Του Νίκου Παπαργυρόπουλου – Για το ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Μακαριστός Μητροπολίτης επαρχιακής Μητρόπολης παραπονούνταν, διότι η Μητρόπολή του δεν είχε Νομάρχη, Ταξίαρχο, Ανώτατους Δικαστικούς κ.λπ. και ποθούσε «ανώτερη» Μητρόπολη (πραγματικά γνήσιος πνευματικός πόθος!).
Άλλος μακαριστός Μητροπολίτης μεγάλης αστικής Μητρόπολης είχε κτυπήσει με την μπαστούνα του την Mercedes Στρατηγού, διότι είχε τολμήσει να προπορευτεί της δικής του. Για τον ίδιο αείμνηστο Μητροπολίτη πολλοί έλεγαν πόσο λαοφιλής ήταν ως Αρχιμανδρίτης και πόσες παραξενιές έβγαλε, όταν ανέλαβε την μεγάλη Μητρόπολη…
Η πρόσφατη πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για την θρησκευτική ουδετερότητα του Κράτους και για τον διαχωρισμό του από την Εκκλησία αποτελεί σταθμό στην ιστορία της Ελληνικής Εκκλησίας. Διότι, εάν προχωρήσει, ουσιαστικά θα τερματίσει 17 αιώνες συμπόρευσης Εκκλησίας και Κράτους, από την στιγμή που ο Μέγας Κωνσταντίνος τερμάτισε τους διωγμούς κατά των χριστιανών και έκανε τον χριστιανισμό κρατική θρησκεία.
Σε όλη την βυζαντινή περίοδο Εκκλησία και Κράτος συμπορεύτηκαν σε μία αξιοθαύμαστη σχέση συναλληλίας, την οποία διέκοπταν προσπάθειες της κοσμικής εξουσίας να παρέμβει στην Εκκλησία και αντίθετα προσπάθειες εκκλησιαστικών ηγετών να χρησιμοποιούν την κοσμική εξουσία για ιδιοτελείς σκοπούς.
Στην εποχή της τουρκοκρατίας η Εκκλησία πλέον έγινε ουσιαστικά για τους χριστιανούς και Κράτος, διότι δεν υπήρχε πλέον το χριστιανικό κράτος. Η Εκκλησία ανέλαβε εθναρχικό ρόλο, αλλά ταυτόχρονα απέκτησε και μεγάλη κοσμική εξουσία, μπορούσε να δικάζει, να φυλακίζει, να εξορίζει, είχε όλη την παιδεία στα χέρια της, όλη την κοινωνική πρόνοια, σχεδόν τα πάντα.
Μετά την απελευθέρωση, η Εκκλησία συμπορεύτηκε στενά με τα εκάστοτε ελλαδικά κρατικά μορφώματα. Στην περίοδο της Γερμανικής Κατοχής η Εκκλησία κλήθηκε πάλι να βγάλει τα κάστανα από την φωτιά, καθώς το Ελληνικό Κράτος είχε ουσιαστικά καταλυθεί. Και ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Δαμασκηνός ανταποκρίθηκε επάξια στον ρόλο του αυτόν και στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων. Η Εκκλησία ήταν ουσιαστικά ο μόνος θεσμός που αναγνωριζόταν επίσημα από τους κατακτητές και ταυτόχρονα είχε την απόλυτη σχεδόν εμπιστοσύνη των υπόδουλων Ελλήνων, εξαιτίας της τεράστιας και ανυπολόγιστης προσφοράς του Δαμασκηνού.
Αλλά τα χρόνια πέρασαν και ήλθαν άλλοι καιροί, καιροί της κοσμικής Ευρωπαϊκής Ένωσης, καιροί ΣΥΡΙΖΑ, καιροί στους οποίους το Κράτος έχει πετάξει έξω από την ζωή του τον Θεάνθρωπο Χριστό και στην θέση του βάζει τον άνθρωπο, φέρνοντας στην ανθρωπότητα το πραγματικό χάος. Η λεγόμενη «μεταχριστιανική εποχή» θα μπορούσε κάλλιστα να ονομαστεί «εποχή του χάους», γιατί απλούστατα μετά τον Χριστό υπάρχει μόνο το χάος.
Αυτοί οι οποίοι εισηγούνται αυτές τις αλλαγές στο Σύνταγμα, ασφαλώς δεν ωφελούνται, διότι για μία ακόμη φορά διώχνουν τον Χριστό από την κοινή ζωή της πατρίδας μας και άρα φέρνουν ακόμη περισσότερο χάος, ακόμη περισσότερο σκότος, ακόμη περισσότερη κοινωνική διάλυση, ακόμη περισσότερες εθνικές καταστροφές.
Η Εκκλησία όμως δεν έχει τίποτε να φοβηθεί από τον χωρισμό και από όλα αυτά τα πράγματα.
Το μόνο που μπορεί να χάσει είναι το βόλεμα των ανθρώπων της πίσω από τις κουρτίνες της κρατικής εξουσίας. Όμως όποιος εκκλησιαστικός ποιμένας, όποιος χριστιανός επιδιώκει το βόλεμά του, δεν μπορεί να είναι αληθινός μαθητής του Χριστού. Μας το είπε ξεκάθαρα ο Χριστός: όποιος θέλει να με ακολουθήσει πρέπει να αρνηθεί τον εαυτό του και να σηκώσει τον σταυρό του.
Η Εκκλησία ανδρώθηκε και ανέδειξε αγίους και μάρτυρες, κυρίως όταν διώχθηκε, όταν κυνηγήθηκε, όταν κινδύνευσε, όταν περιθωριοποιήθηκε, όταν έφθασε κοντά στην εξαφάνιση. Αυτό ισχύει παντού. Όχι μόνο στην Εκκλησία της Ελλάδας. Το πρόσφατο παράδειγμα της Ρωσικής Εκκλησίας στην περίοδο των διωγμών του Κουμμουνισμού σε σύγκριση με την σημερινή κατάσταση της ίδιας Εκκλησίας, που δεν διώκεται, επιβεβαιώνει απόλυτα αυτήν την πραγματικότητα.
Η Εκκλησία φυσικά δεν εύχεται τους διωγμούς και την περιθωριοποίησή της. Αλλά ταυτόχρονα και δεν τα φοβάται. Κάθε τί που μπορεί να αποτελέσει αφορμή να δείξει ακόμη μεγαλύτερη αγάπη, ακόμη μεγαλύτερη θυσία, για τον Χριστό, είναι επιθυμητό για αυτήν.
Γιατί θα την φέρει πιο κοντά στον Αρχηγό της, που δεν είναι άνθρωπος, αλλά Θεός που έγινε άνθρωπος, για να μας δείξει ποιος πρέπει να είναι ο άνθρωπος και για να γίνουμε και εμείς αυτό που είναι Εκείνος!