Του Γιώργου Θεοχάρη-Αιχμές για την ανενημέρωτη Ιεραρχία όσο αφορά το προσύμφωνο πρωθυπουργού και Αρχιεπισκόπου αφήνει ο Παναγιώτης Κουρουμπλής σε συνέντευξη του στο ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ.
“Ο ουσιαστικός διάλογος πρέπει να επιτρέπει την κατά το δυνατόν μεγαλύτερη και ευρύτερη συμμετοχή. Με αυτή την έννοια αναγνωρίζω ότι το επιχείρημα πως η Σύνοδος δεν είχε επαρκή γνώση είναι βάσιμο”, τονίζει με νόημα ο πρώην υπουργός, υποψήφιος ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και συνομιλητής του πρωθυπουργού.
Επίσης δίνει απαντήσεις για τη συνταγματική αναθεώρηση και των επίμαχων άρθρων για τις σχέσεις Κράτους-Εκκλησίας, τη σχέση της κυβέρνησης με το Οικουμενικό Πατριαρχείο αλλά και το Μακεδονικό ζήτημα που έχει προκαλέσει σειρά αντιδράσεων ανά την Ελλάδα.
Αναλυτικά η συνέντευξη:
-Κε Κουρουμπλή, πώς κρίνετε τους χειρισμούς της κυβέρνησης για το θέμα της συμφωνίας της με την Εκκλησία που αφορά τη μισθοδοσία του κλήρου και την ακίνητη περιουσία της; Στους κόλπους της Εκκλησίας υπάρχει μεγάλη δυσαρέσκεια.
Επισημαίνω ότι οι χειρισμοί σε αυτό το ζήτημα δεν υπήρξαν μονομερείς, ενώ η εκκρεμότητα δεκαετιών που αφορά τα ζητήματα της εκκλησιαστικής περιουσίας, ιδιαίτερα το διαφιλονικούμενο μέρος, απέβαινε εις βάρος τόσο της Εκκλησίας όσο και της Πολιτείας. Σε ό,τι αφορά το ζήτημα της μισθοδοσίας των κληρικών, οφείλουμε να λάβουμε υπόψη την ιστορικότητά του. Οι κατώτεροι κληρικοί υπήρξαν πάντα οι μαχητές που κράτησαν ψηλά την εθνική και θρησκευτική συνείδηση στη διάρκεια της τουρκοκρατίας πολλές φορές με μεγάλες θυσίες. Αλλά και στα νεότερα χρόνια δεν υπήρξαν μόνο πνευματικοί ταγοί στην ενορία τους αλλά και κοινωνικοί εργάτες. Επίσης δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι οικογένειες των κληρικών είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία πολύτεκνες. Με βάση τα παραπάνω, από την πρώτη στιγμή υποστήριξα με σθένος, τόσο στις κατ’ ιδίαν τοποθετήσεις μου όσο και δημόσια, ότι πρέπει να διαφυλαχθεί το αίσθημα ασφάλειας που πρέπει να νιώθει ο κλήρος μας.
Στην πολιτική ο ρεαλισμός είναι μια κρίσιμη προϋπόθεση. Απελευθερώνει από συμπλέγματα που γεννούν τέλμα και αδράνεια. Όποιος αναλαμβάνει να επιλύσει αποφασιστικά τέτοια περίπλοκα και χρονίζοντα προβλήματα αναλαμβάνει ρίσκο και κόστος. Εκ των υστέρων, όμως, μπορεί ακόμα και χρόνια μετά τη δική του διακυβέρνηση να έρθει η δικαίωση, επειδή επιτέλους κάποιος τόλμησε. Οι μόνοι που έχουν να κερδίσουν από την παράταση των εκκρεμοτήτων είναι οι καταπατητές. Ο νοών νοείτω.
-Τι θα έπρεπε να γίνει που δεν έγινε;
Ο ουσιαστικός διάλογος πρέπει να επιτρέπει την κατά το δυνατόν μεγαλύτερη και ευρύτερη συμμετοχή. Με αυτή την έννοια αναγνωρίζω ότι το επιχείρημα πως η Σύνοδος δεν είχε επαρκή γνώση είναι βάσιμο.
-Πώς κρίνετε ότι Πρωθυπουργός και Αρχιεπίσκοπος συμφώνησαν σε ένα σχέδιο-απόφαση χωρίς να γνωρίζει τίποτα ούτε η Ιεραρχία αλλά ούτε και τα περισσότερα κυβερνητικά στελέχη;
Θεωρώ ότι όλοι είχαμε επαρκή πληροφόρηση, άλλωστε και προηγούμενες κυβερνήσεις είχαν προσεγγίσει και συζητήσει το θέμα.
-Είναι γνωστό ότι αυτή η περίφημη συμφωνία διατάραξε τις σχέσεις της κυβέρνησης με το Οικουμενικό Πατριαρχείο το οποίο αφήσατε ανενημέρωτο…
Η τελευταία επίσκεψη του Αλέξη Τσίπρα στην Κωνσταντινούπολη, η πρώτη επίσκεψη εν ενεργεία Πρωθυπουργού στον Ναό της Αγίας Σοφίας και στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης όπως και η μη κατάθεση στεφάνου στο μνημείο του Κεμάλ Ατατούρκ δεν είναι γεγονότα που μπορεί να τα αντιπαρέρχεται κανείς ελαφρά τη καρδία, διότι είναι μοναδικά και ιστορικά. Η επίσκεψη αυτή απέδειξε ότι οι σχέσεις με το Πατριαρχείο δεν είναι τόσο εύθραυστες όσο κάποιοι θα ήθελαν να τις εμφανίσουν.
-Συμφωνείτε με τη συνταγματική αναθεώρηση που προχωρά η κυβέρνηση για τις σχέσεις Κράτους-Εκκλησίας; Το ουδετερόθρησκο κράτος σας βρίσκει σύμφωνο; Για ποιο λόγο άραγε, αναρωτιέται ο πολίτης, να γίνουν όλα αυτά; Πόσο αναγκαίο είναι αυτό το κακό;
Δεν το κρίνω αναγκαίο κακό. Αλλά έχω κουραστεί από την απύθμενη υποκρισία πολλών. Όλοι μας, ως παροικούντες την Ιερουσαλήμ, ξέρουμε και πρόσωπα και πράγματα. Πολιτικά κατάγομαι από τον χώρο που όρισαν ο Ελευθέριος Βενιζέλος και ο Νικόλαος Πλαστήρας. Κάποιοι χρησιμοποίησαν την Εκκλησία εναντίον αυτών των ανθρώπων, ταυτίζοντάς τη με μία πολιτική άποψη. Ωφέλησε αυτό την Εκκλησία; Ήταν εθνομηδενιστές ο Βενιζέλος κι ο Πλαστήρας; Η Ορθοδοξία ανήκει στο λαό, δεν ανήκει σε ΚΑΝΕΝΑ πολιτικό κόμμα. Εκκλησία σημαίνει λαός.
Ο διαχωρισμός της Εκκλησίας από τον εναγκαλισμό της με το κράτος ανοίγει νέους ορίζοντες για αυτήν. Της δίνει τη δυνατότητα για μια πραγματικά αυτόνομη, αυτοδύναμη και αυτοκαθοριζόμενη πορεία, απαλλαγμένη από τους πειρασμούς της κοσμικής εξουσίας, η οποία πολλές φορές χρησιμοποίησε την Εκκλησία για προσωπικό και πολιτικό όφελος. Μέσα από μια αυτόνομη πορεία, η Ορθοδοξία έχει να δώσει και τώρα και στο μέλλον πολλά στο λαό. Γιατί ο λαός τη θέλει ψηλά στη συνείδησή του και όχι υποχείριο των πολιτικών και των κομμάτων. Με το δικό μου βλέμμα, η Ορθοδοξία θα πορευθεί σε έναν τέτοιο δρόμο και θα έρθει η μέρα που πολλοί θα υποστηρίξουν ότι αυτή η απελευθέρωση θα έπρεπε να είχε γίνει νωρίτερα.
-Αναφορικά με το Μακεδονικό. Ο κόσμος πιστεύει ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ αντάλλαξε το ΣΚΟΠΙΑΝΟ με άλλα πολιτικά ανταλλάγματα με τους Ευρωπαίους. Αυτό επικρατεί στην κοινή γνώμη και ιδιαίτερα στη Μακεδονία που όσοι πολιτεύονται με τον ΣΥΡΙΖΑ εισπράττουν την έντονη δυσαρέσκεια πολιτών.
Ο σκοταδισμός στηρίχτηκε από δυνάμεις που ήθελαν να εξυπηρετήσουν τα δικά τους συμφέροντα εις βάρος αυτού του τόπου. Η παραπληροφόρηση και η προπαγάνδα έχουν βλάψει τον τόπο, όπως και οι εκκρεμότητες στα εθνικά θέματα. Πολλές φορές ο άδολος πατριωτισμός χρησιμοποιήθηκε από τέτοιες δυνάμεις. Δέστε τι έγινε στην Κύπρο όταν οι Γριβικοί έσφαζαν τους Μακαριακούς, ενώ ο τουρκικός στρατός εισέβαλλε στο νησί. Εγώ θεωρώ και τους μεν και τους δε πατριώτες. Δεν επιτρέπω στον εαυτό μου να εκστομίσει εύκολα τη λέξη προδότης για έναν Έλληνα με διαφορετική άποψη, ούτε θεωρώ ότι κατέχω τη μοναδική αλήθεια. Οφείλω όμως να γνωρίζω πού πονάει η Ελλάδα. Και να προβλέψω μελλοντικούς κινδύνους. Η επίλυση του σκοπιανού θα κριθεί από την ίδια τη ζωή και τις εξελίξεις. Εμείς τώρα όλοι κάνουμε τους προφήτες και τους μάντεις κακών. Η Ελλάδα δεν μπορεί να απειληθεί από αυτή τη χώρα, ούτε στρατιωτικά, ούτε οικονομικά, ούτε πολιτικά.