Στη φωτό ο Μπορίς Κουπριάνοφ, συνιδιοκτήτης του καλτ βιβλιοπωλείου λογοτεχνίας διανοουμένων «Φαλάνστερ» και διευθυντής προγράμματος του Φεστιβάλ βιβλίου της Μόσχας
Της Αλιόνα Τβερίτινα
Μεγάλη συζήτηση στην Ρωσική κοινωνία για τον αν πρέπει ή όχι να επιβάλλεται απαγόρευση στην κυκλοφορία ενός βιβλίου με αμφιλεγόμενο ή εξτρεμιστικό περιεχόμενο, την ίδια ώρα που η εισαγγελία απέσυρε φασιστικά συγγράμματα των Γκέμπελς και Μουσολίνι που κυκλοφόρησαν πρόσφατα.
Πρέπει ή όχι να επιβάλλεται απαγόρευση στην κυκλοφορία ενός βιβλίου; Αν το βιβλίο αυτό έχει εξτρεμιστικό περιεχόμενο η απαγόρευση μήπως βοηθά αντί να εμποδίσει την προπαγάνδα;
Αυτά είναι λίγα από τα ερωτήματα που προέκυψαν στη Ρώσικη κοινωνία μετά και τις δύο πρόσφατες αποσύρσεις δύο φασιστικών βιβλίων από τα σημεία πώλησης.
Πρόκειται για το μυθιστόρημα του Γιόζεφ Γκέμπελς «Μιχαήλ. Μια γερμανική μοίρα σε φύλλα ημερολογίου», το οποίο γράφτηκε από τον ιδεολόγο του φασισμού στα νεανικά του χρόνια και το βιβλίο του Μπενίτο Μουσολίνι «Τρίτη οδός: χωρίς τους δημοκράτες και τους κομμουνιστές». Οι δύο εκδόσεις ελέγχθηκαν ταυτόχρονα για το εξτρεμιστικό τους περιεχόμενο και βρέθηκαν στο επίκεντρο έντονων συζητήσεων, ενώ ως έντυπο υλικό αποσύρθηκαν από τα βιβλιοπωλεία. Και τα δύο έργα κυκλοφόρησαν σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων, από τις εκδόσεις «Αλγκορίτμ».
Στα σχόλια των αναγνωστών, στις σχετικές δημοσιεύσεις των ΜΜΕ, συνυπάρχει όλο το φάσμα απόψεων για το αν πρέπει να δημοσιεύονται γραπτά των ναζιστών ηγετών. Οι αντιτιθέμενοι στην απαγόρευση, ισχυρίζονται ότι «πρέπει να γνωρίζεις το πρόσωπο του εχθρού» και ότι «εκείνος που τα αναζητά, θα τα βρει έτσι ή αλλιώς», ενώ οι υπερασπιζόμενοι την απαγόρευση ανακαλούν την ιστορική μνήμη: τι ανάγκη έχει μια χώρα που νίκησε το φασισμό, από φασιστικά βιβλία;
Ποια βιβλία απαγορεύονται
Το βιβλίο πάντα κατείχε ιδιαίτερη θέση στη Ρωσία. Και σήμερα εξακολουθεί να βρίσκεται στο επίκεντρο της κοινής γνώμης, ό,τι και να ισχυρίζονται οι κοινωνιολόγοι για την πτώση του αναγνωστικού ενδιαφέροντος.
Εκ πρώτης όψεως, τα πράγματα είναι απλά: στη Ρωσία απαγορεύονται όλα τα βιβλία που έχουν άμεση σχέση με τον εξτρεμισμό: τα φασιστικά, τα εθνικιστικά και τα ακραία θρησκευτικά. Αυτό το ζήτημα ελέγχεται από το υπουργείο δικαιοσύνης. Μετά από την επίσημη αναγνώριση ενός βιβλίου ως εξτρεμιστικού, για την οποία πρέπει να υπάρχει δικαστική απόφαση, η έκδοση περνά στον κατάλογο των απαγορευμένων βιβλίων. Με τον ίδιο τρόπο απαγορεύεται η προπαγάνδα της πορνογραφίας και της χρήσης ναρκωτικών, ωστόσο διώκεται όχι καθ’ αυτή η έκδοση των βιβλίων, μιας και στη Ρωσία λογοκρισία δεν υφίσταται, αλλά η διανομή τους.
Στην πράξη, όμως, η κατάσταση είναι πιο περίπλοκη. Ένα αμφιλεγόμενο βιβλίο συνήθως πρώτα κυκλοφορεί και κατόπιν η Εισαγγελία γίνεται αποδέκτης καταγγελίας. Η είδηση αμέσως πυροδοτεί το θέμα στα ΜΜΕ και αρχίζει έντονος κοινωνικός διάλογος. Το βιβλίο είτε τελικά απαγορευτεί, είτε όχι, δεν υπάρχει πια πιθανότητα να περάσει απαρατήρητο. Εάν είναι πράγματι επιβλαβές, ήδη πριν απαγορευτεί απολαμβάνει ευρείας προώθησης. Αν η έκδοση είναι ακίνδυνη, οι εκδότες εξακολουθούν να υφίστανται δυσφήμηση και ενίοτε οικονομικές ζημιές.
«Η απαγόρευση παρακινεί το ενδιαφέρον»
“Είμαι αντίθετος στην απαγόρευση οποιωνδήποτε βιβλίων”, λέει στη Ρωσία Τώρα ο Μπορίς Κουπριάνοφ, συνιδιοκτήτης του καλτ βιβλιοπωλείου λογοτεχνίας διανοουμένων «Φαλάνστερ» και διευθυντής προγράμματος του Φεστιβάλ βιβλίου της Μόσχας. «Η απαγόρευση παρακινεί το ενδιαφέρον. Όταν απαγορεύουμε ένα βιβλίο, είναι σαν να δηλώνουμε ότι δεν είμαστε σε θέση να επιχειρηματολογήσουμε εναντίον του και να το αντιμετωπίσουμε. Είναι σαν να παραδεχόμαστε ότι μας ξεπερνά. Και κατ’ αυτόν τον τρόπο, το προάγουμε”.
Ο ίδιος ο Κουπριάνοφ είχε βρεθεί παλιότερα ενώπιον της δικαιοσύνης. Το 2007 αφαιρέθηκε από το βιβλιοπωλείο του το τιράζ πέντε βιβλίων του εναλλακτικού εκδοτικού οίκου «Ούλτρα.Κουλτούρα», στα οποία οι εισαγγελείς αναζήτησαν πορνογραφικό υλικό. Σε περίπτωση που εντόπιζαν κάτι τέτοιο, ο βιβλιοπώλης θα διωκόταν ποινικά για κατοχή και διακίνηση πορνογραφικού υλικού.
Τα βιβλία των εκδόσεων «Ούλτρα.Κουλτούρα», ο οποίος ιδρύθηκε από τον γνωστό ποιητή και μεταφραστή Ιλιά Κορμίλτσεφ, δημιούργησαν πολλά ερωτηματικά στις αρχές: εκτός από τις κατηγορίες για διακίνηση πορνογραφίας, υπήρχαν και υποψίες για προπαγάνδα υπέρ της χρήσης ναρκωτικών και της τρομοκρατίας.
Το 2004 ανεστάλη η διάθεση επτά εκδόσεων (ανάμεσά τους τα «Οι φαιναιθυλαμίνες που γνώρισα και αγάπησα» των Αλεξάντρ και Ανν Σουλγκίν, «Έφοδος στον ουρανό» του Τζάι Στίβενς), ενώ το 2006 καταστράφηκε όλη το τιράζ των βιβλίων του Άνταμ Παρφρέι «Πολιτισμός της εποχής της Αποκάλυψης» και του Φιλ Τζέκσον «Η κουλτούρα των κλαμπ» και επιβλήθηκε πρόστιμο στον εκδοτικό οίκο που τα κυκλοφόρησε. Το 2007 αυτός ο οίκος έπαψε τη λειτουργία του και πωλήθηκε στον Ρωσικό εκδοτικό κολοσσό «AST».
Σάλος και με παιδικό βιβλίο
Αναπάντεχα ραγδαίες εξελίξεις διαδραματίστηκαν αυτό το καλοκαίρι και στην αγορά του παιδικού βιβλίου. Το βιβλίο «Οι σημαίες του κόσμου για τα παιδιά» της γαλλίδας συγγραφέως Σίλβια Μπεντνάρ, που κυκλοφόρησε από τον μικρό ανεξάρτητο εκδοτικό οίκο «Κόμπας Γκίντ», ο βουλευτής της δούμας Αλεξάντρ Χινστέιν το θεώρησε «ρωσοφοβικό» και αποκάλεσε «φασίστες» τους ίδιους τους εκδότες. Ο βουλευτής θύμωσε με την παράγραφο όπου περιγράφεται η σημαία της Λιθουανίας, με το κόκκινο χρώμα να ερμηνεύεται ως «το χρώμα του αίματος που χύθηκε από τον λαό της Λιθουανίας, στον αγώνα του με τους ρώσους και γερμανούς κατακτητές».
Ο Χινστέιν ανάρτησε τη δήλωσή του στο Τwitter, προειδοποιώντας ότι θα παραπέμψει το θέμα των «Σημαιών του κόσμου» στην Εισαγγελία. Μεγάλα βιβλιοπωλεία δεν θέλησαν να αναμένουν τα αποτελέσματα των ελέγχων και επέστρεψαν εξ’ ολοκλήρου το τιράζ στον εκδοτικό οίκο.
Όπως είπε στη Ρωσία Τώρα η Μαρίνα Καντέτοβα, γενική συντάκτης των εκδόσεων «Κόμπας Γκιντ», «χωρίς να διερευνηθεί η ουσία του περιστατικού και η εγκυρότητα των αξιώσεων, το βιβλίο επιστράφηκε από την πλειοψηφία των μεγάλων βιβλιοπωλείων, τα οποία επικαλέστηκαν δική τους απόφαση, ενώ μόνο λίγα μικρά καταστήματα συνέχισαν τις πωλήσεις. Μέχρι τώρα δεν υπάρχει καμία επίσημη απόφαση της Εισαγγελίας. Φυσικά, μας χτύπησε και οικονομικά αυτό το σκάνδαλο και τώρα το συγκεκριμένο βιβλίο είναι διαθέσιμο μόνο στα καταστήματα των εκδόσεων «Κόμπας Γκιντ», σε μερικά βιβλιοπωλεία και στα φεστιβάλ όπου έχουμε συμμετοχή».
Ισχυρές αντιδράσεις
Η λογοτεχνική κοινότητα αντέδρασε γρήγορα και συλλογικά . Συγγραφείς, μεταξύ των οποίων οι Λιουντμίλα Ουλίτσκαγια, Μπορίς Ακούνιν, Βλαντίμιρ Σορόκιν, κριτικοί της λογοτεχνίας, εκδότες και βιβλιοπώλες, εξέφρασαν την υποστήριξή τους προς τον μικρό εκδοτικό οίκο με ανοιχτή επιστολή, όπου αναφέρεται ότι «μ’ αυτόν τον τρόπο δημιουργείται και συντηρείται στη ρωσική αγορά βιβλίου, κλίμα φόβου και αβεβαιότητας. Τα βιβλιοπωλεία και οι διανομείς υποχρεώνονται να ανταποκρίνονται σε δηλώσεις κάποιων μεμονωμένων δημόσιων αξιωματούχων, ακόμα και σε περιπτώσεις που συντρέχει κίνδυνος δυσφήμησης και οικονομικής ζημίας».