Καταγότανε από τις σκλαβωμένες πατρίδες, την Αίνο και τ᾽ Αιβαλί. Όταν εγκατασταθήκανε στην Πάρο, στις μεγάλες μέρες τραγουδούσανε: «Παναγιά μου από την Αίνο, μήνυσέ μου ίντα θα γένω. Παναγιά μου από την Πάρο, μήνυσέ μου ποιάν θα πάρω».
Αυτή η γιαγιά με εδίδαξε με την ζωή της και τον λόγο της το πατρώον σέβας. «Η νηστεία είναι, παιδί μου, η βάσις κάθε σωματικής ασκήσεως.» Όλες τις Σαρακοστές άλαδο η γιαγιά και ολόκληρο το σπίτι. Μ᾽ έμαθε ν᾽ ανάβω το καντήλι, να θυμιάζω, να ανάπτω κερί μπροστά στα εικονίσματα και να προσεύχωμαι στον όρθρο και στο δείλι. Μου υπέδειξε τις μετάνοιες σαν προσευχή που την δέχεται ο Θεός. Με δίδαξε ότι αν τρεις Κυριακές δεν ακούσουμε τον εξάψαλμο, σταματάμε να είμαστε χριστιανοί. «Σήκω, παιδί μου, ο παπάς πέρασε, ανέβηκε στην Παναγία· μη ξεχνάς ότι και την προηγούμενη Κυριακή τον χάσαμε τον εξάψαλμο.» Μ᾽ έμαθε να τον ακούω όρθιος και σεβίζων, υποκλινόμενος. Την ώρα που διαβαζότανε το Ευαγγέλιο έβαζε κερί στο μανάλι, γιατί πίστευε ότι το Ευαγγέλιο είναι η διαθήκη που άφησε ο Χριστός στον κόσμο, και στην σύνταξη και ανάγνωση των διαθηκών, που γινότανε πάντοτε το εσπέρας, όλοι βαστούσαν κερί, για να βλέπη ο συντάκτης. Μ᾽ έμαθε πως το «Δόξα Πατρί» είναι η μεγαλύτερη δοξολογία και ιστάμενος όρθιος να σταυροσημειούμαι. Μ᾽ έμαθε την Μεγάλη Σαρακοστή, εισερχόμενος στον ναό, να κάνω τρεις μετάνοιες, για τον προηγιασμένο Άρτο που βρίσκεται στην αγία Τράπεζα.
Μου υπέδειξε, περνώντας μπροστά από κάθε εκκλησία, να σταυροσημειούμαι και να επικαλούμαι τον Άγιο της εκκλησιάς. Όπου και να βρίσκωμαι, την ημέρα των Θεοφανείων να την τιμώ όπως την Κυριακή του Πάσχα. Μου διηγήθηκε ότι πολλοί ευλαβείς άνθρωποι είδαν τα ξημερώματα της εορτής της Μεταμορφώσεως το άκτιστον φως. Μου υπέδειξε την Κυριακή να μη γονατίζω, γιατί οι άγιοι Κολλυβάδες τους δίδαξαν ότι η Κυριακή είναι Πάσχα. Μ᾽ έμαθε το πρόσφορο το καλοζυμωμένο να το προσφέρω στην εκκλησία όχι με γυμνά τα χέρια, αλλά σε άσπρη καθαρή πετσέτα. Μ᾽ έμαθε όταν φτιάχνω τα κόλλυβα, να ᾽χω κερί και λιβάνι. Μου υπέδειξε στο Ιερό που διακονώ, ποτέ τα ενδύματά μου να μην αγγίξουνε την αγία Τράπεζα, γιατί -όπως έλεγε- είναι ο θρόνος του Θεού.
Με κράτησε να μην αφήσω την εκκλησιαστική σχολή, αλλά να συνεχίσω, γιατί τους λογισμούς μου να σπουδάσω γιατρός, τους έκρινε σαν αφορμή να απομακρυνθώ από την Εκκλησία. Μ᾽ έμαθε να μην είμαι φιλόδικος. Αν και χήρα πενήντα πέντε χρόνια, δέχθηκε κάθε αδικία, χωρίς να καταφεύγη στο δικαστήριο των ανθρώπων· όλα τα άφηνε στο δικαστήριο του Θεού. Μου πιπίλισε κυριολεκτικά το μυαλό μου να προσέχω το σκάνδαλο, γιατί έχει δύο όψεις: σκανδαλίζεσαι και σκανδαλίζεις.
Η πτωχή αυτή γιαγιά, με τις τρύπιες συρτές παντόφλες και την κάλτσα την ξώφτερνη, είχε πάντοτε την ποδιά της ανασηκωμένη, γεμάτη δοσίματα. Στην μεγάλη πείνα βοήθησε πολλούς ανθρώπους και πολλά παιδιά μεγάλωσαν από τα χέρια της. Η αγνή της ζωή, παρά τα πολλά χρόνια της χηρείας, ήταν στην κοινωνία του χωριού παροιμιώδης. Φίλεργη, λέγοντας πάντοτε τον στίχο: «Η νύχτα κι η αυγή μ᾽ έβγαλε καματερή». Αυτάρκης, οικονόμα και ταπεινή. Μ᾽ έμαθε να ζω από τον κόπο των χεριών μου και όχι να απλώνω χέρι. Το ᾽ξερε κι αυτό: «Καλύτερα, παιδί μου, να δίνης παρά να παίρνης».
Μέσα σ᾽ αυτό το κλίμα τράνεψα. Έπειτα όμως, σαν αφελής νησιώτης πίστεψα ότι στις θεολογικές σχολές διδάσκεται η γνώση του Θεού. Και τότε άρχισε η παραζάλη. Καθηγητής από έδρας σε ερώτηση απήντησε: «Εγώ δεν κάνω θρησκεία, κάνω επιστήμη»! Και οι ερμηνευτές της Γραφής αράδιαζαν γνώμες των απίστων της Ευρώπης. Αυτοί ερεύνησαν την Γραφή πιο σωστά από τους αγίους Πατέρες! Ο,τι έμαθαν στα αιρετικά πανεπιστήμια, σαν ψιττακοί μας τα μετέφεραν στις αίθουσες των θεολογικών σχολών. Όλη η Πατρολογία τελείωνε στον όγδοο αιώνα. Μετά δεν είχε η Εκκλησία η ορθόδοξη να παρουσιάση Πατέρες και διδασκάλους(!). Που να ακούσουν για άγιο Νικόδημο; Λαικότροπος και καλογερόπληκτος. Τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά ευτυχώς ο Παναγιώτης ο Χρήστου τον έβαλε στην σειρά των μαθημάτων του.
Μέσα σ᾽ όλον αυτόν τον τάραχο, άρχισαν τα νεώτερα χρόνια οι θολωμένες θεολογίες. Οι μεγάλοι αυτοί θεολόγοι μας παρέδωσαν μαθήματα για τις σχέσεις των προσώπων της Αγίας Τριάδος, που δεν μας αποκαλύφθηκαν. Και ύψωσαν τον επίσκοπο εκεί που δεν τον φτάνει ούτε ο άνθρωπος ούτε ο Θεός. Αναπτύχθηκε η θεωρία ότι ο πρεσβύτερος λειτουργεί στο όνομα του επισκόπου και όχι του Χριστού! Το «Δεύτε προσκυνήσωμεν» στην είσοδο του Ευαγγελίου αναφέρεται στον επίσκοπο (γι᾽ αυτό πολύ σωστά η Εκκλησία ψάλλει μετά «Σώσον ημάς, Υιέ Θεού… από τον επίσκοπο»). Και ξεχάστηκε ότι ο επίσκοπος μέχρι τον δέκατο έκτο αιώνα αφαιρούσε από πάνω του κάθε στολίδι και λειτουργούσε ως απλός πρωτόπαπας. Σήμερα και την ώρα της χειροτονίας ο επίσκοπος φέρει μίτρα, στέμα βασιλικό! Έτσι ολοκληρώνεται η επισκοπική του παρουσία! Εξ αμαρτιών μας ένας επίσκοπος βρήκε στην Μικρά Ασία την τουρκάλα να έχη μίτρα πολύτιμη για φωλιά στην κλώσσα. Ωραία το ετίμησε αυτό το διάδημα η αγράμματη μουσουλμάνα!
[irp posts=”354025″ name=”Άρθρο-Παρέμβαση του Ηγουμένου της Μ. Δοχειαρίου στο ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ για τον Οικουμενικό Πατριάρχη”]
Έτερος μεγάλος θεολόγος μας έδωσε το ζώον το θεούμενον. Βρέθηκα στην συντροφιά τους και διερωτήθηκα: «Τόσο υψηλά έχουν ανέβη αυτοί οι άνθρωποι; Εγώ τι θέλω εδώ μέσα ο αμαθής και αγράμματος;» Του συγγραφέα του βιβλίου «Ζώον θεούμενον» του ανέκοψε ο Θεός την ζωή εξερχομένου της ταβέρνας…
Άλλος μας έδωσε βιβλίο «Μια βραδιά στην έρημο του Αγίου Όρους». Χίλιες βραδιές έχω ζήσει στο Άγιον Όρος και δεν αισθάνθηκα αυτά που έζησε αυτός με μια βραδιά στην έρημο του Αγίου Όρους. Και διερωτώμαι: «Τοξευμένοι πύραυλοι είναι αυτοί; Και επιτέλους ποιος τους τοξεύει, το μυαλό τους η ο Θεός;».
Ερχόμαστε και σε ένα άλλο βιβλίο, στην «Εμπειρική θεολογία». Άλλος παράδεισος κι αυτός. Από που είχε την εμπειρική θεολογία ο παπα-Γιάννης; Από την εφοπλίστρια γυναίκα του; Δεν ξέρω αν ποτέ λειτουργούσε κι αν ποτέ θεάθηκε με ράσο. Πάντως διπλοπόδι σε δικηγορικό γραφείο της πλατείας Κάνιγγος εδίδασκε την εμπειρική θεολογία. Πόθεν την εδιδάχθη και πότε την έζησε; Αν ο Θεός μας έδωσε λίγο παραπάνω μυαλό, ας είμαστε συγκρατημένοι.
Και άλλος σπουδαίος υψιπέτης παρουσιάστηκε στο πνευματικό στερέωμα των τελευταίων ετών. Μας έδωσε το σύγγραμα «Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστιν». Όταν το αναγινώσκη κανείς, η πρώτη του σκέψη είναι: «Γράφει από εμπειρία η από γνώση;». Αν είναι από εμπειρία, ποιος μπορεί να ξεχάση ότι στο Άγιον Όρος είχε υποτακτικό τον παπα-Δημήτρη τον…, ο οποίος υπήρξε ο μεγαλύτερος κατάσκοπος του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου; Ο λαός λέγει ότι το παγώνι, όταν κοιτάζη τα όμορφα φτερά του, τραγουδάει, αλλ᾽ όταν κοιτάξη τα πόδια του, ντρέπεται και σταματάει…
Πρεσβύτερος έδωσε σε κυκλοφορία εμπειρίες του από την θεία Λειτουργία και μας ωδήγησε στον λογισμό ότι αυτός αγγέλους έσχε συλλειτουργούντας. Αυτά δεν γράφονται. Βιώνονται και συνεσκιασμένα σε ολίγους τα αποθέτουμε.
Περί δε της νοεράς προσευχής… αυτό το ουράνιο πράγμα το κατεβάσαμε στα πεζοδρόμια και γράψαμε και ξαναγράψαμε αυτά που ποτέ δεν αγγίξαμε…
Στην Δυτική Ελλάδα ήταν άγνωστος ο μοναχισμός. Πάρε τον δρόμο της έρευνας από την Ναύπακτο μέχρι το Πωγώνι της Βορείου Ηπείρου, αν θα βρης μοναχό η μοναχή. Όταν βρεθήκαμε σε κάποιο χωριό, οι άνθρωποι νόμισαν ότι είμαστε Ιεχωβάδες. Κλείστηκαν στα σπίτια τους και δεν μας άνοιγε κανείς την πόρτα και κάλεσαν την αστυνομία να μας συλλάβη, γιατί δεν είχαν δη ποτέ τον μοναχικό σκούφο. Ο παπα-Σπυρίδων, με όλα του τα βάσανα, επιστράτευσε τόσα παιδιά σ᾽ ένα νεόδμητο μοναστήρι και ο ουρανοβάμων επίσκοπος αγωνίστηκε να το κλείση. Βρε ασ᾽ τους, έστω και σαν σημάδι στην άμμο της ερημιάς και μη τους κυνηγάς. Η «Αμαρτωλών Σωτηρία» έστειλε πολλούς ανθρώπους στα μοναστήρια, σταμάτησε την κραιπάλη και την μέθη σε πολλούς. Τα δικά σας τα βιβλία ποιόν έστειλαν στην ζωή της ωλοκληρωμένης αφιερώσεως στον Χριστό;
Κι έτσι δώνω συχώριο σε όλους τους παππούδες και τις γιαγιάδες που μου είπαν: «Πρόσεχε τους μορφωμένους. Από αυτούς θα χαλάση ο Θεός τον κόσμο». «Τα υπέρμετρα των δαιμόνων εισιν» έλεγε ο όσιος Αμφιλόχιος ο Πάτμιος. Οδήγησέ τον τον άλλον στην στράτα του Θεού και ο Θεός θα τον κατευθύνη και θα τον διδάξη. Όχι μεγαλοστομίες. Εμείς μένουμε σ᾽ αυτά που διδαχθήκαμε από τους προγόνους μας, ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι οι ακολουθίες, το κερί και το λιβάνι και το καντήλι που ανάβει μπροστά στα άγια εικονίσματα. Και πιο πέρα δεν πηγαίνω. Αν θέλη, ας με πάη ο Θεός.
Κύριε, βοήθα. Θόλωσαν τα νερά και δεν βλέπουμε την ομορφιά του βυθού της θάλασσας. Κύριε, συγκράτησε τους μεγαλοδιανοούμενους. Φρενάρισε το κακό που μας βρίσκει τα τελευταία χρόνια. Και εμείς, λάτρεις σου αμετάθετοι και αμετακίνητοι.
Γρηγόριος ο Αρχιπελαγίτης