του Σεβ. Μητροπολίτη Ζιμπάμπουε Σεραφείμ Κυκκώτη
Είναι γεγονός ότι στην ιστορική της πορεία η Εκκλησία αποφαινόταν συνοδικώς, τόσο σε τοπικό όσο και σε οικουμενικό επίπεδο, τόσο για σημαντικά θέματα που αφορούσαν την διαφύλαξη της εν Χριστώ θείας διδασκαλίας της όσο και σε θέματα εκκλησιαστικής δικαιοδοσίας.
Πράγματι διά των Τοπικών και Οικουμενικών της Συνόδων η Εκκλησία ετοποθετείτο υπεύθυνα για την αντιμετώπιση συγκεκριμένων θεολογικών και ποιμαντικών προβλημάτων, που έπρεπε να τα αντιμετωπίσει η ίδια αποτελεσματικά έτσι ώστε να διαφυλάξει την σωτηριολογική πορεία των μελών της, να διαφυλάξει δηλαδή το περιεχόμενο της εν Χριστώ θείας Αποκαλύψεως, και μ’ αυτό τον τρόπο και την εσωτερική της ενότητα για να διατηρήσει την ταυτότητα της ως η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία.
Έτσι το Συνοδικό σύστημα ως το χαρακτηριστικό μέσον για να προστατεύσουμε την ενότητα της Ορθοδόξου πίστεως μας και για να προσεγγίσουμε προβλήματα της εποχής μας προβάλλει μπροστά μας ως σωτηριώδης θεολογικός λόγος, που γίνεται σήμερα ακόμη πιο επιτακτικός. Ο μακαριστός Προκαθήμενος του Αλεξανδρινού Θρόνου και Πατήρ ημών Πέτρος Ζ’, εκφράζοντας την συνείδηση της Αλεξανδρινής Εκκλησίας, της Εκκλησίας που κατέστη ιστορικώς εκφραστής και φορέας της Ορθοδόξου Θεολογίας, μεταξύ άλλων για το Συνοδικό Σύστημα της Εκκλησίας μας τονίζει ότι, «ο θεσμός της Συνόδου για μας τους Ορθοδόξους, αδελφοί και συλλειτουργοί προσφιλέστατοι, δεν αποτελεί απλώς σύστημα διοικήσεως ή μέθοδο εργασίας. Το όνομα της Συνόδου είναι ταυτόσημο και ισοδύναμο με αυτό το ιερό όνομα της Εκκλησίας. Διά τούτο και αγωνιζόμεθα οι Ορθόδοξοι πάντοτε, εν μέσω πολλών ιστορικών περιπετειών οδεύοντες να περισώσουμε ως κόρη οφθαλμού το θεοδίδακτο τούτο και θεοσκέπαστο εκκλησιαστικό πολίτευμα, διότι μόνον εφ’ όσον τούτο λειτουργεί θεοφιλώς και ελευθέρως, μπορούμε να είμαστε βέβαιοι ότι η Εκκλησία λειτουργεί κατά τη θέληση του Παναγίου Πνεύματος και όχι κατά τις καιρικές επιθυμίες μας».
Εκεί που η Εκκλησία αδυνατούσε στην ιστορική της πορεία να εργασθεί «προς καιρόν» συνοδικώς, είτε σε τοπικό είτε σε οικουμενικό επίπεδο, συνέβαινε όταν μέσα στον γεωγραφικό της χώρο που λειτουργούσε ως στρατευόμενη Εκκλησία, να δημιουργούνται πολύπλοκα προβλήματα που είχαν σχέση με τη διατάραξη της πολιτικής σταθερότητας, της ειρήνης, της ασφάλειας και της καταπατήσεως των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και μάλιστα της θρησκευτικής και πνευματικής ελευθερίας, μερικές φορές ακόμη και της εθνικής. Κι εδώ δεν μιλούμε απλώς για αλλόθρησκα Μουσουλμανικά καθεστώτα, αλλά και για καθώς πρέπει δήθεν πολιτισμένα Έθνη είτε άθεα, όπως παλαιότερα στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, είτε χριστιανικά, όπως τα Ευρωπαϊκά αποικιακά κράτη κι ιδιαίτερα η Μεγάλη Βρεττανία και σήμερα οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.
Στην πρόσφατη ιστορία της Εκκλησίας της Κύπρου πολλές ήσαν οι φορές που η Κυβέρνηση της Αγγλίας με τις επεμβάσεις της εμπόδιζε την εκλογή Αρχιεπισκόπου Κύπρου, επειδή είχε κι εθναρχικές ευθύνες για το ποίμνιο του. Είναι γνωστό για πόσο καιρό η Κυβέρνηση του Ισραήλ δεν προχωρούσε στην αναγνώριση του προηγούμενου Πατριάρχου Ιεροσολύμων κ. Ειρηναίου και μετά του διαδόχου του Πατριάρχη Θεοφίλου. Η Τουρκία έχει το δικαίωμα να αρνείται την υποψηφιότητα κάποιου κληρικού για τη θέση του Οικουμενικού Πατριάρχου, και φυσικά συνεχίζει να απαγορεύει την επαναλειτουργία της Ορθόδοξης Θεολογικής Σχολής της Χάλκης.
Μπορεί η Ορθόδοξος Εκκλησία να μην έσπευδε να αποφανθεί για σημαντικά προβλήματα του ποιμνίου της, ποτέ της όμως δεν έπαψε να λειτουργεί με βάση τα πρότυπα της αρχέγονης αποστολικής Εκκλησίας, της Εκκλησίας των Αγίων Πατέρων, της Εκκλησίας δηλαδή των Οικουμενικών Συνόδων.
Οι μεγάλες δοκιμασίες που πέρασαν οι Τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες εκεί που κυριάρχησε το Ισλάμ ή εκεί που δοκίμασε να κυριαρχήσει, είναι ακόμη νωπές και γνωστές. Στην αρχή τα Πρεσβυγενή Πατριαρχεία Αλεξανδρείας, Αντιοχείας και Ιεροσολύμων, και μεταγενέστερα το Οικ. Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και η Εκκλησία της Κύπρου. Όταν μάλιστα αναφερόμαστε στο Οικ. Πατριαρχείο, από τον 15ον αιώνα έως και τα Νεότερα χρόνια, περιλαμβάνουμε τον ευρύτερο χώρο των Βαλκανίων. Αναφερόμαστε δηλαδή στις σημερινές Τοπικές Αυτοκέφαλες Ορθόδοξες Εκκλησίες των Πατριαρχείων της Σερβίας, Ρουμανίας και Βουλγαρίας και των Εκκλησιών της Ελλάδος και Αλβανίας.
Ακόμη στη σύγχρονη εποχή είναι γνωστή η «Βαβυλώνειος Αιχμαλωσία» που έζησε η Ορθόδοξος Εκκλησία στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, όπου κυριάρ-χησε για εβδομήντα χρόνια η ιδεολογία του άθεου κομμουνισμού, όπως στα Πατριαρχεία της Ρωσίας, της Σερβίας, της Ρουμανίας, της Βουλγαρίας και της Γεωργίας και στις Αυτοκέφαλες Ορθόδοξες Εκκλησίες της Πολωνίας, της Αλβανίας και Τσεχοσλοβακίας.
Ένα άλλο φαινόμενο που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια, είναι η πολιτική επίδραση της χειραφέτησης και της ανεξαρτησίας πολλών χωρών της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και της Μεγάλης Γιουγκοσλαβίας, να αναζητούν και εκκλησιαστική ανεξαρτησία, όπως συμβαίνει στην Ουκρανία, Εσθονία και στην σχισματική Εκκλησία των Σκοπίων. Παρόμοιες όμως τάσεις εκκλησιαστικής ανεξαρτησίας βλέπουμε και στους χώρους της Διασποράς και ιδιαίτερα στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Αμερικής, όπου ήδη λειτουργούν ως «Αυτοκέφαλες», χωρίς να αναγνωρίζονται απ’ όλες τις Τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες, η Αυτοκέφαλος Ρωσική Εκκλησία και η Αυτοκέφαλος Εκκλησία της Αντιοχείας. Με τον ίδιο τρόπο λειτουργεί κι η «Αυτοκέφαλος» Ρωσική Εκκλησία της Ιαπωνίας.
Παρ’ όλα αυτά όμως, είναι η πρώτη φορά που όλες οι Ορθόδοξες Εκκλησίες έχουν τη δυνατότητα να συναντηθούν ελεύθερα και να συζητήσουν από κοινού τα προβλήματα που απασχολούν τον σύγχρονο κόσμο, αλλά κι εκείνα τα προβλήματα που απειλούν την ενότητα της Ορθοδόξου Εκκλησίας, όχι ως προς τα θέματα της πίστεως της, αλλά ως προς το θέμα της Εκκλησιαστικής δικαιοδοσίας.
Στην εκκλησιαστική ορολογία του Κανονικού Δικαίου το πρόβλημα αυτό συνδέεται με τα θέματα της Διασποράς και του Αυτοκεφάλου. Το θέμα της Διασποράς αναφέρεται στην εκκλησιαστική δικαιοδοσία που πρέπει να έχει μια Τοπική Ορθόδοξος Εκκλησία σε γεωγραφικές περιοχές έξω από τα παραδοσιακά γεωγραφικά όρια των Τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών, όπως είναι η Αμερική, η Αυστραλία, η Δυτική Ευρώπη κι ο ευρύτερος χώρος της Ασίας. Το θέμα του «Αυτοκεφάλου» συνδέεται με την κανονική δικαιοδοσία τόσο του αρμοδίου εκκλησιαστικού οργάνου που τον εγχωρεί, όσο και της νέας τοπικής Ορθόδοξης Εκκλησίας που το διεκδικεί.