Το γερμανικό δημόσιο καταβάλλει στις χριστιανικές εκκλησίες εκατοντάδες εκατομ. ευρώ ετησίως ως ενισχύσεις.
Των Stefan Dege / Άρη Καλτιριμτζή
Λίγες ημέρες πριν από την ετήσια σύνοδο της Γερμανικής Ευαγγελικής Εκκλησίας (EKD), που βρίσκεται σε εξέλιξη από την Κυριακή στο Ντίσελντορφ, ο επικεφαλής του συμβουλίου της EKD, Νικόλαους Σνάιντερ, δήλωσε σε συνέντευξή του ότι οι προτεστάντες είναι πρόθυμοι να αποδεχθούν την κατάργηση των κρατικών ενισχύσεων, τις οποίες λαμβάνουν οι εκκλησίες (καθολική και ευαγγελική) ως αντάλλαγμα για απαλλοτριώσεις της περιουσίας τους κατά τον 19ο αιώνα.
Τα γερμανικά ομοσπονδιακά κρατίδια καταβάλλουν 420 με 480 εκατομ. ευρώ ετησίως στις δύο μεγάλες εκκλησίες της χώρας, ωστόσο δεν υπάρχουν ακριβείς αριθμοί για τα ποσά των ενισχύσεων. Η χρηματοδότηση αυτή χρονολογείται από το 1803. Το κράτος είχε προχωρήσει τότε σε απαλλοτρίωση της εκκλησιαστικής περιουσίας. Σε αντάλλαγμα οι κρατικοί άρχοντες ανέλαβαν δεσμεύσεις έναντι της εκκλησίας, μεταξύ άλλων να αμείβουν τους εκκλησιαστικούς αξιωματούχους.
15 δισ. ευρώ φόροι προς την εκκλησία
Από τότε μέχρι σήμερα, η κρατική ενίσχυση, εν είδει αποζημίωσης για τις απαλλοτριώσεις, παραμένει αναλλοίωτη. Παρά το γεγονός ότι ήδη από την εποχή της Βαϊμάρης το αίτημα της κατάργησης των κρατικών ενισχύσεων προς την εκκλησία αποτέλεσε αντικείμενο εξέτασης σε νομοθετικό επίπεδο, δεν έχει αλλάξει τίποτα. Σήμερα όλα τα ομόσπονδα κρατίδια υποχρεούνται να καταβάλλουν χρήματα στην εκκλησία. Την κατάσταση δεν άλλαξε σε νομοθετικό επίπεδο ούτε και η τελευταία γερμανική Βουλή.
«Οι υποχρεώσεις αυτές δεν αφορούν την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, αλλά τα επιμέρους κρατίδια και τις διαφορετικές νομικές σχέσεις τους με τις εκκλησίες», επισημαίνει στη DW ο Τόμας Μπέγκριχ, διευθυντής του οικονομικού τμήματος της EKD.
Η αδράνεια του γερμανικού κοινοβουλίου στο συγκεκριμένο πεδίο έχει επιπτώσεις: Σύμφωνα με εκτιμήσεις ειδικών, οι γερμανοί φορολογούμενοι έχουν καταβάλει από ιδρύσεως της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας περίπου 15 δισ. ευρώ ως επιχορηγήσεις στην εκκλησία. Πολιτικοί από τα κόμματα της Αριστεράς, των Πρασίνων και των Ελεύθερων Δημοκρατών έχουν επανειλημμένα ζητήσει την οριστική διακοπή των κρατικών ενισχύσεων προς την εκκλησία.
Ο πολιτικός του κόμματος της Αριστεράς Ράχου Σάρμα βλέπει τις απόψεις σε αυτό το ζήτημα να διίστανται: «Μερικοί λένε ότι οι υποχρεώσεις (σ.σ. προς την εκκλησία) έχουν προ πολλού εξοφληθεί. Υπάρχουν άλλοι που υποστηρίζουν ότι η εκκλησία αποζημιώθηκε για κάτι που δεν της ανήκε ποτέ. Άλλοι τέλος λένε ότι η ενίσχυση δεν πρέπει να καταργηθεί». Ο γερμανός πρώην βουλευτής καταγγέλλει στη DW ότι όταν επιχείρησε προ μηνών να φέρει μία σχετική πρόταση νόμου στη Βουλή, συνάντησε σθεναρή αντίσταση από πλευράς χριστιανοδημοκρατών, σοσιαλδημοκρατών και φιλελευθέρων.
Οι πολιτικοί θα προτιμούσαν διατήρηση του συστήματος
Οι προτεστάντες είναι πρόθυμοι να αποδεχθούν την κατάργηση των κρατικών ενισχύσεων, δήλωσε ο επικεφαλής του συμβουλίου της Γερμανικής Ευαγγελικής Εκκλησίας, Σνάιντερ
Φαίνεται λοιπόν ότι για τη χρόνια στασιμότητα σε αυτό το ζήτημα δεν ευθύνεται η εκκλησία. Η Σύνοδος των Καθολικών Επισκόπων και η Γερμανική Ευαγγελική Εκκλησία επιδεικνύουν διάθεση να προσέλθουν σε διάλογο, ειδικά μετά το πρόσφατο σκάνδαλο γύρω από τον καθολικό επίσκοπο του Λίμπουργκ Τέμπαρτς φαν Ελστ και τις υπέρογκες δαπάνες της επισκοπής του. Ωστόσο ο Νικόλαους Σνάιντερ θεωρεί αναπόφευκτη μία εφάπαξ πληρωμή του κράτους προς την εκκλησία, επικαλούμενος νομικές δεσμεύσεις. Για το ύψος του ποσού υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις: Γίνεται λόγος για το 10πλάσιο, το 20πλάσιο ή ακόμη και το 40πλάσιο της ετήσιας εισφοράς.
Η εκκλησία από την πλευρά της τηρεί στο συγκεκριμένο θέμα σιγή ιχθύος. Εκκλησιαστικοί κύκλοι ωστόσο εκτιμούν ότι μία εφάπαξ αποζημίωση από πλευράς κράτους θα ήταν τόσο υψηλή, ώστε οι πολιτικοί που σκέφτονται με ορίζοντα τετραετίας προτιμούν να διατηρηθεί το παρόν σύστημα.