Σχολιάζει ο Γιώργος Βλαντης
Γνωστό και θλιβερό είναι το θεολογικό ρεύμα που, εδραζόμενο στη σκέψη του π. Ι. Ρωμανίδη, προπαγανδίζει τη λογική μιας γνωστικίζουσας «ελίτ» θεουμένων, δια της οποίας εισάγονται στην Εκκλησία διακρίσεις πιστών πρώτης και δεύτερης κατηγορίας (για τους «Φράγκους» δεν μιλάμε καν).
Πίσω από τον πολεμικό αντιδυτικισμό της, η σκέψη αυτή κρύβει επικίνδυνα γνωστικά και πλατωνικά στοιχεία, ενώ ουσιαστικά καταργεί τον εν τη Εκκλησία διάλογο.
Δικαίωμα να μιλούν έχουν μόνο οι «θεούμενοι», οι οποίοι ως τέτοιοι είναι υπεράνω κριτικής. Έναντι αυτών απαιτείται τυφλή υποταγή, η δε διαφορετική άποψη εξοντώνεται ως αντιπαραδοσιακή, αντορθόδοξη και «φράγκικη» (η πιο ηλίθια κατηγορία που εκτοξεύουν οι δύστυχοι). Σύνοδοι, οι ενορίες, ο λαός του Θεού ουσιαστικά καταργούνται μπροστά στα υποτιθέμενα εξ ουρανών θέσφατα. Φυσικά, οι εκφραστές αυτής της σκέψης διατηρούν δι᾽ εαυτούς το προνόμιο να αποφασίζουν ποιος είναι θεόπτης και ποιος ερμηνεύει ορθά τη διδασκαλία των αγίων (αλήθεια, ποιος τους νομιμοποιεί να το κάνουν αυτό;). Ενώ ορισμένοι δηλώνουν ιστορικοί, διαβάζοντάς τους διαγιγνώσκει κανείς μια σκέψη βαθιά ανιστορική, η οποία προβαίνει σε βιαστικές αφαιρέσεις, εναρμονιστικές παρουσιάσεις και άτσαλους απολογητισμούς, προκειμένου ακριβώς να ξορκίσει την πολυπτυχία των ιστορικών δεδομένων, που δεν υποτάσσονται στα καλούπια πλατωνισμών τρίτης κατηγορίας.
Παρότι θεολογικώς και λογικώς παιδαριώδης, η σκέψη αυτή ελκύει τους φονταμενταλιστές, ακριβώς εξ αιτίας του βαθιά μαγικού της χαρακτήρα και των αυτοματισμών που εισάγει. Η ευθύνη θέλει δύναμη για να την αντέξεις. Και οι φονταμενταλιστές τα όποια τους αποθέματα τα αναλώνουν στο ναρκισσισμό των σωτήρων. Όταν καμαρώνεις διαρκώς για το πόσο σπουδαίος είσαι και πόσους έχεις να σώσεις, δεν προλαβαίνεις να σκεφτείς, παρά καταφεύγεις δίχως τύψεις στα τσιτάτα.