Του Σεβ. Μητροπολίτη Ζιμπάμπουε Σεραφείμ Κυκκώτη
Ένα από τα θέματα που θα εξετάσει, Θεού Θέλοντος, το επόμενο έτος η Πανορθόδοξη Σύνοδος, είναι και το θέμα των κωλυμάτων του Μυστηρίου του Γάμου μεταξύ ανθρώπων που αγαπιούντια (ανδρός και γυναικός) και θέλουν να πατρευτούν και η Εκκλησία δεν τους επιτρέπει τον Εκκλησιαστικό γάμο.
Η Σύναξη των Προκαθημένων των Τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών πριν ένα χρόνο αποφάσισε να εξετάσει το θέμα αυτό η Πανορθόδοξη Σύνοδος, εφόσον η ήδη εργαζόμενη Διορθόδοξη Επιτροπή που επεξεργάζεται την τελική μορφή των κειμένων των θεμάτων της προλάβει να κάνει την τελική επεξεργασία του σχετικού κειμένου που ξεκίνησε με την Α’ Διάσκεψη της Διορθόδοξης Προπαρασκευαστικής Επιτροπής της Πανορθόδοξης Συνόδου το 1971 στην Γενεύη και που πήρε τη μορφή της απόφασης στις εργασίες της Β’ Προσυνοδικής Πανορθόδοξης Διάσκεψης το 1982 πάλι στην Γενεύη.
« Η Διορθόδοξος Προπαρασκευαστική Επιτροπή της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ως προς το θέμα «Κωλύματα Γάμου», μελετήσασα το όλον πρόβλημα και την σημερινήν πράξιν εν ταις κατά τόπους Εκκλησίαις, κατέληξεν εις τα εξής πορίσματα:
Η Επιτροπή εστηρίχθη κυρίως επί των σχετικών εισηγήσεων των Αγιωτάτων Εκκλησιών Ρωσίας και Ελλάδος, επί των παρατηρήσεων τας οποίας διετύπωσαν επί του αυτού θέματος αι Αγιώταται Εκκλησίαι Σερβίας, Ρουμανίας, Βουλγαρίας, Κύπρου, Πολωνίας και Τσεχοσλοβακίας, ως και επί των εν ολομελεία διατυπωθεισών απόψεων των Ορθοδόξων Αντιπροσωπειών.
Εκ των κωλυμάτων γάμου, άτινα περιλαμβάνονται εις τας ανωτέρω εισηγήσεις και παρατηρήσεις η Διορθόδοξος Προπαρασκευαστική Επιτροπή επέλεξε τα κάτωθι, εφ’ ων έστρεψεν ιδιαιτέρως την προσοχήν αυτής, ως απασχολούντων κατ’ εξοχήν την Ορθόδοξον Εκκλησίαν σήμερον, προτείνουσα την περαιτέρω έρευναν και εισήγησιν περί τούτων υπό της Α΄ Προσυνοδικής Διασκέψεως (1976).
Εν γένει δε παρατηρεί ότι, όσον αφορά εις τα Κωλύματα του Γάμου πρέπει η Εκκλησία να λαμβάνη υπ’ όψιν και τας διατάξεις της εκασταχού Κρατικής Νομοθεσίας, τας αναφερομένας εις ταύτα και τούτο, ως εικός, μέχρι του ανεκτού ορίου από πλευράς εκκλησιαστικής.
1. Γάμος μεταξύ Ορθοδόξων
α. Προκειμένου περί εξ αίματος συγγενείας δύναται να γίνη συγκατάβασις μέχρι του 5ου βαθμού συμπεριλαμβανομένου[1] εάν συντρέχωσι προς τούτο ειδικοί λόγοι.
β) Όσον αφορά εις την εξ αγχιστείας συγγένειαν να επιτρέπηται ο γάμος κατ’ οικονομίαν μέχρι του 5ου βαθμού συμπεριλαμβανομένου[2] και να κωλύεται απολύτως ο 4ου βαθμού γάμος συμφώνως τη αρχαία κοινώς παραδεκτή παραδόσει.
γ) Ως προς την εξ υιοθεσίας συγγένειαν δέον, όπως κωλύεται ο γάμος μέχρι και του 2ου βαθμού, ήτοι ο γάμος του υιοθετήσαντος ή των κατιόντων αυτού μετά του υιοθετηθέντος.
δ) Προκειμένου περί της εκ βαπτίσματος συγγενείας δέον, όπως κωλύεται ο γάμος μέχρι και του 2ου βαθμού[3], ήτοι ο γάμος του αναδόχου μετά της αναδεκτής ή της μητρός αυτής και αντιθέτως, της αναδόχου μετά του αναδεκτού ή του πατρός αυτού.
ε) Εις ό,τι αφορά την εκ τριγενείας συγγένειαν δέον, όπως αποκλείεται ο 1ου βαθμού συγγενείας γάμος, αν και τούτο δεν απετέλει πάντοτε απόλυτον κώλυμα γάμου. Παρά ταύτα, η τυχόν πλήρης αδιαφορία της Εκκλησίας περί της εκ τριγενείας συγγενείας θα απέβαινεν επιζημία διότι θα παρείχετο η εντύπωσις, ότι άνευ λόγου αθετούνται παραδόσεις.
στ) Ως προς την Ιερωσύνην, κατά την ισχύουσαν κανονικήν τάξιν, απαγορεύεται η σύναψις γάμου παντός προσώπου προσκτησαμένου την ιερωσύνην εις πάντα της χειροτονίας βαθμόν[4].
Ουχ ήττον η Επιτροπή, έχουσα υπ’ όψιν την ενεστώσαν κατάστασιν εν τισιν εκ των επί μέρους Εκκλησιών και τας υπαρχούσας ποιμαντικάς ανάγκας εκασταχού, φρονεί ότι είναι συμφέρον διά την Εκκλησίαν, όπως αύτη επιληφθή του ζητήματος εκ της πλευράς του μετά την χειροτονίαν γάμου του α΄. βαθμού ιερωσύνης, ήτοι των διακόνων, και προβεί εις την εξέτασιν του όλου θέματος με ευμενή πρόσκλησιν υπέρ του δυνατού γενέσθαι, κατά το πνεύμα των κανόνων και της αρχαίας πράξεως της Εκκλησίας, ίνα μη αραιώνται αι τάξεις του ιερού Κλήρου.
ζ) Προκειμένου περί της μοναχικής κουράς αύτη αποτελεί απόλυτον κώλυμα γάμου[5]. Μοναχοί αυτομολήσαντες της μοναχικής Αδελφότητος και απολαβόντες αυθαιρέτως την ιδιότητα του μοναχού ή ακουσίως και κατ’ ανάγκην, δύνανται να έλθωσιν εις γάμον εφ’ όσον μεταταχθώσιν εις την τάξιν των λαϊκών δι’ αποφάσεως εκκλησιαστικής.
η) Ως προς τον υφιστάμενον γάμον ούτος αποτελεί απόλυτον κώλυμα συνάψεως ετέρου γάμου, πρίν ή αμετακλήτως λυθή ή ακυρωθή ο υφιστάμενος γάμος. Η Ορθόδοξος Εκκλησία αποκρούει τον 4ον γάμον απολύτως και κατά τρόπον αποκλειστικόν και κατηγορηματικόν.
θ) Τέλος, όσον αφορά εις το κατώτατον και ανώτατον όριον ηλικίας καλόν είναι να πληρώνται αι κατά τόπους νομικαί διατάξεις της Πολιτείας.
2. Μικτοί Γάμοι
α. Μεταξύ Ορθοδόξων και ετεροδόξων
Ως προς τους μικτούς γάμους διετυπώθησαν αι ακόλουθοι απόψεις
1. Η Εκκλησία Ρωσίας αποδέχεται ότι ο «ο καθαγιασμός του γάμου δι’ εκκλησιαστικού στεφανώματος ορθοδόξων χριστιανών μετά χριστιανών ετεροδόξων δύναται να γίνη εν περιπτώσει καθ’ ην η μη Ορθόδοξος πλευρά αναγνωρίζει την σημασίαν των ευλογιών της Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Η Εκκλησία της Ρωσίας ωσαύτως, μετά την Ρωμαιοκαθολικήν απόφασιν περί αναγνωρίσεως του εγκύρου των γάμων μεταξύ Ρωμαιοκαθολικών και Ορθοδόξων, των τελουμένων υπό ορθοδόξου ιερέως, έλαβεν απόφασιν περί αναγνωρίσεως του εγκύρου των μικτών γάμων μεταξύ Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών, τελουμένων υπό ειδικάς συνθήκας, κατόπιν ευλογίας του ορθοδόξου Επισκόπου, ενώπιον Ρωμαιοκαθολικού ιερέως.
2. Η Εκκλησία της Ελλάδος φρονεί, ότι καλόν είναι να αποφεύγονται και αποτρέπωνται οι μικτοί γάμοι, αδιακρίτως Εκκλησιών και Ομολογιών, και να επιτρέπωνται μόνον εάν συντρέχωσιν ειδικοί λόγοι.
3. Η Εκκλησία της Πολωνίας εισηγείται όπως, κατά το πνεύμα της εννοίας του Οικουμενισμού και επί τη βάσει των τοπικών διομολογιακών σχέσεων, γίνωνται δεκτοί μικτοί γάμοι μεθ’ όλων των βεβαπτισμένων.
Η Διορθόδοξος Προπαρασκευαστική Επιτροπή φρονεί, ότι θα ήτο ευκταία η επί τη βάσει των ως άνω προτάσεων λήψις αποφάσεως επί του φλέγοντος θέματος των μικτών γάμων υπό της Α΄. Προσυνοδικής Διασκέψεως. Επειδή όμως, ως αποδεικνύει η επί του θέματος εφαρμοζομένη διαφορότροπος πράξις υπό των διαφόρων κατά τόπους Εκκλησιών, το πρόβλημα τούτο δεν προϋποθέτει πάντοτε ενιαίαν ορθόδοξον άποψιν, ευκταίον είναι, όπως η Α΄ Προσυνοδική Διάσκεψις αφήση σχετικήν ελευθερίαν επιλύσεως του θέματος επί τη βάσει των υφισταμένων κατά τόπους συνθηκών. Προς τούτο βεβαίως απαιτείται ακριβεστέρα, κατά δύναμιν, εκτίμησις της χριστιανικής κληρονομίας των μη ορθοδόξων Εκκλησιών και αξιολόγησις της ενεστώσης αυτών καταστάσεως, ώστε να γίνηται εκκλησιολογική διάκρισις μεταξύ των μη Ορθοδόξων χριστιανών.
Β. Μικτοί Γάμοι μεταξύ Ορθοδόξων και Ετεροθρήσκων ή απίστων
Εν προκειμένω διετυπώθησαν αι ακόλουθοι απόψεις:
1. Η Εκκλησία Ρωσίας διαπιστοί ότι οι μικτοί γάμοι απαγορεύονται υπό του 72ου κανόνος της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου, εν τούτοις όμως φρονεί ότι «αι σύγχρονοι συνθήκαι υπάρξεως της Εκκλησίας του Θεού επί της γης απαιτούν επιμόνως εν τω ζητήματι μικτών γάμων των Ορθοδόξων Χριστιανών μετά των μη Χριστιανών την επιστροφήν εις την εκκλησιαστικήν πράξιν των τριών πρώτων αιώνων του Χριστιανισμού», κατά τους οποίους η Εκκλησία επομένη τω Αποστόλω Παύλω[6], «εφέρετο συγκαταβατικώς προς μικτούς γάμους». Ωσαύτως «εις τους παλαιοτάτους κανόνας δεν υπάρχουν απαγορευτικαί διατάξεις εν προκειμένω».
2. Κατά την Εκκλησία της Κύπρου απαγορεύεται η σύναψις γάμου μεταξύ χριστιανών και αλλοθρήσκων[7].
3. Η Εκκλησία της Ελλάδος φρονεί, ότι επί του ζητήματος του γάμου μετά ετεροθρήσκων η Προσυνοδική Διάσκεψις θα ηδύνατο να δεχθή και να εφαρμόση οικονομίαν.
4. Η Εκλησία της Πολωνίας προτείνει όπως «τεθή προς συζήτησιν η δυνατότης ευλογίας του ενός των συζευγνημένων εις περιπτώσεις κατά τας οποίας έν μέλος είναι άπιστον».
5. Η Εκκλησία της Τσεχοσλοβακίας αδυνατεί να ευλογήση τον γάμον μεταξύ Ορθοδόξου χριστιανού και μη χριστιανού (Εβραίου, Μωαμεθανού κ.τ.λ.).
Η Επιτροπή λαμβάνουσα υπ’ όψιν τας ως άνω θέσεις των διαφόρων αδελφών Ορθοδόξων Εκκλησιών, και μετ’ επισταμένην μελέτην της κανονικής τάξεως της Εκκλησίας, καθ’ ην ο γάμος μεταξύ ορθοδόξου πιστού και ετεροθρήσκου ή απίστου νοείται μόνον μετά την εισδοχήν του ετεροθρήσκου ή απίστου εις την Εκκλησίαν, προτείνει όπως αφ’ ενός μεν μελετηθώσιν οι δυνατοί να υπάρξωσιν τρόποι εφαρμογής της οικονομίας επί του προκειμένου, αφ’ ετέρου δε αφεθή, εν τω μεταξύ τούτω χρόνω, εις την ελευθερίαν των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών το αποφασίζειν περί της εφαρμογής της οικονομίας εν περιπτώσεσιν ανάγκης.