Του Μανώλη Κείου
Μια ομάδα 35 επισκόπων και θρησκευτικών ηγετών από 20 χώρες συγκεντρώθηκαν στο Μόναχο για να συζητήσουν το φλέγον ζήτημα του προσφυγικού και το ρόλο των Εκκλησιών στην Ευρώπη αναφορικά με αυτό και συνέστησαν την ασφαλή διέλευση για όσους προσπαθούν να ξεφύγουν από τον κίνδυνο.
“Η εμπειρία της μετανάστευσης και η διέλευση των συνόρων είναι γνωστή στην Εκκλησία του Χριστού. Η Αγία Οικογένεια ήταν πρόσφυγες. Η ίδια η ενσάρκωση του Κυρίου μας είναι μια διέλευση των συνόρων μεταξύ του ανθρώπου και του Θείου” ανέφεραν χαρακτηριστικά σε κοινή δηλώσή τους στις 29 Οκτωβρίου μετά τη συνάντησή τους στη γερμανκή πόλη. Επίσης προειδοποίησαν πως «Σήμερα υπάρχουν ενδείξεις για μια επανεθνικοποίηση της πολιτικής», συμπληρώνοντας “Ωστόσο, η Εκκλησία είναι τόσο τοπική όσο και παγκόσμια, και στη ζωή των Εκκλησιών αντιστεκόμαστε σε τάσεις που λειτουργούν μεμονωμένα, και επιβεβαιώνουμε τη δέσμευσή μας σε έναν οικουμενικό ορίζοντα.”
Στο Μόναχο εκπροσωπήθηκαν αρκετές ομολογίες όπως η προτεσταντική και η Αγγλικανική, ενώ παρόντες ήταν και Ορθόδοξοι και Ρωμαιοκαθολικοί. Υπήρχαν επίσης εκπρόσωποι από διάφορες οικουμενικές οργανώσεις και μέλη ανθρωπιστικών οργανώσεων υπερ των προσφύγων.
Ο Olav Fykse Tveit, Γενικός Γραμματέας του Παγκοσμίου Συμβουλίου των Εκκλησιών, δήλωσε, “Η ανάληψη της ευθύνης για αυτα ανθρώπινα όντα που βρίσκονται σε απελπιστική ανάγκη πρέπει να γίνει χωρίς διακρίσεις ή οποιαδήποτε άλλα κριτήρια εκτός από τις ανάγκες τους” στέλνοντας σαφές μήνυμα προς Ευρωπαίους ηγέτες που ζήτησαν να δέχονται μονάχα Χριστιανούς πρόσφυγες στις χώρες τους.
“Σε αυτούς τους καιρούς χρειαζόμαστε σαφή ηγεσία βασισμένη στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια”, σημείωσε ο Tveit και έπλεξε το εγκώμιο της καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ η οποία όπως είπε “έχει επιδείξει σαφή και υπεύθυνη ηγεσία”.Από την πλευρά του ο Επίσκοπος Heinrich Bedford-Strohm, από την Ευαγγελική Λουθηρανική Εκκλησία στη Βαυαρία, δήλωσε: “Θα πρέπει να επικρίνουμε τις κυβερνήσεις που αρνούνται να συνεισφέρουν το μερίδιό τους σε αυτή την κοινή προσπάθεια.”