ΙΣΡΑΗΛ – ΤΟΥΡΚΙΑ: Ένα θερμό μέτωπο που δεν δηλώνεται
Του Γιάννη Παπανικολάου
Η κλιμάκωση στη Μέση Ανατολή δεν αφορά πια μόνο το Ιράν ή τη Χεζμπολάχ. Η Άγκυρα και το Τελ Αβίβ έχουν εισέλθει σε μια ιδιότυπη αντιπαράθεση που, χωρίς τυμπανοκρουσίες, μπορεί να εξελιχθεί σε ένοπλη σύγκρουση.
Οι τελευταίοι βομβαρδισμοί του Ισραήλ στη συριακή βάση Τ-4 και η εντεινόμενη ρητορική του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, έδειξαν πως η στρατιωτική εξίσωση στη Συρία αλλάζει ραγδαία.
Η παρέμβαση του Ντόναλντ Τραμπ στη συνάντηση με τον Μπενιαμίν Νετανιάχου έριξε λάδι στη φωτιά: «Αν υπάρχει πρόβλημα με την Τουρκία, μπορώ να το λύσω. Ο Ερντογάν είναι φίλος», είπε, επιβεβαιώνοντας την πρόθεση του Λευκού Οίκου να λειτουργήσει ως εξισορροπητικός παράγοντας.
Τουρκικός αναθεωρητισμός vs Ισραηλινή υπεροχή
Η πρόσφατη αναφορά του Ερντογάν, κατά το τέλος του Ραμαζανιού – «ο Αλλάχ να καταστρέψει το σιωνιστικό κράτος» – δεν είναι απλώς ρητορικό ξέσπασμα. Συνιστά ιδεολογικό στίγμα και σαφή πρόθεση επανατοποθέτησης της Τουρκίας ως δύναμης-προστάτιδας του μουσουλμανικού κόσμου. Το Ισραήλ όμως, όπως ξεκαθαρίστηκε στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας του Νετανιάχου, θεωρεί στρατηγική απειλή κάθε μόνιμη τουρκική παρουσία στη Συρία.
Η πιθανότητα μεταφοράς τουρκικών πυραυλικών συστημάτων Hisar ή ακόμη και των ρωσικών S-400 στο μέτωπο της Παλμύρας, μετατρέπει τη βάση Τ-4 σε πεδίο υψηλού ρίσκου. Η Ισραηλινή Αεροπορία, με προηγούμενο στη χειρουργική εξουδετέρωση ιρανικών και ρωσικών αντιαεροπορικών, είναι έτοιμη να απαντήσει.
Ρωσία και Ιράν: Οι «ήσυχες» δυνάμεις πίσω από τις γραμμές
Η Ρωσία έχει θέσει εδώ και χρόνια την Τουρκική Αεροπορία σε αυστηρή επιτήρηση. Από το 2015, μετά την κατάρριψη του ρωσικού Su-24, η Άγκυρα ζητά σιωπηρά την έγκριση της Μόσχας για κάθε στρατιωτική επιχείρηση. Παρότι έχει υπάρξει εξομάλυνση, οι Ρώσοι δεν επιτρέπουν ανατροπές στην ισορροπία ισχύος της περιοχής, ειδικά όταν η Τουρκία προσπαθεί να λειτουργήσει αυτόνομα.
Το Ιράν, από την άλλη, δεν φαίνεται ικανό να προσφέρει ενεργή στήριξη στην Τουρκία έναντι του Ισραήλ. Οι πολυετείς προσπάθειές του για την ενίσχυση της αεράμυνας της Συρίας απέτυχαν, καθώς η Ισραηλινή Πολεμική Αεροπορία εξουδετερώνει συστηματικά ιρανικές βάσεις και αποθήκες οπλισμού. Εν ολίγοις, η Τουρκία μοιάζει απομονωμένη σε ένα διασταυρούμενο γεωστρατηγικό πυρ.
Η Ελλάδα και η Κύπρος ως ήσυχες σταθερές
Μέσα σ’ αυτό το εύφλεκτο τοπίο, η Ελλάδα και η Κύπρος εμφανίζονται ως ήρεμες δυνάμεις σταθερότητας. Οι τριμερείς αμυντικές και ενεργειακές συνεργασίες με το Ισραήλ δεν είναι μόνο διπλωματικές πρωτοβουλίες – είναι ενεργές συμφωνίες με σαφή αποτροπτικό χαρακτήρα. Η Ελλάδα συμμετέχει σε κοινές ασκήσεις, όπως η INIOCHOS, ενώ η Κύπρος προμηθεύτηκε πρόσφατα ισραηλινά αντιπυραυλικά συστήματα.
Το Ισραήλ, περικυκλωμένο από αστάθεια, βλέπει στην Αθήνα και τη Λευκωσία δύο πυλώνες διπλωματικής και στρατηγικής στήριξης, που το συνδέουν με την Ευρώπη και ταυτόχρονα με χώρες-κλειδιά, όπως η Αίγυπτος και τα Εμιράτα.
Πώς θα κινηθεί η Ουάσινγκτον;
Το «κλειδί» ίσως βρίσκεται ξανά στην Ουάσινγκτον. Ο Ντόναλντ Τραμπ επιμένει στην αναθέρμανση των Συμφωνιών Αβραάμ, στη σταθεροποίηση της Γάζας και στην ολοκλήρωση του IMEC, ενός διαδρόμου εμπορίου που αποκλείει την Τουρκία. Η νέα δομή ασφαλείας που οραματίζεται εμπλέκει το Ισραήλ, τις αραβικές χώρες, τις ΗΠΑ – και εν μέρει την Ελλάδα.
Όμως, καθώς στο παρασκήνιο ακούγονται φωνές για έναν νέο «realpolitik» διάλογο Ισραήλ–Τουρκίας, η Ελλάδα οφείλει να παραμείνει επαγρυπνούσα. Οι συμμαχίες αλλάζουν, αλλά τα στρατηγικά συμφέροντα –και η ισχύς– μένουν.
Η ισραηλινοτουρκική αντιπαράθεση δεν είναι απλώς προσωπική διαμάχη Νετανιάχου–Ερντογάν. Είναι η έκφραση δύο διαφορετικών γεωπολιτικών οραμάτων για τη Μέση Ανατολή. Ο πρώτος υπερασπίζεται τη δυτική αρχιτεκτονική ασφάλειας. Ο δεύτερος προσπαθεί να αναστήσει την οθωμανική σφαίρα επιρροής.
Η Ελλάδα, στο μεταίχμιο των εξελίξεων, έχει την ευκαιρία να ενισχύσει τον ρόλο της ως σταθεροποιητικός παράγοντας, ενώ ταυτόχρονα να θωρακίσει την εθνική ασφάλεια σε μια συγκυρία όπου τα όρια μεταξύ διπλωματίας και στρατιωτικής έντασης γίνονται όλο και πιο ασαφή.