Πόλεμος Συρία: Η Συρία δεν υπήρξε ποτέ μια κυρίως πετρελαιοπαραγωγός χώρα. Διαθέτει κοιτάσματα πετρελαίου και φυσικού αερίου, αλλά όχι ιδιαίτερα μεγάλα.
Μάλιστα, ήδη πριν από τον πόλεμο η παραγωγή πετρελαίου είχε υποχωρήσει από τις 610.000 βαρέλια/ημέρα στις 385.000 βαρέλια/ημέρα. Αντίστοιχα, είχε μια σημαντική παραγωγή φυσικού αερίου. Ο κύριος όγκος πήγαινε για την εσωτερική κατανάλωση, όμως υπήρχαν και εξαγωγές.
Με όρους παγκόσμιας παραγωγής η Συρία δεν είναι ιδιαίτερα σημαντική. Αντιπροσωπεύει το 0.5% της παγκόσμιας παραγωγής (με βάση την προπολεμική παραγωγή της). Με αυτή την έννοια η απλή κατοχή των πετρελαίων της Συρίας δεν αποτελεί καθαυτή κίνητρο για επέμβαση. Ακόμη και εάν υποθέσουμε ότι η Συρία επίσης διαθέτει και υποθαλάσσια κοιτάσματα, όπως και οι γειτονικές της, εντούτοις δεν ήταν ο κομβικός πλουτοπαραγωγικός της πόρος.
Όμως, είναι πολύ σημαντικός όρος για την ίδια τη συριακή οικονομία, ιδίως στη φάση της ανοικοδόμησης στην οποία πρόκειται να μπει. Ο έλεγχος των πετρελαιοπηγών επομένως επηρεάζει σημαντικά τον εσωτερικό συσχετισμό δύναμης.
Οι αμερικανικός σχεδιασμός για τη διαχείριση της αποχώρησης
Μέσα στην εξέλιξη του συριακού εμφυλίου πολέμου, οι πετρελαιοπηγές της Συρίας, που είναι στο βορειοανατολικό τμήμα της χώρας, βρέθηκαν κάποια στιγμή υπό τον έλεγχο του Ισλαμικού Κράτους.
Για την τρομοκρατική οργάνωση και την προσπάθειά της να αποδείξει ότι διαμορφώνει «χαλιφάτο», δηλαδή εδαφική βάση, ο έλεγχος των πετρελαιοπηγών ήταν σημαντικός και αποτέλεσε μια σημαντική πηγή εσόδων.
Αυτό εξηγεί και γιατί οι ΗΠΑ όταν ξεκίνησαν την προσπάθεια να αντιμετωπίσουν το Ισλαμικό Κράτος, σε συνεργασία με τις κουρδικές δυνάμεις πολιτοφυλακής, επέλεξαν να δώσουν μεγάλη έμφαση στις πετρελαιοπηγές. Πρώτα με το να διαταράξουν το εμπόριο πετρελαίου, να αποτρέψουν τα βυτιοφόρα να φορτώνουν, να καταστρέψουν υποδομές και μετά απλώς να καταλάβουν τις πετρελαιοπηγές. Στη διαδρομή μεγάλο μέρος των υποδομών καταστράφηκαν, κυρίως από το ίδιο το Ισλαμικό Κράτος, όμως τελικά βρέθηκαν υπό τον έλεγχο των Κούρδων που εν μέρει τις επισκεύασαν και τις αξιοποίησαν.
Με την αλλαγή των πραγμάτων στη βορειοανατολική Συρία που έφερε η τουρκική εισβολή, αλλά και η συμφωνία Ερντογάν και Πενς και κυρίως η συμφωνία Πούτιν Ερντογάν, η περίοδος της ημιαυτόνομης κουρδικής περιοχής στη βορειοανατολική Συρία πρακτικά τελείωσε.
Σε εκείνη τη φάση οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν πώς όσες δυνάμεις τους δεν τις αποσύρουν προς το Ιράκ θα τις βάλουν να φυλούν τις πετρελαιοπηγές, κυρίως στην περιοχή της Ντέιρ εζ-Ζορ, σε συνεργασία με τους Κούρδους.
Η στάση αυτή είναι σαφές ότι στρέφεται κυρίως απέναντι στην κυβέρνηση της Δαμασκού που θα ήθελε να αποκτήσει τον έλεγχο των πετρελαιοπηγών, ώστε να μπορέσει να τις αξιοποιήσει για την ανοικοδόμηση της Συρίας μιας που είναι και σημαντικός ενεργειακός πόρος και εξαγώγιμο προϊόν.
Είναι προφανές ότι ο αμερικανικός σχεδιασμός επιδιώκει να διαμορφώσει κυρίως ένα κώλυμα στη διαδικασία της πολιτικής ενοποίησης της Συρίας αλλά και στη διαδικασία ανοικοδόμησης. Είναι κατά κάποιο τρόπο μια προσπάθεια να διατηρήσουν παρουσία και να υπονομεύσουν, έστω και εν μέρει, μια κατάσταση που αντικειμενικά λειτουργεί στην κατεύθυνση της κατοχύρωσης του ρυθμιστικού ρόλου της Ρωσίας.
Γιατί δεν έχει μεγάλο χρονικό βάθος ο αμερικανικός σχεδιασμός
Το πρόβλημα του αμερικανικού σχεδιασμού είναι ότι δεν μπορεί να αποτελέσει μακροπρόθεσμη λύση. Καταρχάς δύσκολα θα μπορέσουν να συνεχίσουν να ελέγχουν περιοχές μαζί με τους Κούρδους από τη στιγμή που παράλληλα η Ρωσία θα προσπαθεί να διαπραγματευτεί μια νέα σχέση ανάμεσα στους Κούρδους και τη συριακή κυβέρνηση και σταδιακά θα πιέζει προς την πολιτική και εδαφική ενοποίηση.
Ούτε μπορεί μεσοπρόθεσμα μια τέτοια διάταξη δυνάμεων να αντιμετωπίσει την υπαρκτή γείωση των δυνάμεων του Ισλαμικού Κράτους στον κυρίως αραβικό πληθυσμό της περιοχής εκείνης, σε αντίθεση με τα συντονισμένη δράση των κυβερνητικών δυνάμεων και της Ρωσίας.
Τα υπόλοιπα ανοιχτά μέτωπα και η διαδικασία της Γενεύης
Τα βλέμματα τώρα στρέφονται στη Γενεύη και την Συνταγματική Επιτροπή που έκανε την πρώτη της συνάντηση. Το σώμα αυτό, που βγήκε μέσα από τη διαδικασία της Αστάνα που συντονίζουν η Τουρκία, η Ρωσία και το Ιράν, αποτελείται από εκπροσώπους της συριακής κυβέρνησης, της αντιπολίτευσης και της κοινωνίας των πολιτών.
Παρότι στην επιτροπή δεν εκπροσωπούνται οι ένοπλες ισλαμιστικές οργανώσεις ούτε το Συριακό Δημοκρατικό Συμβούλιο, η βασική μορφή έκφρασης των Κούρδων, καθώς η Τουρκία τους κατηγορεί ότι συνδέονται με το παράνομο PKΚ, εντούτοις αποτελεί σίγουρα ένα πρώτο βήμα, παρά τις διαφωνίες που υπάρχουν σε σχέση με το μελλοντικό σύνταγμα της χώρας.
Ούτως ή άλλως πολλά θα κριθούν και στη διαρκή διαπραγμάτευση που γίνεται ανάμεσα στη Ρωσία και την Τουρκία.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που περιμένουν το ιδιότυπο αντάλλαγμα για την ανοχή στην τουρκική εισβολή στη βορειοανατολική Συρία να είναι το αρθεί η αντίρρηση της Τουρκία στην εκκαθάριση του θύλακα της Αντλίμπ, της τελευταίας ζώνης όπου συγκεντρώνεται μεγάλος αριθμός ένοπλων ισλαμιστικών οργανώσεων και κυρίως του μετώπου της Αλ Νούσρα, υπό την προϋπόθεση μάλλον ότι η Τουρκία θα διατηρήσει μια ζώνη για να αποφύγει μια μαζική είσοδο Σύριων προσφύγων στο τουρκικό έδαφος.