Του Γιώργου Θεοχάρη
Ο μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιερόθεος στο Aγιορείτικο Βήμα
Υπάρχουν σήμερα άγιοι;Τι φταίει και οι γέροντες με χαρίσματα θεού είναι δυσεύρετοι;, είναι μερικά από τα φλέγοντα ζητήματα που απασχολούν έντονα τους ανθρώπους του εκκλησιαστικού χώρου και τέθηκαν στον μητροπολίτη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιερόθεο ο οποίος μέσα από το agioritikovima.gr υπογραμμίζει ότι οι άγιοι γέροντες όπως, οι πατέρες,Παϊσιος,Πορφύριος,Σοφρώνιος και Εφραίμ ο Κατουνακιώτης και άλλοι άγνωστοι, πρέπει να είναι οι οδηγοί και τα πρότυπά μας.
Παράλληλα, ο Ιεράρχης καλεί τους πιστούς σε προσευχή για την εμπόλεμη κατάσταση στη Συρία, λέγοντας χαρακτηριστικά, ότι πρέπει να δημιουργήσουμε ενα ΄΄στρατόπεδο΄΄ προσευχής.
Ερωτηθείς για το Άγιο Όρος εξηγεί ότι, είναι μία πνευματική μήτρα που κυοφορεί και γεννά τέκνα θεού.
Αναλυτικά η συνέντευξη του Σεβασμιωτάτου
-Σεβασμιώτατε, πολύς κόσμος σήμερα διερωτάται εάν υπάρχουν άγιοι. Τί λέτε;
Βεβαίως υπάρχουν άγιοι, ο σκοπός της Εκκλησίας είναι να αγιάζη τους ανθρώπους, αλλιώς δεν πρέπει να υπάρχη. Η Εκκλησία με τα Μυστήρια και με την ασκητική ζωή αποβλέπει στην θεραπεία του ανθρώπου από τα πάθη και στην πνευματική του υγεία, πράγμα που είναι η αγιότητα.
Ο Θεός λέγει «άγιοι γίνεσθε ότι εγώ άγιός ειμι» (Α’ Πέτρ. α’, 16). Και στην Αποκάλυψη είναι γραμμένο: «Και ο άγιος αγιασθήτω έτι» (Απ. κβ’, 12).
Δυστυχώς, οι περισσότεροι Χριστιανοί σήμερα εκλαμβάνουν την Εκκλησία ως θρησκευτική, ηθική και κοινωνική οργάνωση με κοσμικούς ή ενδοκοσμικούς σκοπούς. Και συναγωνίζονται στην Εκκλησία για παραγωγή κοινωνικού ή ηθικού έργου.
Φυσικά, γίνεται και ένα τέτοιο έργο στην Εκκλησία, αλλά αυτό είναι το αποτέλεσμα, καρπός της ενώσεως του ανθρώπου με τον Χριστό.
Έτσι, υπάρχουν και σήμερα άγιοι που έζησαν και ζουν μέσα στην Εκκλησία, όπως Επίσκοποι, Ιερείς, μοναχοί, λαϊκοί όλων των κατηγοριών. Όμως, το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι ότι δεν έχουμε εμείς τα ορθόδοξα κριτήρια να τους καταλαβαίνουμε, γιατί αυτοί διαθέτουν έναν εσωτερικό κόσμο που είναι κρυμμένος από τους πολλούς, και πολλοί από μας δεν έχουμε τις κατάλληλες προϋποθέσεις να τους αναγνωρίσουμε.
Εκείνο που έχει ιδιαίτερη σημασία δεν είναι μόνον ότι υπάρχουν και σήμερα άγιοι, αλλά το πώς γίνονται άγιοι.
Όλες οι επιστήμες έχουν μια ιδιαίτερη μέθοδο, και για να γίνη κάποιος άγιος πρέπει να ακολουθήση μια συγκεκριμένη μέθοδο, που είναι η κάθαρση της καρδιάς, ο φωτισμός του νού και η θέωση, σε συνδυασμό με τα Μυστήρια της Εκκλησίας. Αυτό το συναντάμε στην «Φιλοκαλία» και στην διδασκαλία των συγχρόνων Πατέρων, και έκφραση της αγιότητος είναι η μετάνοια, η ταπείνωση, η αγάπη στον Θεό και τους ανθρώπους.
Αυτός είναι ο λόγος που οι άνθρωποι σήμερα διαβάζουν τους βίους και τους λόγους συγχρόνων αγίων, με την αγιογραφική έννοια του όρου, που αγωνίζονται για την σωτηρία τους, όπως του π. Παϊσίου, του π. Πορφυρίου, του π. Σωφρονίου, του π. Εφραίμ Κατουνακιώτη και πολλών άλλων γνωστών και αγνώστων, για να παραμείνω στους κεκοιμημένους. Αυτοί είναι οι οδηγοί και τα πρότυπά μας, χωρίς βεβαίως να καταργήται και να υπονομεύεται ο θεσμός της Εκκλησίας.
-Δεν είναι λίγοι εκείνοι που αναζητούν έναν Γέροντα με ιδιαίτερα χαρίσματα για να τους καθοδηγήση, κάτι το οποίον αν μη τι άλλο, είναι δυσεύρετο στην εποχή μας.
Αυτό είναι φυσικό να γίνεται. Γιατί οι άνθρωποι σήμερα, όπως και σε κάθε εποχή, αναζητούν ανθρώπους για να τους δείξουν τον τρόπο και τον δρόμο της σωτηρίας, την μέθοδο που οδηγεί στην αγιότητα, στην εσωτερική πληρότητα. Δεν πρόκειται για μέθοδο λογική, τεχνική, ηθική, αλλά για τον συνδυασμό μεταξύ των Μυστηρίων και της ασκητικής ζωής.
Οι άνθρωποι αναζητούν «ζωντανούς οργανισμούς» και όχι απλούς διδασκάλους και ακαδημαϊκούς θεολόγους.
Όπως η βιολογική ζωή μεταδίδεται από ζωντανούς οργανισμούς και όχι νεκρούς, γιατί κανένας νεκρός οργανισμός δεν μπορεί να μεταδώση την ζωή, το ίδιο συμβαίνει και στην πνευματική ζωή. Ένας που αγαπά τον Χριστό με όλη του την ύπαρξη, δηλαδή ψυχοσωματικά, μπορεί να μεταδώση την αγάπη αυτή και στους άλλους. Όποιος γνωρίζει τον δρόμο που οδηγεί σε μια πολιτεία, μπορεί να υποδείξη τον δρόμο και σε αυτούς που την αναζητούν.
Βρίσκω την ευκαιρία να πω ότι υπάρχουν τρεις άξονες της πνευματικής ζωής, όπως τους ερμηνεύει ο ιερός Νικόλαος Καβάσιλας. Αυτό φαίνεται στα εγκαίνια του Ιερού Ναού, όπου καθαγιάζεται το ιερό θυσιαστήριο από τον Επίσκοπο, ο οποίος θέτει ιερά λείψανα μαρτύρων σε αυτό.
Άρα οι άξονες της πνευματικής ζωής είναι τρείς, ήτοι ο Επίσκοπος, το θυσιαστήριο και οι άγιοι, και πρέπει να λειτουργούν σωστά αυτοί οι τρεις άξονες για να υπάρχη εκκλησιαστικό φρόνημα. Επίσκοπος που δεν συνδέεται με την θεία Ευχαριστία και δεν αναγνωρίζει τους αγίους θεία Ευχαριστία έξω από τον Επίσκοπο και τους αγίους και αγάπη στους αγίους χωρίς συμμετοχή στην θεία Ευχαριστία και την ενότητα με τον Επίσκοπο δεν συνιστούν ορθόδοξο εκκλησιαστικό φρόνημα.
Οι μεγάλοι Γέροντες σέβονται τον Επίσκοπο και οδηγούν αυτούς που θέλουν να ενωθούν με τον Χριστό στην θεία Ευχαριστία και τους προετοιμάζουν για την κοινωνία του Σώματος και του Αίματος του Χριστού.
Γι’ αυτό και οι άνθρωποι αναζητούν τέτοιους ευλογημένους Γέροντες και δέχονται τον καθοδηγητικό τους λόγο. Στο Γεροντικό και στα ασκητικά κείμενα φαίνεται ότι όσοι διψούν τον Θεό προστρέχουν σε «ζωντανούς οργανισμούς» και τους υποβάλλουν την ερώτηση: «Αββά, ειπέ ρήμα πώς σωθώ». Αυτό το «ρήμα» του αββά έχει δύναμη και ενέργεια, είναι λόγοι του Θεού και απόσταγμα της ζωής του που τους αναγεννά εν Χριστώ.
Δυστυχώς, όπως λέτε και εσείς, τέτοιοι Γέροντες είναι δυσεύρετοι στην εποχή μας, που είναι εποχή εκκοσμικεύσεως και συμβιβασμών στην πίστη και την ζωή, είτε γιατί είναι σπάνιοι ή κρυφοί αυτοί είτε γιατί οι άνθρωποι δεν μπορούν ή δεν θέλουν να τους ακολουθήσουν.
Ωστόσο, όποιος αναζητά ευρίσκει.
Ο Χριστός το είπε: «Πάς ο αιτών λαμβάνει και ο ζητών ευρίσκει και τώ κρούοντι ανοιγήσεται» (Ματθ. ζ’, 8). Πολλές φορές είναι δίπλα μας ευλογημένοι άνθρωποι και δεν τους υποψιαζόμαστε. Και είναι φοβερό να φεύγουμε από τον κόσμο αυτόν, δηλαδή έρχεται η ώρα να πεθάνουμε, χωρίς να υποψιαζόμαστε τους φίλους του Χριστού που μπορεί να είναι κοντά μας.
-Η Ορθοδοξία σήμερα βλέπουμε ότι σε πολλά μέρη της οικουμένης διώκεται. Πού θα φθάσουν λέτε οι εχθροί μας;
Έχετε απόλυτο δίκαιο. Όπου υπάρχει Ορθόδοξη Εκκλησία δέχεται πειρασμούς και διωγμούς. Είναι ένας νόμος απαρέγκλητος. Το βλέπουμε αυτό οπουδήποτε υπάρχει Ορθόδοξη Εκκλησία, σε βορρά και νότο, ανατολή και δύση. Μόνον που αλλάζει η μέθοδος του διωγμού σε κάθε χώρα. Άλλοτε είναι φανερή και επιθετική και θυμίζει τους αρχαίους χρόνους του Χριστιανισμού και άλλοτε είναι ύπουλη και περισσότερο επικίνδυνη, όπως είναι η εκκο-σμίκευση, δηλαδή ο συγχρωτισμός με τον κόσμο.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι το Σώμα του Χριστού, είναι ο λαμπρός ήλιος που προκαλεί και προξενεί πόνο σε αυτούς που έχουν άρρωστους οφθαλμούς και πρόβλημα στην όραση. Και όπου υπάρχει ήλιος υπάρχει και σκιά, και στην σκιά υπάρχει και σκοτάδι, στο οποίο κυκλοφορούν πολλά αιμοβόρα θηρία.
Όταν οι άνθρωποι μισούν τον Χριστό, την Αλήθεια, την Ορθόδοξη Εκκλησία, έχουν εσωτερικό πρόβλημα και μπορούν να φθάσουν μέχρι απίθανου σημείου, μέχρι τρέλλας.
Είδα στο διαδίκτυο την τρομακτική σκηνή της αποκεφαλίσεως ενός Χριστιανού από φανατικό Μουσουλμάνο και έπαθα σόκ. Σκέφθηκα ότι κατ’ αυτόν τον τρόπο εμαρτύρησαν οι Απόστολοι και οι Μάρτυρες, όπως λέγει το Συναξάριο «ξίφει τελειούται». Και αυτός είναι ένας έλεγχος για μας που αγαπάμε την καλοπέραση, τους συμβιβασμούς, την ευμάρεια.
Έτσι, οι διωγμοί δείχνουν την εσωτερική αρρώστια των διωκτών, αλλά και το μεγαλείο των Χριστιανών. Το μέτρο της αγάπης μας στον Χριστό είναι πολύ υψηλό. Η αγιότητα και η πιστότητα στις ευαγγελικές εντολές δεν προσφέρεται με χαμηλά κριτήρια ηθικού και κοινωνικού έργου, αλλά πρέπει να διαθέτουν υψηλές προδιαγραφές.
Τελικά, η Εκκλησία σήμερα πρέπει να ετοιμάζη τα τέκνα της και αυτούς που αγαπούν τον Χριστό και την σωτηρία τους για το μαρτύριο, για να γίνουν μάρτυρες του Χριστού. Η θεολογία, η ιεραποστολή, το κοινωνικό έργο έξω από την αίσθηση και την προοπτική του μαρτυρίου δε έχει ιδιαίτερη αξία. Οι μεγάλοι Γέροντες κατά την διάρκεια της Τουρκοκρατίας ήταν «αλείπτες», δηλαδή προπονητές μαρτύρων. Αυτό κάνουν και σήμερα οι μεγάλοι Γέροντες.
Συγκινήθηκα τελευταία όταν έλαβα από μια Χριστιανή από την Αίγυπτο ένα μήνυμα που έλεγε: «Παρακαλώ να εύχεσθε στον Θεό να μας δίνη δύναμη, ειρήνη και ανάπαυση, ώστε να μπορούμε να φέρουμε τον σταυρό μας με θάρρος και σταθερή πίστη και να θεωρηθούμε άξιοι να γίνουμε άγιοι και μάρτυρες για το όνομα του Ιησού Χριστού».
Πώς να μήν αγαπά κανείς αυτήν την διάθεση για μαρτύριο!
-Στην Συρία η κατάσταση είναι έκρυθμη. Μέ σφαγές απειλούν τους Χριστιανούς εκεί εάν δεν εγκαταλείψουν τα σπίτια τους. Πού πάμε τελικά, μήπως αυτές οι πολεμικές συγκρούσεις γενικευτούν;
Παρακολουθώ με βαθειά λύπη όσα γίνονται στην Συρία. Δεν μπορώ να πω ότι είμαι με το μέρος μιας πλευράς, γιατί κάτι τέτοιο συνεπάγεται συμμετοχή στον φόνο, και επιδέχεται την ανάλογη θεία δίκη. Πάντως, λυπάμαι βαθειά γι’ αυτό το τρελλό ποτάμι αίματος, για την απώλεια των ανθρω¬πίνων υπάρξεων.
Πρέπει να δημιουργήσουμε ένα στρατόπεδο προσευχής για να σταματήση αυτό το τρελλό λουτρό αίματος και να επέλθη ειρήνη στην περιοχή.
Λυπάμαι και για έναν ιδιαίτερο λόγο, επειδή γνωρίζω τα μέρη αυτά, αφού τα επισκέφθηκα επανειλημμένως την τριετία 1988-1991, αλλά και αργότερα πολλές φορές.
Το έτος 1988, με πρόταση του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κυρού Σεραφείμ και απόφαση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος πήγα στον Λίβανο για να διδάξω στην Μπελεμέντειο Θεολογική Σχολή «άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός», έχοντας υπηρεσιακό διαβατήριο από το Υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδος, για να έχω μεγαλύτερη ασφάλεια.
Επειδή δεν λειτουργούσε το αεροδρόμιο της Βηρυττού, λόγω του εμφυλίου πολέμου, πήγαινα στην Δαμασκό της Συρίας και από εκεί το Πατριαρχείο Αντιοχείας με κατηύθυνε στον Λίβανο.
Έτσι, παρέμενα πολλές μέρες στην Δαμασκό, όπου ομιλούσα σε Ορθοδόξους νέους επιστήμονες και φοιτητές που είχαν μεγάλη δίψα για τον Θεό, επισκέφθηκα πολλές πόλεις όπου λειτουργούσα και ομιλούσα με τους ανθρώπους, όπως την Χόμς, το Χαλέπι, την Λατάκεια κλπ.
Στην Συρία γνώρισα φλογερούς ορθόδοξους Χριστιανούς, καλούς μοναχούς, εξαιρετικούς Κληρικούς. Εκεί απέκτησα φίλους αγαπητούς και λυπάμαι που βλέπω κάθε μέρα αυτήν την αναταραχή στην περιοχή. Γνωρίζω Επισκόπους και Καθηγητές, που ήταν φοιτητές μου στην Θεολογική Σχολή του Λιβάνου, και προσεύχομαι γι’ αυτούς στον Θεό. Βέβαια, γνωρίζω ότι ο Πατριάρχης Αντιοχείας Ιγνάτιος, με τον οποίο συζήτησα πολλές φορές, έχει εξαιρετικές ικανότητες και προσπαθεί να διαφυλάξη και να προστατεύση την Εκκλησία, αλλά ο πειρασμός είναι μεγάλος.
Πάντως, ζούμε σε μια εποχή που δεν πρέπει να βλέπουμε μόνο τον εαυτό μας και το σπίτι μας, αλλά να μας απασχολούν τα προβλήματα των άλλων αδελφών μας ορθοδόξων Χριστια¬νών και να προσευχόμαστε γι’ αυτούς. Βέβαια, ο Θεός διευθύνει την ιστορία, βρισκόμαστε κάτω από την Πρόνοιά Του, και επεμβαίνει στον κατάλληλο καιρό, αλλά χρειάζεται και η δική μας προσευχή. Έτσι, κάθε θεία Λειτουργία είναι προσευχή για την ειρήνη του κόσμου, την ευστάθεια των Εκκλησιών του Θεού, την παύση των πολέμων.
Ας το κάνουμε αίτημα προσευχής. Ας πονέση η καρδιά μας, γιατί δυστυχώς τα παγκόσμια προβλήματα είναι γεωπολιτικά, αφού όλοι οι λαοί θεωρούνται μικρά πιόνια στην διεθνή σκακέρα, που τα κινούν μερικοί «παγκόσμιοι παίχτες», χωρίς οίκτο και πόνο. Ας γίνη ο Θεός ίλεως σε όλους μας.
-Το Άγιο Όρος μέσα σε όλα αυτά, πολλοί λένε, ότι αποτελεί μια πνευματική όαση που αναπαύονται χιλιάδες κόσμου που τελευταία το επισκέπτονται…
Το Άγιο Όρος είναι πράγματι ένας χώρος ευλογημένος, μια πνευματική όαση, που διαθέτει αγιασμένους ανθρώπους, οι οποίοι ξέρουν να αγαπούν, να συμπαρίστανται στους ανθρώπους, να πονούν, να πεθαίνουν για τους άλλους, να αναπαύουν τους ταλαιπωρημένους.
Νά μη σας φανή παράδοξο αν σας πω ότι το Άγιον Όρος είναι ένας χώρος πολέμου, ένας τόπος που γίνονται συρράξεις πολεμικές. Εννοώ βέβαια πολέμους πνευματικούς εναντίον των πονηρών πνευμάτων. Ο Απόστολος Παύλος γράφει: «ουκ έστιν ημίν η πάλη προς αίμα και σάρκα, αλλά προς τάς αρχάς, προς τάς εξουσίας, προς τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου, προς τα πνευματικά της πονηρίας εν τοίς επουρανίοις» (Εφ. στ’, 12).
Οι Πατέρες του Αγίου Όρους αποκτούν εμπειρία αυτού του πολέμου, γι’ αυτό και μπορούν να διδάξουν αυτήν την πνευματική πολεμική μέθοδο σ’ αυτούς που επιθυμούν να την μάθουν. Όταν κανείς αγωνίζεται εναντίον του διαβόλου, της αμαρτίας και του θανάτου μπορεί να βιώση τους καρπούς της θείας Οικονομίας, της Ενανθρωπήσεως του Χριστού και να αποκτήση την πνευματική ελευθερία και την εσωτερική πληρότητα.
Από τα φοιτητικά μου χρόνια επισκεπτόμουν συχνά το Άγιον Όρος, γνώρισα οσίους μοναχούς, γεύθηκα το ευλογημένο ψωμί τους άκουσα τον αγιασμένο λόγο τους, αισθάνθηκα την αγάπη και την κρυφή ζωή τους, γνώρισα τί θα πή φυσικός εν Χριστώ άνθρωπος, αγρύπνησα στις Μονές, στις Σκήτες και τα ερημητήρια, περπάτησα στα θαυμάσια μονοπάτια, χάρηκα την παρθενική φύση του και γενικά έζησα έναν κόσμο αγάπης, καθαρότητος, ευαισθησίας και αρχοντιάς.
Στο Άγιον Όρος γνώρισα την αλήθεια ότι οι πραγματικοί μοναχοί εμφορούνται από την προφητική, αποστολική και μαρτυ¬ρική ζωή, είναι «οι ευαγγελικώς ζώντες», είναι οι σύγχρονοι Προφήτες, Απόστολοι και Μάρτυρες της Εκκλησίας. Πολλές φορές επικαλούμαι τις πρεσβείες τους και τις ευχές τους.
Το Άγιον Όρος, παρά μερικά λάθη που γίνονται από μεμονωμένους μοναχούς, είναι ένας τόπος μυστηρίου, που φλέγεται από την προσευχή, είναι μια πνευματική μήτρα που κυοφορεί και γεννά τέκνα του Θεού, ουρανοπολίτες. Γι’ αυτό και πρέπει να το σεβόμαστε βαθειά.