Πολλοί εγκλωβισμένοι στο ανατολικό Χαλέπι είναι κάτω των 18 ετών. Έπειτα από τρεις μήνες πολιορκίας και πολλές εβδομάδες βομβαρδισμών και χερσαίων μαχών, οι συνέπειες για την υγεία τους είναι καταστροφικές.
Για τα παιδιά στο ανατολικό Χαλέπι –τόσο τα υγιή όσο και τα άρρωστα– η κατάσταση γίνεται όλο και πιο κρίσιμη μέρα με τη μέρα. Τα τρόφιμα, το πόσιμο νερό και η ιατρική φροντίδα γίνονται όλο και πιο δυσεύρετα, ενώ την ίδια ώρα το ιατρικό προσωπικό αγωνίζεται να ανταποκριθεί στους μεγάλους αριθμούς των τραυματιών.
Από τις 22 Σεπτεμβρίου έχουν σκοτωθεί τουλάχιστον 136 παιδιά και έχουν τραυματιστεί τουλάχιστον 468 στις αεροπορικές επιδρομές. Τα νοσοκομεία στα οποία περιθάλπονται είναι υπερπλήρη σε απελπιστικό βαθμό, με ελλείψεις σε προσωπικό, ιατρικές προμήθειες και κλίνες εντατικής θεραπείας.
«Τα εξωτερικά ιατρεία μας αδυνατούν να αντεπεξέλθουν» λέει ο νοσηλευτής στα επείγοντα περιστατικά Αμπού Αλ Μοτάσεμ (Abu Al Motassem). «Δεχόμαστε 120 με 150 παιδιά κάθε μέρα. Δεχτήκαμε ένα αγόρι που έπρεπε να εισαχθεί στη μονάδα εντατική θεραπείας, αναγκαστήκαμε όμως να το κρατήσουμε στον θάλαμο για ένα διάστημα. Δεν τα κατάφερε και πέθανε.»
Από τα επτά νοσοκομεία που λειτουργούν αυτή τη στιγμή στο ανατολικό Χαλέπι, μόνο ένα ειδικεύεται στην περίθαλψη παιδιών. Σε ολόκληρη την πολιορκημένη περιοχή υπάρχουν τέσσερις παιδίατροι – δύο ειδικευμένοι γιατροί και δύο τελειόφοιτοι φοιτητές ιατρικής – αλλά κανένας παιδοχειρουργός.
Οι μοιραίες συνέπειες της έλλειψης ιατρικού προσωπικού έχουν αρχίσει να φαίνονται, σύμφωνα με τον Αλ Μοτάσεμ. «Είχαμε ένα παιδί με εκκόλπωμα του οισοφάγου και έπρεπε να χειρουργηθεί, όμως δεν μπορούσαμε να βρούμε διαθέσιμο γιατρό σε ολόκληρο το ανατολικό Χαλέπι. Είναι μια απλή επέμβαση και οποιοσδήποτε παιδοχειρουργός θα μπορούσε να το κάνει. Όμως δεν βρέθηκε κανείς και το παιδί πέθανε».
Αυτή τη στιγμή, περίπου 1.500 παιδιά χρειάζονται εξειδικευμένη ιατρική φροντίδα η οποία δεν είναι διαθέσιμη στο πολιορκημένο τμήμα της πόλης, καθώς όμως όλοι οι δρόμοι που οδηγούν έξω από την πόλη είναι κλειστοί και δεν μπορούν να γίνουν παραπομπές σε άλλα νοσοκομεία. Πρόκειται, μεταξύ άλλων, για παιδιά με καρκίνο, συγγενείς ανωμαλίες και εγκεφαλικές βλάβες, καθώς και παιδιά που χρειάζονται συγκεκριμένους τύπους επείγουσας φροντίδας.
Πολλοί γονείς φοβούνται να μετακινηθούν στην πόλη κατά τη διάρκεια βομβαρδισμών ή χερσαίων μαχών, οπότε περιμένουν στο σπίτι με τα άρρωστα παιδιά τους μέχρι να γίνει λιγότερο επικίνδυνο να βγουν έξω. «Περιμένουν να φύγουν τα αεροπλάνα, κι όταν φτάνουν στο νοσοκομείο, τα παιδιά είναι σε πολύ χειρότερη κατάσταση» αναφέρει ο Ριγιάντ Ναντάρ (Riyad Najjar), διοικητικός διευθυντής του μοναδικού παιδιατρικού νοσοκομείου που έχει απομείνει στην πολιορκημένη περιοχή.
«Μερικές φορές αναγκάζονται να περιμένουν όλη τη νύχτα και, όταν έρχονται τελικά, είναι πολύ αργά ή η βλάβη έχει γίνει πολύ μεγάλη για τα παιδιά» λέει η ‘Αγια (Aya), νοσηλεύτρια του τμήματος νεογνών που προτιμά να μην δώσει το επώνυμό της.
Οι ασθενείς στο ανατολικό Χαλέπι κατά κανόνα μένουν όσο το δυνατόν λιγότερο στα νοσοκομεία, καθώς θεωρούνται επικίνδυνα σημεία: τα νοσοκομεία της περιοχής έχουν χτυπηθεί από βόμβες σε 26 διαφορετικά περιστατικά στη διάρκεια της τρίμηνης πολιορκίας. Ένας άλλος λόγος για τον οποίο οι ασθενείς μένουν στο νοσοκομείο για μικρότερο διάστημα από αυτό που μπορεί να απαιτείται είναι οι ελλείψεις ιατρικού προσωπικού και νοσοκομειακών κλινών, με τραγικές συνέπειες μερικές φορές. «Τα πρόωρα βρέφη συχνά πρέπει να παραμείνουν για μεγάλο διάστημα στη μονάδα εντατικής θεραπείας προτού πάρουν εξιτήριο, καθώς όμως δεν υπάρχει αυτή η δυνατότητα, χάνουμε πολλά από αυτά» λέει ο Νατζάρ.
Στη διάρκεια της πολιορκίας τα φάρμακα χορηγούνται με περιορισμούς, ενώ κάποια εξαντλούνται. «Εδώ στο τμήμα νεογνών, καθώς και στα τμήματα επειγόντων περιστατικών, πολλά παιδιά πεθαίνουν επειδή δεν υπάρχουν φάρμακα γι’ αυτά» λέει η ‘Αγια.
Εντωμεταξύ, τα παιδιά με λιγότερο επείγοντα ιατρικά προβλήματα παραμελούνται. Καθώς εκατοντάδες άνθρωποι τραυματίστηκαν στις αεροπορικές επιδρομές τις τελευταίες εβδομάδες, η γενική παιδιατρική φροντίδα απλούστατα δεν αποτελεί προτεραιότητα, σύμφωνα με το ιατρικό προσωπικό σε ένα από τα νοσοκομεία που υποστηρίζονται από τους Γιατρούς Χωρίς Σύνορα.
Έπειτα από τόσα χρόνια πολέμου, η εμβολιαστική κάλυψη είναι ελλιπής και το ανοσοποιητικό σύστημα των παιδιών δεν είναι σε καλή κατάσταση, με αποτέλεσμα αυξημένο κίνδυνο επιδημιών ασθενειών που μπορούν να προληφθούν, όπως ιλαρά, μηνιγγίτιδα και πολιομυελίτιδα. Υπάρχουν πιθανά κρούσματα και των τριών αυτών ασθενειών στο ανατολικό Χαλέπι, αλλά δεν μπορούν να επιβεβαιωθούν, καθώς δεν είναι δυνατή πλέον η αποστολή δειγμάτων σε εργαστήριο εκτός πόλης.
Παράλληλα, υπάρχουν ελλείψεις σε πολλά είδη τροφίμων, όπως κρέας, γαλακτοκομικά, φρούτα, λαχανικά και βρεφικό γάλα.
«Υπάρχει σοβαρή έλλειψη τροφίμων για παιδιά, συμπεριλαμβανομένου του βρεφικού γάλακτος» λέει ο Αλ Μοτάσεμ. «Κάποιες μητέρες δεν μπορούν να θηλάσουν, ενώ άλλα παιδιά έχουν χάσει τη μητέρα τους. Οι γονείς δεν μπορούν να βρουν βρεφικό γάλα, οπότε συχνά δίνουν στα βρέφη κανονικό φαγητό, με αποτέλεσμα οξύ υποσιτισμό, χωρίς να αντιλαμβάνονται οι γονείς την αιτία.» Τα υποσιτισμένα παιδιά είναι πιο ευάλωτα σε άλλες ασθένειες, επομένως έχουν αυξημένες πιθανότητες να αρρωστήσουν.
Κάθε μέρα που περνάει, η ζωή για τα παιδιά που είναι εγκλωβισμένα στο ανατολικό Χαλέπι γίνεται όλο και πιο επικίνδυνη.
Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα υποστηρίζουν οκτώ νοσοκομεία στο ανατολικό Χαλέπι, από τα οποία αυτή τη στιγμή λειτουργούν τα επτά. Η διεθνής ιατρική οργάνωση επίσης λειτουργεί έξι ιατρικές δομές στη βόρεια Συρία και υποστηρίζει περισσότερα από 150 νοσοκομεία και κέντρα υγείας σε όλη τη χώρα, πολλά από αυτά σε πολιορκημένες περιοχές. Παρά τις προσπάθειες των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, υπάρχουν πολλές περιοχές – όπως το δυτικό Χαλέπι – όπου δεν μπορούν να εργαστούν προς το παρόν καθώς τους έχει αρνηθεί η πρόσβαση. Η οργάνωση, ωστόσο, συνεχίζει να ασκεί πίεση για την παροχή ανθρωπιστικής και ιατρικής βοήθειας και σε αυτές τις περιοχές.