του Ζιμπάμπουε Σεραφείμ Κυκκώτη*** (εκπρόσωπος της Α.Θ.Π. του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου εις το Συμβουλευτικό Συμβούλιο των Αγγλικανών)
Πάντοτε στην ιστορική της πορεία η Ορθόδοξη Εκκλησία ανησυχούσε για τους πρόσφυγες και τους εκτοπισμένους και για τη καταπίεση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ως και για τα θύματα της φτώχειας και της κλιματικής Αλλαγής. Βασικά διαχρονικά οι άνθρωποι γίνονται πρόσφυγες και εκτοπισμένοι για τρείς λόγους
1. Λόγω της καταπιέσεως των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων τους όπως συμβαίνει στη Συρία με τον εμφύλιο πόλεμο πέντε ετών (στο παρελθόν με τη μαζική βάρβαρη και βίαιη τουρκική εκδίωξη Ελλήνων (εδώ περιλαμβάνω και τους Πόντιους και τους Κυπρίους το 1974) και Αρμενίων εκ των πατρογονικών τους εστιών)
2. Λόγω της φτώχειας, όπως συνέβη σε προηγούμενους αιώνες όταν η Ευρώπη υπόφερε από φτώχεια και μιζέρια (Μεγάλο μέρος των πληθυσμών των χωρών της Αμερικανικής Ηπείρου και της Αυστραλίας και της Νέας Ζηλανδίας προέρχονται από την Ευρώπη, όπως και οι Αποικιοκράτες στην Αφρική και στην Ασία χρησιμοποιώντας μάλιστα βία, εισάγοντας και το θεσμό της δουλείας έστω κι αν έλεγαν ότι ήταν χριστιανοί)
3. Λόγω του φαινομένου των προβλημάτων της κλιματικής αλλαγής (ξηρασία, πλημμύρες και σεισμοί)
Να βρούμε τρόπους μαζί να στηρίξουμε το κάθε πρόσφυγα και τον κάθε μετανάστη που πολύ εύκολα τον αποκαλούμε «λαθρομετανάστη», είναι θεάρεστη ποιμαντική διακονία. Μοιάζει όμως με τη συνηθισμένη κίνηση του κάθε γιατρού να δώσει στον ασθενή του που έχει πονοκέφαλο μια ασπιρίνη. Αυτό που μας ενδιαφέρει περισσότερο είναι να δούμε σοβαρά τι προκαλεί τον πονοκέφαλο για να έχουμε όλοι μας το κεφάλι μας ήσυχο, για να σβήσουμε τη φωτιά που είναι αναμμένη δίπλα μας πριν να έρθει και στο δικό μας σπίτι. Πρέπει η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος να βοηθήσει την Διεθνή Κοινότητα, όπως έλεγε ο μακαριστός Πατριάρχης Πέτρος***** « να ενώσει τις υγιείς δυνάμεις της για την επιβίωση του κόσμου με τη βελτίωση των όρων συμβιώσεως της». Και πράγματι, μόνο με τη ετοιμότητα της Διεθνούς Κοινότητας να αντιμετωπίσει από κοινού τα προβλήματα της Φτώχειας, της προστασίας των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και της στηρίξεως των θυμάτων των προβλημάτων της κλιματικής Αλλαγής, μπορούμε να ζήσουμε σ’ ένα καλύτερο κόσμο με ασφάλεια και ειρήνη και κοινωνική ευημερία.
Η μέλλουσα να συνέλθει το δεύτερο δεκαπενθήμερον του Ιουνίου του τρέχοντος έτους στην Ορθόδοξη Ακαδημία της Κρήτης του Οικουμενικού Πατριαρχείου εις την Ιερά Μητρόπολη Κισάμου και Σελίνου της Αποστολικής Εκκλησίας της Κρήτης του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην Ελλάδα, μεταξύ άλλων, καλείται να συμβάλει προς αυτή την κατεύθυνση.
Ο Οικουμενικός μας Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος ως σύγχρονος προφήτης της εποχής μας εις την τελευταία Χριστουγεννιάτικη Πατριαρχική Εγκύκλιο του τόνισε ότι:
«Διά να σωθή από τας φονικάς διαθέσεις (του Ηρώδου) το Βρέφος Ιησούς, διά το οποίον ωμίλησαν οι Άγγελοι, ηναγκάσθη να φύγη εις Αίγυπτον, καταστάν ούτω, θα ελέγομεν με την ορολογίαν της εποχής μας, «πολιτικός πρόσφυξ», ομού μετά Μαρίας της Μητρός Αυτού, της Υπεραγίας Θεοτόκου, και του μνήστορος Ιωσήφ.
Εις την εποχήν μας, θεωρουμένην ως εποχήν προόδου, πολλά παιδία αναγκάζονται να καταστούν πρόσφυγες ακολουθούντα τους γονείς των διά να σώσουν την ζωήν των, την οποίαν υποβλέπουν ποικιλώνυμοι εχθροί των. …..αι κοινωνίαι πάσαι πρέπει να εξασφαλίσουν την ασφαλή ανάπτυξιν των παιδίων και να σεβασθούν το δικαίωμά των εις την ζωήν, εις την παιδείαν και εις την κανονικήν ανάπτυξίν των, την οποίαν ημπορεί να εξασφαλίση η ανατροφή και διαπαιδαγώγησίς των εντός του πλαισίου της παραδοσιακής οικογενείας, με βάσιν τας αρχάς της αγάπης, της φιλανθρωπίας, της ειρήνης, της αλληλεγγύης, αγαθών τα οποία κομίζει εις ημάς σήμερον ο δι᾿ ημάς σαρκωθείς Κύριος.
Είναι αληθές ότι εις την μακράν ανθρωπίνην ιστορίαν οι λαοί επραγματοποίησαν πολλάς μετακινήσεις και εποικισμούς. Ηλπίζομεν όμως ότι, μετά τους δύο παγκοσμίους πολέμους και τας περί της ειρήνης διακηρύξεις εκκλησιαστικών και πολιτικών ηγετών και οργανισμών, αι σύγχρονοι κοινωνίαι θα ηδύναντο να εξασφαλίσουν την ειρηνικήν διαβίωσιν των ανθρώπων εις τας χώρας των. Ατυχώς, τα γεγονότα διαψεύδουν την ελπίδα, διότι μεγάλαι μάζαι ανθρώπων προ της απειλής της εξολοθρεύσεώς των αναγκάζονται να λάβουν την πικράν οδόν της προσφυγιάς.
Η διαμορφουμένη αύτη κατάστασις, με το διαρκώς ογκούμενον κύμα των προσφύγων, αυξάνει τας ευθύνας ημών, όσων έχομεν εισέτι την ευλογίαν να ζώμεν ειρηνικώς και με κάποιαν άνεσιν, να μη μένωμεν αναίσθητοι ενώπιον του καθημερινού δράματος χιλιάδων συνανθρώπων μας, αλλά να εκφράσωμεν εις αυτούς την έμπρακτον αλληλεγγύην και αγάπην μας, με την βεβαιότητα ότι κάθε ευεργεσία προς αυτούς αποβαίνει εις το πρόσωπον του τεχθέντος και σάρκα λαβόντος Υιού του Θεού, ……. Η συμπαράστασις και η βοήθεια ημών προς τους διωκομένους και εκτοπιζομένους συνανθρώπους μας, ανεξαρτήτως φυλής, γένους και θρησκείας, θα είναι διά τον τεχθέντα Κύριον δώρα πολυτιμότερα των δώρων των μάγων, θησαυροί τιμιώτεροι «χρυσού και λιβάνου και σμύρνης» (πρβλ. Ματθ. β΄, 11), πλούτος πνευματικός αναφαίρετος και μόνιμος, ο οποίος δεν θα φθαρή όσοι αιώνες και εάν παρέλθουν, αλλά θα μας αναμένη εις την βασιλείαν των Ουρανών.
Ας προσφέρωμεν έκαστος ο,τι δυνάμεθα εις τον εν τω προσώπω των προσφύγων αδελφών μας ορώμενον Κύριον».
Η προσέγγιση της Πανορθοδόξου Συνόδου στο θέμα της αντιμετωπίσεως του προβλήματος των προσφύγων, των εκτοπισμένων και γενικότερα των θυμάτων της μάστιγας της φτώχειας και των προβλημάτων που δημιουργούν την οικονομική κρίση με θύματα το μισό πληθυσμό της Γης αναφέρεται στο επίσημο σχέδιο κειμένου της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, το εγκριθέν υπό της εν Σαμεπζύ-Γενεύης από 21 έως 28 Ιανουαρίου 2016 Συνάξεως των Ορθοδόξων Προκαθημένων το οποίο δημοσιεύεται συμφώνως προς την απόφασιν της Συνάξεων των Προκαθημένων και το οποίο περιλαμβάνεται στο κείμενο του θέματος «Η συμβολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας εις επικράτησιν της ειρήνης, της δικαιοσύνης, της ελευθερίας, της αδελφοσύνης και της αγάπης μεταξύ των λαών, και άρσιν των φυλετικών και λοιπών διακρίσεων».
« Η Ορθόδοξος Εκκλησία, επιτελούσα την σωτήριον αυτής αποστολήν εν τω κόσμω, μεριμνά εμπράκτως διά πάντας τους ανθρώπους χρήζοντας βοηθείας, τους πεινώντας, τους απόρους, τους ασθενείς, τους αναπήρους, τους υπερήλικας, τους διωκομένους, τους αιχμαλώτους, τους φυλακισμένους, τους αστέγους, τα ορφανά, τα θύματα των καταστροφών και των πολεμικών συγκρούσεων, της εμπορίας ανθρώπων και των συγχρόνων μορφών δουλείας. Αι καταβαλλόμεναι υπό της Ορθοδόξου Εκκλησίας προσπάθειαι διά την καταπολέμησιν της ενδείας και της κοινωνικής αδικίας αποτελούν έκφρασιν της πίστεως αυτής και διακονίαν Αυτού του Κυρίου, ο οποίος εταύτισεν Εαυτόν προς πάντα άνθρωπον, ιδίως προς τους εν ανάγκαις ευρισκομένους: «Εφ᾿ όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εμοί εποιήσατε» (Ματθ. 25, 40). Εν τη πολυπτύχω ταύτη κοινωνική διακονία, η Εκκλησία δύναται να συνεργάζηται μετά των διαφόρων σχετικών κοινωνικών φορέων.
Οι ανταγωνισμοί και αι εχθρότητες εν τω κόσμω εισάγουν αδικίαν και ανισότητα εις την συμμετοχήν των ανθρώπων και των λαών εις τα αγαθά της θείας δημιουργίας. Στερούν από εκατομμύρια ανθρώπων τα βασικά αγαθά και οδηγούν εις εξαθλίωσιν της ανθρωπίνης υπάρξεως, προκαλούν μαζικάς μεταναστεύσεις πληθυσμών, διεγείρουν εθνικάς, θρησκευτικάς και κοινωνικάς συγκρούσεις, αι οποίαι απειλούν την εσωτερικήν συνοχήν των κοινωνιών.
Η Εκκλησία δεν δύναται να μείνη αδιάφορος έναντι των οικονομικών καταστάσεων, αι οποίαι επηρεάζουν αρνητικώς ολόκληρον την ανθρωπότητα. Επιμένει εις την ανάγκην, ουχί μόνον η οικονομία να ερείδηται επί ηθικών αρχών, αλλά και εμπράκτως να διακονήται δι᾽ αυτής ο άνθρωπος, συμφώνως και προς την διδασκαλίαν του Αποστόλου Παύλου, “κοπιώντας δεί αντιλαμβάνεσθαι των ασθενούντων, μνημονεύειν τε των λόγων του Κυρίου ᾿Ιησού, ότι αυτός είπε· μακάριόν εστι μάλλον διδόναι η λαμβάνειν” (Πραξ. 20,35). Ο Μ. Βασίλειος γράφει ότι “σκοπός ούν εκάστω προκείσθαι οφείλει εν τω έργω η υπηρεσία των δεομένων, ουχί η ιδία αυτού χρεία” (Όροι κατά πλάτος ΜΒ’ . PG 31, 1025 A).
Το χάσμα μεταξύ πλουσίων και πτωχών διευρύνεται δραματικώς εξ αιτίας της οικονομικής κρίσεως, η οποία είναι συνήθως αποτέλεσμα κερδοσκοπίας χωρίς φραγμούς εκ μέρους οικονομικών παραγόντων, συγκεντρώσεως του πλούτου εις χείρας ολίγων και στρεβλής οικονομικής δραστηριότητος, η οποία, στερουμένη δικαιοσύνης και ανθρωπιστικής ευαισθησίας, δεν εξυπηρετεί, τελικώς, τας πραγματικάς ανάγκας της ανθρωπότητος. Βιώσιμος οικονομία είναι εκείνη, η οποία συνδυάζει την αποτελεσματικότητα μετά δικαιοσύνης και κοινωνικής αλληλεγγύης.
Υπό τας τραγικάς ταύτας καταστάσεις, κατανοείται η τεραστία ευθύνη της Εκκλησίας διά την καταπολέμησιν της πείνης και πάσης άλλης μορφής ενδείας εν τω κόσμω.Εν τοιούτον φαινόμενον εις την εποχήν μας, κατά την οποίαν αι χώραι ζούν υπό καθεστώς παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, υποδηλοί την σοβαράν κρίσιν ταυτότητος του συγχρόνου κόσμου, διότι η πείνα ουχί μόνον απειλεί το θείον δώρον της ζωής ολοκλήρων λαών, αλλά και θίγει το μεγαλείον και την ιερότητα του ανθρωπίνου προσώπου, συγχρόνως δε προσβάλλει και τον ίδιον τον Θεόν. Διά τούτο, αν η μέριμνα διά την ιδικήν μας τροφήν είναι θέμα υλικόν, η μέριμνα διά την τροφήν του συνανθρώπου μας είναι θέμα πνευματικόν (Ιακ. 2, 14-18). Αποτελεί, επομένως, αποστολήν όλων των Ορθοδόξων Εκκλησιών να επιδεικνύουν αλληλεγγύην και να οργανώνουν αποτελεσματικώς την βοήθειάν των προς τους ενδεείς αδελφούς.
Η Αγία του Χριστού Εκκλησία εν τω καθολικώ σώματι αυτής, περικλείουσα εις τους κόλπους αυτής πολλούς λαούς της γης, αναδεικνύει την αρχήν της πανανθρωπίνου αλληλεγγύης και υποστηρίζει την στενοτέραν συνεργασίαν λαών και κρατών προς ειρηνικήν επίλυσιν των διαφορών.
Ανησυχίαν προκαλεί εις την Εκκλησίαν η διαρκώς αυξανομένη επιβολή εις την ανθρωπότητα ενός καταναλωτικού τρόπου ζωής, ο οποίος στερείται των χριστιανικών ηθικών αξιών. Υπό την έννοιαν αυτήν, ο καταναλωτισμός ούτος, εν συνδυασμώ μετά της εκκοσμικευμένης παγκοσμιοποιήσεως, τείνει να οδηγήση τους λαούς εις την απώλειαν των πνευματικών καταβολών αυτών, εις την ιστορικήν αμνησίαν και εις την λήθην των παραδόσεων».
***εκπρόσωπος της Α.Θ.Π. του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου Β’ και του Οικουμενικού Πατριαρχείου εις το Συμβουλευτικό Συμβούλιο των Αγγλικανών που θα συνέλθει από 7 -20 Απριλίου στη Λουσάκα στη Ζάμβια ως εκπρόσωπος των Ορθοδόξων κατόπιν συνεννοήσεως μετά του Αλεξανδρινού Προκαθημένου κ.κ. Θεοδώρου Β’.
***** επί τη ευκαιρία της χθεσινής επετείου της ενθρονίσεως του μακαριστού Αλεξανδρινού Προκαθημένου κυρού Πέτρου την 9η Μαρτίου το 1997, το κείμενο αυτό είναι αφιερωμένο στη μνήμη του, όχι μόνον γιατί μαθήτευσα κοντά του για να εκφράζω ελεύθερα και καλοπροαίρετα την γνώμη μου για το καλό της Εκκλησίας, αλλά και για να τη διακονώ μ’όλες τις ασθενικές μου δυνάμεις με αγάπη και αφοσίωση και υπακοή.