Ο εορτασμός της Κυριακής της Ορθοδοξίας στην Αθήνα
Ο εορτασμός της αναστήλωσης των Ιερών Εικόνων τελέσθηκε στον ιερό ναό Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου, με αρχιερατική Θεία Λειτουργία. Προεξήρχε ο Αντιπρόεδρος της Ιεράς Συνόδου, Μητροπολίτης Καρυστίας και Σκύρου Σεραφείμ, συμπαραστατούμενος από τους Μητροπολίτες Θηβών και Λεβαδείας Γεώργιο, Ιλίου Αθηναγόρα, Κηφισίας Κύριλλο και Ζακύνθου Διονυσίο.
Την κυβέρνηση εκπροσώπησε ο υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων Κωνσταντίνος Αρβανιτόπουλος, ενώ προ της απολύσεως της Θείας Λειτουργίας πραγματοποιήθηκε λιτάνευση των Εικόνων σε ανάμνηση της αναστηλώσεως το 843.
Τον πανηγυρικό της ημέρας εκφώνησε ο Συνοδικός Μητροπολίτης Ιλίου, Αχαρνών και Πετρουπόλεως Αθηναγόρας. Ακολουθεί η ομιλία:
Η σημερινή Συνοδική θεία Λειτουργία στην οποία συμμετέχει κλήρος και λαός της πρωτευούσης με παρόντες τους πολιτικούς άρχοντες και αυτούς της τοπικής αυτοδιοικήσεως, επαναλαμβάνεται αδιάκοπα την πρώτη Κυριακή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής από το 843 μ.Χ μέχρι τις μέρες μας. Αυτή της η επανάληψη είναι άραγε αποτέλεσμα μιάς εμμονής εκ μέρους της Εκκλησίας για να διατηρηθεί στην μνήμη των συγχρόνων μια αλληλουχία ιστορικών γεγονότων χαμένων στο παρελθόν; Μιά προσπάθεια για να καταδειχθεί στην σημερινή κοινωνία της απόλυτης αφθονίας αγαθών για τους λίγους και της απόλυτης στέρησής τους από τους πολλούς, η δυναμική της γνωστής φράσης : «Τις εστι πλούσιος; Ο εν ολίγω αναπαυόμενος;» Ή έρχεται για να προβάλλει και να υπενθυμίσει την επικαιρότητα της ελληνορθοδόξου παραδόσεως ως ικανής να νοηματοδοτήσει για άλλη μια φορά τον αγώνα διεξόδου από όσα μας ταλανίζουν και μας ταλαιπωρούν ως έθνος τα τελευταία χρόνια;
«Οι τα πάντα καλώς διαταξάμενοι» θεοφόροι Πατέρες μας συνέδεσαν τη γιορτή της τιμής στην ορθόδοξη πίστη μας με την αναστήλωση των εικόνων, επειδή ακριβώς στην Ορθόδοξη Εκκλησία η εικόνα αποκαλύπτει τη στενή σχέση ανάμεσα στο κτιστό και το άκτιστο, στο δημιούργημα και στο Δημιουργό του.
Στη διάρκεια του ενός και ημίσεως σχεδόν αιώνος (726-843μ.Χ) που διήρκεσε η διαμάχη κεντρική θέση κατείχε το πρόσωπο του Χριστού, καθώς σε αυτό ενώθηκε η θεία με την ανθρώπινη φύση «ατρέπτως, ασυγχύτως, αδιαίρετως και αχωρίστως» σύμφωνα με το δόγμα της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου της Χαλκηδόνας.
Η ενανθρώπιση του Θεού και Λόγου δίδει τη δυνατότητα στην Εκκλησία να αποδώσει διά των εικόνων τη διαδρομή της επίγειας ζωής Του και την προσδοκία της ερχομένης Βασιλείας Του, έχοντας πάντοτε στη συνείδησή της ότι εικονίζει «Θεόν σεσαρκωμένον» και όχι κάποιον άνθρωπον εξαίρετον για τη σοφία, τη διδασκαλία, την κοινωνική του δραστηριότητα, την άσκηση γοητευτικής ποδηγεσίας των συνανθρώπων του, την κατάκτησή τους με τη σαγήνη του θαύματος.
Καί το πρόσωπο αυτό, του Χριστού, του Μεσσία, του Υιού του Θεού και του γυιού του ανθρώπου, στον χώρο της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας δεν εικονίζεται μοναδικά υπεροχικό και σε αυτοκρατορική αποθέωση υπερυψούμενο πάνω από τις άλλες ανθρώπινες μορφές, όπως στις μεγάλες συνθέσεις των Ναών της Δυτικής Χριστιανοσύνης.
Καί αυτό συμβαίνει επειδή «η δυτική θρησκευτική ζωγραφική δεν φιλοδοξεί να υπερβεί την καιρική και εφήμερη φαινομενικότητα της οντικής ατομικότητας, την υποταγή της στους νόμους της φθοράς και του θανάτου» . Αναπαριστάνει τον κόσμο της πτώσης, αφού οποιαδήποτε γυναίκα μπορεί να ζωγραφηθεί σαν Παναγία και οποιοσδήποτε νέος άνδρας να παραστήσει τον Χριστό ή κάποιον άγιο. Η ζωγραφική εκεί είναι νατουραλιστική, φωτογραφική των προσώπων και των τοπίων, επειδή λειτουργεί μόνο διδακτικά, θρησκευτικά όχι αποκαλυπτικά.
Αντίθετα η βυζαντινή εικόνα δεν είναι μια απλή ζωγραφική πρόταση που φέρει τη σφραγίδα – υπογραφή του δημιουργού της . Είναι η Εκκλησία που ιστορεί τις Εικόνες διά χειρός του αγιογράφου, καθώς είναι η αγιογραφία άσκηση υποταγής της ατομικής διεξιοτεχνίας στην δοκιμασμένη πείρα των προγενεστέρων δασκάλων της τέχνης, συντονισμένη με την καθολική εμπειρία της Εκκλησίας . Η Εικόνα καλεί στην άμεση κοινωνία και σχέση με τα εικονιζόμενα. Σε μια δυναμική «διάβαση» προς το πρωτότυπο . Έτσι η βυζαντινή εικόνα δεν διακοσμεί τον ναό. Καλεί σε μια λειτουργική βίωση των εικονιζομένων . Μιά προσωπική κατάφαση στην άμεση παρουσία του όλου εκκλησιαστικού σώματος – ζώντων και κεκοιμημένων, στρατευομένων και θριαμβευόντων – στην ανακεφαλαίωση της δημιουργίας, που πραγματοποιείται κάθε φορά που συνεπιτελούμε κλήρος και λαός τη λειτουργία της Ευχαριστίας του Θεού, τη διηνεκή ανάμνηση του παραδοθέντος από τον Χριστό στους μαθητές Του Μυστικού Δείπνου.
Έτσι η εικονογραφία των Ναών της Ορθόδοξης Ανατολής ξεκινά κάποιες φορές από τον εξωνάρθηκα, όπου εικονίζονται τα πρόσωπα των ελλήνων φιλοσόφων και αρχαίων ποιητών, που προσπάθησαν να ρίξουν κάποιο φως στη ζοφερή εικόνα της μετά την πτώση του ανθρώπου στον Παράδεισο καθημερινής ζωής και να της δώσουν κάποιο νόημα και προοπτική.
Συνεχίζεται στον εσωνάρθηκα και στον κυρίως Ναό με τη διαδρομή της ανθρώπινης ιστορίας από τη δημιουργία του ανθρώπου και τον εκτοπισμό του από το χώρο του Παραδείσου, που του δόθηκε «εργάζεσθαι και φυλάσσειν» , στην αφιλόξενη γη της εξορίας του ανάμεσα στις τριβόλους και τα αγκάθια, παρέα με τη φθορά την αρρώστια και τον θάνατο, ώσπου να συναντήση μετά από αιώνες αγωνιώδους αναμονής την αναστημένη και αποκαταστημένη εικόνα του στο πρόσωπο του Θεού που ενανθρώπισε.
Ενός Θεού, όμως, που στο ιερό βήμα στο χώρο της προσκομιδής, εκεί που προετοιμάζεται ο άρτος και ο οίνος, το πρόσφορο και το νάμα, το ψωμί και το κρασί του ανθρώπινου μόχθου και της ανθρώπινης εναγώνιας αναζήτησης, για να μεταμορφωθεί, να μετουσιωθεί στη διάρκεια της Λειτουργίας της ευχαριστίας του Θεού, στην πράξη της αποκατάστασης στο αρχαίο κάλλος του ανθρώπου και συμπάσης της δημιουργίας∙ εκεί ο Θεός εικονίζεται πάσχων σύμφωνα με το όραμα του Ησαΐα: «ουκ έστιν είδος αυτώ … ουδέ κάλλος, αλλά το είδος αυτού άτιμον και εκλείπον παρά τους υιούς των ανθρώπων … ούτος τας αμαρτίας ημών φέρει και περί ημών οδυνάται … αυτός δε ετραυματίσθη διά τας αμαρτίας ημών … τω μώλωπι αυτού ημείς ιάθημεν» .
Η σάρκωση του Θεού Λόγου, η ενανθρώπισή Του, αποκαθιστά στον άνθρωπο την εικόνα του Θεού Δημιουργού. Το ανθρώπινο σώμα πλάσθηκε ως υλικός ναός για να φανερωθεί η δόξα του Θεού. Να εργασθεί στην όλη ύπαρξή του ο άνθρωπος τις εντολές του Θεού και να κατασταθεί ιερό θυσιαστήριο, κατοικητήριο του Αγίου Πνεύματος. Να γίνει δηλαδή μια «μυστική Εκκλησία» κατά τον τρόπο της ορατής Εκκλησίας, που δημιουργήθηκε με τον ερχομό του Χριστού στον κόσμο. Όμως η Παραδείσια προοπτική διαταράχθηκε και η εικόνα του Θεού, ο άνθρωπος σύρθηκε τραυματισμένος και πληγωμένος στους αυχμηρούς δρόμους ενός αφιλόξενου και εχθρικού πιά κόσμου, ο οποίος από στολίδι και κόσμημα είχε γίνει κόλαση.
Έτσι: «εκάθισεν Αδάμ απέναντι του Παραδείσου και την ιδίαν γύμνωσιν θρηνών ωδύρετο» έχοντας επίγνωση ότι «μίαν εντολήν παρέβην την του Δεσπότου και των αγαθών παντοίων υστέρημαι» . Γιατί; Επειδή θέλησε να ζήσει μια «εικονική πραγματικότητα» ξένη προς τη φύση και τον προορισμό του. Ο πονηρός συριγμός του αντιδίκου κολάκευσε τα αυτιά του. Να γίνει Θεός στη θέση του Δημιουργού του, χωρίς άσκηση και ευλογία. Ο απαλός συριγμός μεταποιήθηκε σε καυτές λέξεις, που καθώς εντυπώνονταν στο μυαλό του γίνονταν παιχνίδι εξουσίας και κυριαρχίας: «ου θανάτω αποθανείσθε∙ … διανοιχθήσονται υμών οι οφθαλμοί και έσεσθε ως θεοί» .
Καί έπρεπε να τραυματισθεί για τις αμαρτίες μας ένας Θεός, να χάσει η όψη Του, το πρόσωπό Του, το σώμα Του κάθε ομορφιά και χάρη, να εξευτελισθεί περισσότερο από κάθε ταπεινό και ουτιδανό άνθρωπο, για να ιαθούμε. Γιά να αποκατασταθεί η εικόνα του Θεού μέσα μας. Καί υπέστη ο Θεός αυτή την έσχατη ταπείνωση, επειδή δεν ήθελε να καταστραφεί η κορωνίδα της δημιουργίας Του, ο άνθρωπος, αλλά αντίθετα ήθελε τούτον «σώζεσθαι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν» . Επειδή τον ερχόμενον προς Αυτόν «ου μη εκβάλλει έξω», αλλά τον διαβιβάζει από την εικονική πραγματικότητα της πτώσης που κυριαρχεί πιά στον κόσμο τούτο, στην αποκατάσταση της Εικόνας στο χώρο και τον τόπο της Βασιλείας Του, δηλαδή της Εκκλησίας Του, διά της Αναστάσεως.
Το ακούσαμε αυτό στα λόγια από τη Μυσταγωγία του Αγίου Μαξίμου με τα οποία ξεκίνησα την ομιλία μου. Η Εκκλησία – μας λέγει ο άγιος – είναι Εικόνα του Θεού, επειδή όπως και ο Θεός έτσι και αυτή ενεργεί στους πιστούς της ενωτικά, έστω και αν έχουν διαφορετικούς χαρακτήρες και αν κατάγονται από διαφορετικούς τόπους και με άλλες πολιτιστικές προϋποθέσεις. Η κοινή πίστη-εμπιστοσύνη στο Θεό Πατέρα είναι εκείνη που οδηγεί στην ενότητα όλους για να φανερωθεί η Εικόνα του Θεού στην ύπαρξή μας! Να ξαναγίνουμε εικόνες του Θεού, όπως πλασθήκαμε.
Να, λοιπόν, γιατί η Εκκλησία μας επιμένει αιώνες τώρα να λιτανεύει τις εικόνες της την πρώτη Κυριακή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Επειδή αιώνες τώρα ο άνθρωπος χάνει την Εικόνα «της ελευθερίας της δόξης των τέκνων του Θεού» , που του δωρήθηκε και περιπλανιέται σε χώρους μιάς εικονικής πραγματικότητας πλαστής και περιορισμένης από τον γήινο χώρο και χρόνο, που κατασκεύασε με την παρακοή και την αποστασία του.
Εικονική πραγματικότητα η ψευδαίσθηση ότι μπορεί να φθάσει στον ουρανό κτίζοντας τον πύργο της Βαβέλ.
Εικονική πραγματικότητα η αίσθηση ότι τα κρεμμύδια της δουλείας στη χώρα της Αιγύπτου καταξιώνουν την ύπαρξη του.
Εικονική πραγματικότητα η δίψα του για εξουσία και η δημιουργία πολιτικών ή οικονομικών αυτοκρατοριών.
Εικονική πραγματικότητα η κυριαρχία του στις δυνάμεις της φύσεως που θεωρεί ότι του εξασφαλίζουν υπεροχή.
Εικονική πραγματικότητα η προσπάθειά του να παρατείνει όσο το δυνατόν περισσότερο το προσδόκιμο της επίγειας ζωής του.
Εικονική πραγματικότητα η πεποίθησή του ότι κατέχει κατ’ αποκλειστικότητα την αλήθεια στο χώρο της πολιτικής, της φιλοσοφίας, της θρησκείας.
Εικονική πραγματικότητα η προσωπίδα που φορά στις διονυσιακές τελετές που φθάνουν μέχρι της μέρες μας με την ευωχία της κοσμικής αποκριάς.
Εικονική πραγματικότητα η διακήρυξη για τον θάνατο του Θεού και την αντικατάστασή του από τον υπεράνθρωπο.
Εικονική πραγματικότητα η άποψη πως οι άλλοι είναι η κόλασή μας.
Εικονική πραγματικότητα η απαξίωση της ανθρώπινης ζωής και ελευθερίας της έκφρασης.
Εικονική πραγματικότητα ο ευτελισμός του έρωτα και της μοναδικότητας του ανθρωπίνου προσώπου.
Εικονική πραγματικότητα ότι η ευτυχία του εξαρτάται από την ευημερία των τιμών των οικονομικών μεγεθών.
Εικονική πραγματικότητα η αναζήτηση ασφάλειας και ευημερίας με την δημιουργία διακρατικών πολιτικών και οικονομικών ενώσεων.
Εικονική πραγματικότητα η αλόγιστη και χωρίς όρια προαγωγή της γνώσης δίχα της αρετής και του ήθους.
Εικονική πραγματικότητα η πεποίθηση ότι όλα τελειώνουν εδώ.
Εικονική πραγματικότητα το παράλογο μιάς επίγειας μόνο διαδρομής της ανθρώπινης ζωής με αρχή και τέλος την ανυπαρξία.
Καί η Εικόνα; Η κατακερματισμένη ύπαρξη του ανθρώπου η διασπασμένη σε εκατοντάδες ψευδαισθήσεις, πως ανασυντίθεται; Πως θα σωθεί από τον αιώνα τούτο; Πως θα ολοκληρωθεί – αυτό σημαίνει άλλωστε το ρήμα σώζω – σαν προσωπικότητα; Πρέπει να σκύψει ο καθενας μας και να ανακαλύψει τους σπινθήρες της Εικόνας του Δημιουργού Θεού μέσα του. Να δεί και να αντικρύσει την Βασιλεία Του, η οποία «εντός ημών εστί» .
Να δεί ότι αυτή η Εικόνα: «ομοία εστί κόκκω συνάπεως, ον λαβών άνθρωπος έσπειρεν εν τω αγρώ αυτού» . Καί ο σπόρος του σιναπιού, ενώ είναι μικρότερος από όλους τους άλλους, όταν μεγαλώσει ξεπερνά όλα τα λαχανικά.
Να δεί ότι αυτή η Εικόνα: «ομοία εστί ζύμη» , που ανακατεύθηκε με το αλεύρι και ζημώθηκε σε ψωμί.
Να δεί ότι αυτή η Εικόνα: «ομοία εστίν θησαυρώ κεκρυμμένω εν τω αγρώ» , που τον ανακάλυψε ένας άνθρωπος και τον έκρυψε. Καί χαρούμενος πουλά όλα όσα έχει και αγοράζει το χωράφι εκείνο.
Να δεί ότι αυτή η Εικόνα: «ομοία εστί ανθρώπω εμπόρω ζητούντι καλούς μαργαρίτας» . Αυτός, όταν βρίσκει ένα πανάκριβο μαργαριτάρι, πουλά όλη του την περιουσία για να το αγοράσει.
Να δεί ότι αυτή η Εικόνα: «ομοία εστί σαγήνη (δίχτυ) βληθείση εις την θάλασσα» , που έπιασε κάθε λογής ψάρια. Καί όταν γέμισε το έσυραν έξω στο γιαλό και κάθισαν και μάζεψαν τα καλά ψάρια σε πανέρια, ενώ τα άχρηστα τα πέταξαν μακριά.
Να δεί ότι αυτή η Εικόνα: «ομοία εστίν ανθρώπω βασιλεί, όστις εποίησε γάμους τω υιώ αυτού» . Καί έστειλε τους δούλους του να φωνάξουν τους προσκεκλημένους. Καί αυτοί με διάφορες προφάσεις αδιαφόρησαν για τον γάμο. Καί ξανάστειλε τους δούλους στα σταυροδρόμια και τους αγρούς να καλέσουν όσους βρούν για τους γάμους, γιατί πολλοί τελικά είναι οι καλεσμένοι, αλλά λίγοι οι εκλεκτοί.
Να δεί ότι αυτή η Εικόνα: «ομοία εστίν ανδρί φρονίμω, όστις ωκοδόμησε την οικίαν αυτού επί την πέτραν» . Καί έπεσε βροχή και πλημμύρισαν τα ποτάμια και φύσηξαν οι άνεμοι και όρμησαν πάνω στο σπίτι, αλλά αυτό δεν γκρεμίσθηκε γιατί ήταν θεμελιωμένο πάνω στο βράχο.
Να δεί ότι αυτή η Εικόνα: «ομοία εστίν ανθρώπω οικοδεσπότη, όστις εξήλθεν άμα πρωΐ μισθώσασθαι εργάτας εις τον αμπελώνα αυτού. Καί συμφωνήσας μετά των εργατών εκ δηναρίου την ημέραν απέστειλεν αυτούς εις τον αμπελώνα αυτού» . Στη διάρκεια της ημέρας και κατά τακτά χρονικά διαστήματα προσέλαβε και άλλους. Όταν έδυσε ο ήλιος πρόσταξε τον οικονόμο του να δώσει ο,τι ήταν δίκαιο στους εργάτες αρχίζοντας από τους τελευταίους προσληφθέντας προς τους πρώτους. Με έκπληξη οι πρώτοι είδαν ότι πήραν – αν και βάσταξαν τον κόπον και το καύσωνα της ημέρας – τα ίδια με τους εσχάτους. Στη διαμαρτυρία τους για την καταφανή αδικία ο κύριος του αμπελώνα απάντησε σε κάποιον απ’ αυτούς: φίλε δε σε αδικώ. Πήρες ο,τι σού υποσχέθηκα. Αν θέλω να δώσω και στον τελευταίο τα ίδια δικαίωμά μου δεν είναι; Μήπως ζηλεύεις που είμαι καλός με όλους; «ούτως έσονται οι έσχατοι πρώτοι και οι πρώτοι έσχατοι».
Η Εικονική πραγματικότητα της απώλειας και της αποστασίας.
Η Εικόνα της μεταμόρφωσης του ανθρώπου στο αρχαίο κάλλος.
Στις μέρες μας ο κόσμος υποδέχεται κάθε νέο άνθρωπο που γεννιέται με δεκάδες εφιαλτικά σύνδρομα: εμπόριο εξοπλισμών, απειλή πυρηνικής καταστροφής, συστήματα καταπίεσης και αλλοτρίωσης, συστήματα παρακολούθησης και των πιο ιδιωτικών στιγμών, άλογες επεμβάσεις στα εσωτερικά άλλων χωρών, εξάντληση των πλουτοπαραγωγικών πηγών της γης μας, μόλυνση των θαλασσών με απόβλητα, καταστροφή της προστασίας μας από την ατμόσφαιρα με το άνοιγμα της τρύπας του όζοντος, ρατσιστικά φαινόμενα βίας, που εξαπλώνονται σε όλο τον πλανήτη νεκρανασταίνοντας οδυνηρές μνήμες και ματοβαμμένες καταστάσεις του παρελθόντος, υστερία στην καταναλωτική βουλιμία και εμπορία της ηδονής, ανεξέλεκτη έκρηξη – και γι’ αυτό επικίνδυνη – κάθε πληροφορίας μέσω του διαδικτύου και τόσα άλλα!
Καί μείς, καθώς τον βαπτίζουμε αυτόν τον νέο άνθρωπο, το νήπιο, στην κολυμβήθρα και τον κάνουμε αναδεκτό της Εκκλησίας, μοιάζουμε και μείς νήπιοι σαν και αυτόν, μια και στεκόμαστε ανίσχυροι και αδύνατοι να επηρεάσουμε την πορεία της ανθρώπινης Ιστορίας και τις τύχες του πλανήτη μας. Αδύναμοι γιατί «χάσαμε την επίγνωση του τρόπου με τον οποίο η ασθένεια και αδυναμία μας ‘τελειοί’ τη μεταμορφωτική δύναμη της Εκκλησίας» . Η δύναμή μας παραμένει κρυμμένη στον κόκκο του σίτου, στον μικρό σπόρο του σιναπιού, στη μυστική δυναμική της ζύμης της χαμένης στο νεκρό φύραμα του κόσμου, στην ευχαριστιακή υπόσταση της ύπαρξης μας που κοινωνεί σε κάθε Θεία Λειτουργία.
Αυτός είναι ο λόγος που αδιάκοπα τόσους αιώνες τώρα την Κυριακή της Ορθοδοξίας λιτανεύουμε τις Εικόνες. Γιά να διατρανώσουμε ότι η Βασιλεία του Θεού, παρούσα στον κόσμο μας με τη Σαρκωσή Του, έρχεται διαρκώς και ακατάπαυστα. Γιά να δείξουμε ότι η προσωπική περιπέτεια της ελευθερίας και της αμαρτίας-αστοχίας του καθενός μας δεν μπορεί να αναιρέσει τη δυναμική της φύσης της Εκκλησίας ως μεταμορφωτικής δύναμης τούτου δω του κόσμου. Η λιτανεία των Εικόνων ασταμάτητα κάθε χρόνο θέλει να μας μάθει τον τρόπο να συλλαβίσουμε ξανά από την αρχή την αλήθεια για τον κόσμο και τον άνθρωπο. Την αλήθεια που δεν εξαντλείται σε λέξεις και ιδεολογήματα. Την αλήθεια ως πρόσωπο, εκείνο του σαρκωμένου Λόγου του Θεού, του Χριστού, και ως σχέση και τρόπο ύπαρξης κατά το πρότυπο της Αγίας και μακαρίας Τριάδος.
Αγαπητοί αδελφοί οι συνεπιτελούντες σήμερα το Μυστήριο της Ευχαριστίας του Θεού,
Η λιτανεία των Εικόνων έχει ένα και μοναδικό σκοπό: να τεχνουργήσει πάλι στον καθένα μας την Εικόνα του δι’ημάς παθόντος και αναστάντος Χριστού και να διατρανώσει την αγάπη Του.
Καί αν όλα όσα ψέλλισα μέχρι τώρα σας φαίνονται βαριά θεολογικά γραφήματα, ας ακούσουμε τη δροσερή φωνή του ποιητή που χαράχθηκε στη μνήμη μας, να μας οδηγεί απλά στο ίδιο μυστήριο:
«Γειά σου Απρίλη, γειά σου Μάρτη
και πικρή Σαρακοστή.
Βάζω πλώρη και κατάρτι
Καί γυρεύω ένα νησί,
που δεν βρίσκεται στο χάρτη.
Μεσ’ της ερημιάς τ’ αγέρι
όλα αγιάζουνε με μιάς.
Πιάνεις του Θεού το χέρι
και στα κύματα ακουμπάς
Γειά σας έχθρες, γειά σας μίση
και γινάτι καθενός.
Άμα βρείς το ερημονήσι,
όλα τάλλα είναι καπνός.
Μιά φορά να τόχεις ζήσει» .
Καλή και ευλογημένη Σαρακοστή. Καλή Ανάσταση