“H Εκκλησία και σήμερον εις καιρούς δεινής οικονομικής και ηθικής κρίσεως, πείνης, πτωχείας, εκμεταλλεύσεως και εμπορεύσεως του ανθρώπου συμπάσχει και συγκακουχείται μετά του ανθρώπου.” Αυτά αναφέρει μεταξύ άλλων στο πασχαλινό μήνυμά του ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Θεόφιλος.
Ολόκληρo το μήνυμα του Πατριάρχου έχει ως εξής:
ΘΕΟΦΙΛΟΣ Γ΄
Ελέω Θεού Πατριάρχης της Αγίας Πόλεως Ιερουσαλήμ και πάσης Παλαιστίνης παντί τω πληρώματι της Εκκλησίας, χάριν και έλεος και ειρήνην από του Παναγίου και Ζωoδόχου Τάφου του Αναστάντος Χριστού.
«Ιησούν ζητείτε τον Ναζαρηνόν τον εσταυρωμένον.
Ηγέρθη, ουκ έστιν ώδε, ίδε ο τόπος όπου έθηκαν Αυτόν»,
(Μαρκ. 16,6)
Τον ουράνιον άμα δε και σωτήριον τούτον λόγον ήκουσαν διά στόματος αγγέλου «λίαν πρωί τη μια των Σαββάτων αι μυροφόροι γυναίκες, αι ελθούσαι επί το μνημείον, ίνα αρώμασι αλείψωσι τον Ιησούν» (Μαρκ. 16, 1-2). Αύται ενωτίσθησαν χαράς ευαγγέλια, εδέχθησαν πληροφορίαν ότι ο Μονογενής Υιός και Λόγος του Θεού, ο ενανθρωπήσας εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου, ο διά του Σταυρού εις τον Άδην κατελθών, ανέστη εκ νεκρών. Ο Άδης νομίσας ότι προσέλαβεν άνθρωπον κοινόν θνητόν, ηπατήθη. Ηπατήθη, καθ” ότι συνήντησεν ουχί θνητόν αλλά άνθρωπον τέλειον, και Θεόν παντέλειον, αθάνατον, συνάναρχον και συναίδιον τω Πατρί.
Τούτο όντως είναι το θαύμα της του Θεού σοφίας, δυνάμεως και φιλανθρωπίας εις την οικονομίαν Αυτού διά την σωτηρίαν ημών. Ιησούς ο Ναζωραίος εν τη δυνάμει του Πατρός Αυτού και εν τη δυνάμει της θείας φύσεως Αυτού, ανέστησε την ανθρωπίνην φύσιν Αυτού. Συνανέστησε τον Αδάμ, συνανέστησε ημάς τους ανθρώπους.
Το παρά του Θεού Πατρός ενεργούμενον μυστήριον τούτο ετελεσιουργήθη εις τον τόπον τούτον, εν ω ιστάμεθα. Εις τούτο το μνημείον ετάφη και εξ αυτού ανέστη ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός. Μάρτυς του μυστηρίου τούτου αυτό τούτο το μνημείον το κενόν. Μάρτυρες επίσης αι μυροφόροι γυναίκες και οι απόστολοι μαθηταί, οι θεασάμενοι τούτο κενόν. Μάρτυς Αυτός Ούτος ο Κύριος, ο εμφανισθείς «εν ετέρα μορφή» του εσταυρωμένου, αναστημένου και δεδοξασμένου σώματος Αυτού την πρώτην ημέραν της Αναστάσεως Αυτού «πρώτον, Μαρία τη Μαγδαληνή» (Μαρκ. 16, 9) και «ο υπαντήσας ταίς Μυροφόροις λέγων αυταίς χαίρετε» (Ματθ. 28, 9), «ο φανερωθείς δυσίν μαθηταίς πορευομένοις εις αγρόν» (Μαρκ. 16, 12),
«ο φανερωθείς ανακειμένοις τοις ένδεκα» (Μαρκ. 16, 14), και καταδεχθείς ψηλαφηθήναι υπό του Θωμά την ογδόην από της Αναστάσεως ημέραν (Ιωάν. 20, 27) και «παραστήσας εαυτόν ζώντα πολλοίς τεκμηρίοις δι’ ημερών τεσσαράκοντα οπτανόμενος τοις μαθηταίς» (Πραξ. 1, 3).
Ο σαρκί σταυρωθείς και τριήμερος εκ νεκρών αναστάς και εν δόξη αναληφθείς αφ’ ημών εις τους ουρανούς Κύριος έπεμψε παρά του Πατρός το Πνεύμα Αυτού το Άγιον, το Πνεύμα της Πεντηκοστής εις τους μαθητάς Αυτού. Διά του Πνεύματος τούτου ο Κύριος κατηύγασε, εστερέωσε και ανέδειξε εν τω κόσμω την Εκκλησίαν ως το σώμα Αυτού το Άγιον, το οποίον εξηγόρασε διά του τιμίου αίματος Αυτού.
Εν τω φωτί και τη δυνάμει του Αγίου Πνεύματος η Εκκλησία λειτουργεί ανά τους αιώνας εις τον κόσμον. Αύτη διδάσκει τον άνθρωπον, κατηχεί και μυεί αυτόν εις τα μυστήρια αυτής, βαπτίζει και καθιστά αυτόν τίμιον μέλος αυτής. Η Εκκλησία εξανθρωπίζει τον άνθρωπον, αγιάζει, ειρηνεύει αυτόν εν εαυτώ και μετά του πλησίον, παρέχει αυτώ την ευπρεπεστάτην αλλοίωσιν, καθιστά αυτόν θεοειδή, ποιητήν έργων ευποιΐας και ευεργεσίας διά την κοινωνίαν. Η Εκκλησία καθιστά τον άνθρωπον νικητήν ακόμη και του θανάτου. Καθιστά αυτόν ικανόν να αψηφά αφόβως τον διά βασανιστηρίων θάνατον. Η Εκκλησία ανέδειξε εκατομύρια μαρτύρων, οι οποίοι απέθανον χάριν του ονόματος του Χριστού και εξέχεον το αίμα αυτών, το οποίον ομού μετά του αίματος του Χριστού στηρίζει τα θεμέλια της Εκκλησίας, ώστε «πύλαι άδου να μην δύνωνται να κατισχύσωσιν αυτής» (Ματθ. 16, 18).
Τούτο το έργον εξασκεί η Εκκλησία και σήμερον εις καιρούς δεινής οικονομικής και ηθικής κρίσεως, πείνης, πτωχείας, εκμεταλλεύσεως και εμπορεύσεως του ανθρώπου. Η Εκκλησία συμπάσχει και συγκακουχείται μετά του ανθρώπου. Βοηθεί αυτόν δι’ όλων των δυνάμεων αυτής και διά ποικίλων μέσων ουχί μόνον πνευματικώς και ηθικώς αλλά και οικονομικώς. Διδάσκει αυτόν την κατά φύσιν και κατά λόγον αυτάρκη ζωήν.
Η του πάντων Βασιλέως Αγία Πόλις, η δεξαμένη πρώτη άφεσιν αμαρτιών διά της αναστάσεως, εξασκεί το ποιμαντικόν αυτής έργον εις το εν τη Αγία Γη ποίμνιον αυτής, το κλυδωνιζόμενον και συνθλιβόμενον υπό της εκρύθμου πολιτικής καταστάσεως. Επιχέει έλεον και οίνον εις τας πληγάς του ποιμνίου Αυτής, ταυτοχρόνως όμως εξασκεί και το έργον της διαφυλάξεως των Αγίων Τόπων, εις τους οποίους έλαβεν χώραν η αποκάλυψις του Θεού εν τω Μονογενεί Υιώ και Λόγω Αυτού. Αύτη φιλοξενεί φιλοστόργως και υμάς τους ευλαβείς προσκυνητάς, θεωρούσα υμάς ως πλήρωμα αυτής κατά τας ημέρας ταύτας της προσκυνηματικής θεωρίας υμών.
Η Σιωνίτις μήτηρ των Εκκλησιών, αγαλλομένη επί τη αναστάσει του Χριστού, απευθύνει από του Παναγίου και Ζωοδόχου Τάφου εις το ευσεβές ποίμνιον αυτής εν τη Αγία Γη και πέραν αυτής και εις υμάς τους φιλοχρίστους και ευσεβείς προσκυνητάς τον πασχάλιον ύμνον «Χριστός ανέστη, εκ νεκρών θανάτω, θάνατον πατήσας, και τοις εν τοις μνήμασι ζωήν χαρισάμενος».
Εν τη Αγία Πόλει Ιερουσαλήμ ΠΑΣΧΑ 2014.
Διάπυρος προς Κύριον Ευχέτης,
ΘΕΟΦΙΛΟΣ Γ΄
Πατριάρχης Ιεροσολύμων