Υπό του Γέροντος Μαξίμου Ιβηρίτου – Για το ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
[ Υπομνηματικόν αφιέρωμα επί τη εορτή του πρώτου Βασιλέως των Ρωμιών Χριστιανών Κωνσταντίνου του Μεγάλου († 21 Μαίου 337), και του όσον ούπω εξαμήνου μνημοσύνου του τελευταίου Βασιλέως των Ελλήνων Κωνσταντίνου Β ́ από της κοιμήσεως αυτού († 10 Ιανουαρίου 2023)].
ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΜΑΞΙΜΟΣ Ο ΙΒΗΡΙΤΗΣ: Πρωτότυπος ιστορική μελέτη, διά τους δεσμούς και τας επισκέψεις των θεοστεφών Βασιλέων εις τον Θρακο-Μακεδονικόν Άθω. Ο Ιερός Τόπος –Το Άγιον Όρος- ανέκαθεν ανήκεν εις το Ελληνικόν Στέμμα.
1. Ο Άθως είναι όρος και ορεινή χερσόνησος της Μακεδονικής Χαλκιδικής και η ανατολικωτέρα των τριών μεταξύ των κόλπων Σιγγιτικού και Στρυμονικού· είναι δε δασόφυτος και λίαν γραφικωτάτη. Αύτη εκτείνεται
κατά μήκος 60 χλμ. και πλάτος 8 έως 10 χλμ. ΑΜ. προς το Αιγαίον εν σχήματι δακτύλου χειρός, χαλαρώς τεταμένου. Εις το άκρον της δακτύλου υψούται εν σχήματι κώνου ο παμμεγέθης όγκος του ιδίως περιωνύμου όρους Άθω, ύψους 2.033 μ.
2. Ως πρώτον ιστορικόν γεγονός περί του Άθω έχομεν την εν έτει 1250 π.Χ. γενομένην Αργοναυτικήν εκστρατείαν υπό των εξ Ιωλκού Μινυών, καθ’ ην διέπρεψεν ο Ιάσων, επιβαίνων της πεντηκοντόρου νεώς Αργούς μετά πολλών αρίστων ανδρών της Ελλάδος.
Το Βασίλειον των Μινυών έκειτο εις την Βόρειον Βοιωτίαν, με Μητρόπολιν τον Ορχομενόν. Καθώς αναφέρεται εν τοις Αργοναυτικοίς, ούτοι πορευόμενοι παρέπλευσαν την νύκτα τα παράλια της Παλλήνης, το δε λυκαυγές εθεάσαντο τον δασώδη Άθω· μη προσεγγίσαντες, αλλά πλεύσαντες ευθέως προς την νήσον Σαμοθράκην.
3. Σπουδαίον γεγονός εν τω Άθω μαρτυρείται το κατά το έτος 493 π.Χ. γενόμενον, ότε ο Πέρσης Βασιλεύς Δαρείος απέστειλε τον στρατηγόν του Μαρδόνιον προς υποταγήν της Ελλάδος. Ο στόλος τούτου εκ της Θάσου κατηυθύνθη προς την Άκανθον [= την σημερινήν Ιερισσόν], εκ της οποίας απέπλευσε προς το ακρωτήριον του Άθω, το οποίον παραπλέων και υπό σφοδροτάτου ανέμου καταληφθείς, απώλεσε μέγαν αριθμόν πλοίων [= 300 πλοία και 20 χιλιάδας άνδρας, κατά τους αρχαίους ιστορικούς].
4. Μετά τον θάνατον του Δαρείου το 485 π.Χ. ο υιός αυτού Ξέρξης, όστις το 481 π.Χ. εξεστράτευσε κατά της Ελλάδος, φθάνων εις την Άκανθον διέταξε να διορύξουν προ του Άθω ισθμόν, προς αποφυγήν του περίπλου της χερσονήσου και ενδεχομένης νέας καταστροφής του εκ 1.200 μεγάλων πλοίων του στόλου του. Συμφώνως με τον Ηρόδοτον, μετά την επί μίαν όλην τριετίαν διάνοιξιν της διώρυγος ταύτης [= μήκους 2.100 μ., πλάτους 30 μ. και βάθους 15 μ.], ο στόλος του διέβη από το εν στόμιον της διώρυγος εις το
άλλο, και εκείθεν επορεύθη προς τον Θερμαικόν κόλπον (πρβλ. Ηροδ. βιβλ. 7, Πολύμνια).
5. Ο Μακεδών Βασιλεύς Φίλιππος το 358 π.Χ., ότε κατέστη κύριος της μεταξύ Στρυμόνος και Νέστου κειμένης χρυσοφόρου χώρας και των μεταλλωρυχείων του Παγγαίου, κατέλαβε και τον Άθω, όστις κατέστη υποτελής εις αυτόν.
6. Ο διαδεξάμενος τον Φίλιππον πρώτος Βασιλεύς και Αυτοκράτωρ όλων των Ελλήνων της αρχαιότητος Μέγας Αλέξανδρος (336-323 π.Χ.), σεβόμενος το μετά τον Όλυμπον ιερόν των Μακεδόνων όρος του Άθω, απέρριψε την πρότασιν του αρχιτέκτονος Δεινοκράτους διά την μετατροπήν του όρους εις ανδριάντα αυτού, συμβουλεύων τούτον ως εξής: «Άφες το Όρος ως έχει· αρκεί ότι έτερος Βασιλεύς [= ο Ξέρξης] κατέλιπεν αίδιον την αλαζονείαν του διορύξας αυτό» (βλ. Στράβωνος, κεφ. ΙΔ ́, στ. 23).
7. Και οι μετέπειτα Μακεδόνες Βασιλείς, φαίνεται ότι είχον προ οφθαλμών τον Άθω, τον οποίον είχον καθυποτάξει. Μάλιστα εις τούτων, ο Δημήτριος ο Πολιορκητής (294-287 π.Χ.) έδωσε την Αθωνικήν πόλιν Χαράδριαν ως προίκα εις την θυγατέρα αυτού Στρατονίκην (βλ. Σμυρνάκη Γερασίμου, το Άγιον Όρος (1903), σελ. 12).
8. Η Βασίλισσα του ουρανού και της γης, η Κυρία Θεοτόκος, κατά την παράδοσιν των Πατρίων κειμένων και αρχαιοτέρων χειρογράφων κωδίκων, επεσκέφθη ζώσα το όρος του Άθω και πρώτη εξ όλων εξεχριστιάνισε τους ενταύθα κατοίκους του, αποβιβασθείσα μετά του Ευαγγελιστού Ιωάννου και άλλων συνοδοιπόρων αυτής εις τον λιμένα του Κλήμεντος, ένθα νυν κείται η μεγαλώνυμος Ιερά Μονή των Ιβήρων.
Εν τη Μονή ταύτη ευρίσκεται και ο επίγειος Θρόνος της Υπεραγίας ημών Θεοτόκου, συμφώνως με την κατά το πάλαι ρήσιν της Παναγίας Πορταιτίσσης προς διερχόμενον έφιππον έμπροσθεν της κεντρικής Ιβηριτικής
πύλης (βλ. εκτενέστερον, Γέροντος Μαξίμου Ιβηρίτου: Η άφιξις της Κυρίας Θεοτόκου εις το όρος του Άθω, εφημ. «Ορθόδοξος Τύπος», Φεβρουάριος- Μάρτιος 2023).
9. Συμφώνως με τα Αγιορειτικά acta, οι πλείστοι των Βυζαντινών Αυτοκρατόρων επέδειξαν ιδιαίτερον ενδιαφέρον διά τον Άθω. Εκτός από το Ευεργετικόν και Κτητορικόν αυτών έργον, και οι ίδιοι επραγματοποίησαν Προσκυνηματικάς επισκέψεις εις τον περιώνυμον Άθω, όπως: ο Νικηφόρος Φωκάς, ο Ιωάννης ΣΤ ́Καντακουζηνός, Ανδρόνικος Β ́ και Ιωάννης Ζ ́ Παλαιολόγοι, κ.α. (βλ. Δωροθέου Μοναχού, Το Άγιον Όρος, τομ. Α ́[1986], σελ. 539).
Πέραν τούτου, εξεδήλωσαν επίσης και ειδικόν ενδιαφέρον υπέρ μιάς συγκεκριμένης Μονής, όπως: ο Βασίλειος Β ́, ο Νικηφόρος Φωκάς και ο Ιωάννης Τσιμισκής υπέρ της Μεγίστης Λαύρας· ο Ανδρόνικος Β ́ υπέρ της
Βατοπαιδίου και Χιλανδαρίου· ο Κωνσταντίνος Δ ́ Πωγωνάτος, οι αυτάδελφοι Κωνσταντίνος Η ́ και Βασίλειος Β ́ ο Βουλγαροκτόνος υπέρ της Ιβήρων· ο Αλέξιος Κομνηνός υπέρ της Ξενοφώντος· ο Αλέξιος Γ ́ Κομνηνός
υπέρ της Διονυσίου· ο Μανουήλ Β ́ υπέρ της Παντοκράτορος· ο Νικηφόρος Βοτανειάτης και τινες οι Παλαιολόγοι υπέρ της Φιλοθέου· ο Ιωάννης Γ ́ Παλαιολόγος υπέρ της Εσφιγμένου· η Ελένη Παλαιολογίνα πριν το 1407 υπέρ της Παντελεήμονος ( Ρωσικού).
10. Ειδικώτερον, και απ’ ο,τι τυγχάνει γνωστόν, ο Μέγας Κωνσταντίνος, προτού ιδρύση την φερώνυμον ΚΠολιν, ηβουλήθη να κτίση την νέαν πρωτεύουσαν προ του Άθω, επί του Ακανθίου ισθμού, αλλ’ αποτραπείς καθ’ υπόδειξιν της Θεοτόκου υπό του Αγίου Μάρκου Επισκόπου Αρεθουσίων καθ’ ον χρόνον ήρξατο σχεδιάζειν αυτήν, διά το είναι τον Άθω «κλήρον ίδιον της Θεοτόκου», παρητήθη του έργου και ανήγειρε τρεις Ι. Ναούς εις την χερσόνησον προς τιμήν της Παναγίας [= Βατοπαιδίου, Πρωτάτου Καρυών και Κωνσταμονίτου].
11. Εις εν παλαιόν Προσκυνητάριον της Ι. Μονής Βατοπαιδίου, ως Κτήτωρ αυτής αναφέρεται ο Μέγας Κωνσταντίνος. Επί πλέον, το Προσκυνητάριον τούτο αριθμεί 900 εκκλησίας, ανοικοδομηθείσας υπό του Μεγάλου Κωνσταντίνου το 321 μ.Χ., ήτοι κατά το 25ον έτος της Βασιλείας του.
Η παράδοσις επίσης ανάγει την εν Άθω Ι. Μονήν Βατοπαιδίου ως ιδρυθείσαν υπό του Μεγάλου Κωνσταντίνου, όστις αφ’ ότου ανήγειρε ταύτην και τον εν Καρυαίς Ι. Ναόν του Πρωτάτου, ήρξατο και της ιδρύσεως της Ι. Μονής Κωνσταμονίτου· τελευτήσαντος όμως αυτού, έφερεν εις πέρας το έργον ο υιός του Κώνστας, εξ ου και η προσηγορία Κωνσταμονίτου και Κώνσταντος Μονή. Τα Ιερά ταύτα Καθιδρύματα, τα κατέστρεψεν ο Ιουλιανός ο Παραβάτης (πρβλ. Σμυρνάκη Γερασίμου, Το Άγιον Όρος, ως αν., σελ. 427 κ.ε.).
Συμφώνως με μίαν άλλην σχετικήν διήγησιν, επί Ιουλιανού του Παραβάτου (361-363 ) επυρπολήθη η Ι. Μονή Βατοπαιδίου. Το δε 390 ανεκαινίσθη υπό του Θεοδοσίου του Μεγάλου, επί τη θαμασία απολυτρώσει του υιού του Αρκαδίου, όστις επανακάμπτων εκ της Ρώμης εναυάγησεν εν μέσω του πελάγους, εκ του οποίου εξήλθεν αβλαβής τη αντιλήψει της Θεομήτορος, ευρεθείς υπό τινας βάτους παρά την ρηθείσαν Μονήν. Εκ του γεγονότος τούτου απεδόθη και η επωνυμία Βατοπαίδιον [= εκ του βάτος και παιδίον].
Η παράδοσις αύτη αναφέρει επίσης, ότι μετά χρόνους επτά της Βασιλείας του αυτοκράτορος Μεγάλου Θεοδοσίου, επιστρέφων ούτος νικητής εκ του αποστάτου Ευγενίου εν Ρώμη, εναντίον του οποίου είχεν εκστρατεύσει, και διερχόμενος το Άγιον Όρος εχαρίσατο πολλά τινα εις το Μοναστήριον του Βατοπαιδίου [= ήτοι, χρυσά και αργυρά σκεύη και έτερα πράγματα προς καλλωπισμόν· εδώρησεν ακόμη και τρία Μετόχια εις την Μακεδονίαν και επτά χωρία εις τας Σέρρας].
12. Η θυγάτηρ του Μεγάλου Θεοδοσίου Πλακιδία [= αδελφή των Αρκαδίου και Ονωρίου], ότε το 382 επεσκέφθη μετά του συζύγου της το Βατοπαίδιον, ήκουσεν αοράτως φωνήν της Θεομήτορος της εν τοιχογραφία ήδη υποδεικνυομένης του Καθολικού, ήτις φωνή παρεκώλυσε την είσοδον αυτής· αλλ’ αύτη προς εξιλασμόν, ανεγείρασα τον εγγύς του Καθολικού Ιερόν Ναόν του Αγίου Δημητρίου, ανήλθεν εις τα κατηχούμενα και εκείθεν εθεάσατο το εσωτερικόν του λαμπρού Καθολικού.
13. Η Βασιλίς Πουλχερία η παρθένος, θυγάτηρ του Αυτοκράτορος Αρκαδίου και αδελφή του Θεοδοσίου Β ́ (408-454), υπήρξεν επίσης Κτητόρισσα των Ι. Μονών Ξηροποτάμου και Εσφιγμένου.
14. Εις το Βατοπαίδιον εκάρη Μοναχός το 1355 και ο Αυτοκράτωρ Ιωάννης Καντακουζηνός, όστις συμβιβασθείς μετά του Ιωάννου Παλαιολόγου είχοναπό κοινού την εξουσίαν· παραιτησάμενος όμως τον θρόνον υπέρ του τελευταίου, εκάρη Βατοπαιδινός Μοναχός υπό το όνομα Ιωάσαφ [= μάλλον
ως Μεγαλόσχημος].
15. Ο Όσιος Παύλος Ξηροποταμίτης, όστις ήτο υιός του Αυτοκράτορος Μιχαήλ του Ραγκαβέ, ευνουχισθείς ως παιδίον υπό του Αυτοκράτορος Λέοντος του Αρμενίου όπως αποκληρωθή του θρόνου, ανεχώρησεν εις τον Άθω.
Δαπάνη δε του Αυτοκράτορος Ρωμανού Α ́του Λεκαπηνού ανήγειρε την ερημωθείσαν Ι. Μονήν του Ξηροποτάμου, συμπληρώσας αυτήν το 924. Ταύτην ενεκαινίασεν ο υιός του Ρωμανού Α ́, Πατριάρχης ΚΠόλεως Θεοφύλακτος. Ο Όσιος Παύλος, περί τα τέλη του βίου του συνέπτηξε και την φερώνυμον αυτού Ι. Μονήν του Αγίου Παύλου (πρβλ. Βλάχου Κοσμά Διακόνου, Η χερσόνησος του Αγίου Όρους Άθω (1903), σελ. 15).
16. Καθώς εφάνη, αι περισσότεραι Αθωνικαί Ιεραί Μοναί είναι κτίσματα των Βυζαντινών Αυτοκρατόρων, διό και μνημονεύονται ούτοι εις τας τακτικάς Ακολουθίας ως Ευεργέται και Κτήτορες. Έξωθεν δε της Μεγίστης
Λαύρας κατεσκευάσθη υπό του Οσίου Αθανασίου του Αθωνίτου και ιδιαίτερον κατάλυμα προς εγκαταβίωσιν του Αυτοκράτορος Νικηφόρου Φωκά, όστις είχε δώσει υπόσχεσιν εις αυτόν να γίνη Μοναχός, πράγμα το
οποίον δεν επετεύχθη τελικώς.
Εις τον αντίποδα των ευγενών προς τον Άθω Αυτοκρατόρων του Βυζαντίου ευρέθη ο Λατινόφρων Αυτοκράτωρ Μιχαήλ Η ́Παλαιολόγος, ως άλλος Ιουλιανός Παραβάτης, ομόφρων του τότε Λατινόφρονος Πατριάρχου ΚΠόλεως Ιωάννου ΙΑ ́Βέκκου.
Εις χειρόγραφον του 16ου αιώνος, αποκειμένου εις την εν Καίρω Σιναιτικήν Βιβλιοθήκην αναγινώσκομεν, ότι το 1288, μηνί Οκτωβρίω, \ «εξελθών ο Βασιλεύς Μιχαήλ Παλαιολόγος κατέλαβε την των Καρεών
Κελλιωτικήν Λαύραν, ένθα και του Όρους Πρωτείον ίδρυται. Ο δε Πρωτεύων και οι συν αυτώ αντέστησαν αυτώ γενναίως, τοις προλαβούσι [= Ζωγραφίταις] ομοίως ελέγχοντες. Ο δε εις οργήν κινηθείς εκέλευσε πάντας μαχαίρας αυτούς έργον ποιήσαι. Και ούτως ετελειώθησαν οι άγιοι ομολογηταί. Την δ’ Εκκλησίαν πυρπολήσαντες και τα των μοναχών Σκηνώματα ληισάμενοι…» .
Το ανωτέρω συμβάν, φέρεται ότι έλαβε χώραν το 1279/1280, ένθα κατά την γενομένην επιδρομήν των Λατινοφρόνων ο Αυτοκράτωρ Μιχαήλ Η ́ Παλαιολόγος ηγείτο ο ίδιος της στρατιωτικής ομάδος. Τότε συνέβη και ο απαγχονισμός του Πρώτου του Αγίου Όρους Κοσμά Βατοπαιδινού.
Εις την ανακομιδήν των ευωδιαζόντων ιερών λειψάνων αυτού, την 18 Ιανουαρίου 1981, παρέστην τότε και ο ίδιος χειριζόμενος μεταξύ των άλλων αδελφών και την σκαπάνην της εκταφής του Οσίου. Ο πλήρης αριθμός των τότε Μαρτυρησάντων Μοναχών τε και λαικών, παραμένει άγνωστος. Τυγχάνουν όμως γνωστοί : 14 Ιβηρίται, 12 Κουτλουμουσιανοί, 12 Βατοπαιδινοί, 26 Ζωγραφίται και τινες Ξενοφωντινοί πατέρες.
17. Μετά την άλωσιν της ΚΠόλεως το 1453 η χήρα σύζυγος του Σουλτάνου Μουράτ Β ́ και μητρυιά του Πορθητού Μωάμεθ Β ́, θυγάτηρ δε του Σέρβου Βασιλέως Γεωργίου Βράνγκοβιτς, Μάρω καλουμένη, ανεχώρησεν από την ΚΠολιν με πολεμικόν πλοίον και στρατιωτικήν τιμητικήν συνοδίαν, παραλαμβάνουσα μεθ’ εαυτής και όλα τα εκκλησιαστικά κειμήλια, μεταξύ των οποίων τα Τίμια Δώρα του Χριστού: χρυσόν, σμύρναν και λίβανον, ως και μέγα τεμάχιον του Τιμίου Σταυρού, διά να τα αφιερώση εις την εν Άθω Ι.
Μονήν του Αγίου Παύλου, διά την οποίαν ιδιαιτέρως ενδιεφέρετο, διότι τον Ι. Ναόν αυτής εις μνήμην του Αγίου Γεωργίου ανήγειρεν εκ βάθρων ο πατήρ αυτής Γεώργιος Βράνκοβιτς.
Όταν δε έφθασεν η Βασίλισσα Μάρω με την συνοδίαν της εις την παραλίαν της Μονής και ανήρχετο αυτήν, μαθόντες τούτο ο Ηγούμενος και οι Μοναχοί εξήλθον άπαντες μετά φανών και λαμπάδων προς προϋπάντησιν των Τιμίων Δώρων. Και ενώ η συνοδία έφθασε πλησίον της Μονής, ηκούσθη φωνή αοράτως λέγουσα: «Μάρω-Μάρω, μη προβής περαιτέρω», και ούτως ετηρήθη το άβατον της Μονής.
Εκπλαγείσα η Μάρω εστάθη, και ανοίξασα τους θησαυρούς παρέδωκεν τούτους εις τους Μοναχούς ομού με τα άλλα δώρα. Εις το μέρος αυτό εστήθη είτα Σταυρός, όστις λέγεται Σταυρός της Βασιλίσσης, και εκτίσθη
τετράπλευρον οικοδόμημα, έχον Κουβούκλιον και Εικόνα παριστάνουσαν την παράδοσιν των Τιμίων Δώρων. Ταύτα σώζονται μέχρι σήμερον, η δε Ι. Μονή του Αγίου Παύλου τας ημέρας των Χριστουγέννων, ότε η Εκκλησία μας εορτάζει την Προσκύνησιν των Μάγων προσφερόντων τα Τίμια Δώρα, τελεί κατ’ έτος την 26 Δεκεμβρίου μεγαλοπρεπεστάτην Πανήγυριν μετά Λιτανείας, ήτις φθάνει μέχρι του Σταυρού της Βασιλίσσης.
18. Το 1513 επεσκέφθη τον Άθω ο Σουλτάνος Σελίμ Α ́ [= έγγονος του Μωάμεθ Β ́ του Πορθητού], ο επιλεγόμενος άκαμπτος. Απ’ ο,τι τυγχάνει γνωστόν, πρόκειται διά την μοναδικήν επίσκεψιν Σουλτάνου εις το Άγιον Όρος. Μετά την εν Δαρδανελλίοις επιθεώρησιν του φρουρίου Κιλίτ-ελ- Μπάχρ [= κλείς της θαλάσσης], ούτος επεσκέφθη τον Άθω, ξενισθείς μεγαλοπρεπώς και πλούσια καθώς αναγράφεται δεξάμενος δώρα εν μέσω μεγαλοπρεπών πανηγύρεων, τελεσθεισών υπό τε των Αγιορειτών και των Βεζυρών αυτού· είτα δε επανέκαμψεν εις την ΚΠολιν μέσω Αδριανουπόλεως (πρβλ. Σμυρνάκη Γερασίμου, Το Άγιον Όρος, ως αν., σελ. 110-111).
Ο Σουλτάνος Σελίμ Α ́ τυγχάνει και Κτήτωρ της Ιεράς Μονής Ξηροποτάμου, μετά την επισυμβάσαν εις αυτήν μεγάλην πυρκαιάν του 1507· και τούτο κατόπιν κελεύσματος των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων προς
τον Σουλτάνον (πρβλ. Μοναχού Μαξίμου Ιβηρίτου Ν., Το Άγιον Όρος επί Οθωμανικής κυριαρχίας (2012), σελ. 70).
19. Πέραν των ανωτέρω, ο Άθως απετέλεσε κατά καιρούς πόλον έλξεως και καταφυγής και δι’ ομογαλάκτους κατά το θρήσκευμα γειτονικούς ή μακρινούς ηγεμόνας [= Γεωργίας, Σερβίας, Βουλγαρίας, Ρωσίας· συν τούτοις
και των Παραδουναβίων χωρών].
20. Το 1186 εκάρη Μοναχός εις την Ιεράν Μονήν Χιλανδαρίου ο υιός του Βασιλέως της Σερβίας Στεφάνου Νεεμάνια, ονόματι Ράστκο, μετονομασθείς εν τω σχήματι Σάββας ( Όσιος).
21. Εν ωριαία αποστάσει πεζή εκ της Ιεράς Μονής Χιλανδαρίου, υπάρχει ηεπίπεδος τοποθεσία καλουμένη «πρώτον νερόν», ένθα ευρίσκονται και οι αμπελώνες της Μονής. Ενταύθα ο Βασιλεύς και Αυτοκράτωρ της Σερβίας και Ρωμανίας Στέφανος Δουσάν Ουρώς Δ ́(1308-1355) υπέγραψε μετά των Προισταμένων της Συνάξεως του Αγίου Όρους έγγραφον περί οριοθετήσεως της Ιεράς Μονής Χιλανδαρίου. Ο Στέφανος κατώρθωσε να επεκτείνη το Κράτος του καθ’ όλην την Μακεδονίαν, Αλβανίαν, Ήπειρον και Θεσσαλίαν,
μέχρις σχεδόν της Υπάτης, διό και επεκλήθη «Ναπολέων των μέσων αιώνων».
Εις απόστασιν 20 ́λεπτών από της θαλασσίας αποβάθρας της Ιεράς Μονής Χιλανδαρίου, ένθα υπάρχει μεγάλη συστάς κυπαρίσσων, ευρίσκεται η λεγομένη ελαία του Δουσάν, την οποίαν εφύτευσε το 1347, ότε επεσκέφθη
μετά 400 στρατιωτών το Άγιον Όρος και δη εις το σημείον ένθα τον υπεδέχθησαν οι Χιλανδαρινοί πατέρες.
Ενταύθα, κατά την παράδοσιν, συνέφαγον κατά γης ξηρόν άρτον και οι Όσιοι Στέφανος Α ́Νεεμάνια και Σάββας [= πατήρ και υιός, Βασιλεύς και Διάδοχος]. Αι υπάρχουσαι κυπάρισσοι αντιπροσωπεύουν, προφανώς, την πολυπληθή συνοδείαν του Δουσάν (πρβλ. Μαξίμου Μοναχού Ιβηρίτου Ν.,
Τα Αγιορειτικά Μνημεία της Φύσεως (2001), σελ. 252).
Εξ εγγράφου του 1348, επικεκυρωμένου υπό του Πρώτου του Αγίου Όρους Γερμανού Ιερομονάχου, πληροφορούμεθα το εξής: « Ο κραταιός και άγιος ημών Αυθέντης και Βασιλεύς κυρ Στέφανος [= Δουσάν]… κατέλαβε και εις την καθ’ ημάς την δε και Ιεράν Λαύραν των Καρυών». Συμφώνως με την Αγιορειτικήν πράδοσιν, φέρεται ότι έκτισε και Πύργον άνωθεν του εν Καρυαίς Χιλανδαρινού Κελλίου του «Τυπικαρείου», ένθα είχε μεταφέρει εκεί και την ιδίαν αυτού σύζυγον [= προφανώς την Ελένην, αδελφήν του Τσάρου των Βουλγάρων].
Ο Σέρβος Κράλης είχεν ως σκοπόν την Σερβοποίησιν του Άθω· ο ίδιος δε, εκμεταλλευόμενος τας εμφυλίους Βυζαντινάς έριδας μεταξύ Ιωάννου Ε ́ Παλαιολόγου και Ιωάννου Καντακουζηνού, το 1355 επεχείρησεν
εκστρατείαν κατά της ΚΠόλεως, καταλαβών μάλιστα την Αδριανούπολιν, αλλ’ απέθανε καθ’ οδόν.
22. Το 1845 επεσκέφθη το Άγιον Όρος ο μέγας Δούξ Κωνσταντίνος Νικολάεβιτς, δευτερότοκος υιός του Τσάρου Νικολάου Β ́της Ρωσίας, όστις έθεσε και τον θεμέλιον λίθον του νυν υφισταμένου παλαιού Ιερού Ναού της Αγίας Σκέπης.
23. Την 16 Ιουνίου 1867 επεσκέφθη την παρά τας Καρυάς Βατοπαιδικήν Σκήτην του Αγίου Ανδρέου ο νεαρώτατος τότε μέγας Δούξ Αλέξιος Αλεξάνδροβιτς, θείος του Τσάρου Νικολάου Β ́· όστις, εις ανάμνησιν της ως εκ θαύματος διασωθείσης ζωής του γεννήτορος του Τσάρου Αλεξάνδρου Β ́ Νικολάγιεβιτς από της εν Παρισσίοις δολοφονικής αποπείρας υπό του Πολωνού Βερζέβσκη, εθεμελίωσε τον υπάρχοντα μεγαλοπρεπή Ιερόν Ναόν του Αποστόλου Αγίου Ανδρέου του Πρωτοκλήτου, μετά των Παρεκκλησίων Αλεξάνδρου Νεύσκη και της Ισαποστόλου Μαρίας της Μαγδαληνής.
24. Την 21 Μαρτίου του 1896 επεσκέφθη την Ιεράν Μονήν Χιλανδαρίου ο Βασιλεύς της Σερβίας Αλέξανδρος Α ́. Τότε η ανωτέρω Μονή παρέλαβεν από το εν Καρυαίς Χιλανδαρινόν Κελλίον του «Τυπικαρείου» το σλαβωνιστί
γεγραμμένον Τυπικόν του Οσίου Σάββα του Χιλανδαρινού, ίνα το επιδείξη εις τον Βασιλέα· το οποίον όμως και κατεκράτησεν ακολούθως.
Ο Βασιλεύς της Σερβίας Αλέξανδρος Α ́, πορευόμενος προς την Ιεράν Μονήν Χιλανδαρίου, εφωτογραφήθη εις το έμπροσθεν της συστάδος των κυπαρίσσων λιθόκτιστον προσκυνητάριον, και εφύτευσεν εις ανάμνησιν δύο
κυπαρίσσους και δύο ελαίας εκατέρωθεν της οδού, εγγύς της ρηθείσης ελαίας του Σέρβου Βασιλέως Στεφάνου Δ ́ Δουσάν (πρβλ. Μαξίμου Μοναχού Ιβηρίτου Ν., Τα Αγιορειτικά Μνημεία της Φύσεως, ως αν., σελ. 252).
25. Το 1914, ότε εθεμελιώθη το νέον Συνοδικόν επί της μεσημβρινής πτέρυγος της Ι. Μονής των Ιήρων, ο λόγιος Μοναχός Ιωακείμ Ιβηρίτης και μετέπειτα ηγούμενος της Θεσσαλονίκη Ι. Μονής Βλατάδων, εις τον λόγον τον οποίον εξεφώνησεν, είπεν: «όταν με το καλόν ολοκληρωθή το κτήριον, θα καλέσωμεν εις τα εγκαίνια τον Βασιλέα των Ελλήνων Κωνσταντίνον Α ́και θα κτυπήσωμεν τα ποτήρια!».
Όμως δυστυχώς, ούτε οι Ιβηρίται ούτε και ο Βασιλεύς Κωνσταντίνος Α ́ ηξιώθησαν της τιμής, καθότι οι πόλεμοι και αι εμπερίστατοι γενικαί καταστάσεις καθυστέρησαν την ανέγερσιν του έργου τούτου, το οποίον εν τέλει ωλοκληρώθη κατά τα μέσα της δεκαετίας του 1990.
26. Η ιστορική επίσκεψις του Βασιλέως των Ελλήνων Γεωργίου Β ́ και του Αντιβασιλέως Πρίγκιπος Πέτρου εις το Άγιον Όρος Άθω:
Την 29 Μαίου 1937 επεσκέφθη τον Άθω με πολεμικόν σκάφος ο Βασιλεύς Γεώργιος Β ́, ομού μετά του εξαδέλφου αυτού και Αντιβασιλέως Πρίγκιπος Πέτρου. Η επίσκεψις αύτη ήτο εσπευσμένη· και τούτο προς ειρήνευσιν των πραγμάτων εις το Άγιον Όρος, το οποίον είχε κλείσει τας πύλας με τον έξω κόσμον, ένεκα του αγρίου ξυλοδαρμού και εν τέλει δολοφονίας ενός Ιβηρίτουαδελφού και Ιεροσπουδαστού εις την Αθωνιάδα Σχολήν, ονομαζομένου Ευμενίου, υποτακτικού του Προηγουμένου Μισαήλ Ιβηρίτου.
Ο Ιβηρίτης Ιεροσπουδαστής, συληφθείς υπό των αρχών λόγω λεκτικών προστριβών μετά του τότε Πολιτικού Διοικητού Αγίου Όρους Κωνσταντίνου Βαλτή, ωδηγήθη εις το εν Καρυαίς κτήριον της Διοικήσεως και εκεί εύρεν ατιμωτικόν θάνατον, πράγμα το οποίον ανεστάτωσε τον Αγιορειτικόν κόσμον.
Ο Κωνσταντίνος Βαλτής ανέλαβε την Διοίκησιν επί Κυβερνήσεως Ιωάννου Μεταξά την 25 Μαίου 1337, αλλ’ ένεκα του συμβάντος τούτου υπέστη σφοδρόν ψυχικόν κλονισμόν και την 26 Ιουνίου 1937 κατέλιπεν εις την θέσιν του αναπληρωτήν Διοικητήν τον Γεώργιον Παρασκευόπουλον.
Διά την Βασιλικήν ταύτην επίσκεψιν εις τον Άθω, εδημοσιεύθη σχετικόν άρθρον υπό του Συμεών Φιλοθείτου εις τα «Μοναστηριακά Χρονικά» του 1937 (Αθήναι-Θεσσαλονίκη, αριθ. φυλ. 2, μην Ιούνιος, σελ. 23), υπό τίτλον: ̔ ̔ ΥΣΤΕΡΑ ΑΠΟ 680 ΧΡΟΝΙΑ ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ ΒΛΕΠΕΙ ΒΑΣΙΛΗΑ ̓ ̓ [= προφανώς, μετά τους θεοσεβείς Αυτοκράτορας της Νικαίας Ιωάννην Γ ́Δούκαν Βατάτζην και τον υιόν του Θεόδωρον Β ́Λάσκαριν Βατάτζην
(Βασιλεύσας ο δεύτερος από του 1255 μέχρι του 1259)]. Και συνεχίζει: ̔ ̔ Ιστορικόν γεγονός υψίστης σημασίας εις τα Αγιορειτικά Χρονικά απέβη η του Άνακτος επίσκεψις εις Άγιον Όρος κατά την 29 Μαίου 1937. Ο νέος
Διοικητής κ. Κωνσταντίνος Βαλτής, ο Πρωτεπιστάτης Παγκράτιος Βατοπαιδινός και οι Αντιπρόσωποι Λαύρας και Χιλανδαρίου μετά του Σχολάρχου Αθανασίου Παντοκρατορινού μετέβησαν εις Δάφνην και υπεδέχθησαν την Α. Μεγαλειότητα, προσφωνήσαντες. Παραθέτομεν περικοπάς της προσφωνήσεως ̓ ̓:
«Βασιλεύ! Κομίζομεν ευλαβή και εγκάρδιον χαιρετισμόν όλων των Μοναχών του Όρους. Αίσθημα αφάτου χαράς πληροί τας καρδίας πάντων. Το ιστορικόν τούτο γεγονός της επισκέψεώς σας επιβεβαιοί, ότι ανέκαθεν ο Τόπος αυτός ανήκεν εις το Ελληνικόν Στέμμα. Πολλοί των ενδόξων Βασιλέων από της Βυζαντινής εποχής μέχρι του αξιομακαρίστου Πατρός σας, εξεδήλωσαν τον πόθον της επισκέψεως ταύτης αλλά δεν εύρον την ευκαιρίαν. Ζήθι επί μήκιστον, Βασιλεύ και είη η χάρις του Κυρίου επευλογούσα και περιφρουρούσα την Βασιλείαν σου εν ειρήνη και γαλήνη του λαού σου, ίνα και ημείς οι ταπεινοί ικέται Σου ήσυχον και ήρεμον βίον διάγωμεν, νυχθημέρους ικεσίας προς τον Ύψιστον υπέρ Αυτής και του Κράτους Σου αναπέμποντες. Γεωργίου του Βασιλέως ημών πολλά τα έτη!». ̔ ̔Εις την Μονήν Ξηροποτάμου παρέμεινεν ημίσειαν ώραν. Εις τας Καρυάς
σύσσωμος η Ιερά Κοινότης υπεδέχθη και ησπάσθη την χείρα του Άνακτος.
Εις τον Ναόν του Πρωτάτου ο άγιος Μηλιτουπόλεως μετά των Ιερέων ανέμενον, εψάλη η Δοξολογία και ηκολούθησαν αι επισκέψεις. Η Ιερά Κοινότης παρέθεσε γεύμα [= εις το εν Καρυαίς Ιβηριτικόν Κονάκιον].
Το απόγευμα εγένετο η επίσκεψις εις την Σκήτην του Αγ. Ανδρέου και την Ι. Μ. Κουτλουμουσίου. Διενυκτέρευσεν εις το Αντιπροσωπείον της Ι. Μ. Βατοπαιδίου. Την επομένην στο Βατοπαίδι με τον Σχολάρχην και τον Επιστάτην Ευθύμιον Κουτλουμουσιανόν. Η θύρα του Βατοπαιδίου εκρούσθη υπό του Βασιλέως, ο δε Προιστάμενος της Μονής Ανδριανός ανεφώνησεν ανοιγομένων των θυρών: Άρατε Πύλας! Οι άρχοντες ημών, οι Βασιλείς της δόξης!
Ούτως άπασα η Αδελφότης ευρέθη απότομα ενώπιον του Άνακτος. Στο Χιλανδάρι, στο Ιβήρων, στην Λαύρα και την 4 Ιουνίου ανεχώρησεν, αφήσας συγκεκινημένην την Ι. Χερσόνησον ο συγκινηθείς εκ του μεγαλείου του
Όρους Βασιλεύς ̓ ̓ (βλ. φωτ. στιγμιότυπα εκ της 7ημέρου Βασιλικής επισκέψεως εις τα μηνιαία «Μοναστηριακά Χρονικά» 1937,1938,1939).
Όπως εμνημονεύθη, ο Βασιλεύς Γεώργιος Β ́ επεσκέφθη τότε και το εν Καρυαίς Ιβηριτικόν Κονάκιον-Αντιπροσωπείον, ένθα παρετέθη εις αυτόν και την συνοδείαν του επίσημον γεύμα, σερβιρόμενον υπό των μαθητών της Αθωνιάδος Σχολής.
Κατά την επίσκεψίν του εις την Ι. Μονήν των Ιβήρων, εγένετο και εδώ θερμοτάτη υποδοχή. Καθώς εμάθομεν εκ παλαιών Ιβηριτών πατέρων, ότε εισήλθεν εις την Μονήν, ο Καμπανάρης Διακονητής Αντίπας Ιβηρίτης
έκρουσε τους κώδωνας της Μονής καθώς ψάλλεται εν Αγίω Όρει ο Αρχαγγελικός ύμνος «Άξιόν εστιν…», πράγμα το οποίον έκαμεν ιδιαιτέραν εντύπωσιν εις την Α. Μεγαλειότητα.
Συμφώνως με την Αγιορειτικήν παράδοσιν, ο ύμνος ούτος εψάλη το 980 εις ήχον β ́ υπό του Αρχαγγέλου Γαβριήλ, ενώπιον της Θαυματουργού Εικόνος του «Άξιόν εστιν» εις το εν Καψάλα Κελλίον της Θεοτόκου [= το
μετά ταύτα «Άδειν»]. Ο ανωτέρω ύμνος ψάλλεται μέχρι σήμερον εις τον αυτόν ήχον β ́ εν τω Πρωτάτω, καθώς και εν ταίς Ι. Μοναίς του Άθω το εσπέρας του Σαββάτου, μετά τον Παρακλητικόν Κανόνα και το Απόδειπνον.
Φθάνων δε ο Βασιλεύς Γεώργιος Β ́ προ της Τραπέζης της Μονής, ηρώτησε τους παρισταμένους Ιβηρίτας πατέρας, τι συμβολίζουν τα αναγραφόμενα τέσσαρα γράμματα «φ.φ.φ.φ» εις το υπέρθυρον της εισόδου μάρμαρον. Εις δε εξ αυτών, γνωρίζων τον συμβολισμόν των γραμμάτων τούτων, τον επληροφόρησεν, ότι τα γράμματα ταύτα λέγουν: «φίλε, φέρε, φάγε, φύγε» ή «φίλε, φέρε, φιλοξενήσου, φύγε». Εις το άκουσμα ο Βασιλεύς εχαμογέλασε και εισήλθεν εις την Τράπεζαν περιχαρής μετά του Αντιβασιλέως Πρίγκιπος
Πέτρου καίτών άλλων συνοδών αυτού.
Του Βασιλέως Γεωργίου Β ́ ηκολούθησε μετ’ ολίγον και η διά πολεμικού σκάφους επίσκεψις εις την Ι. Μονήν των Ιβήρων του τότε Διαδόχου Παύλου Α ́, ομού μετ’ άλλων Αξιωματικών του Ναυτικού. Ως γνωστόν ο Βασιλεύς Παύλος Α ́, όστις τυγχάνει πατήρ του τελευταίου Βασιλέως των Ελλήνων Κωνσταντίνου Β ́, κατά την διάρκειαν της Μικρασιατικής εκστρατείας το 1922 υπηρέρει ως Αξιωματικός εις το καταδρομικόν « Έλλη».
27. Κατά τον Μεσοπόλεμον (1918-1939), ότε είχον επιστρατευθή ποταμόπλοια εκ Ρουμανίας διά την μεταφοράν Αγιορειτικής ξυλείας, τότε μάλλον προσήλθον διά θαλάσσης εις τον Άθω γυναίκες Πριγκίπισσαι εκ της Ρουμανίας, αίτινες έφθασαν κρυφίως έξωθεν της Ι. Μονής των Ιβήρων και εστάθησαν προς ανάπαυσιν εις το προ των πυλών αυτής κιόσκι. Τότε εις Μοναχός, κινούμενος εξ ευγενίας, έσπευσε και τους προσέφερεν άνθη εκ του νερατζώνος της Μονής, κειμένου όπισθεν του εσωτερικού Μοναστηριακού πύργου · πρέπει να ήτο μην Μάιος. Όμως, κατά τον επελθόντα χειμώνα έπεσε παγετός και εξηράνθη ο ρηθείς νερατζών.
28. Οι πρώτοι εισελθόντες πέντε Γερμανοί αξιωματικοί εις τον Άθω την 9/22 Απριλίου 1941, προτού μεταβούν εις την Ιεράν Κοινότητα, μετέβησαν εις το Ταχυδρομείον των Καρυών. Τας κλείς αυτού κατείχε τότε επί δίμηνον ο Μοναχός Θεοφύλακτος Νανόπουλος, όστις τρόπον τινά είχε διορισθή ως φρούραρχος και διέμενε μετά του Γέροντος αυτού Μοναχού Νεκταρίου (Ιεροψάλτου) και της λοιπής συνοδίας εις το Λαυριωτικόν Κελλίον του Αγίου Αθανασίου Καρυών.
Εισελθόντες οι Γερμανοί εις το Ταχυδρομείον και ατενίσαντες τας επί τοίχου ανηρτημένας φωτογραφίας του Έλληνος Βασιλέως Κωνσταντίνου Α ́ και του διατελέσαντος Πρωθυπουργού της χώρας Ιωάννου Μεταξά,
εχαιρέτησαν τούτους στρατιωτικώς, λέγοντες: «Μεγάλοι άνδρες»! Κατόπιν ανεχώρησαν διά την Ιεράν Κοινότητα, ένθα τους ανέμενον οι Αντιπρόσωποι.
29. Το 1963, ότε εωρτάσθη μεγαλοπρεπώς εις τον Άθω η χιλιετηρίς του Αγίου Όρους [= χίλια έτη από της ιδρύσεως της Ι. Μονής Μεγίστης Λαύρας], μεταξύ των τότε επισήμων προσεκλήθησαν και παρέστησαν ο
Βασιλεύς των Ελλήνων Παύλος Α ́ μετά του Διαδόχου Κωνσταντίνου Β ́.
30. Το Φθινόπωρον του 1992 επεσκέφθη το Άγιον Όρος ο Πρίγκιψ της Αγγλίας Φίλιππος, υιός του Έλληνος Πρίγκιπος Ανδρέου και σύζυγος της Βασιλίσσης της Αγγλίας Ελισάβετ Β ́, πατήρ δε του νυν Βασιλέως του Ηνωμένου Βασιλείου, όστις εξεναγήθη και εις την ημετέραν Ι. Μονήν των Ιβήρων, καθώς ανεφέρθημεν και αλλαχού εις το «ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ».
31. Την 28 Ιουλίου /10 Αυγούστου 1993 ο Βασιλεύς των Ελλήνων Κωνσταντίνος Β ́ επεσκέφθη το Άγιον Όρος μετά του Διαδόχου αυτού Παύλου και του Πρίγκιπος Νικολάου, ένθα τους εγένετο θερμοτάτη υποδοχή
εις το Πρωτάτον και τινας Ι. Μονάς· συμπεριλαμβανομένης και της ημετέρας Ι. Μονής των Ιβήρων, ένθα δεσπόζει η Βασιλίς και Κυρία του ουρανού και της γης Παναγία Πορταίτισσα.
32. Ο υιός του Πρίγκιπος της Αγγλίας Φιλίππου, Κάρολος, επεσκέφθη ως Πρίγκιψ το Άγιον Όρος 14 περίπου μήνας μετά τον τραγικόν θάνατον της συζύγου του Πριγκιπίσσης της Ουαλίας Νταιάνης εν Παρισίοις, την 31
Αυγούστου 1997. Μάλιστα το 2004 επεσκέφθη τρις φοράς την Αθωνικήν Πολιτείαν και εξομολογείτο εις τον Ρουμανικής καταγωγής κοινόν Πνευματικόν, Ιερομόναχον Διονύσιον της Βατοπαιδινής Κολιτσούς. Είμεθα δε βέβαιοι, ότι ο Κάρολος θα επισκεφθή τον Άθω και ως Βασιλεύς πλέον του Ηνωμένου Βασιλείου.
Το ίδιον βεβαίως ισχύει και διά τους τρεις εκλεκτούς υιούς του τελευταίου Βασιλέως των Ελλήνων Κωνσταντίνου Β ́: Παύλον, Νικόλαον και Φίλιππον, προς τους οποίους ελπίζει το Έθνος των Ελλήνων.
Ενθυμούμαι, ο,τι ακριβώς μοί εξεμυστηρεύθη ο αοίδιμος ο πατήρ των Βασιλεύς Κωνσταντίνος Β ́, ότε το θέρος του 1993 επεσκέφθη την καθ’ ημάς Ι. Μονήν των Ιβήρων με τους δύο υιούς Παύλον και τον Νικόλαον, καθότι ο Φίλιππος ήτο μικρός και ευρίσκετο επί σκάφους αντικρύ της Μονής εις το βαθύ πέλαγος, μετά της μητρός του Βασιλίσσης Άννης- Μαρίας: «Τα παιδιά μου Παύλον και Νικόλαον τα έστειλα εις τον Αγγλικόν στρατόν να
εκπαιδευτούν, ώστε εάν χρεισθή να βοηθήσουν κάποτε την Ελλάδα. Αμήν!