το Πνεύμα το Άγιο του Επουρανίου Πατρός είναι Αυτό που τελετουργεί την κάθοδο του Λόγου. Κατά τον Ευαγγελισμό η Θεοτόκος συγκατατίθεται εξ ονόματος όλης της ανθρωπότητος να δώση το δικό της αίμα και το Άγιο Πνεύμα αποστέλλεται αμέσως, την επισκιάζει, την χαριτώνει, έτσι ώστε δι’ Αυτού ο Πατήρ να ενεργήση την σάρκωση του Λόγου. Πνεύμα και λόγο χρειαζόμαστε, έμπνευση και λογική, για να προσεγγίσουμε τον προσεγγίζοντά μας αγαπώντα Θεό. Όμως να μην μας διαφεύγη το γεγονός ότι σύμφωνα με τους πατέρες μας κέντρο του λόγου στον άνθρωπο είναι η καρδία. Θυμηθείτε ότι ο άφρων πλούσιος «είπεν εν τη καρδία αυτού· ούκ εστι Θεός» και ότι «εξηρεύξατο η καρδία μου λόγον αγαθόν». Η αιμοδότης καρδία της Θεοτόκου έγινε πρωτίστως βάση και θεμέλιον της λογικής, όπου συνελήφθη νοητώς και ποθητώς η άσαρκος Σοφία κι έπειτα εδόθη το αίμα για την ολοκλήρωση του θεικού σχεδίου.
Λέγει ο Ευαγγελιστής ότι «Εν αρχή ην ο Λόγος», δηλαδή «εν αρχή ην η Λογική». Αυτό σημαίνει ότι η συμπαντική πραγματικότητα έχει αιτία, λογική αιτία, από την οποία εξαρτάται ως αποτέλεσμα άκτιστης βουλής. Εξάλλου χρησιμοποιούμε και με τρίτη σημασία τον όρο «λόγος», για να υποδηλώσουμε την αιτία που προκάλεσε κάτι για κάποιον σκοπό. Λέμε: «Για ποιο λόγο το έκανες αυτό;», «Ποιος είναι ο λόγος της επισκέψεώς σας;». Και σαφώς η ίδια η πράξη της δημιουργίας, η έλευση των όντων στο είναι, δεν έχει σχέση ούτε με τον παραλογισμό της τυχαιότητας, ούτε με την αλογία της ανυπαρξίας, ούτε με την ανοησία του μηδενισμού. Μέσα στο σύμπαν ακτινοβολείται το μεγαλείο της ενυποστάτου Σοφίας, λανθανούσης μεν τρόπον τινά εν κτίση, αποκαλυπτομένης δε ως κτίση. Άλλη μια ανατροπή έχουμε εδώ! Η άκτιστη αιτία των υπαρκτών περνά από την λήθη, την αφάνεια, στη μη λήθη, στην ολοφάνεια, στην α-λήθεια, όταν γίνεται κτίσμα, αναβιβάζει πνευματικώς τους εν σαρκί, αφού πρώτα κατέλθη και σαρκωθή εκ Πνεύματος Αγίου, αναγγενά, μετά την γέννηση, θεώνει, όταν ενανθρωπή. Προ Χριστού το σκότος· και έπειτα «το φως εν τη σκοτία», το «φως το της γνώσεως». Ανέτειλεν Ήλιος Δικαιοσύνης, που είναι φως εκ φωτός, για να μπορούμε πλέον να λέμε «εν τω φωτί Σου οψόμεθα φως».
Είναι παραδεκτό ότι η λογική ως πνευματική έννοια δεν ψηλαφίζεται. Ως πρόσωπο όμως εν σαρκί και οράται και ψηλαφίζεται και τρώγεται, καθώς «εοράκαμεν και αι χείρες ημών εψηλάφησαν». «Μεθ’ ημών ο Θεός», ο Εμμανουήλ! Η Υπέρτατη Σοφία γίνεται μωρό και η μωρία της σαρκώσεως κήρυγμα, αφορμή σοφισμού. Νηπιάζει ο Λόγος και λογοποιούνται τα πνευματικά νήπια, για να ανδρωθούν στο μέτρο της ηλικίας του πληρώματός Του. Γυμνητεύει ο Χριστός για τους απογυμνωμένους της παραδείσιας μακαριότητος και δέχεται σπάργανα στην αρχή της επίγειας ζωής Του, για να προτυπώση τα νεκρικά σάββανα της τελευτής Του.
Κλαίει ανάποδα στην πρώτη αναπνοή, για να αναποδογυρίση στην τελευταία εκπνοή την χαρά του διαβόλου και να την κάνη κλάμα αιώνιο. Κι εκείνος, ο μέγας ανόητος, ο το πριν σοφότερος πάντων των αύλων νόων, δεν αντιλαμβάνεται μέσα στην αφροσύνη της κακίας του το μέγα μυστήριο. Κι όταν θα τόαντιληφθή στο «τετέλεσται», θα είναι ήδη αργά για το κράτος του, που θα καταλυθή μέσα στον άδη. Μόνη του παρηγορία θα είναι από εκεί και έπειτα η λυσσαλέα προσπάθεια να μεταπείθη τις καρδιές, ώστε να υποτάσσωνται στην κοσμική λογική, στην μήτρα για την αλογία της θρησκείας, της αιρέσεως, της αθείας, την κάτωθεν ανερχομένη, την επίγεια, την ψυχική, την δαιμονιώδη.
Η μήτρα για την σάρκωση της θείας Λογικής καλλωπίζεται από την σιωπώσα σωφροσύνη της παρθενικής ταπεινώσεως. Μέσα σε αυτήν η Σοφία «ωκοδόμησεν Εαυτή οίκον και υπήρεισε στύλους επτά». Κατεσκεύασε οίκημα στηριγμένο στην επταμερή χάρη του Πνεύματος. Η Θεοτόκος είναι λοιπόν η μητέρα της Λογικής, την οποία τίκτει εν σωφροσύνη, παρθενία και ταπεινώσει. Σώφρων συλλαμβάνει Σοφίαν, σιωπώσα, κυοφορεί Λόγον, και εδώ φανερώνεται ο σημαντικός ρόλος του Παναγίου προσώπου της. Η κόρη της Βηθλεέμ, «φιλοσόφους ασόφους δεικνύουσα», συλλαμβάνει μέσα της το πλήρωμα της Σοφίας σωματικώς διά της ελκυστικής της παναγνότητος και Της παρέχει τα αγνά υλικά τούοικοδομήματος, αίμα και σάρκα, ώστε Εκείνη ως σπέρμα παρθενίας να πατήση την κεφαλήν του αρχαίου πτερνιστή, να σφάξη «τα Εαυτής θύματα» και να ετοιμάση «την Εαυτής τράπεζα». Η Θεοτόκος λυτρώνει την στείρα ανθρωπότητα από την βάσανο της αναμονής και την περιδύνηση στην αγνωσία. Πλέον οι την Σοφίαν «ζητούντες ευρήσουσι χάριν», γιατί μπορούν επιτέλους όχι να Την συλλάβουν με το νού, αλλά να Την δούν με ανθρώπινη μορφή, χειροπιαστή, ομιλούσα, διδάσκουσα, φωτίζουσα.
Η Θεοτόκος είναι η μητέρα της Εκκλησίας, γιατί η Εκκλησία είναι το Σώμα και το Αίμα του Χριστού και γιατί αυτό το Σώμα και αυτό το Αίμα τα έλαβε ο Χριστός από την μητέρα Του. Γι’ αυτό και η Εκκλησία, η Ορθόδοξη και μόνον αυτή, είναι ο απόλυτος χώρος κατοικίας της ενσάρκου Σοφίας. Μόνον στην Ορθοδοξία δύναται να βρη εφαρμογή το χωρίο των Παροιμιών «εν καρδία αγαθή ανδρός αναπαύσεται Σοφία». Έξω από αυτήν, στις θρησκείες του κόσμου, στις αιρέσεις και τα σχίσματα, η ανοησία, η αλογία, η αφροσύνη, η άγνοια Θεούκυριαρχούν, καθώς δεν υπάρχει χώρος για την ψηλαφητή, αγιάζουσα, ένσαρκο Σοφία, που βεβαιώνει στη σοφιολογική γραμματεία Σολομώντος «Μεμίσηκα δε εγώ διστραμμένας οδούς». Προσφωνούνται «Σοφολογιώτατοι» οι θρησκευτικοί λειτουργοί των δύο μονοθειστικών θρησκειών, ιουδαισμού και ισλάμ, όμως ποιάς σοφίας έγιναν μέτοχοι; Στο σκοταδιστικό νιρβάνα του βουδδισμού, στην εωσφορική υπερηφάνεια του αιρετικού παπισμού, στην ανόητη διάσπαση της αίρεσης του άγευστου προτεσταντισμού, στον δαιμονισμό του πνευματισμού, του παγανισμού και της πολυθείας, στην ματαιότητα της αθείας, πως δύναται να σταθή η θεία Σοφία; «Ζητήσουσί με κακοί και ουχ ευρήσουσιν» λέγει σε άλλο χωρίο.
Αλλά και εντός Εκκλησίας, όποιος δεν τρώει την Σάρκα Της και δεν πίνει το Αίμα Της παραμένει ανόητος και άσοφος, συσκοτισμένος, διότι Αυτή είναι φως εκ φωτός και είναι η ίδια που «…και τοις ενδεέσιν φρενών είπεν· Έλθετε, φάγετε των Εμών άρτων και πίετε οίνον, ον εκέρασα ημίν». Ούτε το πλήθος των γνώσεων, ούτε η παίδευση τούνοός, ούτε η παρεχόμενη εκπαίδευση η η σχολική μόρφωση, μπορούν να προσφέρουν στον άνθρωπο την δυνατότητα να Την κατακτήση, γιατί Αυτή γίνεται κτήμα όσων Την κοινωνούν, εμπνεόμενοι από την σωφροσύνη της Μητροπαρθένου, η ζωή της οποίας είναι εν τέλει αυτό που λέμε αυθεντικό ορθόδοξο βίωμα στην ολότητά του. «Μακάριος άνθρωπος, ος εύρε Σοφίαν, και θνητός, ος είδε φρόνησιν». Αυτή η ιδιότητα της Πανάγνου να είναι το ακροθίνιον των αρετών την αναδεικνύει πρώτη και μεγίστη φιλόσοφο στην ανθρώπινη ιστορία, διότι έγινε εράστρια «του κάλλους Αυτής». Στα δώδεκα χρόνια της παραμονής της στα Άγια των Άγίων η νεαρά Κόρη προσηύχετο μετά φλογερού θείου πόθου: «Θεέ Πατέρων και Κύριε του ελέους, δος μοι την των Σων θρόνων πάρεδρον Σοφίαν…εξαπόστειλον Αυτήν εξ αγίου κατοικητηρίου Σου και από θρόνου δόξης Σου…». Κι Εκείνη, χωρίς να φθείρη την υπογάστρια παρθενική δομή, κατέρχεται σε σώμα υπογαστρίων απαθές και απεργάζεται την γαστέρα της «πλατυτέραν ουρανών», κάνοντας «θρόνον» την αγιασμένη μήτρα της. Θαύμα θαυμάτων! Η των Πατρικών θρόνων πάρεδρος Σοφία παρεδρεύει στο θρόνο των μητρικών σπλάχνων!
Σήμερα ο ορθόδοξος λαός πανηγυρίζει την επιφάνεια του Θεού και απευθύνεται στην Κυρία των ουρανών, εξαίροντας την συμβολή της στη σωτηρία του κόσμου και αναβοώντας με συστολή: Ω, Παρθένε, Πάναγνε, Πάνσοφε, το ευφυέστερον των λογικών πλασμάτων, η πρώτη και μόνη εχέφρων, η απολύτως ορθόφρων στο ήθος, η πλέον συνετή στην απόφαση και γνωστική στην απόκριση, πως περιορίστηκε μέσα στις γεωμετρικές διαστάσεις του παναμώμου σώματός σου ο απεριόριστος γεωμέτρης του σύμπαντος, ο αδιάστατος Θεός που έδωσε νέες διαστάσεις στην ανθρώπινη ζωή! Πως αντέστρεψες την πρώτη δημιουργία, τότε που η πρώτη Εύα βγήκε από την πλευρά του Αδάμ, κι έβγαλες εσύ τον νέο Αδάμ ως δεύτερη Εύα! Πως εισήχθη και εξήχθη από μέσα σου η Υπέρτατη Σοφία, που προανήγγειλε στον Ισραήλ για σένα ότι κατά την έννοια της παρθενίας τηρείς «σταθμούς Εμών εισόδων» και κατά την γέννα εκπληρώνεται το «αι γαρ έξοδοί Μου έξοδοι ζωής» κι έγινες έτσι Μήτηρ ζωής! Πως μετέστρεψες την προς θάνατον ανόητη βρώση της Εύας, αντεισάγουσα την Σοφία, διά της βρώσεως της Οποίας ζωοποιούμεθα! Σε τι γνόφο αγνωσίας Θεού, σε ποιο βάραθρο ανοησίας, σε ποιο σκοτάδι άγνοιας, σε τι βαθμό παραλογισμού θα βρισκόταν η ανθρωπότητα, χωρίς την δική σου παρουσία μέσα στην ιστορία! Φρίττει ο νούς, αναλογιζόμενος την τραγικότητα της απουσίας σου!
Γλυκιά μας Αειπάρθενε Μήτερ! Σόφισε κι εμένα, τον λαό του Υιού σου, φώτισε κι εμένα, Θεού παιδί, εσύ η Μήτηρ του φωτός, η φωτισμένη και σοφότατη και λογικότατη Μήτηρ του εκ Πατρός Λόγου! Σόφισε το πλήρωμα της Εκκλησίας! Βάλε μέσα μας την Λογική, στον κλήρο, στον λαό και στους άρχοντες, έτσι ώστε να έχουμε λόγο και καλή απολογία στο φοβερό βήμα του Λόγου, του Υιού και Θεού σου.
ΑΜΗΝ