Του Κώστα Ράπτη
Ποιό ήταν το μεγαλύτερο πλήγμα στις τουρκοαμερικανικές σχέσεις; Η αναγνώριση της Αρμενικής Γενοκτονίας από την ομοσπονδιακή Βουλή των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ ή μήπως οι ανακοινώσεις του επικεφαλής του Πενταγώνου Μαρκ Έσπερ για την επιστροφή των αμερικανικών στρατευμάτων στην ανατολική Συρία όπου περιπολούν από κοινού με τους Κούρδους μαχητές του PYD.
Και οι δύο κινήσεις δεν μπορούν παρά να θέσουν την Άγκυρα σε συναγερμό – διότι αφορούν την εθνική συγκρότησή της. Όμως η πρώτη αφορά το επίπεδο των συμβολισμών και αναφέρεται στο παρελθόν, ενώ η δεύτερη σε επιχειρούμενες αλλαγές του αυριανού χάρτη της περιοχής.
Είναι τόσες οι φορές που ανακινήθηκε το ζήτημα της Αρμενικής Γενοκτονίας στις ΗΠΑ, χωρίς να οδηγήσει σε αναγνώριση από την κορυφή της ομοσπονδιακής εξουσίας, που τίποτε δεν αποκλείει και αυτή τη φορά, όσο και αν το μήνυμα της Βουλής ήταν ηχηρότερο από ποτέ, ένα “πάγωμα” των αμερικανικών κινήσεων την τελευταία στιγμή (πόσο μάλλον που η προγραμματισμένη για τις 13 Νοεμβρίου επίσκεψη Ερντογάν στις ΗΠΑ δεν έχει ακυρωθεί). Σε κάθε περίπτωση, στο τύπο της γείτονος χώρας εμφανίζονται τοποθετήσεις ότι η Τουρκία μπορεί να ζήσει και χωρίς να δαπανά άλλο διπλωματικό κεφάλαιο για την αποτροπή της αναγνώρισης της Γενοκτονίας.
Όμως το γεγονός ότι η Ουάσιγκτον αδυνατεί, παρά τις παλινωδίες της, να “απεξαρτηθεί” από το γεωπολιτικό παιχνίδι στις όχθες του Ευφράτη και την χρησιμοποίηση του “κουρδικού χαρτιού” συνιστά για την Άγκυρα μιαν απειλή πολύ πιο υλική. Οι ελιγμοί του Ταγίπ Ερντογάν μεταξύ Τραμπ και Πούτιν, δεν δείχνουν να πετυχαίνουν παρά την απομάκρυνση του εφιάλτη ενός “μορφώματος των τρομοκρατών” υπό ξένη προστασία, κατά 30 χιλιόμετρα από τα τουρκικά σύνορα.
Οτιδήποτε άλλο βρίσκεται στην τουρκο-αμερικανική ατζέντα μπορεί να διευθετηθεί σε πνεύμα συναλλαγής – όχι όμως το κουρδικό ζήτημα. Η ακόμη μεγαλύτερη σύσφιξη των σχέσεων της Άγκυρας με τη Μόσχα και την Τεχεράνη (ενδεχομένως αύριο και με την Δαμασκό) προβάλλει ως μονόδρομος.
Η εσωτερική διάσταση
Υπάρχει σε αυτές τις εξελίξεις μια διάσταση εσωτερικής πολιτικής, τόσο για την Τουρκία (όπου ο Ερντογάν δείχνει να κερδίζει το στοίχημα, αξιοποιώντας το κλίμα “εθνικού συναγερμού”), όσο βεβαίως και για τις ΗΠΑ όπου το Κογκρέσο αντιμετωπίζει ως αυταξία την ακύρωση κάθε πρωτοβουλίας του Τραμπ. Η εποχή κατά την οποία οι τουρκο-αμερικανικές σχέσεις καθορίζονταν από στρατηγικές προτεραιότητες, που έμεναν ανεπηρέαστες από το εσωτερικό πολιτικό παιχνίδι, μοιάζει μακρινή.
[irp posts=”528904″ name=”ΚΑΤΕΧΟΜΕΝΑ : Γιατί πάγωσαν” οι Τουρκοκύπριοι με τον Ερντογάν”]
Όμως εν προκειμένω λειτουργεί και κάτι βαθύτερο
Η Αρμενική Γενοκτονία αποτέλεσε το δραματικότερο επεισόδιο μιας ταραγμένης δεκαετίας κατά την οποία αναδύθηκε από τα ερείπια της πολυεθνικής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας η οιονεί μονοεθνική Τουρκική Δημοκρατία. Η εξόντωση ή έξωση των χριστιανικών πληθυσμών της Ανατολίας επέτρεψε την καταρχήν ομογενοποίηση της νέας επικράτειας, με την μετατροπή των Μουσουλμάνων υπηκόων του Χαλίφη σε Τούρκους πολίτες.
Όμως η διαδικασία έμενε ημιτελής όσο η μουσουλμανική ταυτότητα αρνούνταν να υποταχθεί στο όραμα μιας δυτικότροπης ελίτ. Κυρίως όμως η εθνική οικοδόμηση έμελλε να προσκρούσει την παρουσία του κουρδικού στοιχείου – και την κατοπινή πολιτική ριζοσπαστικοποίησή του.
Το κλείσιμο του κύκλου
Η άνοδος του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης στην εξουσία αποτέλεσε το πολλά υποσχόμενο πείραμα μιας σύνθεσης των μουσουλμανικών ευαισθησιών με έναν εκσυγχρονισμό προσφιλή στη Δύση και παράλληλα μιας εκτόνωσης του κουρδικού ζητήματος στο πλαίσιο μιας “νεο-οθωμανικής” ταυτότητας.
Όμως, μιάμιση δεκαετία μετά ο κύκλος κλείνει με το κουρδικό ζήτημα σε αναζωπύρωση, τον τουρκικό εθνικισμό να δίνει και πάλι τον τόνο της πολιτικής ζωής και τις σχέσεις με τη Δύση αθεράπευτα τραυματισμένες. Πρόκειται για το αποτέλεσμα της αποτυχίας του εγχειρήματος προβολής του “τουρκικού μοντέλου” ως οδηγού για ευρύτερες “αλλαγές καθεστώτος” στη Μέση Ανατολή: Οι συνανάδοχοί του αποκλίνουν και συγκρούονται ενώ η Τουρκία ειδικότερα “εισαγωγέας” των μεσανατολικών αντιφάσεων, από τις οποίες ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ επέμενε ότι πρέπει να τηρηθούν αποστάσεις ασφαλείας.