του Πρωτοπρεσβ. π. Αγγελου Αγγελακόπουλου, εφημ. Ι. Ν. Αγίας Παρασκευής Νέας Καλλιπόλεως Πειραιώς
Σάλο και αναταραχή έχει προκαλέσει η πρόσφατη οικουμενιστική κίνηση του Σεβ. Μητρ. Ελσίνκι κ. Αμβροσίου της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Φιλλανδίας να προσκαλέσει επίσημα την κ. Irja Askola, γυναίκα «επίσκοπο» της αιρετικής Λουθηρανικής Κοινωνίας, να συμμετάσχει συμπροσευχόμενη στην Κυριακάτικη Θεία Λειτουργία, την Κυριακή της Ορθοδοξίας (1-3-2015), στον Καθεδρικό Ιερό Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου Ελσίνκι, αμαυρώνοντας έτσι την εορτή της Ορθοδοξίας.
Η εν λόγω κυρία είναι η πρώτη Λουθηρανή «επίσκοπος» της χώρας και επικεφαλής της Λουθηρανικής «επισκοπής» Ελσίνκι. Ο Σεβ. Μητρ. κ. Αμβρόσιος στη συνέχεια προσκάλεσε την εν λόγω κυρία να εισέλθει και εντός του Ιερού Βήματος του Ναού! Σύμφωνα με το ιστολόγιο agioritikovima.gr [1], διέταξε επίσης οι διάκονοι να προσευχηθούν για τη γυναίκα «επίσκοπο», κατά τη διάρκεια της Λειτουργίας. Αυτό εξόργισε αρκετούς ορθοδόξους πιστούς.
Στην πρωτοφανή αυτή ενέργεια του Σεβ. Μητρ. Ελσίνκι κ. Αμβροσίου, ευτυχώς, αντέδρασε άμεσα ο Μακ. Αρχιεπίσκοπος Φιλλανδίας κ. Λέων. Σύμφωνα με την εκκλησιαστική πύλη ειδήσεων romfea.gr [2], ο επικεφαλής της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Φιλλανδίας Μακ. Αρχιεπίσκοπος κ. Λέων, στο άκουσμα της είδησης, εξέφρασε αμέσως την έντονη διαφωνία του για το γεγονός. «Δεν έπρεπε ο Μητροπολίτης Αμβρόσιος να αφήσει μια γυναίκα Επίσκοπο να συμπροσευχηθεί κατά την διάρκεια χειροτονίας εντός του Καθεδρικού Ναού», δήλωσε. Επίσης, ανέφερε ότι «η Θεία Λειτουργία πρέπει να είναι σύμφωνα με την διδασκαλία της Εκκλησίας». Ο Μακαριώτατος θεωρεί αδύνατο θεολογικά η Ορθόδοξη Εκκλησία να αποδεχθεί γυναίκες ιερείς ή Επισκόπους, πράγμα το οποίο δεν έβρισκε σύμφωνο τον Σεβ. Μητρ. Ελσίνκι. Τέλος, ο Μακ. Αρχιεπίσκοπος κ. Λέων εζήτησε εξηγήσεις από τον Σεβ. Μητρ. κ. Αμβρόσιο για το ατυχές συμβάν, ο οποίος από την πλευρά του περιμένει την τελική απόφαση.
Από την πλευρά του, ο Σεβ. Μητρ. κ. Αμβρόσιος συμφώνησε με τον Μακ. Αρχιεπίσκοπο κ. Λέοντα, παρ’όλα αυτά υπογράμμισε «πως δεν έκανε κάτι, που προσέβαλε την Εκκλησία». Σε άλλο σημείο, ανέφερε το γεγονός «της επισκέψεως του Πάπα στο Φανάρι, όπου κατά την άφιξή του οι διάκονοι θυμιατίζανε, ενώ ο ίδιος προσευχήθηκε εντός του ναού». Αναφέρθηκε, επίσης, και στην πρόσκληση της Λουθηρανής «επισκόπου», τονίζοντας ότι «το έκανε στα πλαίσια της συνεργασίας για ένα συνέδριο, που γίνεται μεταξύ Ορθοδόξων και Λουθηρανών». «Θέλουμε μια Εκκλησία γκέτο και περιθωριακή ή θέλουμε μια Εκκλησία ανοιχτή στο διάλογο και την οικουμενική κοινότητα»; διερωτήθηκε. Ακόμη, ξεκαθάρισε ότι «η Επίσκοπος της Λουθηρανικής Εκκλησίας δεν είχε καμμία συμμετοχή στην Θεία Λειτουργία».
Ο Σεβ. Μητρ. Ελσίνκι κ. Αμβρόσιος διέπραξε πάρα πολλά ατοπήματα εις βάρος της αμωμήτου Ορθοδόξου πίστεως, τα οποία συλλήβδην είναι απαράδεκτα και καταδικαστέα.
Αναγνώρισε την Λουθηρανική Κοινωνία ως «Εκκλησία» και όχι ως αίρεση. Ο Λουθηρανισμός, όμως, δεν είναι Εκκλησία του Χριστού, αλλά αίρεση, διότι δεν παραδέχεται το αειπάρθενο της Θεοτόκου, αλλά λέει ότι αυτή, μετά την άφθορη και υπερφυή σύλληψή της και τον ανερμήνευτο τόκο του Υιού και Θεού, Κυρίου μας Ιησού Χριστού, αφού συνεμίγη με τον Ιωσήφ, έτεκε από αυτόν κι άλλα τέκνα, όπως οι μνημονευόμενοι στο ιερό Ευαγγέλιο αδελφοί του Κυρίου. Δεν αποδίδει καμμία τιμή και υπεροχή στην Θεοτόκο ως προς την αρετή και την αγιότητα πάνω από όλους και όλες τους αγίους, αλλά ισχυρίζεται ότι είναι κοινή γυναίκα, δηλ. όπως μία από τις γυναίκες του κόσμου! Δεν παραδέχεται ότι πρέπει να παρακαλείται η Θεοτόκος και οι υπόλοιποι άγιοι για την σωτηρία και βοήθεια των ανθρώπων και αρνείται ότι θαυματουργούν οι άγιοι! Δεν προσκυνά τις άγιες εικόνες, τον τίμιο Σταυρό, το ιερό Ευαγγέλιο κλπ., δηλ. είναι εικονομάχος. Δεν προσεύχεται κατ’ ανατολάς, δεν κάνει το σημείο του Σταυρού, ούτε γονυκλισίες ή μετάνοιες κλπ. Απορρίπτει ως άσκοπο το να μνημονεύουμε και να δεόμασθε υπέρ των κεκοιμημένων!
Παντελώς αποδοκιμάζει την εξομολόγηση και τον κανόνα του πνευματικού! Αποβάλλει την θεοπνευστία, την αυθεντία και το αλάθητο των Οικουμενικών Συνόδων. Δεν δογματίζει την μεταβολή των Τιμίων Δώρων, δηλ. ότι ο άρτος και ο οίνος μεταβάλλονται σε Σώμα και Αίμα Χριστού με την επίκληση του Αγίου Πνεύματος από τον ιερέα, αλλά ότι η θεία μυσταγωγία γίνεται απλώς σε ανάμνηση του Μυστικού Δείπνου! Πιστεύει στον διπλό απόλυτο προορισμό, σύμφωνα με τον οποίο ο Θεός άλλους προορίζει για την αιώνιο ζωή και άλλους για την αιώνια κόλαση. Απορρίπτει την Ιερά Παράδοση και τους αγίους Πατέρες και θεωρεί την Αγία Γραφή ως την μοναδική πηγή Αποκαλύψεως (sola scriptura). Αρνείται την ορατή Εκκλησία και πιστεύει στην αόρατη και ιδανική Εκκλησία. Υιοθετεί την αίρεση του Filioque, ότι δηλ. το Άγιον Πνεύμα εκπορεύεται και εκ του Υιού. Υποστηρίζει την αιρετική διδασκαλία για την πανταχού παρουσία του Χριστού σωματικώς, τη γνωστή ubiquitas. Απορρίπτει την Ιεραρχία με την Ορθόδοξη έννοια και την ιερωσύνη ως μυστήριο. Περιορίζει τον αριθμό των μυστηρίων μόνο σε δύο, το βάπτισμα και τη θεία Ευχαριστία, στηριζόμενος μόνο στους ιδρυτικούς λόγους του Χριστού.
Απορρίπτει την Ορθόδοξη εικονογραφία. Θεωρεί ότι ο άνθρωπος, όταν σώζεται, σώζεται με μόνη την Χάριν του Θεού (sola gratia) και με μόνη την πίστη (sola fide) και ότι στη παρούσα ζωή ο πιστός είναι ταυτόχρονα δίκαιος και αμαρτωλός (simul justus et peccator). Τοποθετεί την κατά χάριν θέωση του ανθρώπου στη μετά θάνατον ζωή. Πρεσβεύει ότι, με την πτώση των πρωτοπλάστων, το κατ’εικόνα εξαχρειώθηκε και καταστράφηκε τελείως. Κάθε προτεστάντης είναι αυτός από μόνος του η Εκκλησία, η Παράδοση. Αυτός κατέχει το πρωτείο και το αλάθητο. Κάθε προτεστάντης είναι κι ένας πάπας. Ενώ δηλ. στον Παπισμό έχουμε ένα Πάπα, στον Προτεσταντισμό έχουμε πολλούς Πάπες[3]. Αποδέχεται την χειροτονία και την ιερωσύνη των γυναικών και τους γάμους μεταξύ ομοφυλοφίλων. Με την στάση του ο Σεβ. κ. Αμβρόσιος αμνήστευσε εν μια νυκτί όλες τις παραπάνω σοβαρές δογματικές παρεκτροπές, παρεκκλίσεις και αιρέσεις των Λουθηρανών.
Ο Σεβ. Μητρ. κ. Αμβρόσιος αναγνώρισε την χειροτονία και την ιερωσύνη των γυναικών, και στην συγκεκριμένη περίπτωση την «αρχιερωσύνη» των γυναικών, στο πρόσωπο της Λουθηρανής «επισκόπου». Δεν γνωρίζει ο Σεβ. ότι στην Ορθοδοξία, που κατέχει την Αποστολική πίστη και διαδοχή, δεν τίθεται καν θέμα Ιερωσύνης γυναικών; Μήπως ο Σεβ. έρχεται σε οξεία αντιπαράθεση με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο διοργάνωσε διορθόδοξο θεολογικό Συνέδριο στη Ρόδο το φθινόπωρο του 1998 με θέμα «Το αδύνατον της ειδικής ιερωσύνης των γυναικών»;
Η Ορθόδοξος Εκκλησία απορρίπτει την χειροτονία και την ιερωσύνη των γυναικών, διότι ο Χριστός παραμένει πάντοτε ο Μέγας Αρχιερεύς και ο μόνος Λειτουργός των Μυστηρίων. Την μοναδική αυτή Ιερατική εξουσία ο Θεάνθρωπος την μετέδωσε μόνο στους Αποστόλους. Οι Απόστολοι μετέδωσαν την Αρχιερατική Εξουσία στους διαδόχους τους. Δηλαδή μόνο σε άνδρες. Οι Αρχιερείς και Ιερείς είναι άρρενες, για να διατηρηθεί η συμβολική αντιστοιχία μεταξύ Λειτουργού και Χριστού. Στον Μυστικό Δείπνο, όταν ο Χριστός παρέδωσε το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, ήταν παρόντες μόνο οι Δώδεκα Μαθητές Του. Η ίδια η Θεοτόκος, “μετά Θεόν η θεός” κατά την υμνολογία της Εκκλησίας μας, δεν έλαβε το χάρισμα της Ιερωσύνης! Οι “Αποστολικές Διαταγές”, αναφερόμενες στο, αν οι γυναίκες δύνανται να βαπτίζουν, γράφουν πως τούτο είναι “παράνομον και ασεβές”. Η δε χειροτονία γυναικών είναι έργον “της των Ελλήνων (=Εθνικών-Ειδωλολατρών) αθεότητος” και όχι “της του Χριστού διατάξεως”. Ο Απ. Παύλος τονίζει ότι η γυναίκα δεν επιτρέπεται ούτε να διδάσκει σε ώρα λατρείας (Α´ Τιμ. β´, 12 ). Από άποψη θεολογική ο Πατρικός ρόλος του Ιερέως στην Εκκλησία αντανακλά τον ρόλο του Θεού Πατρός στην Αγία Τριάδα. Ο ρόλος αυτός δεν είναι δυνατόν να εναλλαγεί με τον μητρικό ρόλο του “θήλεος προσώπου”.
Οι “Διακόνισσες”, που υπήρχαν στην αρχαία Εκκλησία, για ποιμαντικούς λόγους βοηθούσαν στα Μυστήρια. Αν και η Ιερωσύνη είναι ειδικό χάρισμα και ειδική προσωπική κλήση από τον Θεό και απευθύνεται μόνο σε άνδρες, και πάλι όμως δεν είναι προνόμιο όλων των ανδρών, παρά ελαχίστων[4]. Μόνο η γνωστικίζουσα αίρεση του Μοντανισμού δεχόταν γυναίκες στον επισκοπικό και τον πρεσβυτερικό βαθμό, πράγμα που χαρακτήρισε ο άγιος Επιφάνιος Κύπρου ως «ειδωλοποιόν επιτήδευμα» και «εγχείρημα διαβολικόν»[5]. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Μοντανισμός εκτός από την ιερωσύνη των γυναικών διατήρησε κι άλλα ειδωλολατρικά στοιχεία, ενώ ο εισηγητής του Μοντανός ήταν αρχικά ιερέας της θεάς Κυβέλης. Αλλά και σήμερα η προώθηση γυναικών στην ιερωσύνη δεν είναι άσχετη με τη διάδοση νεογνωστικών και νεοπαγανιστικών αντιλήψεων, που χαρακτηρίζουν το γενικότερο πνεύμα της εποχή μας»[6]. Αυτή ήταν, είναι και θα είναι, έως της συντελείας των αιώνων, η θέση της Ορθοδόξου Εκκλησίας στο ζήτημα της Ιερωσύνης, διότι αυτό και μόνον αυτό είναι το θέλημα του Θεού και αυτή είναι η αυθεντική Αποστολική Παράδοση. Κάθε αντιτιθέμενο προς αυτά, καθώς επίσης και το περισσόν τούτων, «εκ του πονηρού εστίν». Εξ άλλου, το ότι η θεία Πρόνοια δεν παρέδωσε στην γυναικεία φύση την Ιερωσύνη, δεν αποτελεί μειονέκτημα για την γυναίκα, καθ᾽ ότι ο κατ᾽ εξοχήν σκοπός του κάθε ανθρώπου είναι ο αγιασμός, η κατά Χάριν θέωσις, στην οποία μπορούν εξ ίσου να συμμετάσχουν και οι άνδρες και οι γυναίκες, εξ ου και η ευκλεής χορεία των Αγίων γυναικών με αποκορύφωμα την Θεοτόκο, που είναι η Αγιωτέρα πάσης της κτίσεως. Η Ορθόδοξος Εκκλησία δεν υιοθέτησε και δεν πρέπει να υιοθετήσει ποτέ την χειροτονία-ιερωσύνη των γυναικών, για να διακρίνεται και να μην εξομοιώνεται με την αιρετική παρασυναγωγή του Προτεσταντισμού και δη των Αγγλικανών, των Λουθηρανών και των Μεταρρυθμισμένων.
Παραλλήλως, ο Σεβ. κ. Αμβρόσιος κατέλυσε την πάγια θέση ότι στο υπερφυέστατο μυστήριο της Θείας Λειτουργίας, την κορωνίδα των μυστηρίων, μετέχουν μόνο οι βαπτισμένοι ορθόδοξοι χριστιανοί και όχι αιρετικοί. Κατέλυσε την επίσης δεδομένη θέση ότι στο ιερό Βήμα του Ναού δεν μπορούν να εισέλθουν όχι μόνο οι αιρετικοί, αλλά ούτε και οι λαικοί Ορθόδοξοι άντρες και γυναίκες, διότι είναι ο χώρος των κληρικών.
Ο Σεβ. κ. Αμβρόσιος ασπάζεται ταυτοχρόνως την οικουμενιστική θεωρία ότι επιτρέπεται η συμπροσευχή μεταξύ Ορθοδόξων και αιρετικών ή αλλοθρήσκων, και ότι απαγορεύεται μόνο η συλλειτουργία μεταξύ τους. Σύμφωνα, όμως, με τον ΜΕ΄ Κανόνα των Αγίων Αποστόλων, όποιος Επίσκοπος ή Πρεσβύτερος ή Διάκονος μόνο συμπροσευχηθεί, αλλά όχι και να συλλειτουργήσει με αιρετικούς, ας αφορίζεται. Επειδή, όποιος με τους αφορισμένους συμπροσεύχεται (καθώς τέτοιοι είναι οι αιρετικοί), πρέπει να συναφορίζεται κι αυτός, κατά τον Ι΄ Κανόνα των Αγίων Αποστόλων. Αν ακόμη συγχώρησε στους αιρετικούς αυτούς να ενεργήσουν κανένα λειτούργημα, σαν Κληρικοί, ας καθαιρείται, επειδή όποιος Κληρικός συλλειτουργήσει με καθηρημένους (καθώς τέτοιοι είναι οι αιρετικοί, κατά τον Β΄ και Δ΄ Κανόνα της Γ΄ Οικ. Συν.) συγκαθαιρείται κι αυτός, κατά τον ΙΑ΄ Κανόνα των Αγίων Αποστόλων. Γιατί, δεν πρέπει ποτέ να συμπροσευχόμασθε με αυτούς ή να συγχωρούμε σε αυτούς να ενεργήσουν κάποιο Εκκλησιαστικό λειτούργημα, ή ως Κληρικοί, ή ως ιερείς[7]. Παραλλήλως, ο ΛΓ΄ Κανών της Λαοδικείας διορίζει να μη συμπροσευχόμασθε ούτε με τους αιρετικούς, δηλ. αυτούς που σφάλλουν περί την πίστη, ούτε με τους σχισματικούς, δηλ. αυτούς που είναι ορθόδοξοι κατά την πίστη, αλλά είναι χωρισμένοι από την Καθολική Ορθόδοξη Εκκλησία για κάποιες παραδόσεις και έθιμα ιάσιμα, σύμφωνα με τον Α΄ Κανόνα του Μ. Βασιλείου[8].
Γιά να καλύψει ο Σεβ. Μητρ. κ. Αμβρόσιος την παράβαση της αντικανονικής συμπροσευχής του με την Λουθηρανή «επίσκοπο», ισχυρίστηκε με παρρησία πως το ίδιο έπραξε και ο Οικ. Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος με τον «πάπα» Φραγκίσκο, κατά τα πρόσφατα αντικανονικά, αντορθόδοξα και απαράδεκτα γεγονότα του Φαναρίου στις 29 και 30.11.2014. Είναι, όμως, τουλάχιστον άστοχη και ατυχής η επίκληση του Οικ. Πατριάρχου εκ μέρους του Σεβ. Μητρ. Αμβροσίου, διότι, ως γνωστόν, ο Οικ. Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος αποτελεί παράδειγμα προς αποφυγήν και όχι προς μίμησιν, αφού πρωτοστατεί στην προώθηση του διαχριστιανικού και διαθρησκειακού συγκρητιστικού οικουμενισμού, καταπατώντας τους Ιερούς Κανόνες και περιθωριοποιώντας τους αγίους Πατέρες. Αλάθητο κριτήριο στην Ορθοδοξία δεν κατέχει κανένα πρόσωπο, όσο ψηλά κι αν βρίσκεται στην εκκλησιαστική ιεραρχία, παρά μόνον η Εκκλησία εν Συνόδω, η Οικουμενική Σύνοδος. Η γνωστή Σύναξη Ορθοδόξων Κληρικών και Μοναχών έχει τοποθετηθεί ήδη με ένα μνημειώδες θεολογικό κείμενο, το οποίο υπογράφουν έξι Ιεράρχες της Εκκλησίας της Ελλάδος και χιλιάδες πιστοί, με τίτλο «Η νέα εκκλησιολογία του Οικ. Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου», με το οποίο αποδεικνύει, με επιστημονικά και θεολογικά επιχειρήματα, ότι ο Οικ. Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος αναπτύσσει μια εκκλησιολογία και πιστεύει σε μια εκκλησία, η οποία είναι καινοφανής και ξένη προς την Ορθοδοξία, και η οποία γι’αυτό τον λόγο είναι καταδικαστέα και απορριπτέα. Καλόν θα είναι ο Σεβ. κ. Αμβρόσιος να λάβει γνώση του κειμένου αυτού και να τοποθετηθεί αναλόγως.
Ο Σεβ. κ. Αμβρόσιος εξήγησε ότι ενήργησε στα πλαίσια της εθιμοτυπίας, λόγω ενός συνεδρίου, που διεξαγόταν μεταξύ Ορθοδόξων και Λουθηρανών. Πράγματι, μία θεολογική ημερίδα, την διοργάνωση της οποίας είχαν αναλάβει για πρώτη φορά από κοινού η Ορθόδοξη Μητρόπολη και η Λουθηρανική επισκοπή Ελσινκίου, έλαβε χώρα στις 2-3-2015 στις εγκαταστάσεις της Ι. Μητροπόλεως Ελσινκίου. Το θέμα της ημερίδας ήταν η θεολογική ανασκόπηση του γάμου. Η επιλογή του θέματος υποβλήθηκε από την ευρεία κοινωνική συζήτηση, η οποία απασχόλησε την κοινωνία της Φιλλανδίας εν όψει των διαβουλεύσεων του Φιλλανδικού Κοινοβουλίου για τον νόμο του «σεξουαλικά ουδέτερου γάμου» (sexually neutral marriage), δηλ. της νομικής κατοχύρωσης του δικαιώματος του γάμου και για άτομα του ιδίου φύλου. Οι εργασίες της ξεκίνησαν με την τέλεση της Θ. Λειτουργίας στον ιστορικό Καθεδρικό ναό του Uspenski, όπου συνέβησαν τα ανωτέρω έκτροπα με την Λουθηρανή «επίσκοπο», κατά την διάρκεια της οποίας ο Σεβ. Μητρ. Ελσινκίου προέβη στην χειροτονία ενός νέου ιερέως. Στις εργασίες της ημερίδος συμμετείχαν Λουθηρανοί θεολόγοι, όπως ο καθηγητής Risto Saarinen και η δρ. Minna Hietamäki. Κύριος προσκεκλημένος ομιλητής ήταν ο καθηγητής π. Παντελεήμων Μανουσάκης, ο οποίος ανέπτυξε το θέμα «Marriage Reconsidered : Some Theological Reflections on the Recent Debate on Marriage»). Την ομιλία του π. Μανουσάκη σχολίασαν ο δρ. Jyri Komulainen, από την πλευρά των Λουθηρανών, και ο «ιερεύς» Antoine Levy, OP, εκ μέρους των Παπικών. Τις εργασίες της ημερίδος συντόνισαν ο Σεβ. Μητρ. Ελσινκίου κ. Αμβρόσιος και η Λουθηρανή «επίσκοπος» Ελσινκίου Irja Askola. Ας σημειωθεί πως το θέμα του γάμου θα απασχολήσει την επόμενη συνδιάσκεψη της προπαρασκευαστικής πανορθοδόξου συνόδου στο Σαμπεζύ της Ελβετίας[9].
Στο ερώτημα του Σεβ. κ. Αμβροσίου αν «θέλουμε Εκκλησία γκέτο και περιθωριακή ή ανοικτή στο διάλογο και στην οικουμενική κοινότητα», απαντάμε ότι θέλουμε Εκκλησία Ορθόδοξη και όχι οικουμενιστική, και Ιεράρχες Ορθοδόξους και όχι οικουμενιστές, που να σέβονται και να κάνουν υπακοή στον Χριστό, την Αγία Γραφή, το Ευαγγέλιο, τους Ιερούς Κανόνες των Αγίων και Οικουμενικών Συνόδων, τους αγίους Πατέρες και την Ιερά Παράδοση της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Θέλουμε Επισκόπους, που να διαλέγονται με τους αιρετικούς με αγάπη και αλήθεια, βάσει των Ιερών Κανόνων και των Αγίων Πατέρων.
Είναι δυστυχές το γεγονός ότι την στιγμή που οι ανορθοδόξως διεξαγόμενοι οικουμενιστικοί διάλογοι με παπικούς, λουθηρανούς, αγγλικανούς και άλλους αιρετικούς έχουν οδηγηθεί σε τέλμα, αδιέξοδο και ναυάγιο, ο Σεβ. κ. Αμβρόσιος επιμένει να τους υποστηρίζει μ’αυτόν τον καινοφανή τρόπο.
Τέλος, θα θέλαμε να επαινέσουμε την διαφωνία του Μακ. Αρχιεπισκόπου Φινλανδίας κ. Λέοντος και τη θέση του ότι η χειροτονία γυναικών είναι αδύνατη θεολογικά. Αυτό, που περιμένουμε στη συνέχεια, είναι να μη μείνει στις δηλώσεις, αλλά να προχωρήσει στα προβλεπόμενα από τους Ιερούς Κανόνες. Ήδη, η εκκοσμίκευση και ο οικουμενισμός απειλεί να μην αφήσει τίποτε όρθιο στην Φιλλανδική Ορθόδοξη Εκκλησία.
[1] http://www.agioritikovima.gr/patriarcheia/item/55331
[2] http://www.romfea.gr/epikairotita/30534-2015-03-06-02-00-10
[3] ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΣΕΛΕΓΓΙΔΗΣ, «Η θεολογική ταυτότητα του Προτεσταντισμού», Οικουμενισμός˙ Γένεση-Προσδοκίες-Διαψεύσεις, Πρακτικά διορθοδόξου επιστημονικού συνεδρίου, Αίθουσα τελετών Α.Π.Θ. 20-24/9/2004, τ. Β’, σσ. 859-869.
[4] ΧΡΗΣΤΟΣ ΛΙΒΑΝΟΣ, «Εμπόδια στον διάλογο με τον Προτεσταντισμό», εν Οικουμενισμός˙ Γένεση-Προσδοκίες-Διαψεύσεις. Πρακτικά διορθοδόξου επιστημονικού συνεδρίου. Αίθουσα τελετών Α.Π.Θ. 20-24 Σεπτεμβρίου 2004, τ. Β΄, εκδ. Θεοδρομία, Θεσσαλονίκη 2008, σσ. 627-632.
[5] ΑΓΙΟΣ ΕΠΙΦΑΝΙΟΣ ΚΥΠΡΟΥ, Πανάριον 49, PG 42, 745BC.
[6] ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΑΝΤΖΑΡΙΔΗΣ, Χριστιανική ηθική ΙΙ, εκδ. Πουρναράς, Θεσσαλονίκη, σσ. 384-387.
[7] ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΔΗΜΟΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ, Πηδάλιον, σσ. 50-51.
[8] Ο.π., σ. 433. και ΠΡΕΣΒ. ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΣ ΓΚΟΤΣΟΠΟΥΛΟΣ, Η συμπροσευχή με αιρετικούς˙ προσεγγίζοντας την κανονική πράξη της Εκκλησίας, εκδ. Θεοδρομία, Θεσ/κη 2009.
[9] http://www.amen.gr/article20796