ΤΟΥΡΚΙΑ ΤΩΡΑ: Λίγες μέρες μας χωρίζουν από τη διπλή εκλογική «μάχη» στην Τουρκία. Η χώρα θα πραγματοποιήσει στις 24 Ιουνίου προεδρικές και κοινοβουλευτικές εκλογές.
Αν κανένας υποψήφιος δεν κερδίσει την απόλυτη πλειοψηφία στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών, δεύτερος γύρος θα πραγματοποιηθεί στις 8 Ιουλίου μεταξύ των δύο υποψηφίων που θα προηγηθούν στον πρώτο γύρο.
Γιατί γίνονται τώρα οι εκλογές;
Οι εκλογές επρόκειτο κανονικά να διεξαχθούν τον Νοέμβριο του 2019. Ωστόσο ο πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν προκήρυξε τον Απρίλιο πρόωρες εκλογές. Είπε πως είναι ανάγκη η Τουρκία να «ξεπεράσει την αβεβαιότητα» σε μια εποχή που στην περιοχή επικρατεί αναταραχή και ενώ συνεχίζονται οι τουρκικές στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Συρία και το Ιράκ.
Επικριτές ωστόσο λένε πως οι εκλογές προκηρύχθηκαν πρόωρα επειδή το νόμισμα και η οικονομία της Τουρκίας πάσχουν και ο πρόεδρος ήθελε να προλάβει την καθοδική τάση. Μπορεί επίσης να ελπίζει ότι θα εκμεταλλευθεί τα εθνικιστικά αισθήματα μετά τη στρατιωτική νίκη στη Συρία, όπου οι υποστηριζόμενοι από την Τουρκία αντάρτες επικράτησαν στις μάχες με κουρδικές πολιτοφυλακές κοντά στα σύνορα στην περιοχή του Αφρίν.
Γιατί είναι σημαντικές αυτές οι εκλογές;
Μπορεί κανείς να υποστηρίξει με επιχειρήματα πως πρόκειται για τις πιο σημαντικές εκλογές στη σύγχρονη ιστορία της Τουρκίας. Ο νέος πρόεδρος θα αναλάβει ένα αξίωμα με σαρωτικές εκτελεστικές εξουσίες τις οποίες οι ψηφοφόροι ενέκριναν με μικρή πλειοψηφία στο περυσινό συνταγματικό δημοψήφισμα. Σ’ αυτές περιλαμβάνεται η εξουσία να εκδίδει διατάγματα με ισχύ νόμου, να διορίζει την κυβέρνηση και αντιπροέδρους καθώς και ανώτατους δικαστές. Αν κερδίσει, ο Ερντογάν θα συνεχίσει τα ερχόμενα χρόνια να αναδιαμορφώνει την Τουρκία και την κοινωνία της.
Ποιοι θέτουν υποψηφιότητα για την προεδρία;
Φυσικά ο Ερντογάν. Παραμένει ο δημοφιλέστερος πολιτικός ηγέτης στην Τουρκία. Όμως βρίσκεται αντιμέτωπος με αρκετούς σημαντικούς αντιπάλους που έχουν πάει απροσδόκητα καλά μέχρι τώρα στην προεκλογική εκστρατεία και, ως αποτέλεσμα, ένας δεύτερος γύρος είναι αυτή τη στιγμή το πιθανότερο αποτέλεσμα.
Είναι ο Μουχαρέμ Ιντζέ, ένας χαρισματικός καθηγητής Φυσικής στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, ο οποίος είναι ο υποψήφιος του κύριου αντιπολιτευόμενου κόμματος, του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP), και η Μεράλ Ακσενέρ, που έχει το παρατσούκλι η «λύκαινα». Είναι επικεφαλής του νέου εθνικιστικού κόμματος Ιγί (Καλό) και είναι δημοφιλής τόσο μεταξύ των νέων όσο και μεταξύ των Τούρκων της εργατικής τάξης.
Ο Τεμέλ Καραμολάογλου, ο ηγέτης του ισλαμιστικού Κόμματος της Ευδαιμονίας, είναι επίσης υποψήφιος και έχει αναδειχθεί σε σημαντικό επικριτή του Ερντογάν παρόλο που τα κόμματά τους μοιράζονται τις ίδιες ιδεολογικές ρίζες. Ο Σελαχατίν Ντεμιρτάς, ένας χαρισματικός πολιτικός που αποκαλούνταν άλλοτε ο «Κούρδος Ομπάμα» και ηγείται του αριστερού και προσανατολισμένου στα θέματα των Κούρδων Κόμματος της Δημοκρατίας των Λαών (HDP), είναι υποψήφιος για την προεδρία από το κελί της φυλακής του στην Αδριανούπολη. Αναμένει τη δίκη του με κατηγορίες για τρομοκρατία.
Τι συμβαίνει στο κοινοβούλιο;
Οι κύριοι συνασπισμοί που δίνουν μάχη για το κοινοβούλιο είναι δύο. Ο πρώτος περιλαμβάνει το κυβερνών κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) του Ερντογάν, που έχει σχηματίσει συνασπισμό με τους εθνικιστές.
Στην απέναντι πλευρά είναι μια συμμαχία που περιλαμβάνει τους υποστηρικτές του λαϊκού χαρακτήρα του κράτους στο CHP, τους αποσκιρτήσαντες εθνικιστές του κόμματος Ιγί και τους ισλαμιστές του Κόμματος της Ευδαιμονίας. Πρόκειται για μια παράδοξη σύμπραξη σ’ ένα πολιτικό σύστημα όπου οι υποστηρικτές του λαϊκού χαρακτήρα του κράτους και οι ισλαμιστές υπήρξαν παραδοσιακά σκληροί εχθροί, όμως τέτοια είναι η σημασία αυτών των εκλογών ώστε πρώην αντίπαλοι έχουν συνασπισθεί για να διώξουν από την εξουσία τον πρόεδρο και το περιβάλλον του. Το HDP δεν έχει συμπράξει με άλλο κόμμα.
Το τουρκικό σύνταγμα απαιτεί τα κόμματα να έχουν λάβει τουλάχιστον 10% των ψήφων σε εθνικό επίπεδο για να μπουν στο κοινοβούλιο, ένας νόμος που ευνοεί τα μεγαλύτερα κόμματα. Ένας νέος νόμος επέτρεψε πρόσφατα τον σχηματισμό εκλογικών συμμαχιών όπως οι ανωτέρω, οι οποίες θα επιτρέψουν σε μικρότερα κόμματα, όπως αυτό της Ευδαιμονίας να κερδίσουν κάποιες έδρες στη βουλή, αν η συμμαχία τους ως σύνολο υπερβεί το όριο του 10%.
Αν η συμμαχία της αντιπολίτευσης έχει τις επιδόσεις που αναμένεται και το HDP κερδίσει πάνω από το 10% της λαϊκής ψήφου, τότε το κυβερνών AKP θα μπορούσε να χάσει την πλειοψηφία του στο κοινοβούλιο.
Ποιος λοιπόν θα κερδίσει;
Ο Ερντογάν ήλπιζε να πιάσει τους αντιπάλους του στον ύπνο όταν προκήρυξε τις εκλογές, όμως η προσέλευση στις συγκεντρώσεις του κόμματός του δεν ήταν αυτή που ανέμενε και ο τούρκος ηγέτης δεν φαίνεται να ελέγχει πλήρως την κατάσταση. Η οικονομία έχει επίσης προκαλέσει πονοκεφάλους, με την τουρκική λίρα να σημειώνει πτώση έναντι του δολαρίου, τις ανησυχίες να αυξάνονται για την μακροπρόθεσμη υγεία της οικονομίας και φόβοι να εκφράζονται για την ανεξαρτησία της κεντρικής τράπεζας.
Και πάλι όμως ο Ερντογάν είναι ο δημοφιλέστερος Τούρκος πολιτικός και το πιθανότερο είναι να κερδίσει την κούρσα για την προεδρία. Στην Τουρκία οι δημοσκοπήσεις είναι περιβόητες για την αναξιοπιστία τους, όμως προς το παρόν αναμένεται ότι θα κερδίσει εύκολα τον πρώτο γύρο, χωρίς όμως την απόλυτη πλειοψηφία. Ο πρόεδρος εξακολουθεί να προηγείται και σ’ έναν δεύτερο γύρο με αντίπαλο τον Ιντζέ ή την Ακσενέρ, όμως η διαφορά συνεχώς συρρικνώνεται. Η έκβαση θα εξαρτηθεί από το αν η αντιπολίτευση θα μπορέσει να πάρει μαζί της συντηρητικούς και εθνικιστές ψηφοφόρους, καθώς και κούρδους ψηφοφόρους οργισμένους από τη συμμαχία του Ερντογάν με τους εθνικιστές.
Επίσης υπάρχει η πολύ πραγματική πιθανότητα ο Ερντογάν να κερδίσει την προεδρία, αλλά να χάσει το κοινοβούλιο από την αντιπολίτευση, η οποία έχει υποσχεθεί πως θα πάρει πίσω τη συνταγματική αναθεώρηση που πέρασε πέρυσι.
Όμως βάσει της ίδιας αναθεώρησης, ο πρόεδρος μπορεί να διαλύσει το κοινοβούλιο και η βουλή μπορεί να προκηρύξει σε απάντηση νέες προεδρικές εκλογές. Σύμφωνα με ορισμένους αξιωματούχους του κυβερνώντος κόμματος, αυτό ακριβώς μπορεί να κάνει ο Ερντογάν, πράγμα που θα έδινε στο κόμμα του μια ευκαιρία να ανακαινισθεί, όμως θα βύθιζε την Τουρκία στην αβεβαιότητα.