Του Μιχαήλ Μαντάλα
Ο καθηγητής Μάρκετινγκ και Στρατηγικής Επιχειρήσεων κ. Γιώργος Παπαδοπούλης μιλάει στο agioritikovima.gr για την οικονομική ύφεση χωρίς να κάνει χρήση βαρύγδουπων οικονομικών όρων.
Επιπλέον, εξηγεί ότι πέραν της οικονομικής κρίσης, βιώνουμε κρίση αξιών που ευθύνεται εξίσου σημαντικά για την κατρακύλα στην οποία έχουμε περιέλθει. Τέλος επισημαίνει ότι ο ιδανικός τρόπος για να βγούμε από το αδιέξοδο, είναι να γυρίσουμε πίσω και να δούμε τον «ορισμό»του Έλληνα και της Ελλάδας προκειμένου να ξαναβρούμε τις αξίες μας και τα ιδανικά μας.
Ακολουθεί η συνέντευξη που παραχώρησε ο καθηγητής κ. Γ. Παπαδοπούλης στον δημοσιογράφο του Αγιορείτικου Βήματος κ. Μιχαήλ Μαντάλα.
Πως ξεκίνησε η κρίση;
Σύμφωνα με τους οικονομολόγους η κρίση ξεκίνησε από την απληστία των τραπεζών. Οι τράπεζες ως επιχειρήσεις προσπαθούν να έχουν κέρδος. Το κέρδος των τραπεζών προέρχεται από τα δάνεια που δίνουν και όχι από τις καταθέσεις, διότι από τα δάνεια εισπράττουν τόκους, ενώ στις καταθέσεις δίνουν.
Έτσι ξεκίνησε μια αλόγιστη προσφορά φθηνού χρήματος (χαμηλά επιτόκια) προκειμένου οι τράπεζες να κερδίσουν περισσότερα.
Τις περισσότερες φορές τα δάνεια πήγαιναν σε ιδιώτες (πχ. Στεγαστικά – καταναλωτικά κλπ) χωρίς περιουσιακά στοιχεία ή/και εισοδήματα και τελικά χωρίς δυνατότητα αποπληρωμής με αποτέλεσμα να «σκάσουν». Αυτά τα δάνεια προκάλεσαν αλυσιδωτές αντιδράσεις στις τράπεζες.
Με τα δάνεια να σκάνε οι τράπεζες οδηγήθηκαν σε έλλειψη ρευστότητας, σταμάτησαν σταδιακά να χρηματοδοτούν η μια την άλλη, προχώρησαν σε παύση πληρωμών και απολύσεις, και επειδή ζούμε σε μια εποχή οικονομικής παγκοσμιοποίησης, το φαινόμενο αυτό το οποίο ξεκίνησε από της ΗΠΑ εξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο και φυσικά στην Ελλάδα.
Πέρα όμως από τη τεχνοκρατική «εξήγηση» του φαινομένου της κρίσης, οφείλω να αναφέρω ότι – τουλάχιστον για την Ελλάδα – η κρίση εξελίχθηκε με δική μας (προσωπική του καθένα) υπαιτιότητα.
Με απλά λόγια, καταφύγαμε στο τραπεζικό δανεισμό με στόχο την απόκτηση επιπλέον αγαθών και ανέσεων, με τη «κρυφή» και πολλές φορές αβάσιμη ελπίδα ότι θα μπορούσαμε να αποπληρώσουμε τα δάνεια μας. Για παράδειγμα αναφέρω τις πολλές περιπτώσεις συμπατριωτών μου από τη Κρήτη, που έπαιρναν ένα «διακοποδάνειο» για να πάνε 10 μέρες διακοπές στη Μύκονο…
Επίσης και σε επίπεδο επιχειρήσεων η χρήση των δανείων ήταν αλόγιστη. Δανειζόταν ο επιχειρηματίας με βάση πραγματικές ή πλασματικές ανάγκες της επιχείρησης του, αλλά τα χρήματα αυτά δε πήγαιναν στην επιχείρηση για ανάπτυξη, αλλά για την κάλυψη προσωπικών δήθεν αναγκών πχ. αγορά ακριβού αυτοκινήτου κλπ.
Η αλήθεια είναι ότι από τα τέλη της δεκαετίας του ’70, η Ελλάδα έζησε μια τεχνητή οικονομική ευφορία, με υπερβολικές αυξήσεις μισθών, παροχών, συντάξεων κλπ, (με ένταση του φαινομένου αυτού με την είσοδο μας στο ευρώ). Αποτέλεσμα ήταν να επικεντρωθούμε στο εμπόριο και τη παροχή υπηρεσιών, με συνέπεια την απαξίωση του πρωτογενή μας τομέα και ιδιαίτερα των αγροτικών προϊόντων. Ως ελάχιστο παράδειγμα αξίζει να αναφέρω ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας για το 2010, η Ελλάδα έκανε εισαγωγές ελαιόλαδου από τη Γερμανία αξίας 1,5 εκατομμυρίων ευρώ!!! Τη στιγμή που η Γερμανία δεν έχει ούτε ένα ελαιόδεντρο! Διότι η Ελλάδα δεν μπορεί να καλύψει τις ανάγκες της σε ελαιόλαδο καθώς έχει εγκαταλειφθεί εν μέρει η παραγωγή λόγω των χαμηλών τιμών….
Ποια η κατάσταση σήμερα;
Σήμερα βιώνουμε μια κρίση τόσο οικονομική όσο και αξιών.
Οι αναγνώστες τις ιστοσελίδας, δεν θα πρέπει να παραξενεύονται με αυτό. Άλλωστε η σημερινή πραγματικότητα που όλοι μας βιώνουμε, είχε προφητευτεί από του Γέροντες του Αγ. Όρους (βλ. Προφητείες Γέροντος Παϊσίου).
Η σημερινή οικονομική κρίση είναι το αποτέλεσμα μιας γερμανικής πολιτικής με στόχο (μέσω χαμηλών επιτοκίων) να γίνει ελκυστικός ο δανεισμός από τις χώρες του νότου, για την αγορά καταναλωτικών προϊόντων. Έτσι μετά από ένα διάστημα 10 χρόνων χώρες του νότου όπως η Ελλάδα, βρέθηκαν να είναι υπερχρεωμένες, με τις βιομηχανίες τους αποδυναμωμένες ή κατεστραμμένες λόγω της αύξησης των εισαγωγών, ενώ η Γερμανική βιομηχανία κατάφερε να αυξήσει την ανταγωνιστικότητα της και να είναι σήμερα η πρώτη εξαγωγική δύναμη.
Η ελληνική βιομηχανική παραγωγή μειώθηκε περισσότερο από 30% τα τελευταία 10 χρόνια λόγω του ότι η εισροή κεφαλαίων για αγορά καταναλωτικών προϊόντων που αγοραζόντουσαν κυρίως από την Γερμανία, επέφερε πληθωριστικές τάσεις σε καταναλωτικά προϊόντα και κυρίως στο κόστος παραγωγής. Έτσι ο πληθωρισμός συνέβαλλε με την αυξανόμενη ισχύ και υποστήριξη των συνδικάτων στην αύξηση των εισοδημάτων στην Ελλάδα, με συνέπεια να καταστεί η ελληνική παραγωγή μη ανταγωνίσιμη σύμφωνα με το Industry Competitiveness Index 2011.
Πέραν όμως, της οικονομικής κρίσης, βιώνουμε κρίση αξιών συνέπεια της απάθειας μας απέναντι στις καταστάσεις..
Ζούμε σε μία ζούγκλα. Σε μία εποχή που ο καθένας κοιτάει την πάρτη του, προσπαθεί να επιβιώσει με κάθε τρόπο, πατώντας ακόμη και επί πτωμάτων. Επιχειρήσεις κλείνουν και άλλες είναι ένα βήμα πριν από το λουκέτο, συνεργασίες χρόνων χαλάνε, φιλίες διαλύονται, παντρεμένα ζευγάρια βάζουν τέλος στο γάμο τους, νέες σχέσεις δεν ευδοκιμούν. Η κατρακύλα συνεχίζεται με γοργό ρυθμό και ακόμη πάτο δεν πιάσαμε.
Ο «ωχαδερφισμός» κυριαρχεί σε κάθε επίπεδο της ζωής μας. «Έλα μωρέ δεν έγινε και τίποτα», «χαρά το πράγμα», «ωχ αδερφέ κάτι θα γίνει»… είναι φράσεις που χαρακτηρίζουν τη ζωή μας σήμερα. Μάθαμε να σκεφτόμαστε μόνο τον εαυτό μας, το πορτοφόλι μας και τη καλοπέραση μας.
Καλοπληρωμένη δουλειά (έστω και πατώντας επί πτωμάτων), espresso στο Κολωνάκι, ακριβά αυτοκίνητα, ρούχα και λοιπά αξεσουάρ, πολυέξοδη ζωή, σκάφος στη μαρίνα, είναι από τα στοιχεία που μας επέβαλε το μέχρι χθες life style, και τα κυνηγήσαμε με κάθε μέσο και μάλιστα με τη πεποίθηση ότι για κάποιο λόγο τα δικαιούμαστε και η ζωή μας τα χρωστούσε.
Και στη διάρκεια αυτού του αγώνα κατάκτησης αγαθών και κοινωνικού status, ξεχάσαμε έννοιες όπως η οικογένεια, θρησκεία, ελευθερία κλπ. Αδιαφορήσαμε για τη γη μας, τη παιδεία μας, τα νοσοκομεία μας, τις συντάξεις μας, και ήμασταν και trendy και πρώτοι «μάγκες» όταν κρύβαμε από την εφορία, και δίναμε «μαύρη εργασία» σε παράνομους μετανάστες…
Τελικά, μας ξύπνησαν απότομα από αυτό το όνειρο που ζούσαμε. Το εισόδημα μειώθηκε, η ανεργία αυξήθηκε, η προσπάθεια για καλοπέραση έγινε προσπάθεια για επιβίωση, και οι βάσεις μας ως έθνος πλέον κατεστραμμένες και ανύπαρκτες. Ο Οδ. Ελύτης έλεγε «Εάν αποσυνδέσεις την Ελλάδα, στο τέλος θα δεις να σου απομένουν μια ελιά, ένα αμπέλι κι ένα καράβι. Που σημαίνει: με άλλα τόσα την ξαναφτιάχνεις» Δυστυχώς όμως οι ελιές μας εγκαταλειφθήκαν (ή κάηκαν τα χωράφια για να γίνουν οικόπεδα), τα αμπέλια μας το ίδιο, και τα καράβια μας αρμενίζουν με άλλες σημαίες στους ωκεανούς.
Και τώρα τι μέλλει γενέσθαι;
Στους φοιτητές μου συνηθίζω να λέω όποτε αντιμετωπίζουν κάποιο πρόβλημα, να γυρίζουν πίσω στα βασικά, στο πρώτο ορισμό.
Αυτό νομίζω ότι χρειάζεται να κάνουμε. Να γυρίσουμε πίσω να δούμε τον «ορισμό» του Έλληνα και της Ελλάδας. Ακούγονται πολλές φωνές για επανάσταση του λαού. Θα διαφωνήσω εν μέρει. Επανάσταση και αλλαγή χρειάζεται, αλλά πρώτα από τον ίδιο μας τον εαυτό, εσωτερικά. Να ταπεινώσουμε λίγο το «εγώ» μας, να ξαναβρούμε τις αξίες και τα ιδανικά μας. Μετά να κοιτάξουμε τους γύρω μας, την οικογένεια μας, τους φίλους μας, τις επιχειρήσεις μας κλπ.
Θεωρώ σημαντικό να κοιτάξουμε τα προσωπικά μας λάθη να συμφιλιωθούμε με τον εαυτό μας και το παρελθόν και να κάνουμε ένα νέο ξεκίνημα με νέες βάσεις έστω κι αν αυτό σημαίνει ότι θα χρειαστεί να στριμωχτούμε και λίγο.
Ο Νικόλαος Χρηστάκης, καθηγητής στο Harvard και σύμβουλος του Obama, στις έρευνες του έχει αποδείξει ότι τα συναισθήματα είναι σαν τους ιούς. Όταν νιώθουμε ευτυχισμένοι, βοηθάμε αυτούς γύρω μας να νιώθουν το ίδιο. Και το άγχος, ο φόβος και ο θυμός μας, το ίδιο αυξάνουν τα συναισθήματα αυτά στους άλλους. Βοηθάμε τον εαυτό μας, την υγεία μας, την οικογένεια μας, τους φίλους και την κοινωνία όταν επιλέγουμε να είμαστε ευτυχισμένοι.
Χρειάζεται λοιπόν να ξαναδούμε τι πραγματικά μας κάνει ευτυχισμένους, τι μας κάνει να νιώθουμε καλά εσωτερικά.
Επιλογές έχουμε. Ο κος Χρόνης Μίσσιος είχε πει σε μία συνέντευξη του «…Τι να κάνουμε; Να ξαναφτιάξουμε την πατρίδα μας. Να ξαναεποικίσουμε τη γη μας. Να ξαναστήσουμε τη γεωργία μας. Έχουμε μια χώρα παράδεισο. Παράγουμε τα πάντα και τόσο εκλεκτά. Να γυρίσουμε στα χωριά μας, να ξαναδεθούμε με τη γη. Να πάνε στο διάολο και οι δανειστές και τα χρέη μας. Τι θα κάνουν; Θα μας στείλουν τους πεζοναύτες; Θα υποφέρουμε, αλλά θα υποφέρουμε για μας και ό,τι δημιουργήσουμε θα είναι δικό μας πια…»
Ας σκεφτούμε λοιπόν ότι η «σωτηρία» της χώρας μας δεν θα έρθει από κανένα «πολίτικό – σωτήρα» αλλά από τον κάθε ένα από εμάς.
Αν ξαναβάλουμε τη ζωή μας σε τάξη και μετά «τείνουμε χείρα βοηθείας» και στο διπλανό μας, τότε πραγματικά θα έχουμε ελπίδα ανάκαμψης ως έθνος.
Άλλωστε όπως λέει και πάνσοφος λαός μας… « το ‘να χέρι νίβει τ’ άλλο και τα δυο το πρόσωπο»!