ΔΟΓΜΑΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ
(Γιά τον λαό)
Μάθημα 6ον
Του Μητροπολίτου Γόρτυνος & Μεγαλοπόλεως Ιερεμία
ΙΕΡΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ
1. Σαν να μην έχουμε σωστή έννοια για την ιερή Παράδοση· σαν να νομίζουμε ότι η Αγία Γραφή και η ιερή Παράδοση αποτελούν δυό διαφορετικά πράγματα, δυό ξέχωρες πηγές των δογμάτων της πίστης μας.
Καί όπως λέει ο Επίσκοπος Κάλλιστος Γουέαρ, όχι μόνο μη Ορθόδοξοι αλλά και πολλοί Ορθόδοξοι υιοθετούν αυτήν την άποψη, ορίζοντες την Παράδοση ως την προφορική διδασκαλία του Χριστού που δεν καταγράφηκε από τους Αποστόλους και ομιλούντες περί δύο διαφορετικών πηγών της χριστιανικής πίστης, της αγίας Γραφής και της ιεράς Παραδόσεως.1 Η τοποθέτηση αυτή δεν είναι ορθόδοξη. Ο Θεός αποκάλυψε, «παρέδωκε» στην Εκκλησία Του την Αλήθεια. Αυτή είναι η ιερή Παράδοση: Είναι όλη η αλήθεια της πίστης μας. Ένα όμως μέρος από αυτή την Παράδοση, λόγω ορισμένων περιστάσεων, καταγράφηκε και αποτέλεσε την Αγία Γραφή. Ώστε η Αγία Γραφή είναι μόνο ένα μέρος της ιερής Παράδοσης, η οποία είναι η μόνη πηγή της πίστης μας.2 Kαι δεν καταγράφηκε μόνο στην Αγία Γραφή ένα μέρος της ιερής Παράδοσης, δηλαδή της αποκαλυφθείσης Αλήθειας του Θεού, αλλά και σε άλλα μνημεία της Εκκλησίας μας.
«Παράδοση είναι η ορθή πίστη, που αποκαλύπτεται από τον Θεό στους θεουμένους και οι οποίοι στην συνέχεια την παραδίδουν στον λαό του Θεού, μέσα από την αγία Γραφή, τα συγγράμματα των αγίων Πατέρων, τις αποφάσεις των Συνόδων, τα μυστήρια και την λατρεία της Εκκλησίας μας» (Αρχιεπίσκοπος Σινά, Φαράν και Ραιθώ κ. Δαμιανός).3
Δεν είναι λοιπόν το παν η Αγία Γραφή, όπως λέγουν οι Προτεστάντες, αλλά το παν είναι όλη η ιερή Παράδοση, όπως βιώνεται από την Εκκλησία. Ας φανταστούμε την πρώτη εποχή της Εκκλησίας μας, που δεν είχε γραφεί ακόμα κανένα βιβλίο της Καινής Διαθήκης. Η Εκκλησία και τότε ασφαλώς γνώριζε, κήρυττε και βίωνε την διά του Υιού του Θεού αποκαλυφθείσα Αλήθεια και δεν αποκαλύφθηκε αυτή η Αλήθεια στην Εκκλησία αργότερα με την συγγραφή της Καινής Διαθήκης. Επειδή φατρίαζαν οι Χριστιανοί στην Κόρινθο και για διάφορα άλλα θέματα, έγραψε ο απόστολος Παύλος την Α´ προς Κορινθίους επιστολή του· επειδή δεν μπορούσε ο Απόστολος να επικοινωνήσει με την Εκκλησία της Θεσσαλονίκης με άλλο τρόπο και να συμβουλεύσει τους χριστιανούς για ορισμένα θέματα, έγραψε σ᾽ αυτούς την πρώτη του επιστολή· και επειδή παρεξήγησαν την επιστολή του αυτή έγραψε σ᾽ αυτούς και δεύτερη επιστολή, όπου πρέπει να παρατηρήσουμε ότι παραπέμπει τους αναγνώστες του στο προφορικό κήρυγμα σ᾽ αυτούς (βλ. Β´ Θεσ. 2,5.15). Δηλαδή αν δεν συνέβαιναν αυτές οι παρεξηγήσεις και αταξίες στις τοπικές αυτές Εκκλησίες, δεν θα γράφονταν οι επιστολές αυτές. Το ίδιο ισχύει περίπου και με τις άλλες επιστολές και τα άλλα κείμενα της Καινής Διαθήκης.
Γι᾽ αυτό και γράψαμε παραπάνω ότι δεν είναι το παν η Αγία Γραφή, όπως ισχυρίζονται οι Προτεστάντες, αλλά όλη η αποκαλυφθείσα Αλήθεια του Υιού του Θεού, που την λέμε «ιερή Παράδοση» και που βιώνεται από την αρχή στην Εκκλησία. Έτσι, πολλές αλήθειες της πίστης μας, που βιώνουμε σαν χριστιανοί, πιθανόν να μην αναπτύσσονται διά πολλών στην Καινή Διαθήκη, ακριβώς γιατί δεν τις αμφισβήτησαν οι πρώτοι χριστιανοί αδελφοί μας, ώστε να αναγκαστούν οι Απόστολοι να γράψουν ειδικό κείμενο γι᾽ αυτές.
Έτσι δεν λέγεται στην Καινή Διαθήκη καθαρά ότι πρέπει να κάνουμε το σημείο του Τιμίου Σταυρού, γιατί αυτό ήταν γνωστό στην ζωή της Εκκλησίας, γιατί έτσι γινόταν και δεν το αμφισβήτησε κανείς· και ασφαλώς, αν σε μια τοπική Εκκλησία γινόταν από μερικούς αυτή η αμφισβήτηση, οι Απόστολοι θα έγραφαν προς την Εκκλησία αυτή για το θέμα αυτό. Το ίδιο έχουμε να πούμε για το αειπάρθενο της Θεοτόκου.
Οι Προτεστάντες και Χιλιαστές το αμφισβητούν, γιατί νομίζουν ότι δεν ομιλεί η Καινή Διαθήκη γι᾽ αυτό.4 Αλλά δεν ήταν ανάγκη να γραφεί στην Καινή Διαθήκη, αφού ήταν πίστη των χριστιανών η αειπαρθενία της Θεοτόκου. – Είναι πολύ ανόητο αυτό που μας ρωτούν οι αιρετικοί, «που το λέει η Αγία Γραφή αυτό που κάνετε οι Ορθόδοξοι;». Αλλά δεν είναι όλη η Αγία Γραφή η θεία Αποκάλυψη. Η Γραφή είναι το μοναδικό κριτήριο για την αυθεντική, την γνήσια Αποκάλυψη, αλλά όχι η θεία Αποκάλυψη: «Η ιδέα ότι η Γραφή δύναται να ταυτισθή προς την Αποκάλυψιν είναι ου μόνον γελοία από πατερικής απόψεως, αλλά και καθαρά αίρεσις. Η Γραφή δεν είναι Αποκάλυψις, αλλά λόγος περί Αποκαλύψεως» (πατήρ Ιωάννης Ρωμανίδης).5
Κλείνουμε την παράγραφο αυτή με τα όσα ωραία λέει ο Αρχιμ. Σωφρόνιος, συγγραφέας του βιβλίου ο Γέροντας Σιλουανός: «Η Αγία Γραφή δεν είναι βαθύτερη ή σπουδαιότερη από την Ιερή Παράδοση, αλλά μια από τις μορφές της. Η μορφή αυτή είναι η πιο πολύτιμη, γιατί εύκολα διαφυλάσσεται και εύκολα χρησιμοποιείται. Αν όμως η Γραφή απομονωθεί από το ρεύμα της Ιεράς Παραδόσεως, δεν μπορεί να γίνη κατανοητή. Ενεργούν λανθασμένα όσοι, αφού αποκόψουν τον εαυτό τους από την Παράδοση της Εκκλησίας, πορεύονται – έτσι νομίζουν – προς τις πηγές της, δηλαδή προς την Αγία Γραφή. Πηγή της Εκκλησίας δεν είναι η Αγία Γραφή, αλλά η Ιερή Παράδοση. Τις πρώτες δεκαετίες της ιστορίας της η Εκκλησία δεν είχε τις Γραφές της Καινής Διαθήκης και ζούσε μόνο με την Παράδοση, κι αυτήν καλούνται οι πιστοί να τηρήσουν, όπως ξέρουμε από τις επιστολές του Απ. Παύλου (Β´ Θεσ. β´ 15).
Είναι πασίγνωστο πως όλοι οι αιρεσιάρχες στηρίζονταν στην Αγία Γραφή, με την μόνη διαφορά πως την εξηγούσαν κατά την γνώμη τους. Γιά μια τέτοια διαστρέβλωση της έννοιας της Αγίας Γραφής κατά την αυθαίρετη εξήγησή της μίλησε ήδη ο Απόστολος Πέτρος (Β´ Πετρ. γ´ 16)».6
2. Η ιερή Παράδοση, η αποκαλυφθείσα δηλαδή Αλήθεια του Θεού, δόθηκε στους Αποστόλους και κηρύχθηκε απ᾽ αυτούς στους πιστούς. Γι᾽ αυτό και λέγοντας ιερή Παράδοση νοούμε την διδασκαλία που έρχεται από την Εκκλησία των αποστολικών χρόνων· και γι᾽ αυτό στον δεύτερο μέχρι τον τέταρτο αιώνα καλείται «η Αποστολική Παράδοση».
Πρέπει να λάβουμε καλά υπόψη ότι η παλαιά Εκκλησία πρόσεχε την εσωτερική ζωή της από τους εκτός αυτής· τα άγιά της Μυστήρια γίνονταν μυστικά, φυλάσσονταν από τους μη χριστιανούς.
Όταν τελούνταν τα Μυστήριά της – το Βάπτισμα ή η θεία Ευχαριστία – δεν ήταν παρόντες οι μη χριστιανοί. Η τάξη της τελετής των Μυστηρίων δεν ήταν καταγραμμένη, αλλά μεταδιδόταν προφορικά· και ο,τι γινόταν μυστικά αποτελούσε το ουσιαστικό μέρος της πίστης. Ο άγιος Κύριλλος ο Ιεροσολύμων (4ος αιώνας) μας το παρουσιάζει αυτό πολύ καθαρά. Αναλαμβάνοντας την κατήχηση εκείνων που είχαν αποφασίσει να γίνουν χριστιανοί, λέει ο ιεράρχης προς αυτούς στην προκατήχησή του: Αν σε ρωτήσουν αυτοί που δεν έχουν αποφασίσει ακόμη να γίνουν χριστιανοί τι σού διδάξαμε, να μην πείς τίποτα σ᾽ αυτούς που είναι έξω από την Εκκλησία. Γιατί αυτό που σού παραδίδουμε είναι Μυστήριο και τήρησε αυτό το Μυστήριο για Εκείνον που είναι μισθαποδότης. Καί αν σε ρωτήσει αυτός που είναι εκτός της Εκκλησίας, «τι πειράζει να το μάθω και εγώ το Μυστήριο αυτό;», σκέψου ότι και ο άρρωστος ζητά να πιεί κρασί· αλλά αν του δοθεί σε ακατάλληλο καιρό του κάνει ζημιά· και δεν γίνεται μόνο ζημιά στον άρρωστο, αλλά συκοφαντείται και ο ιατρός. Έτσι αυτός που δεν πήρε ακόμη την απόφαση να γίνει χριστιανός: Αν ακούσει από τον πιστό το Μυστήριο και ο ίδιος αυτός βλάπτεται, γιατί θα μυκτηρίσει το ιερό Μυστήριο, και ο πιστός θα κατακριθεί ως προδότης.7
Σε μια άλλη από τις μετέπειτα ομιλίες του ο άγιος Κύριλλος πάλι λέει στους πορευομένους για το βάπτισμα ότι τους παραδίδει την πίστη σε λίγους στίχους, για να τους απομνημονεύσουν και όχι να τους καταγράψουν και φανερωθεί στους εκτός της Εκκλησίας.8 Καί τελειώνοντας την προκατήχησή του ο άγιος Ιεράρχης λέει καθαρά σ᾽ αυτούς που την άκουσαν, να μην την ανακοινώνουν σε ανθρώπους που δεν είναι χριστιανοί.9
Τόσο πολύ πρόσεχε η αρχαία Εκκλησία να μην γίνονται γνωστά τα Μυστήριά της στους εκτός της Εκκλησίας ευρισκομένους.10
3. Ο άγιος Βασίλειος ο Μέγας έχει μια πολύ ωραία περικοπή στην ομιλία του περί του Αγίου Πνεύματος, όπου μιλάει για πολλά που έχουμε παραλάβει από την ιερή Παράδοση και τα οποία δεν αναφέρονται στην Αγία Γραφή: Το να κάνουμε τον σταυρό μας, το να στρεφόμαστε προς ανατολάς όταν κάνουμε την προσευχή μας, τα λόγια που λέμε κατά τον καθαγιασμό του άρτου και του οίνου στην θεία Λειτουργία, η ευλογία του ύδατος της κολυμβήθρας, το να βυθίζεται ο βαπτιζόμενος τρεις φορές σ᾽ αυτήν και τόσα άλλα ακόμη τα έχουμε παραλάβει από την ιερή Παράδοση.11
3. Οι Ορθόδοξοι αν και δεχόμαστε με απόλυτο σεβασμό την αυθεντικότητα της ιερής Παράδοσης, που έρχεται ως ιερή κληρονομιά από το παρελθόν, όμως γνωρίζουμε ότι δεν έχει την ίδια ισχύ με αυτήν κάθε τι που έρχεται από το παρελθόν. Κάθε τι που έρχεται από το παρελθόν δεν έχει πράγματι την ίδια αξία με την ιερή Παράδοση, ούτε κάθε τι που λαμβάνουμε από το παρελθόν είναι αναγκαίως και αληθινό. Υπάρχει διαφορά μεταξύ της «ιερής Παράδοσης» και των «παραδόσεων». Πολλές τέτοιες παραδόσεις, που παραδόθηκαν από το παρελθόν, δεν αποτελούν μέρος της μιάς αληθινής Παράδοσης, της θείας Αποκάλυψης.
4. Την αποκαλυφθείσα πίστη μας, δηλαδή την ιερή Παράδοση, εκτός από την Αγία Γραφή την βρίσκουμε:
α) Σε πολλά παλαιά έγγραφα της Εκκλησίας, στους Κανόνες των αγίων Αποστόλων,12 στις αποφάσεις των Οικουμενικών και Τοπικών Συνόδων.13
β) Στα Σύμβολα της πίστης μας των παλαιών τοπικών Εκκλησιών.
γ) Στις λειτουργικές δέλτους και σε άλλα παλαιά κείμενα τελετών και προσευχών.
δ) Στα παλαιά μαρτυρολόγια. Τα κείμενα των πράξεων των Μαρτύρων δόθηκαν προς χρήση των πιστών, όταν εξετάστηκαν πρώτα από τους κατά τόπους Επισκόπους· και τα κείμενα αυτά, όπως και γενικά οι βίοι όλων των αγίων αναγινώσκονταν από τους χριστιανούς υπό την επίβλεψη των Πρεσβυτέρων της Εκκλησίας. Καί ακριβώς επειδή αυτά τα βιβλία, που περιέχουν τους βίους των αγίων, αναγινώσκονταν στις συνάξεις των πιστών λέγονται «Συναξάρια».14 Σ᾽ αυτά βλέπουμε ομολογίες των αγίων στην Αγία Τριάδα, στην θεότητα του Ιησού Χριστού, τον πόθο για την Βασιλεία του Θεού, την σωστή κατά Χριστόν ζωή τους κ.α.
ε) Στα παλαιά κείμενα της ιστορίας της Εκκλησίας και ιδιαίτερα στο σχετικό βιβλίο του Ευσεβίου Παμφίλου, Επισκόπου Καισαρείας,15 όπου βρίσκονται συγκεντρωμένες πολλές παλαιές ιεροτελεστίες και δόγματα, όπου δίνεται ο κανόνας των ιερών βιβλίων της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης.
στ) Στα έργα Πατέρων και διδασκάλων της Εκκλησίας μας.16
ζ) Τελικά, η ιερή Παράδοση βρίσκεται κυρίως στο πνεύμα της ζωής της Εκκλησίας μας.17
5. Η ιερή Παράδοσή μας, αυτή μαρτυρεί για την αλήθεια και εγκυρότητα της Αγίας Γραφής και αυτή μας βοηθεί για την ορθή της ερμηνεία, για να αποφεύγουμε τις μονόπλευρες και εσφαλμένες ερμηνείες. Αλλά και η Αγία Γραφή είναι το μοναδικό κριτήριο για την αυθεντική Παράδοση και την απόρριψη των άλλων παραδόσεων, που δεν αποτελούν μέρος της Ιερής Παράδοσης· γιατί, αφού η Αγία Γραφή αποτελεί, όπως ήδη γράψαμε, μέρος της ιερής Παράδοσης, συμφωνεί με το όλο πνεύμα αυτής. Παράδοση, λοιπόν, που φαίνεται ότι έρχεται σε αντίθεση προς την Αγία Γραφή δεν αποτελεί ιερή Παράδοση.
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Βλ. το βιβλίο του στην αγγλική γλώσσα THE ORTHODOX CHURCH σ. 204-205. Καί ο π. Γεώργιος Φλορόφσκυ λέει: «Είναι τελείως εσφαλμένον να περιορίζωμεν τας “πηγάς της διδασκαλίας” εις την Γραφήν και την Παράδοσιν και να διαχωρίζωμεν την Παράδοσιν από την Γραφήν ως απλήν προφορικήν μαρτυρίαν ή διδασκαλίαν των Αποστόλων» (Γεωργίου Φλορόφσκυ, έργα 1: Αγία Γραφή, Εκκλησία, Παράδοσις, εκδ. Πουρνάρα, Θεσσαλονίκη, σ. 65).
2. Στο μνημονευθέν βιβλίο του ο πατήρ Κάλλιστος Γουέαρ λέει ακριβώς: «Παρατήρησε ότι η αγία Γραφή αποτελεί ένα μέρος της Παράδοσης» (“Νote that the Bible forms a part of Tradition”)·«… Αλλά στην πραγματικότητα υπάρχει μόνο μία πηγή, αφού η Γραφή υπάρχει στην Παράδοση» (“… But in reality there is only one source, since Scripture exists within Tradition”).
3. Παράθεση από το βιβλίο του Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ιεροθέου Η αποκάλυψη του Θεού σ. 165.
4. Καί όμως πολλά χωρία της το κηρύττουν. Βλ. Ν. Σωτηροπούλου, Αντιχιλιαστικόν εγχειρίδιον, σ. 175 εξ. Στο ειδικό κεφάλαιο της δογματικής μας σειράς, θα αναπτύξουμε διά πολλών το δόγμα της Εκκλησίας μας περί της Θεοτόκου.
5. Κριτική θεώρησις των εφαρμοστών της θεολογίας εις Πρακτικά του Β´ Συνεδρίου Ορθ. Θεολογίας, σ. 419-420. Βλ. μνημονευθέν βιβλίο Ναυπάκτου κ. Ιεροθέου σ. 26.27.
6. Αρχιμ. Σωφρονίου ο Γέροντας Σιλουανός σ. 92 εξ.
7. Αποδώσαμε γενικά το νόημα της περικοπής, που στο κείμενό της έχει ως εξής: «Ότε τοίνυν κατήχησις λέγηται, εάν σε κατηχούμενος εξετάση, τι ειρήκασιν οι διδάσκοντες, μηδέν λέγε τω έξω. Μυστήριον γαρ σοι παραδίδομεν και ελπίδα μέλλοντος αιώνος. Τήρησον το μυστήριον τω μισθαποδότη. Μη ποτέ σοι τις είπη· Τι βλάπτη, εάν καγώ μάθω; Καί οι νοσούντες τον οίνον ζητούσιν· αλλ᾽ εάν ακαίρως δοθή, φρενίτιν εργάζεται· και δύο κακά γίνεται, και ο νοσών απόλλυται, και ο ιατρός διαβάλλεται· ούτως και ο κατηχούμενος, εάν ακούση παρά πιστού, και ο κατηχούμενος φρενιτιά (ουκ οίδε γαρ τι ήκουσε, και ελέγχει το πράγμα, και εκμυκτηρίζει το λεγόμενον), και ο πιστός ως προδότης κατακρίνεται. Ήδη δε συ εν μεθορίω στήκεις, βλέπε μοι μη εκλαλήσης· ουχ ότι ουκ άξια λαλιάς τα λεγόμενα, αλλ᾽ ότι η ακοή αναξία του δέξασθαι· ης ποτε και συ κατηχούμενος, ου διηγησάμην σοι τα προκείμενα· όταν τη πείρα λάβης το ύψωμα των διδασκομένων, τότε αν γνώση, ότι ανάξιοι οι κατηχούμενοι της ακοής» (MPG 33,352.353).
8. Το κείμενο: «Εν ολίγοις τοις στίχοις το παν δόγμα της πίστεως περιλαμβάνομεν. Όπερ και επ᾽ αυτής της λέξεως μνημονεύσαι υμάς βούλομαι, και παρ᾽ εαυτοίς μετά πάσης σπουδής απαγγείλαι, ουκ εις χάρτας απογραφομένους, αλλ᾽ εν καρδίη τη μνήμη στηλογραφούντας· φυλαττομένους εν τω μελετάν, μη που τις κατηχούμενος επακούση των παραδεδομένων» (Κατήχησις 5 κ. 12. MPG 33,521).
9. Το κείμενο: «Τας των φωτιζομένων κατηχήσεις ταύτας, τοις μεν τω βαπτίσματι προσερχομένοις, και τοις το λουτρόν έχουσιν ήδη πιστοίς, εις ανάγνωσιν παρεχόμενος, μη δος το σύνολον μήτε κατηχουμένοις, μήτε άλλοις τισί τοις μη ούσι Χριστιανοίς· επί τω Κυρίω λόγον δώσεις. Καί εάν ποιής αντίγραφον, ως επί Κυρίου ταύτα πρόγραψον» (Τέλος της Προκατηχήσεως. MPG 33,365).
10. Σήμερα δεν υπάρχει αυτή η αυστηρότητα ως προς την μη αποκάλυψη των ιερών Μυστηρίων στους μη χριστιανούς. Δεν ακούεται η κραυγή πριν από την Λειτουργία των πιστών, «οι κατηχούμενοι προέλθετε», ούτε προσέχουμε αν μη χριστιανοί παρακολουθούν την θεία Λειτουργία (σε μερικές όμως Εκκλησίες παρακαλούνται οι μη βαπτισμένοι να σταθούν στον Νάρθηκα, αλλά και από εκεί μπορούν αυτοί να παρακολουθούν την θεία Λειτουργία). Αυτή η προσεκτικότης για την μη γνώση των Μυστηρίων στους μη χριστιανούς, όπως μας την λέει ο άγιος Κύριλλος, χάθηκε στα χρόνια μας, αφού καθένας μπορεί να αναγνώσει τις ακολουθίες των ιερών Μυστηρίων και οι Κατηχήσεις του αγίου Κυρίλλου δημοσιεύθηκαν σε πολλές γλώσσες και εκδόσεις. Παρά ταύτα όμως και σήμερα προσέχουμε να μη δώσουμε «τα άγια τοις κυσί» και να μη βάλουμε τους «μαργαρίτας έμπροσθεν των χοίρων» και γι᾽ αυτό δεν λέμε πολλά περί των Μυστηρίων της πίστεώς μας σε ανθρώπους μη χριστιανούς, που ρωτούν από περιέργεια και όχι από ενδιαφέρον και πόθο να γίνουν μέλη της Εκκλησίας μας.
11. Το κείμενο όλης της περικοπής: «Των εν τη Εκκλησία πεφυλαγμένων δογμάτων και κηρυγμάτων τα μεν εκ της εγγράφου διδασκαλίας έχομεν, τα δε εκ της των Αποστόλων παραδόσεως διαδοθέντα ημίν εν μυστηρίω παρεδεξάμεθα· άπερ αμφότερα την αυτήν ισχύν έχει προς την ευσέβειαν. Καί τούτοις ουδείς αντερεί, ουκούν όστις γε κατά μικρόν γούν θεσμών εκκλησιαστικών πεπείραται. Ει γαρ επιχειρήσαιμεν τα άγραφα των εθών ως μη μεγάλην έχοντα την δύναμιν παραιτείσθαι, λάθοιμεν αν εις αυτά τα καίρια ζημιούντες το Ευαγγέλιον·μάλλον δε εις όνομα ψιλόν περιιστώντες το κήρυγμα. Οίον (ίνα του πρώτου και κοινοτάτου πρώτον μνησθώ) τω τύπω του σταυρού τους εις το όνομα του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού ηλπικότας κατασημαίνεσθαι τις ο διά γράμματος διδάξας;
Το προς ανατολάς τετράφθαι κατά την προσευχήν ποίον εδίδαξεν ημάς γράμμα; Τα της επικλήσεως ρήματα επί τη αναδείξει του άρτου της Ευχαριστίας και του ποτηρίου της ευλογίας τις των αγίων εγγράφως ημίν καταλέλοιπεν; Ου γαρ δη τούτοις αρκούμεθα ων ο Απόστολος ή το Ευαγγέλιον επεμνήσθη, αλλά και προλέγομεν και επιλέγομεν έτερα, ως μεγάλην έχοντα προς το μυστήριον την ισχύν, εκ της αγράφου διδασκαλίας παραλαβόντες. Ευλογούμεν δε το τε ύδωρ του βαπτίσματος, και το έλαιον της χρίσεως, και προσέτι αυτόν τον βαπτιζόμενον. Από ποίων εγγράφων; Ουκ από της σιωπωμένης και μυστικής παραδόσεως; Τι δε; Αυτήν του ελαίου την χρίσιν τις λόγος γεγραμμένος εδίδαξε· Το δε τρις βαπτίζεσθαι τον άνθρωπον πόθεν; Άλλα δε όσα περί το βάπτισμα, αποτάσσεσθαι τω Σατανά και τοις αγγέλοις αυτού, εκ ποίας εστί γραφής; Ουκ εκ της αδημοσιεύτου ταύτης και απορρήτου διδασκαλίας, ην εν απολυπραγμονήτω και απεριεργάστω σιγή οι πατέρες ημών εφύλαξαν, καλώς εκείνο δεδιδαγμένοι, των μυστηρίων το σεμνόν σιωπή διασώζεσθαι; Α γαρ ουδέ εποπτεύειν έξεστι τοις αμυήτοις, τούτων πως αν ην εικός την διδασκαλίαν εκθριαμβεύειν εν γράμμασιν;» (MPG 32,188.189).
12. Βλ. υποσημείωση 16 του 3ου δογματικού μαθήματος.
13. Τις αποφάσεις των Οικουμενικών και Τοπικών Συνόδων, όπως και Κανόνες των αγίων Πατέρων βρίσκουμε στο ΠΗΔΑΛΙΟΝ. Γιατί εγκαταλείψαμε την ανάγνωση του Πηδαλίου; Το ιερό αυτό βιβλίο, με τα σχόλια του αγίου Νικοδήμου του αγιορείτου, έχει όλη την πίστη μας, είναι μια ωραία δογματική και λειτουργική Κατήχηση της Εκκλησίας μας.
Ας βάλουμε κανόνα στον εαυτό μας, προπαντός εμείς οι κληρικοί, να διαβάζουμε το Πηδάλιο, τουλάχιστον τρεις ιερούς Κανόνες κάθε μέρα με τις υποσημειώσεις του αγίου Νικοδήμου. Η ανάγνωση αυτή θα μας ωφελήσει πολύ, θα μας ξαναφέρει στην πατερική γραμμή των θεοφόρων αγίων Πατέρων μας, από την οποία, ας ομολογήσουμε με ταπείνωση, έχουμε ξεφύγει και κατά την ατομική μας πνευματική πορεία και κατά την άσκηση του ποιμαντικού μας έργου.
14. Θα ήταν μεγάλη μας πνευματική βοήθεια, αν μπορούσαμε – και μπορούμε αν θέλουμε – να διαβάζουμε τους βίους των αγίων κάθε μέρας. Σ᾽ αυτό διευκολύνει ο σύντομος Συναξαριστής του αγίου Νικοδήμου. Όπως ακούσαμε, ο μακαριστός πατήρ Φιλόθεος Ζερβάκος – πνευματικό τέκνο του αγίου Νεκταρίου – έδινε αυτήν την συμβουλή, να διαβάζουν οι πιστοί τους βίους των αγίων κάθε μέρας. – Οι βίοι των αγίων είναι το «εφηρμοσμένο Ευαγγέλιο». Προσωπικά συνηθίζω σε ένα αδιάφορο χριστιανό, ή και σε λεγόμενο άθεο, να μη συνιστώ πρώτα την ανάγνωση της Αγίας Γραφής, αλλά την ανάγνωση της ζωής των αγίων, των ιερών Συναξαρίων μας. Γιατί το Ευαγγέλιο σε έναν άθεο θα φανεί σαν μια θεωρία ανεφάρμοστη· η ζωή όμως των αγίων είναι το «εφηρμοσμένο Ευαγγέλιο». Πραγματικά, το πρόβλημα των αθέων δεν είναι ο Θεός, που επιπόλαια και εύκολα, θα έλεγα, μπορούν να πούν ότι αρνούνται. Το πρόβλημά τους είναι οι άγιοι και οι κεκοιμημένοι και οι ζώντες άγιοι.
Συναντήθηκα με ένα παλαιό καθηγητή μου (μαθηματικό), προβληματισμένο, όταν ήμουν μαθητής του, φοβερά περί την πίστη, αλλά τώρα ευσεβέστατο χριστιανό, με συνειδητή πνευματική ζωή (προσευχή – εξομολόγηση – θεία Κοινωνία)· και με συνεβούλευσε ο καθηγητής μου αυτός, όταν αντιμετωπίζω ανθρώπους κλονισμένους στην πίστη να τους δίνω να διαβάσουν βίους αγίων.
15. Βλ. εις MPG τομ. 20.
16. Μεγάλος οργασμός πατερικών εκδόσεων περί τα τελευταία έτη στην πατρίδα μας. Μεγάλη ευλογία του Θεού αυτό. Τα πατερικά όμως κείμενα, όπως εκδίδονται, σε μορφή συγγραμμάτων και με ακριβή τιμή, είναι απροσπέλαστα στον λαό. Πρέπει να σκεφτούμε να βρούμε τρόπο να δώσουμε τους αγίους Πατέρες (την ζωή τους και την διδασκαλία τους) ως προσιτό πνευματικό ανάγνωσμα στον λαό. Αυτή θα είναι καλή τροφή για τον λαό του Θεού· γιατί είναι έλλειψη, είναι μεγάλη έλλειψη, το να μην εκδίδεται μια σειρά πατερικών αναγνωσμάτων για τον λαό. Καί είναι πολύ εύκολο να θεραπευτεί η έλλειψη αυτή: Να αρχίσει να εκδίδεται μια σειρά τευχών, με μία πατερική ομιλία κατ᾽ εκλογήν το κάθε τεύχος, σε απλή στρωτή μετάφραση στην δημοτική γλώσσα – το τονίζουμε αυτό – ή απόδοση της ομιλίας σε κηρυκτική μορφή με το κείμενο στο πόδι, ή δεν ξέρω με ποιόν άλλο τρόπο. Ας αφήσουν μερικές ενορίες τα περιοδικά, με τα οποία θέλουν να διατυμπανίσουν την δράση τους (!), και ας επιστρατεύσουν δυό-τρία πρόσωπα της ενορίας που ξέρουν γράμματα και να αρχίσουν την ευλογημένη αυτή προσπάθεια της πατερικής τροφής για τον λαό. Η μια ενορία θα εκδίδει ομιλίες ενός πατρός, η άλλη ενορία άλλου και η τρίτη άλλου πατρός και έτσι σε χαμηλή τιμή ενός μικρού τεύχους ο λαός του Θεού θα μελετά τους αγίους Πατέρες. Κατά τον τρόπο αυτό η Σεβασμία Ιερά Μονή του Παρακλήτου (Ωρωπός) προσφέρει δωρεάν σειρά τευχών πατερικών ομιλιών. Την ευχαριστούμε και ευχόμαστε πλούσια την ευλογία του Παρακλήτου Αγίου Πνεύματος επ᾽ αυτήν.
17. Η ζωή μας σαν χριστιανών πρέπει να εκφράζει την Παράδοση της Εκκλησίας μας. Η ζωή μας και η διακονία μας σαν κληρικών πρέπει να εκφράζει την ορθόδοξη Παράδοσή μας. Ας προσέχουμε μην κάνουμε την μεγάλη αμαρτία και αλλοιώσουμε την ιερή Ορθόδοξη Παράδοση με ποιμαντικές εκδηλώσεις ξένες προς το πνεύμα αυτής.